Τετάρτη 27 Μαρτίου 2013

Εκδίκηση

Την κοιτούσε μέσα από το τζάμι του αυτοκινήτου να κρατάει αυτάρεσκα την πανάκριβη τσάντα της.Υπέρκομψη όπως πάντα, με αψεγάδιαστη επιδερμίδα και κόκκινα χείλη, σε αντίθεση με το συννεφιασμένο πρωινό.Άλικα χείλη σε πάλλευκο δέρμα.Θυμάται το βελούδινο δέρμα της που απέπνεε μυρωδιά ρόδων, την οσμή από το κορμί της που πάντα τον αφύπνιζε, τα κατάμαυρα μάτια της.Κι εκείνη η φωνή με υποψία βραχνάδας, ήρεμη και ατιθάσευτη συνάμα, σε πολύωρα τηλεφωνήματα που κατέληγαν σε αίσθηση πληρότητας.
 
Έχουν περάσει χρόνια.Τα χρόνια στριμώχτηκαν με όψη επιθετική στην απλή γοητεία της νεφελώδους μέρας.Πάλευαν να στραγγίξουν από αισθήσεις και αισθάνονταν παράφορα.Θεριεύει το συναίσθημα μπροστά στις απόπειρες απώθησης.Νιώθει πως μυρίζει το άρωμά της, νότες από γαρδένια προκαλούν νοσταλγικά την όσφρησή του.Εικόνες ανάκατες παρελαύνουν στο νου του, συγκεχυμένες, σαν θύμησες που πονάνε.
 
Την αγάπησε με όλη του τη δύναμη.Όχι επειδή το είχε ανάγκη, ούτε επειδή ήταν αντικειμενικά πανέμορφη.Ένιωσε γι' αυτήν κάτι πολύ πιο βαθύ, εσώτερο και ανησυχητικό, κάτι που τον είχε διαφεντέψει και μεταβάλλει ριζικά.Δεν αντιστεκόταν, αφέθηκε σε μια υπνωτική επιρροή, έζησαν μαζί χρόνια έντασης μαγικής, συναισθηματικού παραληρήματος.Τα ανομολόγητα όνειρά του απέκτησαν σάρκα και οστά δίπλα της.Μετατράπηκαν σε γενναίες, ολόφωτες εξομολογήσεις.

Εκείνος όσο περνούσε ο καιρός, αγρίευε.Μεταμορφώθηκε σε ένα κτητικό ον, με εξάρσεις ζηλοφθονίας και επικίνδυνης εξάρτησης.Έμαθε να ελέγχει με τρόπο το κινητό της όταν εκείνη για λίγο απουσίαζε.Να απαντά με μοχθηρά βλέμματα σε όποιον έβρισκε τα κότσια να την κοιτάξει με βλέμμα που πρόδιδε ερωτικό ενδιαφέρον.Φώναζε πως ήταν δική του, ακόμα και με την πιο μικρή του πράξη.Έφτασε να χορταίνει με αυτό, και μόνο όταν την κατακτά να ησυχάζει.
 
Με τον καιρό, εκείνη άρχισε να ασφυκτιά.Έγινε απόμακρη, αινιγματική και έμαθε να κρύβει το κινητό στην τσάντα της, σε μικρό τσεπάκι.Απέφευγε να τον συναντήσει και σε κάθε πρόλογο για μελλοντικά σχέδια, ξεγλιστρούσε με υπεκφυγές.Αγνοούσε τις κλήσεις του συστηματικά κάνοντας χρήση κλισέ δικαιολογιών  με χείριστη υποκριτική δεινότητα.
 
Εκείνος ένιωθε σαν αδύναμο παιδί.Έκανε τον αδιάφορο αλλά η έξαψη μέσα του πυροδοτούσε ξενύχτια και υπερωρίες σκέψεων.Οι ώρες σκόρπιζαν πίκρα και αδιέξοδα, το ένα πίσω από το άλλο, μια καταδίκη αιωνόβιων λαθών.Μια ζωή-θάνατος, χωρίς Εκείνην.Κάπως έτσι, ο κόσμος του κατεδαφίστηκε όταν ανίχνευσε ένα ζευγάρι ενοποιητικών μηνυμάτων στο κρυμμένο της κινητό.Άρχισαν να τον ζώνουν τα φίδια, ό,τι και να έγινε ή γίνεται, είναι ανεμπόδιστο.Θα γίνει.
Ήταν στην πρώιμη, μελιστάλαχτη φάση ερωτοτροπίας με κάποιον άλλο.Ούτε καν είχε το θάρρος να τον αποδιώξει, έμενε μαζί του από οίκτο και αμηχανία.

Το βράδυ τον φόρτωνε με πνιγηρή αυτολύπηση.Ζιζάνια τον καταδίωκαν σε κάθε μισερό βήμα.Ο εαυτός του γεμάτος από ατροφικές χάρες.Παραποιημένη ομορφιά γύρω του.Βλοσυρή ασχήμια.
 
Περπατούσε μανιωδώς, και ας ένιωθε τον μανιασμένο αέρα να ακινητοποιεί τα άκρα του.Οι παραστάσεις γύρω του κουβαλούσαν μια ανυπόφορη ευτυχία.Η φαντασία του κάλπαζε με απαράμιλλη φυσικότητα.Ήδη οπτικοποιούσε οδυνηρούς εναγκαλισμούς και ανάλγητα φιλιά προδοσίας.Νοσταλγούσε τη γεύση των χειλιών της που κυοφορούσαν αλληγορικά καλοκαίρια.Όμως την αξιοπρέπειά του έγδυνε η ποταπή του ανάγκη να την ντροπιάσει.Μόνο αν την έκανε να αισθανθεί ασήμαντη θα έρχονταν σε ισοπαλία.Πλέον βάδιζε τυφλός, αρπάζοντας δεκανίκια, από εδώ και από εκεί.Αποπροσανατολισμένος, χωρίς να ανακτά την όραση, χάθηκε σε έναν απελπιστικά κατηφορικό δρόμο.Εκεί αντάμωσε μια παλιά ιστορία που αναθέρμανε κατά συνθήκη.Χλιαρή η ιστορία, τον έκανε να νιώθει πως κερδίζει έδαφος.Ξεχάστηκε λίγο στη θαλπωρή μιας βέβαιης αγκαλιάς, που τον περίμενε καρτερικά, οποτεδήποτε.Φρόντισε Εκείνη να το μάθει με τον πιο βάναυσο τρόπο.Όταν είδε δάκρυα στα μάτια της, αισθάνθηκε μια φιλήδονη ικανοποίηση.Την είχε εκδικηθεί καταργώντας το μονοπώλιο της επιρροής της.Της είπε στεγνά ότι την απομυθοποίησε,ότι<<όλα κάνουν τον κύκλο τους>>.Προσποιήθηκε άγνοια για τις δικές της ατασθαλίες και έμεινε να την κοιτάζει ,εμβρόντητη, να εξαφανίζεται.

Προσπάθησε να την ξεπεράσει ξορκίζοντας το νεφελοβάτη εαυτό του.Με καταδύσεις σε άλλες αγκαλιές και ιστορίες παροδικά ζωηρές.Ξεχνιόταν στη ζάλη των ημερών μετά από τον άδοξο ενταφιασμό εκείνου που νόμιζε..για απόλυτο έρωτα.Βασιλιάς των κυνικών, έμαθε να ζει μόνο για αυτόν.Η νομιζόμενη εκδίκηση που σκάρωσε και πέτυχε, τον βοήθησε να την ξεπεράσει ταχύτερα.Η μορφή της σε σμίκρυνση, έρχονταν στιγμές που εξουδετερωνόταν.Αθέατη και άφαντη, μια υπερεκτιμημένη σχέση.Έτσι τη βάπτισε η πάροδος του χρόνου.
 
Είναι όμως αυτή η στιγμή η αγκυλωμένη που ο χρόνος ακινητοποιείται.Η μορφή της με το κατάλευκο δέρμα και τα κόκκινα χείλη σφηνώνει στον καθρέφτη του αυτοκινήτου, και το όχημα παραλύει εν μέσω της λεωφόρου.Βαλσαμωμένοι περαστικοί και καθηλωμένες ματιές, μόνο η μορφή της μιλάει, κινείται και αναπνέει!Η μορφή της ζωντανή σε έναν κόσμο ευτυχισμένων νεκρών.
 
Η εκδίκηση αντεκδικείται.Μεσοστρατίς, σε χρόνο ανύποπτο, ανταπαντά.Εκδικείται αυτόν που κάποτε έπεσε στο έλεός της.Που έτσι ευτελώς τη γύρεψε για να ανακουφίσει τα πάθη του.Να που τροφοδοτεί τα πάθη με την ψυχή γονατισμένη, ξεγελασμένη που δοκίμασε να ξεγελάσει.Δεν υπάρχει μεγαλύτερη ήττα από το ξόδεμα εκείνου που εκδικείται.Γιατί είναι αδυναμία παραδοχής της ήττας, δηλαδή ισόβια ήττα.
 
Να που ακόμα και η μορφή της εστιάζει στο τελματωμένο τοπίο.Δε μπορεί να της γνέψει, να την κοιτάξει, να της στείλει ένα χαμόγελο.Δεν υπάρχει καν στο οπτικό της πεδίο, στέκεται υψηλά, σε μια υπερουράνια τελειότητα, συμπαρασύροντας χρόνους ακόρεστων απολαύσεων.Πάντα θα είναι εκεί, καρφιτσωμένη στον καθρέφτη, να τον αγνοεί επιδεικτικά, ακόμα και αν φοράει το πιο εκπαιδευμένο του χαμόγελο μέσα σε ξένες αγκαλιές.

 

Κυριακή 10 Μαρτίου 2013

Ρίσκο

Το βλέμμα του θαμπό, καλωσόριζε μια νέα μέρα, σαν υπόσχεση Άνοιξης.Αν και δεν του πήγαινε το ξενύχτι και η έλλειψη ύπνου, αυτή την ώρα που χάραζε, δεν την άλλαζε με τίποτα.Κατάνυξη, και η Άνοιξη εν όψει.Ή μήπως ήταν ήδη μέσα του;
 
H γεύση του πρώτου καφέ περιέχει σταγόνες από έμπνευση.Πλημμύρισε ο χώρος από τη μυρωδιά του καφέ, δεν ακούγεται ψίθυρος, οι σκέψεις στοιχίζονται ξάστερες, αδύναμες να παίξουν κρυφτό.Αποστασία κάνει το συναίσθημα από τις φυλακές της μνήμης.Η πραγματικότητα τον διαπερνάει σαν εγγύτατο όνειρο.Όλα όσα γνώριζε ιδωμένα με μάτια άλλα, με ματιά αλλοία.Επαναπροσδιορισμός της ζωής σε μία στιγμή.

Κάπου εκεί αναρωτιέται αν ήξερε ποτέ το παραμικρό.Αυτή η άγνοια ίσως ήταν μια μασκαρεμένη δωρεά χαράς.Ακόμα και αν ήξερε, θα έπραττε αλλιώς;Μια φωνή μέσα του θαρρετά ορθώνει ένα <<όχι>>- γίγαντα που τον περικυκλώνει με όψη σκουριασμένη.
 
Χόρτασε μια ζωή λόγια, βόλτες, υποσχέσεις, γυναίκες ερχόμενες και παρερχόμενες.Άλλες με κάποια παρήγορη ιδιομορφία, άλλες με μια απογοητευτική φτήνια και άλλες με μια ακατανόητη ιδιαιτερότητα.Χόρτασε αναμονές, κυρίως.Ώρες άφθονες, αμέτρητες στιγμές προσδοκίας, εκείνο το γαργαλιστικό συναίσθημα των ήδιστων αξιώσεων από κάτι που ουδέποτε αξιώθηκε να ζήσει.Αναβολές παιδιάστικες, ο ωχαδερφισμός που έγινε μόδα<<έλα μωρέ, και αύριο μέρα είναι>>, ώσπου το μεθαύριο πλησίασε και η απραξία εξακολουθούσε, κραταιά, να τον τσακίζει.

Όταν η ζωή  είναι τόσο φευγαλέα, μια αναβολή έρχεται να τη συντμήσει τραγικά.Τη συρρικνώνει σε έναν μικρό θάνατο.Αργό και αλγεινό, μακρόσυρτο.Στο όνομα μιας υποτιθέμενης γνώσης, υποθήκευε τη ζωή του για ένα αυριανό καπρίτσιο, και το σήμερα νεκρωνόταν.Κάθε μέρα.Τι διδάσκει η σύνεση και τι εξυπηρετεί η εγκράτεια, όταν κληροδοτούν μόνο αφηνιασμένες επιθυμίες;Σε μια ζωή που βρίθει αιρέσεων, που όλα κρέμονται από μία εύθραυστη ίνα, το να προσθέτεις αιρέσεις και όρους είναι σα να ακροβατείς στο κενό.
 
Τον χαστουκίζει η γνώση που του έφραξε το δρόμο για το όνειρο.Τον εγκλώβισε με πονηριά στα σκονισμένα της δώματα.Δε μπορεί ούτε να αναπνεύσει έτσι δειλός που κατάντησε.Ξεκίνησε από τη σύνεση για να οδηγηθεί στην ανελευθερία.Και τώρα που αισθάνεται ένα παράλογο σκίρτημα, τρέμει να το παραδεχθεί ακόμα και στον εαυτό του.Κοινότοπες και γλυκερές ιστορίες, δεν ταιριάζουν στην ιδιοσυγκρασία του.Και όμως, όταν είναι κοντά της, τον κατακλύζει μια αποκαλυπτική αμηχανία, ακόμα και Εκείνη τον κοιτάζει παράξενα.Χωρίς να κάνει κάτι, του ξεκλειδώνει πλευρές που μέχρι πρότινος θεωρούσε ανύπαρκτες.Δεν είναι για αυτόν ο Έρωτας, μια υπερεκτιμημένη καραμέλα που στην ουσία γεννάται πάνω στην ανάγκη του ανθρώπου να μην είναι μονοσήμαντος.Δεν είναι πρωτάρης, είναι χορτασμένος από τη ζωή, όλα τα έχει γευτεί, όλα τα ξέρει.

Μόνο που στο τέλος τίποτα δεν ξέρει.Η γνώση του διαμορφώθηκε από τα βιώματα που άντεχε να εξερευνήσει.Είναι επιλεκτική γνώση, μια συρραφή εικόνων και θεωριών, ένα σταγονίδιο στον ωκεανό, ένα μικροσκοπικό κομμάτι από τον εαυτό του που δεν τόλμησε να αναμετρηθεί με τα όριά του.Ποτέ δεν τόλμησε να πάρει ένα ρίσκο γιατί θα αψηφούσε τη γνώση του για τα πράγματα.Το ρίσκο απαιτεί πρόταγμα του Ενστίκτου έναντι της υποκειμενικής στάσης απέναντι στα πράγματα.Η γνώση είναι ατελεύτητη και το ρίσκο δεν την περιφρονεί, τη διευρύνει.Ακόμα και αν αποκαλύψει ότί ήταν απλώς μία ψευδαίσθηση, θέτει ως αφετηρία την άγνοια.Από την άγνοια μπορεί κανείς να μάθει τα πάντα, αρκεί να μην πτοηθεί.Το ρίσκο δεν οδηγεί στην αποδόμηση της γνώσης αλλά στην απόρριψη της παντογνωσίας.Τα δόγματα φυλακίζουν τη σκέψη και τυποποιούν τη δράση σε μηχανικά εκτελούμενα πρότυπα συμπεριφοράς.Όπως φτάνει κάποιος σ' ένα γλυκόπικρο τέλος εποχής, όπου ατενίζει με νοσταλγικά μάτια τα περασμένα, ξέρει ότι ο κόσμος, όπως τον είχε συλλάβει στο νου του, παύει να υπάρχει.Τότε συναισθάνεται πως η γνώση ενίοτε συνιστά προσωπική αντίληψη του κόσμου που στερείται αντικειμενικού υποβάθρου.Πίσω από την αδέξια ταμπέλα της λαμβάνουν χώρα οι πιο ασυγχώρητες αναβολές, πρόδρομοι απωθημένων που υπονομεύουν την αυθυπαρξία μιας στιγμής διαχρονικά.

Η ώρα πήγε οκτώ και φανέρωσε μια ηλιόλουστη μέρα.Ευλογημένος αυτός ο Μάρτης!Μαρτυριάρης ο Μάρτης, ξεσκεπάζει αυταπάτες και τον κουρδίζει να κάνει και να πει πράγματα που μέχρι χθες ορκίζονταν να παραμείνουν ανείπωτα.Το σήμερα όμως μόλις ξεκινάει και είναι πολύτιμο.Αμαρτία το σήμερα να γίνεται αύριο αντλώντας κουράγιο από παιδαριώδεις προφάσεις.Σήμερα θα τής μιλήσει αντί να τής φέρεται αλλοπρόσαλλα.Θα κάνει μια κίνηση από το να σκέφτεται ακόμα και στον ύπνο του.Ακόμα και αν μοιάζει με πρωτάρη, το ωραίο στον έρωτα είναι ότι μπορεί να είναι πρωτόγνωρος ακόμα και για έναν ηλικιωμένο.Ότι είναι πάντα πρωτόγνωρος.
 
Το ρίσκο δεν υποδηλώνει έλλειψη γνώσης αλλά υπέρβαση αυτής.Αγωνία για την ανακάλυψή της.Δοκιμασία του εαυτού εν γνώσει των συνεπειών.Τέρμα στις θνησιμαίες αναβολές και στις εικασίες.Κυνήγι του τώρα.
 
Για να αξιώνεις ένα ελπιδοφόρο αύριο, πρέπει να αξιωθείς να γίνεις Ελπίδα, σήμερα.Στην επαφή με το Πρωτόγνωρο, όλα θα τα γνωρίσεις.
 
Από την Αρχή.

Τετάρτη 6 Μαρτίου 2013

Παιχνίδια με το Χρόνο

Άλλη μια μέρα που το ρολόι με κοιτάζει χλευαστικά.Τρέχω να προλάβω όσα ποτέ δε θα έπρεπε να κάνω.Αλλοιώνομαι και χάνομαι στον πυρετό μιας ηφαιστειογενούς μέρας.Η ατμόσφαιρα ομιχλώδης, θαρρείς και είναι καμωμένη από πίσσα και σκόνη.Τσιμεντένια πόλη, μια τσιμεντένια διάθεση που με ακολουθεί παντού.Αρπάζει τη μαγεία κάθε ανύποπτης στιγμής που μεταμφιέζεται σε αιώνα.Ένα κυνηγητό γύρω μου για το απροσδιόριστο.Για κάτι που δε θα καταλάβω ποτέ, ακόμα και αν το βρω.
Μάλλον γιατί στο βάθος δεν το έχω ανάγκη.

 
Απορροφημένος στους υπολογισμούς και τα σχέδιά μου, αφήνω τη ζωή να με προσπερνάει.Η ζωή συνεχίζεται λένε, εξακολουθεί ακόμα και αν εσύ προσκολληθείς σε ένα καθηλωτικό σημείο.Τι πιο εφιαλτικό να παρακολουθείς τη ζωή να ακολουθεί μια πορεία εξοντωτικά γρήγορη και εσύ, παράλυτος στο χτες, να μη μπορείς να απομυζήσεις ούτε μια σταγόνα από τη χάρη της.Από τη χαρά της.

Στα όνειρά μου είμαι πάντα πολυμήχανος.Τολμηρός.Είμαι η καλύτερη εκδοχή του εαυτού μου γιατί εκεί δεν υπάρχουν συνέπειες.Η πραγματικότητα τρέφει τα ελαττώματά μου γιατί χωρίς αυτά δε θα ήταν αποκρουστική.Και είναι καθήκον της πραγματικότητας να απωθεί το ονειρικό, ακόμα και αν στο τέλος πετυχαίνει να συσσωρευτεί ακαταμάχητη έλξη για κάθε τι που στέκεται πέρα από αυτή.Στην πραγματικότητά μου, είμαι απλώς ανυπόφορος.Αδυνατώ ακόμα και εγώ να με αντέξω.Κάπως έτσι έχω κάθε λόγο να γκρινιάζω για όσα δεν έχω τη θέληση να αλλάξω.Πείθομαι πως δεν έχω ούτε τη δύναμη.
 
Αυτό που μου λείπει πιο πολύ από το τότε ήταν πως δεν χρειαζόμασταν παιχνίδια με το χρόνο.Όταν η ζωή σου ξεγλιστράει από τα αυστηρά περιγράμματα του χρόνου, ξέρεις ότι έχεις γευτεί ευτυχία.Εκείνη η διασταύρωση πραγματικότητας- ονείρου που απογείωνε τα συναισθήματα, με τρόπο που να μην μπορείς να ξεδιαλύνεις το ένα από το άλλο.Αυτό το μέστωμα στην ψυχή, αυτή η αίσθηση ότι όλα είναι σωστά, ακόμα και αν δεν είναι ορθόδοξα.Η ανεμελιά των πολύχρωμων σκέψεων.Όποιος αδυνατεί να σκεφτεί αρνητικά είναι υπερευτυχισμένος.
 
Με δηλητηριώδες βλέμμα, ο Χρόνος με επιπλήττει που προσπαθώ να τον νικήσω.Και όπως τρέχω αναστατωμένος να προλάβω προθεσμίες, ξέρω ότι παραμένω υπόδουλός του.Ηττημένος, αφού ακολουθώ αδιαμαρτύρητα τα αυστηρά του προστάγματα.Μαζί με εμένα, ένα αλαφιασμένο σύμπαν νευρωτικών, τρέχει δίχως να υπάρχει αύριο.Υπάρχει αύριο, όταν όλες οι μέρες είναι απαράλλαχτες, ίδιες, σκέτες, στεγνές;Ο Χρόνος και εδώ εξομοιώνει τα πάντα θανατώνοντας την ιδιομορφία τους.

Όμως όσο η μέρα προχωρά προς τη δύση της, μια μνήμη γαργαλάει τον άλλο μου εαυτό.Όσο και να αγωνίζεται ο χρόνος να σκεπάσει την παλιά μου οντότητα με περιβολή λήθης, ένα τραγούδι με οδηγεί ευθέως στο παλιό μου πρόσωπο, στο παλιό μου κορμί, που περιφερόταν χωρίς αξιώσεις στη γιορτή της κάθε μέρας-και πάντα υπήρχε αύριο, σήμερα και χθες.Γιατί κάθε μέρα είχε το δικό της σκοπό, και πήγαινε κάπως έτσι:
 
Αίφνης σταματάω το ανούσιο ποδοβολητό μου, σταματάει και ο Χρόνος μαζί μου να ξαποστάσει.Αντικρύζω ένα σμήνος  τρελών να αγκομαχούν για να διεκπεραιώσουν ασυναρτησίες, όλοι με το ίδιο πέτρινο βλέμμα, αγκυλωμένοι από το Χρόνο, σε ένα ακατανόητο γήρας.Χαμογελάω αυθόρμητα.Ο κόσμος φανερώνει μυστικά μυθικά, ομορφιές πρωτόγνωρες, συγκινήσεις κρυμμένες.Για λίγες στιγμές αναγνωρίζω τον ιδανικό μου εαυτό, εκείνον τον επινοητικό, θαρραλέο τύπο που γεύεται τη ζωή χωρίς αναστολές. Τον εαυτό που ξεπηδάει μόνο στα όνειρα, εκεί που συνέπειες δεν υπάρχουν.Και όμως, οι συνέπειες υπάρχουν, μόνο που φαίνονται πια τόσο αντιμετωπίσιμες!Ο φόβος μου συρρικνώνεται και κάθεται σε μια γωνία, αξιολύπητος.Τα ελαττώματά μου μοιάζουν υπερτροφικά κατασκευάσματα που καταπίνουν την ευτυχία μου.Σαν καρικατούρες στριμώχνονται στο τέλος του δρόμου, ασήμαντα πια και αδύναμα να δράσουν.

Τα παιχνίδια μου με το Χρόνο δεν είναι βέβαια πάντα τόσο διασκεδαστικά.Όταν όμως έστω και για μία στιγμή διασώζω εκείνον τον εαυτό από του χρόνου τα γρανάζια, ξέρω πως αυτή η στιγμή γίνεται η δική μου αιωνιότητα.Και τότε δε με νοιάζει αν είμαι νικητής ή ηττημένος, με νοιάζει πως ό,τι και να είμαι, μπορώ να το ξεπεράσω.
 

Δευτέρα 4 Μαρτίου 2013

Φυγές


Κάπνισες ένα ακόμα τσιγάρο μέσα στο αβάσταχτο φως της μέρας.Οι ηλιαχτίδες υπογράμμιζαν με βαρβαρότητα τη χλωμάδα του προσώπου σου.Εκείνα τα μαβιά μάτια που χωρούσαν την πιο ποθητή μελαγχολία εντός τους.Με αποχαιρέτησες με βραχνή φωνή και ένα βιαστικό φιλί στο μάγουλο.Σε ενοχλούσε η Άνοιξη που πρόωρα ξεσκέπαζε το καταχείμωνο μέσα σου.Σε έκανε να βουλιάζεις σε σιωπές κεντημένες από θλίψη, άδεια βλέμματα, υπεκφυγές.Μια φυγή σε καθοδηγούσε και τη σχεδίαζες σχολαστικά.Διαφορετικά, θα είχες τρελαθεί, δε σε χωρούσε πια ο τόπος.

-Ξέχασες το μπουφάν σου, σου είπα τρέχοντας στην πόρτα.
-Α, ευχαριστώ, απάντησες  ψυχρά.
-Τι έχεις;
-Tίποτα.
-Αφού κάτι έχεις..
-Σου είπα, τίποτα! η φωνή σου εξαγριωμένη, έκλεισες θυμωμένα την πόρτα, το σπίτι κλυδωνίστηκε για λίγα δεύτερα, ξεχύθηκες σαν κυνηγημένη στα σκαλιά.

Τα έρημα φιλιά σου.Σχεδίαζαν με κρυψίνοια μια παράλληλη ζωή σε ένα παράλληλο σύμπαν.Με γύμνωναν τα μάτια σου σα να ήμουν Ξένος, αμήχανα μου φερόσουν, γύρευες μια ανώδυνη μέθοδο εγκατάλειψης.Ήσουν αλλού.Δεν ήθελα να το δεχτώ, από εγωισμό, πίκρα, ανασφάλεια.Ρωγμές στην ψυχή μου από τη δική σου απουσία.Υποκρινόμουν πως δεν το ένιωθα, και ας τρανταζόμουν μέσα μου καθημερινά.Δεν είχα το σθένος να μού χρεώσω άλλη μια αποτυχία.
 
Νύχτωσε εφιαλτικά, το σκοτάδι επιθετικό σκέπασε τη δυνατότητα της μέρας.Κάθε φωτεινή σκέψη κατατροπώθηκε από τη σιγή τη νύχτας.Φως δεν υπήρχε ούτε στο δρόμο, μόνο ένα αδέσποτο σκυλί γάβγιζε ασταμάτητα και σπάνια ακούγονταν διερχόμενα οχήματα.Με τη ματιά καρφωμένη στο άχαρο ρολόι του τοίχου(πάντα μισούσα τα ρολόγια, πώς γίνεται να αγοράζουμε αντικείμενα που μας υπενθυμίζουν τη φθορά;Κάποιες φορές θέλω να παγώσω το χρόνο, άλλοτε να τον γυρίσω πίσω, άλλες φορές να τον ωθήσω σε άλματα προς το μέλλον.Οι δείκτες όμως εκεί, πεισματάρικα ακολουθούν τα στερεότυπα μονοπάτια τους.), άρχισαν να με επισκέπτονται οι πιο παράλογα λυτρωτικές σκέψεις.Αφέθηκα σιγά σιγά στην υπνωτική τους επιρροή, τόσο που αψήφησα τη συμβατική ροή του χρόνου:

Αυτό έκανα μια ζωή.Έχτιζα άνισες σχέσεις.Εξάλλου η αμοιβαιότητα στον έρωτα είναι η μέγιστη ουτοπία.Έστω ότι έπασχα από έναν ιδιότυπο μαζοχισμό, εκείνον του ερωτευμένου.Θεωρούσα πως ο ερωτευμένος έχει όλα τα άλλοθι, με τρόπο που τα ελαττώματά του να είναι ηπιότερα και συγχωρητέα.Επέλεγα γυναίκες φευγάτες, σα να έτρεμα το άνευ όρων δόσιμο.Ανεξάρτητα από όσα μουρμούριζαν στο πάθος ή τον ενθουσιασμό τους, η στάση τους, αναμφίβολα περισσότερο αξιόπιστη από τις λεκτικές αφηνιάσεις, μαρτυρούσε ότι ήταν περαστικές από τη ζωή μου.Η ζυγαριά επομένως έκλινε προς τη δική μου μεριά.Όφειλα να επιδοθώ σε μια υπεράνθρωπη, επιδέξια προσπάθεια να αναζωπυρώνω το ενδιαφέρον, να παρεμποδίσω την τροπή σε φυγή.Μέσα μου γνώριζα ότι η φυγή είναι τετελεσμένη.Δεν ξέρω τι με σαγήνευε σε αυτές τις ιστορίες, προφανώς η εγγύηση ότι η αρχική αίσθηση δεν θα προλάβαινε να ξεθωριάσει.Ξανά και ξανά, το ίδιο λάθος, το ίδιο πάθος, η ίδια αδυναμία.Ένοχη η φοβία μου να κάνω μια συμβατική σχέση, να δεθώ, να χαθώ;Ή μήπως ήμουν ανελέητα ρηχός και έβρισκα τις συμβατικές σχέσεις απίστευτα πληκτικές;

Πάντα με πάθιαζε εκείνο που δεν μπορούσα ολοκληρωτικά να κατακτήσω.Το ενδεχόμενο που θα παραμείνει άγνωστο κλείνει για εμένα τον έρωτα μέσα μου.Ανισόρροπος ή μη, προτιμούσα τις ημιτελείς ιστορίες από τους δολοφονικούς επιλόγους.Δε θα άντεχα να απομυθοποιήσω έναν έρωτα.Προτιμώ το μύθο από την αλήθεια, τη φαντασία από το βίωμα.Αυτά καταμαρτυρούν οι σχέσεις της ζωής μου.Πάντα τις σφράγιζε μια φυγή, ακριβώς πάνω στην ακμή τους.Να μένει η μαγική αίσθηση του ανολοκλήρωτου, να μην προλάβει να εξανεμιστεί.
 
Σαν μεθυσμένος, στεκόμουν στο παράθυρο ακίνητος.Ένα μαρμαρωμένο σώμα με αεικίνητες σκέψεις.Δεν πήρα είδηση τα κλειδιά στην πόρτα, ούτε πόση ώρα με κοίταζες σαστισμένη.

-Είσαι καλά;με ρώτησες όπως θα ρωτούσαν έναν εξωγήινο.

Σε κοίταξα με εμφανή απογοήτευση.Δε μου φαινόσουν καν όμορφη πια, ένα πρόσωπο μέσα σε όλα τα άλλα, ένα κορίτσι ακόμα απλώς.Ούτε μια λέξη δεν κατάφερνα να αρθρώσω.Όταν κυνηγάς τις λέξεις, βρίσκεις τις πλέον ακατάλληλες.Διάλεξα από ένστικτο μια άβολη σιωπή.

-Το ξέρω δεν είμαι σωστή τελευταία...είναι που....

Το έργο γνώριμο πια.Δε θα άντεχα να ακούσω τα ίδια λόγια.Κατέληγε κακόγουστη φάρσα να προσχεδιάζω τη δική μου εγκατάλειψη από πρόσωπα που είχα εξαρχής απορρίψει.Όλα αυτά επειδή δεν άντεχα τη μοναξιά αυτά τα θεοσκότεινα βράδια.Εκείνο το βράδυ όμως, από την ώρα που μπήκες στο σπίτι, η μοναξιά γινόταν ανήμερο θεριό.Πήγες να μου δώσεις ένα φιλί στραγγισμένο πάλι, σαν κακότεχνη προσπάθεια εξιλέωσης.Αποτραβήχτηκα μεμιάς.

Ήθελα πάλι πίσω τη δική μου μοναξιά, σκέψεις αλήτικες και αληθινές να φωτίζουν το απειλητικό έρεβος, χρόνο να γνωρίσω τον εαυτό μου αντί να τον σκορπίζω σε σχέσεις με ημερομηνία λήξης εκ των προτέρων γνωστή.Ήθελα να ξοδέψω τον εαυτό μου σε μία σχέση όπου η φυγή θα μοιάζει με μικρό θάνατο-και για τους δυο.Που θα σημαίνει ότι όσα ζήσαμε άξιζαν κάτι και δεν κουκούλωναν την ανημπόρια μας.Ήθελα την αμοιβαιότητα στον έρωτα, και ας είναι μια αφελής αρμονία, αδύνατο να απαντηθεί στην πράξη.Ήθελα απόσταση από το θρασύδειλο εαυτό μου.Την έκσταση, τη μαγεία, τα χαμογελαστά βλέμματα.Τις θαυματουργικές σιωπές.
 
Σου τα είπα με δυο λόγια, απλά και ξάστερα.Αντέδρασες με δυσθυμία, φώναξες κάτι άκομψο επειδή σε πρόλαβα και έφυγα πρώτος, έμεινες στήλη άλατος, χωρίς να προλάβεις να πεις τις ατάκες σου.Μέσα μου γελούσα, άκουγα την πόρτα να τραντάζει το σπίτι, να σείεται συθέμελα από την ψεύτικη οργή σου, και έμενα να απολαμβάνω το σκοτάδι, λιγότερο μόνος πια.Οι σκηνοθετημένες φυγές ήταν πλέον παρελθόν.

 

Παρασκευή 1 Μαρτίου 2013

Ελπίδα

Οι άνθρωποι τριγύρω βιάζονται για την Άνοιξη.Με την πρώτη ημερολογιακή στροφή, με την πρώτη γενναία λιακάδα, βιάζονται να αποτινάξουν το άχθος ενός χειμώνα παγερού και αλληγορικά.Σα να ευθύνεται για όλα ο μουντός καιρός, σα να εγγυάται η αλλαγή του γενικότερη άνθιση σε ένα τοπίο μαραμένο χρόνια.Έτσι ένιωθε και εκείνος αυτό το ηλιόλουστο πρωινό.Εναρκτήριο Μαρτίου, του πιο διφορούμενου μήνα.Κι όμως, ο αιθέρας ηλιόδωρος, ανέφελος, σα να αποκάλυπτε όνειρα κρυμμένα πίσω από θεόρατα σύννεφα.Η ατμόσφαιρα πλημμύρισε χρώματα, φωνές, χαμόγελα, λουλουδιαστές ευωδιές, μια άρρητη υπόσχεση ότι όλα θα πάνε καλύτερα.Η ελπίδα ξαπόσταινε πίσω από λέξεις και βλέμματα και βήματα.Μετά από αδυσώπητη διάψευση, ήταν ακόμα εκεί.Εκείνος που επιμένει να  επικαλείται την ελπίδα ακόμα και στην πιο τρανή συμφορά, είναι άξιος για την πιο υπερκόσμια ευλογία.Όχι όμως χωρίς θυσίες.Χρειάζονται θυσίες πρόσκαιρων , επιδερμικών απολαύσεων, φιλήδονων ψευδαισθήσεων, λύτρωση από την αχόρταγη ανασφάλεια.Γιατί μόνο όταν η ζωή γίνεται τραχιά μαθητεία επιτρέπει σε κάποιον να καρπωθεί τις βαθιές, αληθινές της απολαύσεις.
Ζωή χωρίς υπομονή είναι ένα αυτοδημιούργητο βάσανο, μία εγγενής προσκόλληση στο ανικανοποίητο.

Εκείνος έχει θυσιάσει πολλά από αυτά που κατά το μέσο όρο προσκομίζουν την ευτυχία,την αναγνώριση και την αποδοχή.Αποτραβηγμένος σε ένα κόσμο αυτάρκη, όπου η επιβεβαίωση των θεατών ήταν αχρείαστη και οχληρή, δεν συμβιβαζόταν με κάτι για να μην τεθεί στο περιθώριο.Κατοικούσε στην περιθωριακή του γωνιά φρονώντας ότι είναι η πιο περίοπτη θέση.Ότι, ακόμα και αν φαινομενικά ήταν στα παρασκήνια, είχε τη δύναμη να ανατρέψει το σκηνικό.Αγαπούσε τη ζωή, σε όλες της τις εκφάνσεις.Το πόσο απλό είναι να νιώσει κανείς ευτυχής και το πόσο δύσκολο το κάνει η άγνοια του εαυτού. Η αναζήτηση της ευτυχίας έχει κάτι κωμικό γιατί κατευθύνεται στα πιο αλλοπρόσαλλα μέρη ενώ κατοικοεδρεύει εντός μας.
 
Έτσι παρατηρεί αυτή την παράξενη γιορτή της πλάσης και χαμογελάει ασυναίσθητα.Η φύση, το γύρισμα των εποχών, σμήνη από σύμβολα που είναι αδύνατο να αποκρυπτογραφήσει.Αυτόματα όλα έγιναν πιο όμορφα, μια απλόχερη ομορφιά, που τον συνεπαίρνει με την απλότητά της.Τα βήματά του γοργά, ακμαία, μια μελωδία τριβελίζει τα αυτιά του ερεθίζοντας μια παράφορη διάθεση.Θα μπορούσε να περπατάει όλη μέρα, αποτυπώνοντας με απόλυτη καθαρότητα αλλοτινά ασήμαντες λεπτομέρειες.Μια φωτογραφία υψηλής ευκρίνειας η πόλη στο νου του, καρφιτσώθηκαν στη μνήμη του χρωματιστά στιγμιότυπα με έναν πανταχού παρόντα έρωτα να διώχνει την απόγνωση.

Και όμως η ζωή του είναι ένα γιγάντιο ερωτηματικό, δεν λέει να μορφοποιηθεί, όλο αποστασίες κάνει από το κοινώς αποδεκτό, το αξιωματικώς ορθό και τη συνήθη πορεία των πραγμάτων.Μια αιώνια απόκλιση μέσα στο χρόνο κυοφορεί έναν νέο κανόνα.Ανατρεπτικό.

 
Και δεν ξέρει αν έχει αγαπηθεί, ακόμα και αν έχει ανεξάντλητη δύναμη να αγαπήσει.Δεν ξέρει αν σε λίγο καιρό θα είναι σε θέση να επιβιώσει ακόμα, μέσα στην κακόγουστη κοινωνικοπολιτική φάρσα.Νιώθει ότι η πορεία του κόσμου απλώνεται σε ένα απέραντο λάθος και ότι η πρόοδος, αν τελικώς έρθει, θα ανήκει στο απώτατο μέλλον.Παρ' όλα αυτά η δύναμη της προσωρινότητας είναι καταλυτική.Μία στιγμή και μόνο είναι ικανή να αλλάξει τη ματιά απέναντι στον κόσμο.
 
Έτσι μεθάει στη μέρα που απογειώνει το κέφι του και για λίγο μόνο ξεχνάει άχαρες στιγμές του χτες και ζοφερές σκηνές του αύριο.Το σήμερα τον καλεί με ορμή και θέρμη και είναι και το μόνο που μπορεί να αισθανθεί.Όσο απροσδιόριστη είναι η ζωή του , τόσο απροσδιόριστη και η ελπίδα του.

Άλλωστε η Eλπίδα αποθεώνεται με την έλλειψη αποδείξεων, πανηγυρίζει όταν τίποτα δεν τη στηρίζει. Παράλογη Eλπίδα, από τη φύση της.Περιφρονεί τα δήθεν πραγματικά περιστατικά και σκαρώνει τα δικά της αισιόδοξα σενάρια.Βρίσκει υπερκτιμημένη τη σύνεση και χαράζει έναν αντισυμβατικό δρόμο.Όποιος όμως έχει τη δύναμη να αψηφήσει την επιφάνεια και να ελπίζει όταν τίποτα δεν εμπνέει Eλπίδα, ανταμώνει με το θαύμα.Η Eλπίδα δεν εμπνέεται, είναι η ίδια Έμπνευση.Δεν πηγάζει από κάπου, είναι η ίδια πηγή θαυμάτων.

Να ελπίζεις σε εποχή απόλυτης απελπισίας, ιδού το Απόλυτο Θαύμα.
Ο Μάρτης του θα είναι ο μήνας της παράλογης Eλπίδας.