Στη μέση της νύχτας, ξύπνησε έντρομη, παραπατώντας ακόμα στους δρόμους ενός ονείρου εφιαλτικά επαναλαμβανόμενου. Εκείνη με ένα λευκό φόρεμα και κοντά μαλλιά, με πρόσωπο γερασμένο, κάτισχνη, αφυδατωμένη. Σκοτάδι παντού , περπατά αποκαμωμένη, με αίσθημα δέους. Ξαφνικά, μια πυρκαγιά την ακινητοποιεί, η αίσθηση παράλυσης της προκαλεί απόγνωση.
Μα και στην καθημερινή της ζωή, έτσι ήταν. Η αιωνίως κυνηγημένη. Η καταδιωκόμενη από κάθε λογής μυστήριες δυνάμεις και ανθρώπους καταπιεστικούς, που της ρουφούσαν το αίμα αργά, με την επίφαση ενός ακίνδυνου συναγελασμού. Με έμμεσους τρόπους πλην όμως όχι πάντοτε κομψούς και ραφιναρισμένους, της σπαταλούσαν ενέργεια, ουσία και ψυχή. Αναρωτιόταν μετά απονήρευτη γιατί μετά από κάθε συνάντηση αισθανόταν διαλυμένη. Μέσα από τη διαρκή προβολή σε εκείνη όλων των ανασφαλειών τους, αυτοί οι άνθρωποι εκμεταλλεύονταν το πρόσφορο έδαφος που τους παρείχε για την πλήρη της εκμετάλλευση εξαντλώντας και την τελευταία ρανίδα ευδιαθεσίας της. Χωρίς να έχει περιχαρακώσει τον προσωπικό της χώρο, δεχόταν συνεχώς νομιμοποιημένες και αναπόδραστες εισβολές.
Ενώ εκείνη φύλαγε την πιο καλά σμιλεμένη συμβουλή για την κάθε περίσταση και την έδινε απλόχερα σε όποιον την είχε ανάγκη, όταν η ίδια αντιμετώπιζε ένα ζήτημα(ούτε καν πρόβλημα, έναν απλό προβληματισμό), ερχόταν αντιμέτωπη με την περιφρόνηση και την υποτίμηση των υποτιθέμενων συνομιλητών της που μονολογούσαν για τα διογκωμένα, ανυπέρβλητα δράματά τους.
Φύσει διακριτική, προτιμούσε να σωπαίνει παρά να σκοτίζει τους άλλους με θέματα που όντως δεν έμοιαζαν τόσο σπουδαία. Είχε το ρόλο της δυναμικής συμβουλάτορος που δε μαστιζόταν από προσωπικές έγνοιες. Δεν είχε το δικαίωμα να καταλύει το μονοπώλιο της συζήτησης, το οποίο σατραπικά ανήκε σε άλλους.
Το υποσυνείδητό της όμως εναντιωνόταν σε όλη αυτή την...πειθήνια δουλοπρέπεια. Έτσι, φρόντιζε με όνειρα πότε ιλιγγιώδη και πότε αποτρόπαια, να της υπενθυμίζει παραμελημένες πλευρές της ύπαρξης. Το πρόταγμα μιας και μόνο πτυχής της ανθρώπινης φύσης θεριεύει τα υπόλοιπα που βρίσκονται σε μια επικίνδυνη νάρκη, έτοιμα να ξυπνήσουν από το πουθενά διεκδικώντας χειμαρρωδώς το χαμένο έδαφος. Ψήγματα θυμού πολλαπλασιάζονταν με ρυθμούς γεωμετρικής προόδου, και όσο συσσωρεύονταν, άλλο τόσο ενδυναμώνονταν.
Ως πότε θα ήταν κομπάρσος στη ζωή της παρακολουθώντας μια ορδή από κομπορρήμονες φαρισαίους να πρωταγωνιστούν ατάλαντα; Χωρίς να το καταλάβει, είχε μετατραπεί σε σκιά του εαυτού της. Ασήμαντη, ευάλωτη, άδεια.
Έπρεπε να έρθουν τα όνειρα να γίνουν δείκτες καταπίεσης και αιχμαλωσίας. Ήταν πια αδύνατο ακόμα και να κοιμηθεί. Αναπότρεπτες εικόνες, φρικιαστικές, γεμάτες συμβολισμούς όλο έρεβος και γρίφους δαιμόνιους. Όλα αυτά μαρτυρούσαν αμάχητα τον εσωτερικό της βρασμό και ας φάνταζε εξωτερικά υπόδειγμα νηφαλιότητας και ισορροπίας.
Κυνηγημένη ναι, αλλά από τον ίδιο της τον εαυτό. Από κατακερματισμένα του στοιχεία που ,υποστατά, δε μπορούσαν να δεχτούν την ολοσχερή τους νέκρωση.Όσο η ίδια αντιμετώπιζε τον εαυτό της ως δευτεραγωνιστή, πώς γινόταν οι άλλοι να της απονείμουν πρωταγωνιστικό ρόλο; Kαι όση ασφάλεια και να ένιωθε στα παρασκήνια, έρχονταν στιγμές που ήθελε να φωνάξει, να ακουστεί, να προβληθεί.
Αυτές της τις ενδόμυχες τάσεις τόσο καιρό τις παραγκώνιζε.
Ανελεύθερη πια, περίμενε να αποκωδικοποιήσει τα σιβυλλικά μηνύματα των ονείρων για να προσεγγίσει την αβυσσαλέα σημασία της πραγματικότητας.
Χαμένη, με προπομπές του υποσυνειδήτου να την προσανατολίζουν ή να θολώνουν ακόμα πιο πολύ το τοπίο, παρακολουθούσε τη ζωή της να χάνεται σε ατέρμονες αναλύσεις για τη ζωή των άλλων, μέσα σε ευτελείς μιμήσεις και φανταχτερές επιθυμίες που δε μπορούσε στο ελάχιστο να συμμεριστεί.
Και το χειρότερο ήταν ότι ούτε στά όνειρά της μπορούσε να είναι ευτυχισμένη...ακολουθούσαν και αυτά, αρμονικά, την εφιαλτική διάσταση της πραγματικότητας...
Μα και στην καθημερινή της ζωή, έτσι ήταν. Η αιωνίως κυνηγημένη. Η καταδιωκόμενη από κάθε λογής μυστήριες δυνάμεις και ανθρώπους καταπιεστικούς, που της ρουφούσαν το αίμα αργά, με την επίφαση ενός ακίνδυνου συναγελασμού. Με έμμεσους τρόπους πλην όμως όχι πάντοτε κομψούς και ραφιναρισμένους, της σπαταλούσαν ενέργεια, ουσία και ψυχή. Αναρωτιόταν μετά απονήρευτη γιατί μετά από κάθε συνάντηση αισθανόταν διαλυμένη. Μέσα από τη διαρκή προβολή σε εκείνη όλων των ανασφαλειών τους, αυτοί οι άνθρωποι εκμεταλλεύονταν το πρόσφορο έδαφος που τους παρείχε για την πλήρη της εκμετάλλευση εξαντλώντας και την τελευταία ρανίδα ευδιαθεσίας της. Χωρίς να έχει περιχαρακώσει τον προσωπικό της χώρο, δεχόταν συνεχώς νομιμοποιημένες και αναπόδραστες εισβολές.
Ενώ εκείνη φύλαγε την πιο καλά σμιλεμένη συμβουλή για την κάθε περίσταση και την έδινε απλόχερα σε όποιον την είχε ανάγκη, όταν η ίδια αντιμετώπιζε ένα ζήτημα(ούτε καν πρόβλημα, έναν απλό προβληματισμό), ερχόταν αντιμέτωπη με την περιφρόνηση και την υποτίμηση των υποτιθέμενων συνομιλητών της που μονολογούσαν για τα διογκωμένα, ανυπέρβλητα δράματά τους.
Φύσει διακριτική, προτιμούσε να σωπαίνει παρά να σκοτίζει τους άλλους με θέματα που όντως δεν έμοιαζαν τόσο σπουδαία. Είχε το ρόλο της δυναμικής συμβουλάτορος που δε μαστιζόταν από προσωπικές έγνοιες. Δεν είχε το δικαίωμα να καταλύει το μονοπώλιο της συζήτησης, το οποίο σατραπικά ανήκε σε άλλους.
Το υποσυνείδητό της όμως εναντιωνόταν σε όλη αυτή την...πειθήνια δουλοπρέπεια. Έτσι, φρόντιζε με όνειρα πότε ιλιγγιώδη και πότε αποτρόπαια, να της υπενθυμίζει παραμελημένες πλευρές της ύπαρξης. Το πρόταγμα μιας και μόνο πτυχής της ανθρώπινης φύσης θεριεύει τα υπόλοιπα που βρίσκονται σε μια επικίνδυνη νάρκη, έτοιμα να ξυπνήσουν από το πουθενά διεκδικώντας χειμαρρωδώς το χαμένο έδαφος. Ψήγματα θυμού πολλαπλασιάζονταν με ρυθμούς γεωμετρικής προόδου, και όσο συσσωρεύονταν, άλλο τόσο ενδυναμώνονταν.
Ως πότε θα ήταν κομπάρσος στη ζωή της παρακολουθώντας μια ορδή από κομπορρήμονες φαρισαίους να πρωταγωνιστούν ατάλαντα; Χωρίς να το καταλάβει, είχε μετατραπεί σε σκιά του εαυτού της. Ασήμαντη, ευάλωτη, άδεια.
Έπρεπε να έρθουν τα όνειρα να γίνουν δείκτες καταπίεσης και αιχμαλωσίας. Ήταν πια αδύνατο ακόμα και να κοιμηθεί. Αναπότρεπτες εικόνες, φρικιαστικές, γεμάτες συμβολισμούς όλο έρεβος και γρίφους δαιμόνιους. Όλα αυτά μαρτυρούσαν αμάχητα τον εσωτερικό της βρασμό και ας φάνταζε εξωτερικά υπόδειγμα νηφαλιότητας και ισορροπίας.
Κυνηγημένη ναι, αλλά από τον ίδιο της τον εαυτό. Από κατακερματισμένα του στοιχεία που ,υποστατά, δε μπορούσαν να δεχτούν την ολοσχερή τους νέκρωση.Όσο η ίδια αντιμετώπιζε τον εαυτό της ως δευτεραγωνιστή, πώς γινόταν οι άλλοι να της απονείμουν πρωταγωνιστικό ρόλο; Kαι όση ασφάλεια και να ένιωθε στα παρασκήνια, έρχονταν στιγμές που ήθελε να φωνάξει, να ακουστεί, να προβληθεί.
Αυτές της τις ενδόμυχες τάσεις τόσο καιρό τις παραγκώνιζε.
Ανελεύθερη πια, περίμενε να αποκωδικοποιήσει τα σιβυλλικά μηνύματα των ονείρων για να προσεγγίσει την αβυσσαλέα σημασία της πραγματικότητας.
Χαμένη, με προπομπές του υποσυνειδήτου να την προσανατολίζουν ή να θολώνουν ακόμα πιο πολύ το τοπίο, παρακολουθούσε τη ζωή της να χάνεται σε ατέρμονες αναλύσεις για τη ζωή των άλλων, μέσα σε ευτελείς μιμήσεις και φανταχτερές επιθυμίες που δε μπορούσε στο ελάχιστο να συμμεριστεί.
Και το χειρότερο ήταν ότι ούτε στά όνειρά της μπορούσε να είναι ευτυχισμένη...ακολουθούσαν και αυτά, αρμονικά, την εφιαλτική διάσταση της πραγματικότητας...