Σάββατο 28 Μαρτίου 2015

Μνήμες από Εσένα

Γέμισε ο κόσμος με τη μορφή σου. Αντανάκλαση θολή στους καθρέφτες του σύμπαντος. Όλα τα μικρά και τα μεγάλα σου, καμαρώνουν σε έναν επίμονο αντικατοπτρισμό. Σε βλέπω πίσω από τα άχαρα κτίρια όλο γκρίζο και σκόνη παραίτησης. Στα πρώτα ανοιξιάτικα τραπεζάκια που στήνονται στο δρόμο δειλά και στολίζονται με τουλίπες  και μαργαρίτες. Στα βήματα των ανθρώπων τα βιαστικά, στις αλλόκοτες γκριμάτσες τους, στα μπαχαρικά που βομβαρδίζουν την όσφρησή μου, σε πάντρεμα με την ανίκητη οσμή του φρεσκοκομμένου ελληνικού καφέ. Σε εκείνη τη λαχτάρα για ένα παγωτό μηχανής,κάπως έτσι ξεγελούσαμε τα φιλέκδικα καλοκαίρια μας. Στην ανάγκη μου να ανασύρω λίγη άνοιξη μέσα από τον παρατεταμένο χειμώνα. Μέσα από τα μάτια σου έκανα επίθεση στα καιρικά τερτίπια. Κάθε χρόνο, τέτοια εποχή., μια πλημμύρα δυνατοτήτων σάρωνε τον αρνητισμό μου. Η ζωή έμοιαζε τόσο απλή και μαγική, όπως μια ηλιόλουστη βόλτα και ένα ποτήρι κρασί. Η ακινητοποίηση της σκέψης, το να αρπάζεις τη στιγμή που τρέχει, και σε ξεγελάει. Να την ξεγελάς εσύ, μόνο έτσι δε θα σε φθείρει ο χρόνος, μου έλεγες με το ύφος της χαρακτηριστικής σου ηρεμίας. Αυτή η νηνεμία σου, που τιθάσευε τη δική μου τρικυμία! Μια θαλασσοταραχή φόβων, που κατεύναζες στη στιγμή. Κλειδαμπάρωνες τη χαρά σε μυστικά απέριττης σοφίας και δεν ξεγλιστρούσε από εκεί, ακόμα και αν ένα ολάκερο σύμπαν σε αμφισβητούσε.

 Ανακωχή, έλεγες. Ανακωχή με τα εσωτερικά δαιμόνια. Είμαστε δημιουργοί της δυστυχίας μας, και ακόμα πιο δυστυχισμένοι που επιρρίπτουμε το φταίξιμο σε άλλους. Για να νιώσεις ελεύθερος, πρέπει πρώτα να σπάσεις τα αυτοδημιούργητα δεσμά σου. Πονάει όμως, γιατί είναι σε ένα βαθμό βολικά. Αν τα σπάσεις, θα έρθεις αντιμέτωπος με μία ευτυχία που μοιάζει αφύσικη. Είναι σα να χώρεσαν μέσα της όλοι εκείνοι οι θεόρατοι φόβοι σου, και τους αφομοίωσε μεμιάς. Είναι πιο εύκολο να κυνηγάς την ευτυχία από το να την αντιμετωπίζεις. Γιατί πρέπει να αφεθείς ελεύθερος, και τα δεσμά κάποτε μεταμφιέζονται σε άλλοθι αποφυγής της αλήθειας.
 
Μα πάει καιρός και αυτή η Άνοιξη γελάει δυνατά μέσα από τις παράδοξες αναβολές της. Δεν είχαμε δα και ραντεβού, για αυτό και την προσμένω με λαχτάρα. Κι εσύ, απών, και πιο παρών από ποτέ, να σκαρφαλώνεις στα αμφίθυμα σύννεφα που βάφουν τον αιθέρα ολόμαυρο .
 
 Είναι οι μνήμες ανάγκη αναβίωσης μιας παρελθούσας στιγμής που κάνει και το μέλλον πιο διαυγές; Ή ληστρικοί επιδρομείς του τώρα, που σφραγίζουν τις εξαρτήσεις από το χθες; Μέσα από εσένα, βρίσκω το κουράγιο να θυμάμαι. Και σε απαντάω στο τώρα, το χθες και το αύριο, και δε μπορώ να ξεχωρίσω ποιο είναι ποιο, σαστίζω μπροστά στον χρόνο που θέλει να με σκλαβώσει σε ένα θανατηφόρο λήθαργο. Μου αρκεί που είμαι μαζί σου, και νοερά ακόμη, και σε αγαπώ πιο δυνατά, ως το άπειρο, ως εκεί που χρόνος δεν υπάρχει και κάθε σου μνήμη γίνεται ανάσταση της διαχρονικής μας ευτυχίας.

Πέμπτη 19 Μαρτίου 2015

Για λίγη Αλήθεια

Κοντοστέκεται, περιμένοντας μια απάντηση. Σταράτη και ντόμπρα. Οι λέξεις, συνεργοί του ψέματος, ακροβατούν στην αβεβαιότητα. Η αλήθεια δεν καταβάλλει προσπάθεια για να ειπωθεί. Λιτή, στιβαρή, συχνά ασήκωτη. Πλέγμα τώρα από περίτεχνες λέξεις περίτρανα αποπειράται να τη φονεύσει. Κλασικά, το πρόταγμα του ''Εγώ'', η αιώνια επιθυμία της να βρίσκεται στο επίκεντρο, ζητιανεύει ξανά το κανάκεμά του, κλείνει τα αυτιά μπροστά στη δική του ύπαρξη. Τον συρρικνώνει, τον αφανίζει. Στροβιλίζεται σε έναν αέρα παγερό, με τη λήθη να χαχανίζει εις βάρος της αφέλειας, εκείνης της βλακώδους προσωπικότητάς του με την τόση ανεκτικότητα, που επιμένει να είναι αδιόρθωτη στους αιώνες. Θα απελευθέρωνε κάποια στιγμή την καλή της πλευρά, σκεφτόταν, το είχε βάλει πείσμα να την αφυπνίσει, μα δεν είχε σκεφτεί πως ίσως να μην υπάρχει καν.
 
Συνήθιζε να προσλαμβάνει μια εικόνα του κόσμου βολική, μια ερμηνεία που διαστρέβλωνε το κάθε τι, μόνο και μόνο για να μην έρθει σε μετωπική σύγκρουση με την αλήθεια. Πάνω από όλα, να επιβιώσει ο εαυτός της, ακόμα και μέσα από τα τρωτά του. Να είναι στο προσκήνιο, να κάνει αίσθηση, να προκαλεί τον αντίλογο, τη διέγερση της σκέψης. Στην απόπειρά της να διασώσει ένα υπερτροφικό ''Εγώ'', δολοφονούσε κατά συρροή την αλήθεια. Δίχως ελαφρυντικά. Το σκοτάδι της προξενούσε ένοχη θαλπωρή. Τα πλάσματα της φαντασίας της θέριευαν εκεί, μπορούσε να αναδημιουργήσει νοερά τα γεγονότα, μέχρι να δώσει την πιο γλαφυρή παράσταση.
 
Το πρώτο φως της μέρας την τραυμάτιζε. Οι ατελείς της όψεις φάνταζαν αποκρουστικές, σε έναν ακραίο, κακόγουστο καλλωπισμό. Στην τσιμεντένια πολιτεία, οι κριτές είναι αδιαπραγμάτευτα αυστηροί. Αποθεώνουν την εικόνα, αν είναι αψεγάδιαστη ακόμα και στην πιο ταπεινή της λεπτομέρεια. Η ουσία δεν μετράει καθόλου, αρκεί να χαντακώνεται εντέχνως. Δεν έχει χώρο εδώ ο συναισθηματισμός, ποτέ δε θα της συγχωρούσε ένα δάκρυ κάποιας συγκίνησης που αποστάτησε από τις ελεγχόμενες αντιδράσεις της.
 
Πρέπει να μάθει να ζει χωρίς να ξέρει. Χωρίς να τη νοιάζει να ανοίξει εκείνη την πόρτα που μετά βίας διακρίνεται. Να γραπώνει τη ζωή, χωρίς πολλή σκέψη, γιατί αλλιώς θα χαθεί η ζωή, θα χαθεί και η ίδια.
 
 Ο πιο επίφοβος βαθμολογητής είναι ο εαυτός της. Επιθεωρητής σωστός. Κάνει τον υπόλοιπο κόσμο ένα κοπάδι κριτών, έτοιμων να αναλύσουν κάθε της αστοχία. Να τη μάθουν να καταπνίγει αυτά που όντως της δίνουν απόλαυση. Να φαίνεται δυνατή. Ατρόμητη. Να μη σταματάει πουθενά. Σε αιώνια εξάντληση η ζωή, όλα να μεταλλάσσονται σε είδωλα ενός βουλιμικού εαυτού, σε όλα να αντανακλάται η αχόρταγη επιθυμία της να την αποδεχτούν, ο φόβος του περιθωρίου, εκείνη η οχληρή αίσθηση πως όλα τα πήρε λάθος και έμεινε μόνη.
 
 Τελευταία, όμως, την παρατηρεί να χαμογελάει στο σκοτάδι. Να μην την τρομοκρατεί το εκτυφλωτικό φως της μέρας. Να μεταμορφώνεται η τσιμεντένια πολιτεία στα μάτια της που σαγηνεύονται από ένα δικό της όνειρο. Να ξεστομίζει όχι στις υπαγορεύσεις. Σα να διψά να πάρει απόσταση από τη θηριώδη εγωμανία της και να λαχταρά επαφή με τον Άλλο. Με την αλήθεια του, να νιώσει την ανάσα της ανακουφισμένη μέσα στο χρόνο που καλπάζει, να κλείσει τα αυτιά της στα χυδαία ψέματα που τη βομβαρδίζουν κάθε μέρα, να μην φοβάται να αντικρύσει τη δική της αλήθεια.. πως μισή περιπλανάται αποζητώντας συμπλήρωση. Πως η αυτάρκεια είναι μια αλαζονική αυταπάτη, οι εξαρτήσεις της την κάνουν αληθινή.
 
 Στο σημείο που ακούει πραγματικά τον άλλο, αντί να στήνει διάλογο με τον εαυτό της. Εκεί, όπου επιτρέπονται τα λάθη, αρκεί να είναι αληθινά. Εκεί όπου η αλήθεια είναι ο μόνος τρόπος για τη λήθη του προβληματικού της εαυτού. Εκεί τη συναντά, και την ερωτεύεται ξανά. Από το μηδέν. Για λίγη Αλήθεια.

Τετάρτη 11 Μαρτίου 2015

Τελειομανία

Η αιώνια έλλειψη. Αυτό που λείπει για το ιδανικό. Η αποθέωση της ουτοπίας. Μα αν νιώθεις κάτι να σου λείπει, κίνητρο να γίνεται να ολοκληρωθείς. Κάθε μέρα μοιάζει με παρέλαση του ημιτελούς. Η ίδια αίσθηση ανεπάρκειας ληστεύει την ομορφιά του φευγαλέου, που γίνεται ακόμα πιο όμορφο όταν φεύγει, ακριβώς επειδή χάνεται αγέρωχο στη φυγή του. Υπάρχει ασύλληπτη ομορφιά στο ανεπίστρεπτο γιατί τολμά να γίνει καταληκτικό. Χάνεται όπως είναι, χωρίς περιθώριο συμπλήρωσης, αλλοίωσης, χωρίς να δίνει δεύτερη ευκαιρία. Οι δεύτερες ευκαιρίες είναι για εκείνους που πεθαίνουν μέσα στις νομιμοποιημένες αναβολές τους.
 
 Νιώθεις κάθε μέρα ανεπαρκής, σα να επωμίζεσαι ρόλους που ενσαρκώνεις χωρίς ταλέντο μα και χωρίς πνοή. Δε νιώθεις καλά με εσένα και αυτό αντανακλάται σε όλα σου. Υποσυνείδητα συγκρίνεσαι με τους πάντες, σε έναν άτυπο μαραθώνιο συσχετισμών, και πάντα οι άλλοι έχουν βρει τη χρυσή τομή και το κλειδί για την τελειοποιημένη ζωή. Κατηγορείς τον άχρηστο εαυτό σου, γεμίζεις ενοχές, βρίσκεις πως η ζωή  έχασε το ενδιαφέρον της. Ο ψυχαναγκασμός της τελειομανίας πάλι παρών. Πρέπει να πετυχαίνεις πιο πολλά, πιο σπουδαία. Να δουλεύεις σκληρά, να αποδεικνύεις πως αξίζεις, πως οι δυνατότητές σου είναι ανεξάντλητες, πως δεν εφησυχάζεις. Σε μία ατέρμονη προσπάθεια να αποδείξεις ότι δεν είσαι ένα επίγειο ον με όρια και αντοχές, αλλά κάποιο θεϊκό πλάσμα που όλα τα μπορεί, κλείνεσαι στον εαυτό σου και πέφτεις σχιζοφρενικά στη δουλειά. Η επαφή με όσους(νομίζεις)πως αγαπάς σε δεύτερη μοίρα, αναπόφευκτα. (Αυτά που δε μπορούμε να αποφύγουμε, είναι εκείνα που εμείς επιλέγουμε. Τίποτα  δε μας φορτώνεται από κάποια άκαρδη μοίρα. )
 
Αφήνεις το χρόνο να κυλά σε υπερωρίες. Κάποια εξωγενής δύναμη, αόριστη και μυστήρια, απορροφά και το τελευταίο ίχνος συναισθήματος από μέσα σου. Κοιτάζεις όσους νόμιζες ότι ήξερες και είναι σαν άγνωστοι συνεπιβάτες σε τρένο που προσεύχεσαι να κοιμηθούν, να μη σε ζαλίζουν με τις αδιάκριτες ματιές τους. Όμως, νιώθεις ότι πας μπροστά. Έχεις, ήδη, συλλέξει επαίνους και διθυραμβικά σχόλια για τη δουλειά σου και αναμένεται ακόμα σημαντικότερη επιβράβευση. Δε μπορεί, σκέφτεσαι, κάτι κάνω σωστά. Βρήκα στόχο, η προσπάθεια δικαιώνεται, και πρέπει να βάλω τα δυνατά μου για το επόμενο επίπεδο. Κάπως έτσι, ξυπνάς μια μέρα και είναι θεοσκότεινα έξω. Κανείς δε σε αναζητεί, το τηλέφωνό σου χτυπάει μόνο από κάποιο συνάδελφο, τα σαββατοκύριακα κοιτάζεις αμήχανα τη βουβή οθόνη του κινητού σου και καταλήγεις μόνος. Είσαι μόνος. Μάλλον αποκοιμήθηκαν όντως οι συνεπιβάτες σου, έτσι όπως τους άφησες να σε ξεχάσουν , έτσι αναπόφευκτα που τους ξέχασες και εσύ. Θα είναι επειδή κάθε φορά που τους έβλεπες, μονολογούσες για τα κατορθώματά σου και δεν άκουγες λέξη από όσα προσπαθούσαν να σου πουν. Ούτε τα βλέμματά τους ''άκουγες''. Μέσα στη συσκότισή σου, τόλμησες να σκεφτείς με υπεροψία ότι δεν άντεξαν την επιτυχία σου, για αυτό εξαφανίστηκαν.
 
Η τελειομανία, είναι μια κατάσταση εμμονικής προσήλωσης σε ένα ιδανικό. Αυτό, μπορεί να κατασκευάζεται από την κρατούσα αντίληψη, αλλά και να συνιστά ιδιόρρυθμο καρπό της δικής μας αντίληψης. Οι ατέλειες μπορούν να γίνουν ευεργετικές, αν τις αποδεχθούμε ως δικές μας πραγματικότητες, ως πινελιές διαφοροποίησης, ως οχήματα αυτοβελτίωσης. Ο τελειομανής δε μπορεί να διαχωρίσει το ουσιαστικό από το ανούσιο, αφού μόνο ένα πράγμα είναι σημαντικό, αυτό που θα τον οδηγήσει στην τελειότητα. Αναπτύσσει έναν κώδικα αντίληψης εντελώς μονοδιάστατο, κρίνει τον εαυτό του με υπέρμετρη αυστηρότητα, συχνά αυτομαστιγώνεται και καταπιέζεται. Απομακρύνεται από τον περίγυρο γιατί του κλέβει πολύτιμο χρόνο από την ενασχόλησή του με τον αυτοσκοπό του. Τον καταδιώκουν ενοχικά σύνδρομα όποτε αποκλίνει από το σαφώς καθορισμένο του πρόγραμμα. Νιώθει ευτυχής όταν επιβραβεύεται: με χρήμα, προαγωγή, μπράβο, χειροκρότημα. Ζει για την επιβεβαίωση από τους τρίτους, ενώ ο ίδιος αναιρεί την αξία του. Συχνά αποφεύγει να αντιμετωπίσει θαρραλέα τα πραγματικά δεδομένα, και επιλέγει να κρυφτεί πίσω από το ανεξέλεγκτο κυνήγι μιας ουτοπίας.

 
Η τελειότητα είναι μια αυταπάτη. Οι ελλείψεις μας είναι εκείνες που μας διατηρούν ψυχικά υγιείς. Οι πιο πολλοί επιδιώκουν την πληρότητα, ενώ δεν είναι έτοιμοι να τη χειριστούν. Τα λάθη και οι αδυναμίες είναι δείκτες φυσιολογικότητας, αλλά και απόδειξη προσπάθειας. Πολλές φορές, τα λάθη είναι προαπαιτούμενα για την εύρεση της λύσης. Η ευτυχία κατοικεί στα λάθη μας, αρκεί να γίνουμε ικανοί να τα αποκρυπτογραφούμε.
 
Ο τελειομανής δε μπορεί να γίνει τέλειος γιατί παραδίδεται στην εμμονή του. Δε μπορεί να γίνει ευτυχής γιατί δεν είναι ισορροπημένος. ΄Εχει μάθει να ζει μέσα από τη μανία του για κάτι. Και αν κάπου βιώνει μια παράξενη ανταμοιβή, κάπου αλλού θα τον περιμένει ένας αβάσταχτος πόνος. Κάθε τι υπερβολικό έχει το τίμημά του. Και έπειτα, τι θα ήταν αυτός ο κόσμος χωρίς κάτι μικρό να επεμβαίνει στη φαινομενικά άψογη εικόνα του; Ένας άψυχος πίνακας, στραγγισμένος από συναίσθημα. Το άψογο είναι και άψυχο. Καμία σπουδαία αίσθηση δεν απαντάται μακριά από την αληθινή ψυχή. Με όλα της τα παράδοξα. Καμία φοβερή περιπέτεια δεν εμφανίζεται στους καθιερωμένους δρόμους. Καμία αγάπη δεν ανθεί στην ασφαλή προβλεψιμότητα.
 
Η τελειότητα δεν αγγίζεται, απλώς βιώνεται. Μπορεί να τη νιώσεις όταν τίποτα δεν είναι τέλειο, όταν η εικόνα για αυτή έχει αναποδογυριστεί μέσα από μια δική σου ανατροπή, όταν γίνεσαι μεγάλος παραδεχόμενος τη μικρότητά σου. Θα τη νιώσεις όταν συλλάβεις τον εαυτό σου να θέλει να δοθεί, μέσα από τις ελλείψεις του. Να αγαπάς κάποιον ακριβώς για αυτές τις σωτήριες ελλείψεις. Όταν , πια, η προκατασκευασμένη εικόνα για το ιδανικό, σε κάνει να γελάς με νόημα, και καταλάβεις ότι η ευτυχία δεν είναι τόσο συμβατική ώστε να συμπορεύεται με την επιτυχία. Όταν ο κόσμος ο ανίδεος θα σε χλευάζει, αλλά εσύ θα είσαι χαμένος στο δικό σου κόσμο...της παράλογης αρμονίας. Όταν μέσα από τις αντιφάσεις σου, θα νιώσεις για πρώτη φορά αυτάρκης. Όταν η αγάπη για τον εαυτό σου, θα συναντά την ισχυρότερη αγάπη για τον 'Άλλο και όλα θα τα αναθεωρείς, και όλα θα γίνονται ξανά.

Κυριακή 8 Μαρτίου 2015

Έρωτας, όπως ο Μάρτης

Το πρωινό ήταν νεφελώδες, με αναλαμπές ηλιοφάνειας. Η αναποφασιστικότητα του Μάρτη, στο ζενίθ. Αμφίθυμη η μέρα, όπως και η ψυχή του. Ποικιλία διαθέσεων, σαν προπαρασκευή για αυτό που επιθυμεί, για αυτό το ανομολόγητο που σκαρφαλώνει στις άκρες των χειλιών του. Μέρες πέρασαν, με τη στυφή γεύση της προδοσίας να τον τυραννάει. Την προδοσία δεν ξέρεις πώς να την χειριστείς, αίφνης σε αφήνει λειψό, κατεδαφίζοντας τον κόσμο όπως τον ήξερες.
 
 Πίστεψε σε εκείνη, στη γοητευτική της απλότητα, το πόσο ψύχραιμη ήταν όταν όλα γύρω της κατέρρεαν, στο μελωδικό της γέλιο, στη μανία της να ξετρυπώνει νέα στέκια και να κατασκηνώνει εκεί για μήνες. Πίστεψε πως ζούσε νέα εποχή. Αποχή από το μονόχνωτο εαυτό του που γυρνούσε σε όλη την Αθήνα πεζός, μήπως και ξεχάσει τη μοναχικότητά του. Μέχρι και τις διακοπές τους τόλμησε να καταστρώσει, σε ένα απόμερο καταφύγιο, μόνο το μπλε της θάλασσας, μόνο νηνεμία. Να που όμως εκείνη άλλαξε διάθεση με τη συχνότητα που αλλάζει στέκια. Βαρέθηκε, της έφυγε, ενθουσιασμός ήταν και εξανεμίστηκε. Και να που ο εαυτός του ,του στήνει καρτέρι στη γωνία, πιο μονόχνωτος από ποτέ, αδύναμος, σκυφτός, να παραπαίει μέσα σε δραματοποιημένα αινίγματα. Οι βόλτες που συνήθιζε να κάνει έμοιαζαν με μοναδική παρηγοριά, ειδάλλως θα τρελαινόταν, έγκλειστος στο σπίτι, να αναμοχλεύει τα γεγονότα.
 
Προτιμότερο να τα σεβόμαστε τα γεγονότα. Να μην τα χρωματίζουμε, να μην τα αλλοιώνουμε με βολικές ερμηνείες. Να τα αφήσουμε, όπως τα βιώσαμε. Εκεί εξαντλείται η αυθεντική τους υπόσταση. Έπειτα, παράγωγα δικά μας είναι, απόπειρες να ξορκίσουμε την καταλυτική τους επίδραση πάνω μας, προσπάθεια να αντιδράσουμε απέναντι στον αιφνίδιο χαρακτήρα τους. Η μνήμη, άλλωστε, ακολουθεί το δικό της δρόμο. Είναι πάντα παρούσα, να μας θυμίζει αυτό που παρήλθε, ακόμα και αν επιμένουμε να το διασώσουμε. Μπορεί να μας ακολουθεί εσαεί, να γίνει σημείο αναφοράς, να μας στοιχειώνει. Αυτό δεν αναιρεί το γεγονός ότι έληξε, ότι είναι μνήμη μόνο, που έστω και αθέλά μας διανθίζουμε με υποκειμενικά στοιχεία.
 
Περπατάει όλη μέρα, ακόμα και με τις ξαφνικές μπόρες του Μάρτη. Παρατηρεί τον κόσμο και αυτό που αποκομίζει είναι ότι οι πιο πολλοί κινούν για το δρόμο τους ανέκφραστοι, σα να φοράνε ένα προσωπείο που προασπίζει τα όρια του ζωτικού τους χώρου. Η έκφρασή τους φαγωμένη από τη ζωή, η άμυνα αναρριχάται, οι ματιές σκύβουν άτολμες, τα βήματα μηχανικά, εκτελούν μια τυποποιημένη διαδρομή. Φιγούρες λαβωμένες από το φόβο, υπερασπίζονται τον εαυτό τους προκαταβολικά, στη βεβαιότητα της επικείμενης επίθεσης, από έναν άγνωστο. Μια κοινωνία αγνώστων, γυρεύει τη γνώση. Γιατί μόνο σε αυτήν απαντάται η ελπίδα. Μόνο που η γνώση προαπαιτεί αντικομφορμιστική διάθεση. Παραδοχή της άγνοιας, διάθεση για μηδενικά σημεία αφετηρίας. Για να μάθεις, πρέπει να γίνεις αρκετά γενναίος ώστε να παραδεχθείς πως δεν ξέρεις τίποτα. Πως όσα ξέρεις είναι πλανερά κατασκευάσματα του νου, της κοινωνίας, των ανθρώπων που σε ενέπνευσαν. Πως οι εντυπώσεις σου από τον κόσμο είναι υποκειμενικές προσλήψεις, επιλεκτικές απορροφήσεις του φαινομενικού, και σε καμία περίπτωση δε στοιχειοθετούν αντικειμενική γνώση. Μα υπάρχει η ανάγκη να νιώθεις πως κάτι ξέρεις, πως κάτι έμαθες, πως όσα έζησες σε δίδαξαν κάτι, πως δεν ήταν ολότελα ανώφελα. Το μηδέν σε τρομοκρατεί, αλλά κάποιες φορές είναι η μόνη ελπίδα για εξέλιξη.
 
Αυτά τα αλλόκοτα σκέφτεται ενώ ενοποιείται στο βουβό πλήθος, ενώ ψάχνει εναγωνίως κάπου να ανήκει. Φωτογραφίζει με ευκρίνεια κάθε χρωματιστή λεπτομέρεια μιας πόλης που αγαπάει για τις αντινομίες της, σαν ένα ψηφιδωτό με ετερόκλητες ψηφίδες και παράταιρα χρώματα που συνολικά δίνει μια αίσθηση αρμονίας. Οι αντιφάσεις και οι βίαιες, σχεδόν, εναλλαγές εικόνων τον αφήνουν ελεύθερο να σκεφτεί- ή να απολαύσει το έπακρο την εκεχειρία των μαχόμενων σκέψεων του. Η ανωνυμία, η απενοχοποίηση του κραυγαλέου, το ανακάτεμα τόσο αλλιώτικων στυλ, τον βοηθούν να παίρνει απόσταση από στερεότυπα, ενώ αναζητεί τη δική του έκφραση. Πρέπει να γυρίσει στη μοναχικότητά του, στη μοναξιά που αγαπούσε. Κρυφοζεί εκεί κάτι παράφορα αληθινό. Η εφήμερη συνάντησή του μαζί της, τον έκανε να ξεχάσει τον κόσμο του, και όμως αυτός του έδινε έκφραση.
 
 Αυτό το αιώνιο λάθος, να εγκαταλείπεις όσα αγαπάς, για να αγαπήσεις με ορμή ένα πρόσωπο. Η εγκατάλειψη του εαυτού του είναι πολύ πιο οδυνηρή από οποιαδήποτε άλλη. Γιατί ό, τι και αν συμβεί, θα έχει τους δικούς του κώδικες, το δικό του καταφύγιο. Το να δίνει τον εαυτό του μεμιάς είναι αυτοκαταστροφή. Αυτό δεν τον υπαγορεύει ο πληγωμένος του εγωισμός, αλλά η συνετή του πλευρά. Σύνεση και έρωτας δεν συμβαδίζουν, αλλά η διαφύλαξη ενός κομματιού του αλώβητου από τον Άλλο, ειδικά στην αρχή, δε θα τον έκανε έτσι αμήχανο τώρα, έναν περιπλανώμενο δίχως έκφραση, με τη σιωπή του κόσμου ανυπόφορη πάνω στους ώμους του.
 
Ο έρωτας τον έκανε να βλέπει υποσχέσεις εκεί που δεν υπήρχαν καν λόγια. Πυροδότησε με ζωηράδα τη φαντασία του, τον έκανε να σχεδιάζει το αβέβαιο. Ο έρωτας όμως στην ουσία δεν υπόσχεται τίποτα. Αμφίθυμος, όπως ο Μάρτης, τον κρατάει σε εγρήγορση, χωρίς καμία εγγύηση για κάτι, τον αφήνει αβοήθητο ανάμεσα σε αφελείς εξισώσεις και ημερομηνιακούς υπολογισμούς, τον ξεγελάει με ηλιόλουστα πρωινά που τα διαδέχονται ανατρεπτικοί καταιγισμοί. Περιπέτεια είναι ο έρωτας, όλο απρόσμενες μεταπτώσεις και παράλογες ακροβασίες, και αν μετά από αυτόν επιζήσει έστω και ένα κομμάτι του προσώπου σου, θα πρέπει να νιώθεις τυχερός. Ξόδεμα και απώλεια ο έρωτας. Απώλεια του εαυτού σου, είτε για να συναντήσεις μια πιο ολοκληρωμένη εκδοχή του, είτε για να τον εφεύρεις ξανά, μετά το χαμό του.
 
Μην ψάχνεις στο εφήμερο τη δική σου αιωνιότητα, αλλιώς δε θα μπορέσεις να χαρείς ούτε αυτό. Στους αμφίθυμους έρωτες θα δεις και τη δική σου σταθερότητα να κλονίζεται.
Θα εύχεσαι απλά να φύγουν , όπως ο Μάρτης που σε διχάζει και σε δαιμονίζει, έτσι άστατος πού είναι, και βυθίζει και εσένα  σε έναν ωκεανό αστάθειας.
 

Πέμπτη 5 Μαρτίου 2015

Η χαμένη (αυτο)πεποίθηση

Ξημερώνει μέσα από όνειρα αιματηρά. Η πραγματικότητα διεισδύει στα όνειρα και τα σαρώνει. Με το γυάλινο μάτι της τα ατενίζει, περιφρονεί τις προσδοκίες τους, καγχάζει. Πανόπτης, σε μία κοινωνία θεάματος και μόνο. Η ουσία που γλιστράει πίσω από προσχήματα, κλισέ και ατάκες ημιμάθειας. Έμαθε να ξυπνάει μαζί με την απόγνωση. Πεπεισμένη πως όλα θα είναι τα ίδια, πως μπορεί πια να τα προβλέπει, τίποτα πια δεν την εκπλήσσει, τίποτα δεν την μαγεύει. Δυνατότητες που ακυρώθηκαν μέσα από μισόλογα, αιχμηρά σχόλια, συνοφρυωμένα βλέμματα, μειδιάματα χλευαστικά. Την έπεισαν πως όλα εκείνα στα οποία πίστευε, εκείνο το ορμητικό ποτάμι δυνατοτήτων και εναλλακτικών επιλογών που φρονούσε πως βρισκόταν εμπρός της, δεν ήταν παρά μια παιδική ουτοπία, σαν αυτές που όλα τα εφηβικά μυαλά αγαπούν να αναπαράγουν. Στην πρώτη προσγείωση, η Λήθη καμαρώνει. Κάπου εκεί είναι που παρασύρεται στο χωνευτήρι του κόσμου, αρνείται το πρόσωπό της, γίνεται μία από το ομοιόμορφο πλήθος. Βαδίζει τυφλά, σαν υπνωτισμένη, εξασκείται στο να μη βλέπει, να μην ακούει, να μη μιλάει. Ακολουθεί μόνο, αυτό που θα της υπαγορεύσουν ως μονόδρομο. Να που τελικά δεν ήταν τόσο διαφορετική, ούτε τόσο άξια. Είναι όπως όλοι οι άλλοι, εξημερωμένη, αφιονισμένη, ένα εκτελεστικό όργανο δίχως βούληση, μα πάνω από όλα δίχως πίστη.
 
 
Όταν κανείς δεν πιστεύει σε εσένα, τότε είναι που η αυτοπεποίθησή σου πρέπει να θεριεύει. Να πεισμώνει η φωνή μέσα σου, να δυναμώνει, να παλεύει να εδραιωθεί. Η αυτοπεποίθηση είναι υπόθεση αμιγώς προσωπική. Ανθίζει στο διάλογο με τον εαυτό σου και στο πώς τον μεταφέρεις στον '' έξω κόσμο''. Το πείσμα να αρνηθείς να αφομοιωθείς, να διασώσεις το παιδί μέσα σου, σε έναν κόσμο που επιμένει να γερνάει πριν την ώρα του. Να ξέρεις πως η αξία σου δεν πηγάζει μόνο από ένα κριτήριο, ούτε από την δογματική αξιολόγηση ενός δήθεν ειδήμονα ή ανώτερου. Όσο πασχίζουν να σε υποβιβάσουν, τόσο εσύ να υψώνεις ανάστημα. Μην περιμένεις κανέναν να σε αποθεώσει σε ένα σύμπαν όπου η ανασφάλεια στήνει γιορτή. Ούτε να επαιτείς την κάλπικη επιβράβευση των πολλών. Να μην εφησυχάζεις σε υπερεκτιμημένες επιτεύξεις σου. Να πιστεύεις πως πάντα υπάρχει κάτι πιο ψηλά, κάτι πιο πέρα. Γιατί πάντα υπάρχει. Βρίσκεσαι σε μια αέναη αναμέτρηση με τις δυνατότητές σου που εσύ και μόνο ορίζεις. Ακόμη και αν όλοι σε χειροκροτούν και σε επευφημούν , αν εσύ δεν πιστεύεις σε εσένα, κάνεις την φαινομενική επιτυχία, υπέρτατο αδιέξοδο.
 
Ο εκφυλισμός της αυτοπεποίθησης σε αλαζονεία είναι επικίνδυνος. Να πάρεις τον εαυτό σου στα σοβαρά, να πιστέψεις πως υπερτερεί. Εξίσου παθολογική με την ανασφάλεια η αλαζονεία. Ένα γιγάντιο'' εγώ'' μονοπωλεί το ενδιαφέρον και στις δύο περιπτώσεις. Δύο άκρα που μαρτυρούν το πόσο νοσηρή είναι η εγωπάθεια. Όταν είσαι ανασφαλής χωρίς να είσαι σε θέση να το χαλιναγωγήσεις, υπονομεύεις κάθε προσπάθειά σου να βελτιώνεσαι. Όταν είσαι αλαζόνας, κάνεις το ίδιο, με την πρόσθετη αυταπάτη ότι δεν υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης. Θολή εικόνα δυνατοτήτων, και στις δύο περιπτώσεις. Σημασία έχει ο αυτοκαθορισμός των δυνατοτήτων, χωρίς έξωθεν επιδράσεις. Όταν όλοι αγωνιούν για την αναγνώριση από τους άλλους, εσύ να προσπαθείς να γίνεις καλύτερος άνθρωπος, για να αναγνωρίσεις εσένα. Είναι κρίμα να περνάει μια ζωή και να συμβιώνεις με έναν άγνωστο εαυτό που εκπαιδεύεται να μην πιστεύει σε τίποτα.


 
Κανείς δε θα σε διδάξει πώς να πιστεύεις σε εσένα. Πρέπει, έστω και σε κάτι, να γίνεις αυτοδίδακτος. Αυτή είναι η πιο τραχιά, μα και η πιο ενδιαφέρουσα μαθητεία. Να μάθεις να γυρεύεις όχι την επιτυχία, αλλά την ευτυχία. Να μάθεις να γίνεσαι ικανός για την ευτυχία. Να πιστεύεις σε αυτήν, ακόμα και αν ο κόσμος γεμίζει από εικόνες αιωνόβιας φρίκης. Η ευτυχία, όπως και η πίστη, δεν είναι ευδιάκριτη. Είναι επειδή στην αναζήτησή τους κρύβεται η μεγαλύτερη μαγεία.

Κυριακή 1 Μαρτίου 2015

Στο Δικό σου Χρόνο

Η ζωή δεν υπακούει σε χρονοδιαγράμματα. Δε βαπτίζει κάτι ως φυσιολογικό ή αφύσικο βάσει του χρόνου γέννησής του. Αυτό το κάνουν οι συμβατικοί τύποι που πνίγονται στην ανάγκη να θεωρούνται φυσιολογικοί σύμφωνα με ένα άτυπο, πλην όμως άκρως επισημοποιημένο πρόγραμμα. Όποιος δε αποκλίνει από τα χιτλερικά του προστάγματα, θεωρείται παρείσακτος, περιθωριοποιημένος, ανάξιος, αποτυχημένος, και ούτω κάθε εξής. Και πού είναι το περιθώριο στην αυτόνομη ανάπτυξη της προσωπικότητας; Πού είναι το δικαίωμα στον αντίλογο, στην επιβίωση του διαφορετικού στοιχείου που μοιάζει παράφωνο αλλά εγγυάται την αρμονία της προσωπικής ευδαιμονίας; Γιατί οι άνθρωποι τείνουν να φονεύουν ό, τι κληροδότημα τους καθιστά μοναδικούς; Γιατί η αυθυπαρξία θεωρείται θηριώδης ροπή απομόνωσης; Η αυτάρκεια έχει το τίμημά της, δεν είναι ευλογία. Σηματοδοτεί τη χειραφέτηση από κάθε μορφής εξάρτηση, την ένταξη σε έναν περίκλειστο, αυτοδημιούργητο χώρο, με μόνο φως εκείνο της προσωπικής φωνής. Η περίφραξη του ζωτικού χώρου δεν είναι πάντα ονειρική. Συνεπάγεται μοναξιά οδυνηρή, ανάγκη αυτοεμψύχωσης. συμφιλίωση με τα δαιμόνια που μας τριγυρίζουν. Από την άλλη, ενίοτε αυτή η τάση αναχώρησης από την περιβάλλουσα πραγματικότητα είναι μονόδρομος. Μπορούμε να είμαστε ευτυχισμένοι μόνο μέσα στη μοναξιά μας. Όσο σκληρό και αν ηχεί, εκεί μόνο ανταμώνουμε τον εαυτό μας, που μπορεί να γεννά χιλιάδες συγκρούσεις, εκεί γινόμαστε αυτό που είμαστε, αυτό που άλλοι μας αναγκάζουν να καταπνίξουμε για να είμαστε στα πλαίσια του άτυπου χρονοδιαγράμματος. Στο μικρόκοσμό μας δεν χρειάζονται απολογίες για κάθε αποτυχία που προκύπτει ως αθέτηση αυτού του άτεγκτου χρονικού πλαισίου. Τολμάμε να θέσουμε τους δικούς μας κανόνες- ή να γιορτάσουμε την απουσία αυτών. Φυσιολογικό είναι μονάχα ό, τι η φύση μας αναγνωρίζει ως τέτοιο. Οι έξωθεν φωνές γίνονται ανεπιθύμητα παράσιτα στα οποία δε δίνουμε καμία σημασία. Από την άλλη, είμαστε έρημοι. Έχουμε λησμονήσει στο ημίφως της εκτυφλωτικής μας μοναχικότητας πώς είναι η αλληλεπίδραση. Ξέρουμε πως ουδείς μας αποδέχεται έτσι παράξενοι που καταντήσαμε, να μην αγωνιούμε για τις επιταγές των χρόνων που παρήλθαν έτσι άγονα, να μην ανησυχούμε για την αφύσικη στασιμότητα της ύπαρξης, να χλευάζουμε το, κατά γενική ομολογία, φυσιολογικό.
 
 Μετά από τόσα αγχωτικά σύνδρομα για την πάροδο του χρόνου δίχως την υλοποίηση των ορισθέντων στερεοτύπων, μετά από άπειρα τσιγάρα να κατευνάσουν τον πόνο εκείνου που έμεινε πίσω, μετά από εμφατικά ''γιατί'' δεν ήρθαν όσα έπρεπε, γιατί είμαι ακόμα μόνος/δεν έκανα παιδί/δε βρήκα τη δουλειά που ήθελα/ δεν ζω μόνος/ πήρα διαζύγιο...και άλλα δαιμόνια ερωτήματα, η μοναξιά είναι γενναία επιλογή σε σχέση με τη δειλία του εφησυχασμού όπου κοιμίζεις την αυθεντική σου φύση μόνο για να ακούσεις το χειροκρότημα του πλήθους.
 
Αν τα κάνεις όλα όπως ''πρέπει'', δε θα ξέρεις καν πού να ψάξεις για τα δικά σου ''θέλω'' . Θα είναι πλέον αργά. Αυτό είναι κάτι που παραλείπει να σου επισημάνει το χρονοδιάγραμμα. Ότι την ώρα που θα απολαμβάνεις τους καρπούς της φυσιολογικότητάς σου, θα περιτριγυρίζεσαι από πρόσωπα ξένα, που θα γελάνε με αποκρουστική ασχήμια, σε έναν χώρο που δε θα αναγνωρίζεις, μιλώντας με λέξεις που κάποιος άλλος σου υπαγορεύει. Θα ψάχνεις για τον εαυτό σου μα αυτός θα είναι καταχωνιασμένος κάτω από προθεσμίες και συμβιβασμούς. Θα είσαι μόνος, μέσα σε πολλούς. Δε θα είσαι χαρούμενος γιατί δε θα είσαι   Εσύ. Για αυτό, είναι προτιμότερο να απενοχοποιήσεις τις επιθυμίες σου, παρά να γεμίσεις ενοχές στο τέλος που δεν κατάφερες να τις τιμήσεις όπως τους έπρεπε. Ακόμα και αν πρέπει να αναμετρηθείς με τον κόσμο όλο, η ευτυχία δεν χαρίζεται, επιλογή είναι που κατακτάται με αυτοσχέδια βήματα. Στο δικό σου Τόπο, στο Δικό σου Χρόνο . Εκεί που γίνεσαι αυτό που είσαι.