Σάββατο 25 Ιανουαρίου 2014

Αγχωμένες διαδρομές

Είδε ένα όνειρο με επιτιθέμενες εικόνες. Ξεφύλλιζε ένα βιβλίο παλιό, με χαρτί κιτρινισμένο, δύσοσμο. Οι λέξεις ξεπηδούσαν από τις σελίδες, ανάγλυφα τα γράμματα πλημμύριζαν το χώρο και μεταλλάσσονταν σε ζιζάνια που βούιζαν στα αυτιά της. Δε μπορούσε να δει τίποτα τριγύρω. Συνήθως στα όνειρά της κυριαρχούσαν οι προθεσμίες που πάντα την άφηναν πίσω. Τις κυνηγούσε και έμενε στο τέλμα. Έτρεχε να τις προλάβει, και μέσα της ήξερε πως είναι αδύνατο, ανούσιο ακόμα. Άλλοτε έβλεπε σχοινοβάτες ή σκηνικά ιδανικής ξεγνοιασιάς σε αιγαιοπελαγίτικα νησιά. Ή κάτι που ξεχνούσε και την απέτρεπε από κάποια σπουδαία εμπειρία. Συνήθως πρωταγωνιστούσαν όλα εκείνα που δε μπορούσε να αγγίξει, μαζί με μία αίσθηση ασφυξίας για την αναξιότητά της.
 
Μεγαλώνει καθώς μεγαλώνουν οι φόβοι της. Ποτέ δε θα μείνει μόνη αφού ποτέ δε θα ορφανέψει από αυτούς. Μεγαλώνει ολοένα, και ολοένα οι φόβοι της γίνονται παιδιάστικοι. Ψάχνει με βλέμμα ακόρεστο ένα καταφύγιο αληθινό. Τρέμει στην επαλήθευση δυσοίωνων σκέψεων. Επικρίνει την ευκολία με την οποία πέφτει σε λήθαργο όταν την παραλύει το άγχος. Άγχος για όσα έκανε(πάντα ένα βήμα πιο πίσω από το ιδανικό), άγχος για όσα απέτυχε να προλάβει(ο χρόνος την κοιτάζει περιφρονητικά που βαδίζει τόσο αργά και ασυντόνιστα), άγχος για το αύριο που δε μπορεί να προβλέψει(και την ίδια ώρα εκείνο περηφανεύεται για την αυτοδύναμη μαγεία του), άγχος για όλα εκείνα που δε μπορεί να αλλάξει(μάλλον επειδή της υπενθυμίζουν πως δε μπορεί να αλλάξει τον εαυτό της). Πολλές φορές τη στοιχειώνει η εικόνα που έχει η ίδια για τον εαυτό της, μια εικόνα αλαφιασμένης καρικατούρας, κυριευμένης από τελειοθηρική υστερία για να ελέγχει και να διεκπεραιώνει τα πάντα. Βρίσκεται σε λάθος μέρος, τη λάθος στιγμή, προφέρει λάθος ατάκες, ακολουθεί λάθος διαδρομές. Με μία παθολογική ευλάβεια, εμμένει σε όλα αυτά τα λάθη. Μονίμως αγχωμένη. Μονίμως ''λίγη'', ανίκανη να συλλάβει εκείνο το μυστικό της φευγαλέας χαράς που θανατώνει  την απόγνωση.
 
Ονειρεύεται άλλα, και στα αντίθετα κατευθύνεται. Φοβάται ότι δε θα τολμήσει να τα καρπωθεί. Φοβάται ότι θα τής γεννήσουν νέα άγχη. Η αίσθηση της απόλυτης αρμονίας για εκείνην υφίσταται μόνο ως φαντασιακή κατάσταση. Είναι ιεροσυλία να λάβει υπόσταση. Το μεγαλύτερο άγχος το προκαλεί η σκέψη ότι κάποτε ίσως εξαλειφθεί ολοσχερώς. Νοσηρή τροφή είναι που συντηρεί την ανασφαλή, εκ του ασφαλούς προσκόλληση στο ''ένα βήμα πίσω''. Το προσκήνιο προϋποθέτει απογύμνωση από δικαιολογίες. Φίμωση από θρασύδειλες φωνές. Το ''ένα βήμα μπροστά'' δεν είναι κάτι άλλο παρά αποκήρυξη μιας διαδρομής, την ώρα που εκείνη νοσταλγεί τις παλιές γειτονιές και δρόμους.
 
Θέλει το βήμα μπροστά να αφαιρέσεις ένα κομμάτι από το παλιό σου πρόσωπο, και είναι δύσκολο να το κάνεις, ειδικά όταν νομίζεις ότι το γνωρίζεις. Η πρόκληση όμως το νέο, άγνωστο κομμάτι, ακόμα και αν δεν το μάθεις ποτέ. Να αφήνεις ανοιχτό το παράθυρο στο άγνωστο, γιατί αν αφεθείς στον κομφορμισμό του δήθεν οικείου, ποτέ δε θα γνωρίσεις πραγματικά τίποτα.
 
 Όταν θα πάψεις να έχεις άγχος για τη γνώση, θα αρχίσεις να μαθαίνεις τα πάντα, γιατί θα μπορείς να μάθεις τον εαυτό σου. Και τι άλλο είναι το άγχος πέρα από αυτοσχέδιο εμπόδιο για την ευτυχία;

Τετάρτη 22 Ιανουαρίου 2014

Επιθυμία

Χωρίς καν να το καταλάβει, ο χειμώνας έβαινε προς το τέλος του. Νέα χρονιά, φιλόδοξη και αισιόδοξη, με αλλαγές τολμηρές να εκκολάπτονται σε υπολείμματα ατολμίας, και όλοι συνέχιζαν το γνωστό μουρμουρητό. Επιθυμίες ανικανοποίητες μένουν να χλευάζουν όλο προκλητικότητα, στο κατώφλι του χρόνου. Όλοι τα έχουν όλα και όλοι δεν έχουν τίποτα. Ο χαμένος που μετράει απώλειες μέσα από τη νίκη του. Ο νικητής που ανιχνεύει τα θαύματα μέσα από τη συντριβή. Γιατί η επιθυμία, ακόμα και η εκπληρωθείσα, σε τσακίζει. Είτε επειδή φανερώνει το απροσμέτρητο κενό, είτε επειδή σε αφήνει ακόμα πιο ελλειπτικό, ακόμα πιο μόνο.
 
 Μέσα στο γαϊτανάκι της εφήμερης χαράς αυτά τα ηλιόλουστα πρωινά, τα γεμάτα μυρωδιές από καφέ και μπαχαρικά, αλήτικες λιακάδες, αβάσταχτης εγκαρδιότητας χαμόγελα και προορισμό κανένα, ξεχνιέται, και το έχει ανάγκη. Από όλα εκείνα που την καταποντίζουν σε θυσίες για παλαιωμένες επιθυμίες, από τη σκουριά σκοτεινών ονείρων όλο γήρας, από νέα θέλγητρα που γνέφουν αμφίσημα. Σα να θέλει να προστατευθεί από το χείμαρρο των επιθυμιών που θέλουν να την κατασπαράξουν όπως ένα βουλιμικό μάτι .Είναι αυτές οι επιθυμίες που την κάνουν αφόρητα αυτοαναφορική, επαναλαμβανόμενα λανθασμένη, αυτές που της τρέφουν νοσηρά την έπαρση και που την αδειάζουν από κάθε ικανότητα να χαρεί. Να χαρεί από το τίποτα, να χαρεί για το τίποτα. Δε θέλει λόγο η χαρά, μόνο έδαφος ψυχής καθαρό για να ανθίσει.
 
Έμαθε να επιθυμεί τα απρόσιτα. Να γεύεται την αρρωστημένη γλύκα του ανεκπλήρωτου. Να νομίζει πως ζει μια ζωή σε κατώτερη βαθμίδα από την ιδανική. Χαρτογράφηση επιθυμιών. Αστείο, και μόνο που το σκέφτεται. Την σημάδεψαν οι επιθυμίες, έτσι όλο βοή που της χίμηξαν μια μέρα που την καταβρόχθιζε η ανασφάλεια. Δε μας καθορίζουν οι επιθυμίες μας αλλά η ιδέα που τρέφουμε για αυτές.
 
 Κι έπειτα έρχεται μια σπάνια, μαγική ώρα. Η ώρα που οι επιθυμίες συναντώνται με άλλες. Ανοίκειες και γνώριμες μαζί. Και προσπαθούν να συγχρονιστούν, να συμπορευθούν, να κατακυριεύσει η μία την άλλη, αντί να κυριεύσουν τις ψυχές των ανθρώπων.  Και γεννάται ο πόθος, ο έρωτας, η αγάπη. Εξαρτάται.
 
 Η ικανότητα να μην επιθυμείς τίποτα είναι τόσο επικίνδυνη όσο η ικανότητα να επιθυμείς τα πάντα. Σπουδαία είναι η δύναμη της επιθυμίας που κατευθύνεται σε κάποια άλλη, αγαπημένη πάντα, και δεν αυτοτροφοδοτείται, με άγνοια της μοναξιάς της. Να επιθυμείς να επιθυμείς και να σε επιθυμούν. Χωρίς ανεπιθύμητες παρενέργειες.