Τετάρτη 7 Δεκεμβρίου 2016

Ζωή υπό αίρεση

Ποτέ δεν κατάλαβα πότε έπρεπε να φύγω. Πίσω από έναν τοίχο, πίσω από μια επίφαση ασφάλειας, πάντα γαντζωμένος από την απόσταση, έκανα αυτό που γνώριζα άριστα, να αναβάλλω. Η ζωή μου υπό αίρεση, η αγωνία του να λάβω μια απόφαση ήταν συνήθως πιο φρικτή από τις ίδιες της συνέπειές της. Μέσα στην ανεξήγητη γαλήνη της αδράνειας, ήσουν και εσύ. Μάλλον ενσάρκωνες το τίμημα της θρασύδειλης απραξίας μου. Ενσάρκωνες τις ελλείψεις μου την ίδια ώρα που μπορούσες να τις θεραπεύσεις. ΄΄Όλα τα δαιμόνια που μαίνονταν μέσα μου, σε αντανάκλαση στη μορφή σου, σε ένα χαμόγελο που ποτέ δεν κατάλαβα τι έκρυβε.
 
Να μη διώχνεις τη λύπη εάν θέλεις να νιώθεις τη χαρά. Αν δε θέλεις να την ψάχνεις με βλέμμα απόγνωσης σε τόπους όπου περιπλανιέσαι αποξενωμένος και ανήμπορος να είσαι ο εαυτός σου. Είναι ο πόνος ακατανόητος πια.. νόσος και γιατρειά, παγίδα και όχημα απελευθέρωσης.
 
Εξοικειωμένη με τον πόνο, με δύναμη υπεργήινη, τόσο αλλόκοτη, τόσο ξεχωριστή. Έλεγες πως πρέπει να βιώνουμε όσα φοβόμαστε γιατί ο φόβος είναι ιδέα αυτοδημιούργητη. Κάθε φορά που ο φόβος θα γίνεται βίωμα, θα αποδυναμώνεται η ιδέα. Ο δειλός μας εαυτός ηττείται κάθε φορά που μια παράτολμη φωνή επιβιώνει. Να γελάσεις, να κλάψεις, να πεις αυτό που όλα θα τα τερματίσει ή όλα θα ξεκινήσουν από αυτό. Μόνο τις μέρες τις πανομοιότυπες να φοβάσαι, εκείνες όπου η συνήθεια γιορτάζει, με πρόσωπα έρημα και αλήθειες βουβές. Μέρες γεμάτες υγρασία και επαναλαμβανόμενες κινήσεις χωρίς ψυχή, με το ανέλπιδο να βασιλεύει και να νιώθεις τη στασιμότητα να σε καθηλώνει. Να γίνεσαι ένα με αυτή και ,σιγά- σιγά, να πεθαίνεις.
 
 
 
 Μου έλεγες πως πρέπει να αγαπάς αυτό που σε κάνει να αποδέχεσαι αυτό που είσαι. Αλλά και αυτό που σε λυτρώνει, κοντράροντας την παντογνωσιακή αυταπάτη που συνήθιζες να τροφοδοτείς. Μέσα στο χρόνο, ήλπιζα σε μια απομυθοποίησή σου. Σε μια επιβεβαίωση ότι δε σε ερωτεύθηκα, ότι ο έρωτας είναι αλλιώς, ότι δεν άξιζε τον κόπο. Αποφεύγουμε συνήθως ό, τι είμαστε ανάξιοι να διαχειριστούμε. Η πλήξη του προβλέψιμου είναι ένα ενδεχόμενο που όλα τα απλουστεύει. Σε κάθε δειλή επιλογή, αντιστοιχεί ένα τίμημα ισόβιας αιχμαλωσίας. Γιατί η σκλαβιά είναι παραμορφωμένη ασφάλεια, ένα κελί από το οποίο παρατηρούμε πως η ζωή που περιμέναμε, έχει ήδη εξανεμισθεί.