Δευτέρα 14 Μαΐου 2012

Αέναα Καλο-καιρια

Και τι δε θα έδινε για ένα Καλοκαίρι όπως τον παλιό καιρό. Μήνας ολάκερος ανεμελιάς, καμωμένος από χρώματα δειλινού, βουτιές, αλμύρα και γέλια χωρίς αρχή, μέση ή τέλος. Πειράγματα αμίμητα, τρέξιμο, κρυφτό από άγχη και ενηλικότητα, παραγκωνισμός των δεικτών του ρολογιού. Έφευγε ο χρόνος ανάμεσα σε φευγάτες στιγμές όπου η ευτυχία πάντα εκρήγνυται. Ανάμεσα σε κύματα και κόκκους άμμου χρυσαφένιας, σε φέτες από καρπούζι και ήχους ξεχασμένης μαγείας.
Ωρίμαζαν χωρίς λέξεις. Μέσα από βίωματα μόνο που τα άρπαζαν με λαχτάρα και με σοφία τα οικειοποιούνταν. Και άνθιζε ο έρωτας και η φιλία, χωρίς πολλά πολλά, με λίγα και εκλεκτά.
Όλο τον υπόλοιπο χρόνο προσδοκούσαν με νήπια επιθυμία αυτό το μήνα. Τον Αύγουστο που ο χρόνος ξαπόσταινε. Αποκαμωμένες υπάρξεις και οι ίδιοι γίνονταν πάλι παιδιά. Σα να έσβηναν ταμπέλες, νόρμες και δεδομένα που αθέλητα τους προσέδωσαν οι συνθήκες, ο πυρετός της κάθε αρρωστημένης μέρας, τα πρόσωπα που αναγκάζονταν να υποδυθούν.
Mε τον καιρό αυτά τα Καλοκαίρια εξελίχθηκαν σε προκαθορισμένη συνάντηση με τον αυθεντικό εαυτό τους. Σε αντάμωση με συναισθήματα και αλήθειες ισοπεδωμένες από τη φθορά του ουδέτερου σκηνικού. Μόνο μαζί ήταν αυθεντικοί. Παρέα δεμένη, με την οικειότητα εκείνη που δεν έχει ανάγκη διαρκούς ανανέωσης. Η επαφή, ακόμα και όταν είναι σπάνια, είναι λυτρωτική, εφόσον στηρίζεται σε αυθεντικά θεμέλια.
Κάπως έτσι, κυλούσε σαν το γάργαρο νερό ο καιρός, και λίγο πριν τα τέλη του Αυγούστου τα πρόσωπα κουβαλούσαν ένα άχθος, κάτι σαν απόσταγμα μελαγχολίας, σαν αναπότρεπτη επισκίαση της ανόθευτης χαράς. Το τοπίο αλλοίωνε μία αγέρωχη νεφέλη προστάζοντας επανάκαμψη στα χιλιάδες διαφορετικά κομμάτια που τους τεμάχιζε η άσπλαχνη ρουτίνα. Η συνήθεια, αμφιεσμένη εγκληματίας, διαλέγει την περιβολή του φυσικού νόμου και μοιάζει μοναδική επιλογή.
 Και αν γερνάνε, είναι επειδή οι ίδιοι παραδίδονται αμαχητί στη συνήθεια. Με μια αγκαλιά από αναμνήσεις, θα συντηρούν τον αυθεντικό εαυτό τους. Σε πείσμα των καιρών που κελεύει εκπτώσεις στην διαφορετικότητα. Και θα αποζητούν στις παρυφές της στιγμής ποικίλες αποδράσεις. Θα κρυφοζεί η αυθεντικότητα, σαν φλεγόμενος αντίλογος σε δεσποτικό μονόλογο. Και θα ανασταίνεται περίτρανα στο ραντεβού της ετήσιας αντάμωσης.
Σαν αυγουστιάτικη Ευλογία.

Κυριακή 13 Μαΐου 2012

Συμβουλευτικά

Κάθε της συμβουλή είχε κάτι μαγικά πρωτόγνωρο. Σα να ξεπρόβαλλε η σωτηρία την ώρα μιας πελώριας καταστροφής. Οι δέκτες των συμβουλών της την άκουγαν με προσήλωση, με κατανυκτικό σεβασμό. Θαρρούσαν πως και για το πιο περίπλοκο δρόμο, εκείνη θα έβρισκε μία άφαντη δίοδο για να ξεμπλοκάρουν. Εκεί που ο δρόμος έμοιαζε σκοτεινός, αφιλόξενος, όλο ανήμερα όντα και εχθρικές μορφές, εκείνη τους έσερνε σε σοκάκια όλο χρώμα και άρωμα και ιδέες.

Χαρισματική το δίχως άλλο. Ύφαινε όνειρα τη μέρα, κατάστρωνε νέα όνειρα τη νύχτα. Ο ύπνος ήταν για αυτή ένα ολιγόωρο διάλειμμα που τής έδινε ιδέες για όνειρα καινά. Τής άρεσε τόσο να είναι ξύπνια το χάραμα, να το ντύνει θεότρελα, ανεπηρέαστη και ανενόχλητη, μέσα στην απόλυτη ηρεμία της ώρας και τη θαυματουργή προοπτική του ξημερώματος μιας νέας μέρας. Ήταν η μόνη ώρα που δε χτυπούσαν μανιωδώς τα τηλέφωνα. Ξαπόσταιναν οι ανάγκες, οι επιθυμίες, οι λαίμαργες απορίες. Έτσι ξαπόσταινε και αυτή. Παρόλο που ποτέ δεν είχε αντιληφθεί την ανάγκη της για ξεκούραση.

Μέχρι που τής ζητήθηκε μία συμβουλή από μία νεαρή φίλη που βίωνε τη στυφή αλλά και ζαχαρώδη γεύση της ενηλικίωσης. Έβαλε τα δυνατά της, όλο τον αυθορμητισμό και το ανοιχτό μυαλό της για να την αντικρύσει απογοητευμένη. Την είχε συνηθίσει αλλιώς, είπε. Τελευταία έχει στερέψει από ιδέες, αναμασά τα ίδια, φαίνεται αλλού. Μάλιστα, την  ρώτησε δήθεν διακριτικά αν την απασχολεί κάτι σοβαρό. Απάντησε έκπληκτη πως δεν την απασχολούσε τίποτα.

Ξαφνικά, κατάλαβε. Την ενοχλούσε αφόρητα να συνιστά για τους άλλους μια αστείρευτη πηγή συμβουλών.Αυτός που ξέρει να δίνει συμβουλές δεν είναι ατρόμητος αλλά τρομοκρατημένος επειδή δε μπορεί να τις εφαρμόσει. Η συμβουλή είναι όπως η γνώση, ένα θεωρητικό εφόδιο που γίνεται εμπόδιο αν το χρησιμοποιήσεις κατά τρόπο λανθασμένο. Η ανάγκη της να προσφέρει βοήθεια υποδήλωνε ότι η ίδια έχρηζε βοηθείας σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό. Όταν χρειαζόταν τη διαρκή επιβεβαίωση και το αλληγορικό χειροκρότημα μιας εξαρτημένης ομήγυρης για να πιστέψει στον εαυτό της, σήμαινε ότι η ανασφάλεια την είχε καθηλώσει.
Το επόμενο διάστημα έκλεισε το κινητό της, και ας πάλευε με τύψεις που άφηνε αδιευκρίνιστα τόσο κόσμο αβοήθητο. Κόσμο που είχε εθιστεί στη φωνή, τα λόγια, τις σκέψεις της.
Δεν υπάρχει πανάκεια, τα προβλήματα γεννώνται για να παιδεύουν, όχι για να λύνονται.
Δεν είχε το δικαίωμα να σερβίρει μία θελκτική λύση σε όσους διψούσαν για αυτή αλλά ήταν αρκετά ράθυμοι για να την κυνηγήσουν.
Βοηθούσε τους άλλους για να λησμονεί τα δικά της προβλήματα. Που ήταν τρανά και επιθετικά και μανιασμένα από την περιφρόνηση. Στον εαυτό της ήξερε να δίνει χείριστες συμβουλές. Ίσως τεμπέλιαζε γιατί αυθάδικα πίστευε και η ίδια στις αναπάντεχες λύσεις.

Μόνο που ο καθένας πρέπει να εκπαιδευτεί να συμβουλεύει τον εαυτό του, ακόμα και αν τον σπρώχνει στην λάθος κατεύθυνση. Ο αποπροσανατολισμός είναι χειρότερο να πηγάζει από ξένες οδηγίες παρά από το δικό σου ένστικτο. Ομοίως, μπορείς να καμαρώνεις για μία δική σου συμβουλή που περιπλέκει τα πράγματα παρά για μία συμβουλή άλλου που τα απλουστεύει. Συνήθως η διευκόλυνση είναι φαινομενική, κρύβει τις πιο σαρωτικές δυσκολίες.

Μετά από μέρες, συνάντησε τυχαία εκείνη τη νεαρή κοπέλα στο δρόμο. Όχι, της είπε, δεν έχω όλες τις απαντήσεις για εσένα. Εσύ όμως μπορεί και να τις έχεις.
Την κοίταξε απορημένη, όπως αντικρύζουν μία τρελή.
Εκείνη χαμογέλασε και συνέχισε το δρόμο της.
Κάποια μέρα θα καταλάβει πόσα ερωτήματα κρύβουν οι ξένες απαντήσεις...


Παρασκευή 11 Μαΐου 2012

Σοφία

Νύχτωσε και στο δωμάτιο τρύπωσε μια ζωηρή δροσιά. Η αναπνοή της γίνεται πιο γρήγορη, η ύπαρξή της σε ένα εγερτήριο που περίμενε καιρό. Αναποφάσιστος ο καιρός  αυτό το Μάη της άκαιρης αναποφασιστικότητας. Μακάρι να μπορούσε να κινήσει το μοχλό που ξαποσταίνει χρόνια τεμπέλικα, όλο ραθυμία αχόρταγη. Αυτό το τέλμα να αφανίσει, προκλητικό έτσι όπως πανηγυρίζει την αιωνόβια επικράτησή του. Τριγύρω σαματάς οχληρός, ένα πανηγύρι χειραγώγησης.
Το καλύτερο υποχείριο είναι εκείνο που ζει με την αυταπάτη ότι η αντίληψή του επιζεί, και είναι και υπολογίσιμη. Γέμισε ο κόσμος σενάρια φλύαρα, εικασίες βαρβάτες, ατάκες ανειλικρίνειας, σε ένα θέατρο του παραλόγου. Διεργασίες που ξεσκεπάζουν τη χαώδη απόγνωση κι άλλο, ακόμα πιο κάτω, ακόμα πιο αποκρουστικά..


Προσπαθεί να ανιχνεύσει απάντηση στη μουσική που πάντα έκρυβε καλά τα πολυπόθητα διαμάντια. Στις λέξεις που ήταν δρομοδείκτες, πήγαζαν σαν άλλο ένστικτο από μέσα της. Σε όσα αγαλλίαζαν τον εσωτερικό της πυρετό, σε αυτά που μαραιναν την καταστροφική μανία του αλλοπαρμένου κόσμου.
Η τωρινή του αγριάδα επιβάλλεται αυταρχικά. Οι απαντήσεις κρύβονται γερά, φοβούνται και αυτές μήπως είναι ανεπαρκείς, μήπως η πάθηση του νοσούντος σύμπαντος είναι ανίατη.
Αθεράπευτη η επιθυμία της να προχωρήσει, όμως είναι καθηλωμένη.

Η Σοφία συρρικνώνεται όταν η γενναιότητα αποδυναμώνεται. Εγωπάθειες, δικαιολογίες στημένες άτεχνα, αναβολές, υπολογισμοί και δεύτερες σκέψεις πετούν βίαια τη Σοφία στη γωνία, με μια ορμή παράφορη.Δε γίνεται στη ζωή να βιώνουμε τη μακάρια αίσθηση των σταθμίσεων, την ικανοποίηση των ορθών αποτιμήσεων. Κάπου εμφιλοχωρεί ο πόνος, στο κενό που αφήνει το σφάλμα και η αβλεψία. Αυτός ο πόνος διεγείρει τη σοφία, επιστρατευοντας δυνάμεις ανενεργές.
Ο πόνος που πηγάζει από την αστοχία, τη δική μας, των άλλων, δεν έχει σημασία.

Τώρα όμως νιώθει πιο σοφή από ποτέ, ακόμα και αν δεν έχει καμία απάντηση, ακόμα και αν είναι ανίκανη ακόμα και να θέσει την σωστή ερώτηση. Νιώθει δυνατή που δεν χτίζει την ευτυχία της σε εξαρτήσεις και απαιτήσεις από τρίτους αλλά και συμφιλιωμένη με την ανάγκη της να τους αποζητά σε στιγμές αδυναμίας. Σε αυτες τις στιγμές είναι πιο ειλικρινής, αφήνεται, και η σοφία της διαχέεται καθάρια στο χώρο, σαν πόνο συμπυκνωμένο και οδυρμό που προσκρούει σε γενναία ψυχή και εξουδετερώνεται.

Σοφία είναι να περιδιαβαίνεις ακανόνιστα τα χωράφια της ευτυχίας και της θλίψης και να μεταβαίνεις από το ένα στο άλλο εξασφαλίζοντας μια παρανοϊκη ισορροπία. Να έχεις οξύτατη ανάγκη από μια απάντηση αλλά να μην την απαιτείς αφού ξέρεις ότι η κατάλληλη ερώτηση παραμένει τεχνηέντως στο παρασκήνιο. Να ξορκίζεις το φθόνο γιατί ο φθόνος είναι η μέγιστη απαξίωση της προσωπικότητας.
Να ευλογείς την αποτυχία ως προθάλαμο αυτοβελτίωσης αλλά όχι εσένα που οδηγήθηκες σε αυτή.
Να ζεις την έκρηξη ζωής που περικλείεται στη στιγμή επειδή έτσι μόνο θα γίνεις αθάνατος.
Να γνωρίζεις ότι ακόμα και η πιο βλοσυρή καταστροφή μπορεί να τρέφει τα πιο τρανά θαύματα.
Να ξεχνάς εμμονές και κατάλοιπα του χθες αλλά όχι τους καταλύτες.
Οι καταλύτες είναι εκείνοι που στέγασαν τη νεογέννητη σοφία σου. Εκεί εκπαιδεύτηκαν και αγωνίστηκαν τα πιο θαλερά σου όνειρα.

Σοφία είναι η διάσωση του Ονείρου ακριβώς τη στιγμή που όλος ο κόσμος το καταρρίπτει επειδή καταρρέουν οι μηχανισμοί του. Δε θα το στηρίξει ο κόσμος, θα το πολεμήσει. Ο δειλός θα το εγκαταλείψει. Ο σοφός θα πολεμήσει για αυτό.

Πέμπτη 3 Μαΐου 2012

(Παρα)ξενη

Παράξενη μορφή, σαν κινούμενη θλίψη σε ηλιόλουστη πολιτεία. Μαλλιά πλεγμένα κατάμαυρα, μάτια όλο σκιές και χρώματα μαβιά, βάδισμα γοργό, φοβισμένο. Περπατά αποκαμωμένη στην απρόσμενη νεφέλη του μεσημεριού. Τριγύρω της μια βοή από πάθη, λάθη, παράφωνα, καρπούς της ανθρώπινης ηλιθιότητας.
Δεν την ενοχλούσαν τα λάθη, μόνο εκείνα που έχοντας την ψευδαίσθηση του ορθού ήταν ανεπίδεκτα διορθώσεως. Το λάθος συμβαίνει από άγνοια, διαιωνίζεται όμως από ηλιθιότητα.

Γυρίζει την πλάτη σε αυτά τα καυχησιάρικα λάθη και στα χυδαία , ανακριτικά βλέμματα. Ο αέρας φυσάει αγριεμένος, σα να αγανάκτησε και αυτός με όλα εκείνα που ποτέ δε θα αλλαξουν και που υπονομεύουν την περιρρέουσα ομορφιά. Τη χαϊδεύουν χρώματα απαλά και έντονες μελωδίες, σκέψεις ανθηρές και πλουμιστά όνειρα. Η νοερή απομάκρυνση από τον αβάσταχτο κόσμο τη σέρνει σε μια αρμονία πλανεύτρα. Ο Μάης, σαν άλλος Μάγος, την τυλίγει με ενώσεις από θαύματα, απίθανα γιατροσόφια και φαιδρά μυστικά. Την καλεί σε ένα άλλο γαλαξία όπου τα λάθη είναι συνειδητά. Κάποτε, μάλιστα, αυτοδιορθώνονται, με το όνειδος που προκαλεί η αστοχία σε όποιον κάνει αυτοκριτική. Φέρνουν τα λάθη διαπιστώσεις ταπεινές, την ήδιστη σοφία που μόνο η ταπεινότητα μπορεί να παράγει.

Δε θέλει να τα βάζει άλλο με τα περήφανα ατοπήματα που με προπέτεια αναπαράγονται. Χάνεται μέσα σε έναστρους αιθέρες και χαμόγελα ανεπιτήδευτα, πονά και μαγεύει, γοητεύει και γοητεύεται. Σκόρπια αινίγματα της γνέφουν από μακριά, με κόπο μπορεί να τα διακρίνει. Όσο παράξενη και αν είναι, ξέρει ότι δεν είναι αλάνθαστη και αυτό την πλημυρίζει με γενναία οικειότητα.
Άλλωστε ο γενναίος γνωρίζει ότι είναι μικρός αλλά έχει τα κότσια να γίνει ήρωας...έστω και για μία ημέρα.

Τρίτη 1 Μαΐου 2012

Tη({ε)λεό{ραση


Ό,τι ζητάς, βρίσκεται σε ένα μικροσκοπικό κουτί. Χαζοκούτι το είπαν, και όχι αδίκως. Η υποτίμηση της νοημοσύνης του τηλεθεατή είναι ο πρώτος και θεμελιώδης κανόνας. Προγράμματα που τέρπουν μετά βίας, προχειροδουλεμένες παραγωγές που στήνονται μόνο για την επιβίωση μιας αμελητέας μερίδας ανθρώπων, και η καραμέλα της οικονομικής δυσπραγίας να απενοχοποιεί...την αβάσταχτη ευτέλεια.

Μα..η τηλεόραση πάντα έτσι ήταν. Δείκτης των κοινωνικών προτιμήσεων αλλά και μιας παρακμιακής κοινωνικής πραγματικότητας που θέλει τους ανθρώπους να αρέσκονται σε στείρα επανάληψη. Με τεχνάσματα αδέξια, σεναριακές απλουστεύσεις, καχεκτικά δομημένες ατάκες και πλήρη απουσία πρωτοτυπίας. Θέλεις να ξεχαστείς μετά από μία εξουθενωτική μέρα; Να νιώσεις καλύτερα για τον εαυτό σου μαθαίνοντας ότι εκεί έξω υπάρχουν τύποι που ζουν μια ζωή χαμένοι ; Θέλεις να παθιαστείς με δήθεν αδιέξοδους έρωτες και να ακούσεις πέντε διαφορετικές εκπομπές να αναμασούν την ίδια είδηση'' κοινωνικής κριτικής'';

Ό,τι και να ζητάς, με το πάτημα ενός κουμπιού, θα ξεφυτρώσει από αυτό το χαζοκούτι. Τόσο χαζό, ώστε να αποβλακώνει όποιον του δώσει αξία. Αυτό όμως που προ πάντων προσφέρει, είναι η αποχαύνωση. Αυτή η μαλθακή αίσθηση ότι είσαι θεατής, αμέτοχος , άπραγος. Γιατί ακριβώς σε αυτό το σημείο νεκρώνεται η κριτική ικανότητα, η δύναμη αξιολόγησης των όσων με ισοπεδωτική ευκολία σερβίρονται.  Παρουσιαστές σφιγμένοι, επαίτες πολυπόθητου αυθορμητισμού, ανίκανοι να πείσουν ακόμα και τετράχρονο. Δημοσιογράφοι σε ετοιμότητα να αναιρέσουν τη χθεσινή τους άποψη για χάρη μιας άλλης, η ευμετάβλητη αλήθεια που πρέπει να ενστερνίζεται ο τηλεθεατής, ανάλογα με τη βούλησή τους. Η εμετική προσπάθεια αλλοίωσης και διαστρέβλωσης της Αλήθειας, ριζώνει ακριβώς στην περίτεχνα διενεργούμενη υποτίμηση της νοημοσύνης. Η ικανότητα επηρεασμού ισχυροποιείται όταν κάποιος εκπαιδεύεται εν αγνοία του στην απώλεια της κριτικής σκέψης. Άκριτα και αδιαμαρτύρητα, καθίσταται φερέφωνο μιας σερβιρόμενης εκδοχής της πραγματικότητας από άτομα που χρίζονται αυθεντίες.

Κάποτε γνώρισα κάποια που ζούσε χρόνια χωρίς τηλεόραση. Είχε μια πελώρια βιβλιοθήκη με θαύματα- γνώσεις και διαδρομές λέξεων σαγηνευτικές. Άκουγε μουσική με τις ώρες και ξεχνιόταν με ντουζίνες εφημερίδων. Για εκείνη ήταν αναντικατάστατη η ιεροτελεστία των πρωινών εφημερίδων. Με την τηλεόραση, ένιωθε ότι η αποστασιοποίηση γινόταν ακόμα πιο δύσκολη. Αισθανόταν μια αυταρχική υποβολή κάθε φορά που την έθετε σε λειτουργία. Αδυνατούσε να τηρήσει απόσταση από όσα έβλεπε και άκουγε, και έτσι κατέληγε αναπόσπαστο τμήμα αυτών, ακόμα και αν τα έβρισκε εξωφρενικά.'' Δολοφονία του χρόνου είναι αυτό το χαζοκούτι, μονολογούσε με φανατισμό στο βλέμμα. Σε υπνωτίζει, σε κοιμίζει, σε θανατώνει. Αλλά το χειρότερο απ' όλα; Σε αποβλακώνει''.

Έγκλημα είναι η φόνευση της ευφυϊας και ο πολλαπλασιασμος των ηλιθίων σε έναν κόσμο που δυστυχώς διαθέτει γενναίο απόθεμα. Η συσκευή της τηλεόρασης έχει καεί εδώ και μήνες αλλά την κρατάω σαν υπενθύμιση μιας αλήθειας: ότι, όπως και να έχει, πάντα καμμένη ήταν, πάντα διακοσμητική. Σαν μια αντίκα άχρηστη πια, που μου αρέσει να τη βλέπω για να θυμάμαι πως στην πραγματικότητα ουδέποτε μου ήταν αληθινά χρήσιμη.


Άλλοθι


Ποιο θα ήταν το άλλοθι που θα επινοούσες αυτή τη φορά; Ήμουν στ' αλήθεια γεμάτος από περιέργεια να το ακούσω. Καταντούσε προβλέψιμο πια. Τόσο, που αν αντί για άλλοθι μου έδινες την αλήθεια σου, θα με εξέπληττες  τρελά.
Η μορφή σου, επισκίαση της φωτεινής μέρας, περιπλανιέται με γκρίνια φυτεμένη στην Ψυχή. Αναλογίζεται, μετράει, σταθμίζει, σκάει. Πνιγηρό κάνεις και το πιο ανοιξιάτικο τοπίο. Ο ολάνθιστος κήπος ενοχλεί τα νεύρα σου, ο ήλιος σε κάνει νοσταλγό της νεφέλης. Και αντί να τολμάς να αποφυλακιστείς, επιβάλλεις η ίδια στον εαυτό σου την πιο αδυσώπητη ποινή. Για λόγους σωφρονισμού, αυτό το γνωστό σου αυτομαστίγωμα που σε χρίζει και θύτη και θύμα.

Μου το τόνιζες αυστηρά πως άκρη μαζί σου δε θα έβρισκα. Από πείσμα δεν ήθελα να το πιστέψω, ήθελα να καμώνομαι ικανός να ανατρέψω τα στεγανά σου, νόμιζα ότι ο δειλός κόσμος σου θα κατέρρεε σαν πυργίσκος, σαν μια αγκαλιά από ερείπια. Φαίνεται όμως πως είσαι παράλογα πιστή στις άλογες αντιλήψεις σου. Σε καλεί η αναγκαιότητα της εξέλιξης και γατζώνεσαι από ένα νοσταλγικό τραίνο.

Δεν υπάρχει πιο αυτοκαταστροφικός μηχανισμός από τα άλλοθι. Αποτρόπαιες κατασκευές δίχως πειθώ, δείκτες κάτισχνης ειλικρίνειας. Στην αναζήτηση της Αλήθειας, το ψέμα το αυτοσχέδιο, εκείνο που κατασκευάζεται από τον ίδιο που προσπαθεί να πείσει, είναι η μεγαλύτερη τροχοπέδη. Το χειρότερο είναι ότι κάπως έτσι γεννιέται η ανοσία στα ψέματα. Όταν φτάνεις σε σημείο να αντέχεις το ίδιο σου το ψέμα, πολύ περισσότερο να το ανάγεις σε μασκαρεμένη αλήθεια.

Ο καιρός περνάει και με αφήνει μόνο. Με εικονική συντροφιά που με ωθεί στην αναπόληση της μοναχικότητας. Στη συμφιλίωση με την κυριολεκτική μοναξιά, που ενίοτε είναι αναγκαία για να πολεμήσω τα δικά μου άλλοθι.

Δε θέλω άλλα άλλοθι. Ούτε δήθεν περίτεχνες δικαιολογίες, τεχνάσματα που αποθεώνουν την καρτερικότητα και τη μακροθυμία. Θέλω Αλήθεια μόνο, κάτι να με κρατήσει ζωντανό σε αυτόν τον κόσμο που όλα τρέχουν και με αφήνουν πίσω, σα να μου ξεφεύγει πάντα κάτι.
Εκεί όπου επικρατεί ο φόβος, τα άλλοθι πανηγυρίζουν. Στους πανηγυρισμούς της Αλήθειας μόνο η γενναιότητα κρατεί.
Όχι άλλα άλλοθι, ενοχικά κατάλοιπα και κατηγορώ, μομφή και πικρία.
Αυτά που αποφεύγουμε είναι συνήθως εκείνα που αν κοιτάζαμε κατάματα θα μας φανέρωναν τη σωτήρια λύση. Τίποτα πιο υποχθόνιο από τις παρακαμπτήριες οδούς...


Δευτέρα 16 Απριλίου 2012

Μνήμες

H μνήμη είναι δειλή, θυμάμαι που μονολογούσες ένα καυτό απριλιάτικο μεσημέρι, χρόνια πριν, σε μια ανάμνηση παράξενα διαυγή. Διαλέγει εκείνη από τι εικόνες θα αγκιστρωθεί και ποιες θα απαγκριστρώσει. Ξέρει να εξοστρακίζει κάθε τι που δεν τη βολεύει, κάθε τι που διασαλεύει την απόλυτη τάξη. Η ανάμνηση είναι  δικό μας παράγωγο, ρητόρευες με στόμφο. Σπάνια αυτό που ανακαλούμε είναι αυτό που όντως έλαβε πραγματικά χώρα κάποτε. Παρεισφρύει στα γενόμενα η ζαβολιάρικη πινελιά μας και τα αλλοιώνει μεμιάς. Η ανάμνηση είναι απενοχοποιημένη αυταπάτη.

Χρόνια μετά, με κατηγορείς ότι σε ξέχασα. Ότι η ανάμνησή σου μού είναι ανυπόφορη και έτσι την εξόντωσα ανάλγητα. Μάταια πάσχιζα να σου εξηγήσω ότι ο χρόνος δουλεύει ερήμην μας, σε αγαστή σύμπνοια με τη Λήθη. Κάποιες φορές, ό,τι και αν κάνουμε, η Λήθη είναι αναπόδραστη. Όσα συνέβησαν ανασημασιοδοτούνται-αλλά πλέον καμία ανασημασιοδότηση δεν έχει σημασία. Όταν δρομολογούνται οι ζωές, οι αναμνήσεις χάνονται. Μόνο ονειροπόλες φύσεις, ποιητικές υπάρξεις και ρομαντικές ψυχές φυλάνε χρόνο για αναμνήσεις. Δεν είμαι έτσι εγώ , σου τόνιζα.

Έμενες να με κοιτάζεις με αφύσικη σιγουριά. Σα να ήξερες κάτι παραπάνω, κάτι βαθύτερο. Σα να γινόσουν νικητής ακόμα και μέσα από την ήττα σου. Κάποτε ήμουν έτσι, αντιτείνεις. Γιατί να ερωτοτροπείς με φαντάσματα όταν η πραγματικότητα είναι σπαρταριστή γύρω σου; Γιατί επιμένεις να καταποντίζεσαι στη δική σου αυταπάτη; Κρατώντας μια εικόνα δική μου παλιωμένη, αυτή που σε συμφέρει, αυτή που θέλεις να διασώσεις.

Τίποτα δεν επιβιώνει μέσα μας αν δεν το εξωραϊσουμε εμείς. Από τον ωκεανό του παρελθόντος κρατάμε σταγόνες - καταλύτες, προσδίδοντάς τους στο διάβα του Χρόνου το δικό μας άρωμα, τη δική μας διάνθιση και σφραγίδα. Ο αναχρονισμός είναι  για τους ονειροπόλους πόλος έλξης γιατί δε δέχονται τη φθορά που σκορπίζει το πέρασμα του χρόνου. Θέλουν να ζουν στο χθες, να το αναβιώνουν ξανά και ξανά-ή να οραματίζονται το αύριο. Κάποια στιγμή αποφάσισα να μετατοπιστώ στο παρόν και ήταν πιο σαγηνευρικό από όσο πίστευα.

Οι μνήμες μου είναι ατροφικές γιατί οι μνήμες με διαλύουν. Είναι ακροβασίες που δεν με  εξιτάρουν πια, διεγέρσεις συναισθημάτων που συνειδητά έχω απορρίψει.
Τι είναι η μνήμη πέρα από θάνατος του Τώρα;

Με κοιτάς σαστισμένος, όλα αυτά σου φαίνονται ανεξήγητα. Παράλογα και ξένα. Η μνήμη είναι κομμάτι του Τώρα, μου λες και ο τόνος της φωνής σου ανεξέλεκτος, υπογραμμίζει την οργή σου. Δε γίνεται να ξεχνάς από πού ξεκίνησες, πώς εφτασες ως εδώ.

Μα δε με νοιάζει από πού ήρθα και τι ήμουν, με νοιάζει τι είμαι, τι γίνομαι, πού πηγαίνω. Λείπω από την εποχή που ζεις εσύ, έκανα ανταρσία. Δεν άντεχα να τρέφομαι από το τέλμα. Η απελευθέρωση από τις μνήμες είναι η μέγιστη λύτρωση. Η ελευθερία απαιτεί αποχαιρετισμό στις εξαρτήσεις, αυτό είναι το κοστος της. Τη σκλαβιά την εθελούσια στις θύμησες δεν την αντέχω άλλο πια.

Απομακρύνεσαι πικραμένος, η φιγούρα σου φαγωμένη, ελλειπτική. Δεν ξέχασα εσένα, ξεχνάω την επιθυμία σου να παραμένεις στάσιμος. Αν ξεδιπλώσεις νηφάλια τις μνήμες σου, ίσως διακρίνεις μέσα σε αυτές τις πιο καθηλωτικές σου αυταπάτες..

Σάββατο 14 Απριλίου 2012

Aν-ασφάλεια

Το φως άπλετο στο μικροσκοπικό δωμάτιο, σα να ήθελε να τονίσει τις κατάφωρες ατέλειές της. Αυτή την όψη τη θαμπή, την κουρασμένη, την άτονη που αποπνέει θλίψη και παραίτηση μαζί, θέλει να τη θρυμματίσει. Όπως και τον καθρέφτη που αφιλόξενος στεγάζει τις αποκρουστικές της λεπτομέρειες. Να τον δει να κόβεται σε άπειρα κομμάτια, να μην την αφήνει πια να δει τίποτα που δε μπορεί να αντέξει. Ούτε την όψη, ούτε την ψυχή που αυτή ξεσκεπάζει.

Κάπου φυλάει ένα παμπάλαιο ημερολόγιο. Εκείνο αντανακλά έναν εαυτό που ακόμα και τώρα δε μπορεί να πιστέψει ότι υπήρξε. Δυναμικό, λαμπερό, χαρούμενο. Ατρόμητο. Κάθε φορά που ανασκαλεύει τα παλιά ή πέφτει στα χέρια της μια παλιά σημείωση ή φωτογραφία, ανταμώνει στη στιγμή τον ασφαλή εαυτό της. Εκείνον που δεν κλονιζόταν ακόμα και όταν το σύμπαν ολόκερο κατέρρεε. Η στιγμή αποκτά αίγλη, ντύνεται με συγκίνηση λησμονημένη, ανασταίνεται το χθες.
Ο εαυτός που όντως ήταν παιδί, σε έναν κόσμο όπου το αναπάντεχο γιόρταζε αδιάκοπα. Είναι εκεί και τα λόγια, οι στιχομυθίες, τα άγαρμπα σκιρτήματα, τα πείσματα και οι ανωριμότητες, τα γέλια και τα αστεία, οι συνομωσίες, οι ατελείωτες μουσικές. Όλα εκείνα που την κρατούσαν αυθεντική, που έκαναν την κάθε μέρα αυτεξούσια και τη χρωμάτιζαν με πινελιές αναρχικής χαράς. Εκείνοι οι Φίλοι που καταδέχτηκαν να μοιραστούν μαζί της την τρέλα τους και έτσι η λόξα μετατράπηκε σε ηδονική διαφορετικότητα.

Τώρα όμως κάτι έχει χαθεί. Όσο και να επιθυμεί να το ανακτήσει, εκείνο αναπτερώθηκε με την σατανική συνδρομή του Χρόνου. Έτσι αντικρύζει το πρόσωπό της με απορία και λύπη :πού πήγε άραγε εκείνο το φως που την καθοδηγούσε; Τότε που δεν την ένοιαζε αν θα προσκρούσει σε αδιέξοδο γιατί τα βήματά της ήταν απολαυστικά. Γιατί, απλούστατα, δε θα μπορούσε να ήταν αλλιώς.

Καταιγίδα ανοιξιάτικη, τριγύρω η γνωστή αναστάτωση των ημερών, η ελεγεία που συνοδεύει το πένθος από τον τερματισμό μιας εποχής. Η επόμενη διστάζει να έρθει στην επιφάνεια και έτσι μένουμε να παρακολουθούμε παρατεταμένα τον εκφυλισμό μιας χρονικής περιόδου. Άοπλοι και ανυπεράσπιστοι, αλλά αυτό είναι το νόημα. Η άγνοια που πλέον είναι γεγονός μαλακώνει την προπέτεια της αλλοτινής μας αλαζονείας. Και εκείνη πρέπει να βουλιάξει στην ανασφάλεια για να επιδιώξει τη δική της θαλπωρή. Να νιώσει την απειλή σε απόσταση αναπνοής, να πάψει να επικοινωνεί με φαντάσματα και να αφήνεται σε έναν ύπνο νοσταλγικό που την παραμυθιάζει. Να σταματήσει να νιώθει τραυματισμένη από την πραγματικότητα που ρέει ασυναίσθητα και τής φιμώνει το θάρρος για να κάνει αυτό το πρώτο βήμα.

Στο τέλμα νιώθεις την ασφάλεια της καθήλωσης. Η ασφάλεια είναι θάνατος μασκαρεμένος, η απουσία κινδύνου αλλόκοτος βραχνάς. Ό,τι γεννάται, γεννάται με ρίσκο και πόνο, ζωή χωρίς απρόοπτα είναι αυτοκτονία. Βλέπει το πρόσωπό της στον καθρέφτη και μια ανεξιχνίαστη δύναμη την κάνει να το ατενίζει με κάποια συμπάθεια. Οι γραμμές και οι γωνίες του δεν έχουν εκείνη την αφοπλιστική αγριάδα, μια δειλή γλυκύτητα τής θυμίζει αχνά μια παλιά, ευτυχισμένη μορφή. Πρέπει να είναι ανασφαλής για να γίνει γενναία. Όποιος επιδιώκει την ασφάλεια είναι ορκισμένος δειλός.
Φοβάται γιατί οδεύει σε επικίνδυνο σημείο. Οσμίζεται τον κίνδυνο, την κυριεύει η επιθυμία να τον πολεμήσει. Και όπως τρέμει για το Θάνατο του παιδικού κομματιού της, σε μια έξαρση ανασφάλειας, έτσι μπορεί να ελπίζει και στην Ανάσταση αυτού.
Άλλωστε το πιο μαγικό κομμάτι της απώλειας είναι ότι - ακόμα και αυτή, όπως όλα, όπως τα πάντα στη ζωή- είναι παροδική.

Τρίτη 10 Απριλίου 2012

Πάθη

Έβλεπε πως κυλούσαν οι μέρες βασανιστικά. Εβδομάδα των Παθών και βασανιζόταν από άρρητα πάθη.
Δέσμιος επιλογών δειλών, φοβισμένο ανθρωπάκι. Τα παπούτσια του βουτηγμένα στις λάσπες, ταλαιπωρημένα από τη μανιασμένη ανοιξιάτικη μπόρα. Κάθε ορμητική σταγόνα τον ραπίζει, όπως και ο ανομολόγητος έρως του. Ανοίγει ένα τετράδιο, μυρίζει ακόμα το χώμα μετά τη βροχή, νιώθει τη θαλπωρή του ανθρώπου που μόλις επέστρεψε στο γνώριμο καταφύγιό του.
Κάθε τι ανοίκειο του προκαλούσε τέτοιο πανικό, που απλώς δεν το αντιμετώπιζε. Του κρυβόταν πεισματικά. Με έκσταση θα την παρακολουθήσει και σήμερα, πίσω από τη μωβ κουρτίνα να ανασυγκροτεί τις σκέψεις της μετά από μια χαώδη μέρα. Είναι ωχρή και προβληματισμένη, η κόκκινη μπλούζα τονίζει το διάφανο δέρμα της, η υπεροχή ενσαρκωμένη..

Θα προτιμούσε να αφανιστεί από το να τής μιλήσει και να λάμψει εκτυφλωτικά η ανεπάρκειά του. Θα τρέμει η φωνή του, το όνομά του θα ξεχάσει και θα αναλωθεί σε κραυγαλέες τυπικότητες. Εξαλλου, άμα τον έβλεπε, σίγουρα θα πλημμύριζε οίκτο. Παραήταν άχαρος για την υπέρκομψη μορφή της που διάνθιζε ακόμα και την πιο μουντή εικόνα.

Πάντα έτσι, κρυβόταν, πίσω από τοίχους, λέξεις, προφάσεις, κινήσεις επίφασης σκέτης. Τα πλατωνικά συναισθήματα του ταίριαζαν γάντι γιατί δε θα τα κλυδώνιζε ποτέ η απουσία ανταπόκρισης. Θα μπορούσε να τα καλλιεργεί κατά βούληση, χωρίς να ταρακουνάει το μικρόκοσμό του. Όταν τρέμει κανείς την απόρριψη δε διεκδικεί και την αποδοχή.

Το σπίτι του ερημώνει καθώς η νύχτα αναρριχάται στης μέρας τη δύση. Το σκοτάδι του ψελλίζει κάτι άνοστα λόγια, σχεδόν με βία τον ωθεί στα αστέρια που στήνουν χορό στον εξαντλημένο αιθέρα. Κάνει πως δεν τα βλέπει, η Ιδέα του έχει κινήσει για άγνωστους δρόμους αυτό το παράξενα όμορφο βράδυ και δεν ξέρει πού την οδηγούν τα βήματά της. Δε δικαιούται να ζηλέψει το νοερό του αντικείμενο λατρείας, χάνεται σε έναν ωκεανό από νοσηρές αισθήσεις και φαντασιακά στιγμιότυπα.

Νιώθει πως αν τής έλεγε τι πραγματικά αισθάνεται, θα είχε ταπεινώσει τη μαγεία των συναισθημάτων του. Άλλωστε τα πάθη δεν είναι αυτοσχέδια βάσανα; Δε χρειάζεται συναυτουργό σε μια καθαρά προσωπική εγκληματική πράξη, πάντα τα κατάφερνε άψογα στην αυτοκαταστροφή.
Και ενώ οι άνθρωποι γύρω του γεύονται τη γλύκα και την πικρία των ερωτικών συναντήσεων, εκείνος ανταμώνει με τη δειλή του φύση, με εικασίες που του τριβελίζουν το μυαλό και τη λάμψη από τα αστέρια να παρεμποδίζει το γαλήνιο ύπνο του.Με πάθη που καμαρώνει επειδή έμειναν ανεκπλήρωτα και που γελούν εκκωφαντικά μέσα στην απόλυτη σιωπή.

Κυριακή 8 Απριλίου 2012

Απρο-σχεδια-στα

Μια ζωή γεμάτη δυσκολίες. Αντίθεση αέναη σε σχέδια αιώνια φιλόδοξα.
Ξέχνα τα σχέδια, είναι αφελή. Πάντα λησμονούν να λάβουν υπ' όψη το πιο σπουδαίο, πάντα διαψεύδονται.
Κουβαλούν το ρίσκο της κεκτημένης ταχύτητας, το μεγαλείο του εξορθολογισμού που συνήθως είναι πλάνη. Η Λογική είναι υπερεκτιμημένη αρετή, και ως τέτοια μετουσιώνεται σε κακία. Παράγει μηχανές, ρομπότ, μορφές άμορφες. Ναι, από εκείνες τις αδιανόητα αποκρουστικές, τις αλλεργικές στις αισθήσεις.

Μακάρι να μπορούσες να αγαπήσεις τις δυσκολίες. Αυτές φανερώνουν την ανθρώπινη υπόστασή σου, αυτή την τόσο υποτιμημένη. Αλλά και μια άλλη υπόστασή σου μπορεί να ξεσκεπάσει, κοιμώμενη, δύσβατη. Εκείνη που υπερβαίνει τα ανθρώπινα μέτρα και σταθμά, τις διαβολικές συνομωσίες και τις εχθρικές δυσκολίες που αναποδογυρίζουν τα σχέδια. Την ηρωική σου υπόσταση, που νωχελική περιδιαβαίνει στη σφαίρα της ουτοπίας, κρύβεται πίσω από την πάχνη βολικών κινήσεων και απενοχοποιημένων παραλείψεων.

Να τις ευγνωμονείς τις δυσκολίες. Αφυπνίσεις αθέλητες είναι που σε σπρώχνουν λυτρωτικά στις αυθεντικές σου επιθυμίες. Γιατί τι σου λέει πως η ζωή που έχεις νοερά καταστρώσει είναι αυτή που πραγματικά επιθυμείς; Αυτή που θα σου δωρίσει έστω και λίγες στιγμές ευτυχίας;

Στον κόσμο αυτό με τους ανάλγητους καταλύτες και τις πάσης φύσεως δολοφονίες, οι δυσκολίες μας κάνουν απάνθρωπους , ενώ θα έπρεπε να μας εξανθρωπίζουν. Να κοιτάμε ψηλά, ερωτοτροπώντας με αγέννητες πολιτείες, όχι να περπατάμε σκυφτά επειδή έτσι προστάζει αυτή η διαλυμένη πολιτεία που μας ληστεύει μέρα με τη μέρα όλα τα ανεκτίμητα. Να εξέλθουμε από την εγωκεντρική τροχιά των προσωπικών μας σχεδίων και να ανακαλύψουμε τι μας επιφυλάσσει αυτή η τόσο απροσδόκητη και τρομερή ανατροπή τους.

Και να γίνουμε Άνθρωποι επιτέλους, με όλη τη σημασία της λέξεως. Η ανθρώπινη Ψυχή είναι η μόνη που νομιμοποιείται να αξιώσει συναντήσεις με την ηρωική της πλευρά. Και αυτός ο Κόσμος θα αναγεννηθεί μέσα από ταπεινόφρονες, αφανείς ήρωες.
Απροσχεδίαστα.

Τετάρτη 4 Απριλίου 2012

Αυτο-αναφορά

Πόσο επικίνδυνη είναι η προσκολληση στην αυτοαναφορά όταν το σύμπαν είναι απέραντο;
Και όμως, εκείνη φρονούσε πως όλοι οι συμπαντικοί μηχανισμοί εκαναν περιφορά γύρω από τη δική της πολιτεία, καμωμένη από θεριά, στοιχειά, αδιεξοδα και κάθε λογής δαιμόνια. Τι κι αν ο κόσμος κατεδαφιζόταν μέσα από αξιακές καταρρεύσεις και πνευματικές ατροφίες ασύλληπτες, αν η παρακμάζουσα κοινωνία κατηφόριζε με διεστραμμένη υπερηφάνεια και αν οι κλισεδιάρικες ατάκες ξεστομίζονταν με ρηχή ευκολία;
Για εκείνη το μόνο που είχε νόημα και υπόσταση ήταν τα δικά της δράματα, το πόσο άδικα τής φέρθηκαν και πόσο αλλόκοτα έρχονταν όλα ! Μα το μόνο γοητευτικό που έχουν τα σχέδια είναι ότι είναι ανατρέψιμα.Αλλά εκείνη επιμένει να τα συνθέτει όλο πάθος, να πιστεύει σε αυτά με ιερή μανία, να βουλιάζει παράφορα στη δική της ύπαρξη, αγνοώντας τον κόσμο που τραβάει άλλη διαδρομή.

Περπατάει αναπαράγοντας όλα τα συμβάντα και όλες τις εικασίες της. Διογκωμένα τέρατα του νου την πνίγουν, φόβοι μανιασμένοι και ατιθάσευτoi. Οχυρό της το Εγώ αλλά και Φυλακή της. Να ξαποστάσει γυρεύει και εν τέλει φυλακίζεται. Πώς να καταλάβει ότι για να αντιμετωπίσεις τη ζωή πρέπει να είσαι συναισθηματικά αμέτοχος; Να παρακολουθεις τα βάσανα και τις συμφορές σου σα να ανήκουν σε άλλον, σαν την ταινία που με χαλαρότητα παρακολουθείς από το σπίτι σου και έχεις και κρίση αμερόληπτη για αυτή; Γιατί η ακριβοδίκαιη κρίση είναι απότοκος της αποστασιοποίησης. Ο,τιδήποτε το κοιτάμε από κοντά, το θέτουμε στο επίκεντρο, διαστρεβλώνεται η όρασή μας.

Όσες μέρες και να περάσουν, εκείνη θα ανταμώνει πιστά τους τρομερούς της φόβους. Σε μια θάλασσα αυτοαναφορικών συλλογισμών,  ανήμπορη να αφουγκρασθεί έναν τρίτο, να κοιτάξει κάτι άλλο χωρίς να την παραπέμψει συνειρμικά στη δική της κόλαση.

Ο γλιτωμός από την δική της Κόλαση θα ήταν η δική της σωτηρία. Δεν το συναισθάνεται, ωστόσο.
Αγαθή και ανυποψιαστη, θα συνεχίζει να βυθίζεται στο δικό της λαβύρινθο- και ακόμα και αν ο κόσμος ανέλπιστα σωθεί, εκείνη δε θα έχει μάτια να το δει.

Κυριακή 1 Απριλίου 2012

Απρ-ήλιος

Του το είχαν πει αλλεπάλληλες φορές, να μην στοιβάζει αξιώσεις σαν αλλοπαρμένος έφηβος. Να είναι συνετός, ρεαλιστής, εγκρατής. Τη φύση δε μπορείς να τη δαμάσεις, κυριαρχεί σε όλη σου την ύπαρξη, σε στιγματίζει  και σε στοιχειώνει.
Πάντα δινόταν με ορμή σε κάθε τι νέο, παραγκώνιζε τις σταθερές του, αφοσιωνόταν με ιερότητα σε κάθε εγχείρημα που τον εξίταρε, σε κάθε πρόσωπο που τον κέντριζε. Υπό τη δίνη μιας παρορμητικής επιταγής, ήταν αδύνατο να λοξοδρομήσει. Επιπόλαιος, πεισματάρης ή τυχοδιώκτης;
Δεν έδινε σημασία στις ετικέτες. Τον διασκέδαζε κιόλας η βεβιασμένη τους ευτέλεια, το πόσο ρηχά μορφώνεται η κρίση των ανθρώπων. Αποδεχόταν κάθε χαρακτηρισμό μέχρι αποδείξεως του εναντίου.

Μέχρι που η φυσιολογική ροή της ζωής του ανατράπηκε. Η οικονομική του αιχμαλωσία είναι η λιγότερο ουσιαστική. Δέσμιος σε μια σειρά εγκαταλείψεων, χωρίς να μπορεί να αποκωδικοποιήσει πώς ή γιατί έγιναν, αν ένα κραυγαλέο λάθος του γέννησε μια απωθητική υπερδύναμη. Όλοι γύρω του σκιές, φαντάσματα, εξαφανισμένες μορφές σε μια τρομερή απεραντοσύνη. Τρόμαξαν άραγε από τον εκρηκτικό του χαρακτήρα; Οι  άνθρωποι πλέον έχουν πάθει ανοσία στο να χρησιμοποιoύνται οπότε αντλούν ηδονή και από το να χρησιμοποιούν;
Ίσως νιώθον πιο ασφαλείς όταν καρπώνονται τα πρωτεία της φυγής. Έτσι δεν πρέπει να παλέψουν με πελώριες ανασφάλειες και εγωιστικά σαράκια.Εξανεμίστηκαν άνθρωποι στους οποίους είχε πιστέψει και ήταν απίστευτα δοτικός. Χωρίς προειδοποιητικά σημάδια, μια λέξη ή ένα απρόσωπο μήνυμα.

Για ένα μεγάλο διάστημα ο ίδιος, ολότελα μόνος, χάθηκε μέσα στους άπειρους δρόμους που ανοίγονταν εμπρός του. Άραγε γιατί τόσο καιρό ακολουθούσε τυφλά το ίδιο μονοπάτι;
Σκέφτεται με διαύγεια που αντανακλά την αλλαγή των πάντων. Πουθενά πια η θολούρα, ο λαβύρινθος του διλήμματος. Η διάψευση είναι προθάλαμος της Αλήθειας σε ένα γαλαξία όπου τα ψέματα απενοχοποιούνται αυτόματα.

Ξεκίνημα του Απριλίου, ο αέρας δυνατός, ο ήλιος λιγάκι αναποφάσιστος και η ανατροπή σκαρώνει τις γνωστές υπόγειες διεργασίες της, χωρίς να δίνει εμφανές στίγμα. Η φύση γιορτάζει αδιαφορώντας για το πανηγύρι που στήνεται γύρω της, μια υποβολή φαιδρότητας παντού. Είναι η πρώτη φορά που δεν απορεί, ούτε αναπολεί, ούτε θυμώνει. Ευγνωμονεί όσους έφυγαν από τη ζωή του με συνοπτικές διαδικασίες, και ας είναι αιχμηρός, και ας είναι κυνικός. Οι ταμπέλες είναι για όσους είναι ανίκανοι να εμβαθύνουν και αναλώνονται σε φθηνά δόγματα.
Του άφησαν χώρο ν'αναπνεύσει, να αντικρύσει, να σωθεί.
Μέσα από τη διάψευση πλησιάζει τη μεγάλη του Αλήθεια, ολόφωτη τώρα αναδύεται στο δικό του Απρ-ήλιο.

Σάββατο 31 Μαρτίου 2012

Τελειότητα

Η τελειότητα είναι ουτοπία. Ούτε υφίσταται, ούτε ξεχωρίζει. Αγώνας δρόμου μόνο είναι για το ανέφικτο.Ένα κίνητρο αυτοβελτίωσης, στο διηνεκές.
Ακόμα και αν κατορθώσει κάτι υψηλό, δεν το χαίρεται. Το αποδίδει στη συγκυρία ή σε κάποια ανώτερη δύναμη, το θεωρεί ανεπαρκές και το προσπερνάει. Πάντα υπάρχει κάτι απροσπέλαστο, και ας είναι άοριστο  ή αφηρημένο.

Πάντα πιεζε τον εαυτό της να αποδίδει τα μέγιστα. Δε δίσταζε να ωθείται στην υπερβολή για να το επιτύχει. Η μετριότητα για εκείνην ήταν η υπέρτατη συμφορά. Και όταν κάποιος άλλος με περισσότερες γνώσεις περί προσγείωσης δοκίμαζε να την κατεβάσει από το επαρμένο της συννεφάκι, εκείνη θεοποιούσε ακόμα πιο αφοσιωμένα τους αχόρταγους στόχους της. Δεν δεχόταν ότι δε μπορεί να είναι σε όλα καλή: στα μαθήματα, στις ξένες γλώσσες, στη μουσική, τον αθλητισμό, τη ζωγραφική και το μαγείρεμα. Μέχρι και χειροποίητα κοσμήματα φτιάχνει για να αντικρούσει αυτή την ηττοπαθή θεωρία.

Οι γνώσεις της κεραυνοβολούν κάθε ανυποψίαστο με την ποικιλότητά τους. Μιλάει τόσο εύγλωττα που μετά βίας μπορείς να διακρίνεις ένα ανεπαίσθητο γλωσσικό ατόπημα. Ανανεώνει τα ρούχα της με την ταχύτητα που η μόδα αλλάζει διαθέσεις. Το μακιγιάζ της αψεγάδιαστο, αλαβάστρινο δέρμα και βλεφαρίδες καμπυλωτές. Και ένα άρωμα φινετσάτο, που αποπνέει καθαριότητα και αυτοπεποίθηση υπογραμμίζοντας την ατσαλάκωτη εικόνα της.

Είναι αλλεργική στις ατέλειες κάθε λογής. Τής νοθεύουν την ονειρική εικόνα στην οποία παρελαύνουν ορικισμένοι τελειομανείς. Χάνεται σε αυτοσκοπούς αδιάλειπτα και ξεχναει τη γλύκα του απλού σκοπού, αυτού που καθοδηγεί , όχι αυτού που προστάζει. Η ψύχωση με την τελειότητα είναι άρνηση του τρωτού και ο άτρωτος άνθρωπος είναι νοσηρά επιρρεπής στην κριτική. Με κανέναν δε μπορεί να συναναστραφεί πια, γιατί κανέναν δε βρίσκει άμεμπτο. Η τραχύτατη κριτική της τσακίζει κόκκαλα και μαζί με αυτά και κάθε πιθανότητα ανθρώπινης επαφής.

Την ενοχλεί η τεμπελιά, η αναβλητικότητα, το νωχελικό βλέμμα των γύρω της που έχουν ανάγει τη γκρίνια σε στάση ζωής. Την αποδιοργανώνουν οι σημειώσεις στο περιθώριο μιας σελίδας, ο χλιαρός καφές, τα φλούο χρώματα, τα αχτένιστα μαλλιά, το χρώμα από βερνίκι που ξεφτίζει στις άκρες των νυχιών. Ένα από όλα αυτά τα..θανάσιμα αμαρτήματα είναι ικανά να ρίξουν τη διάθεσή της στα Τάρταρα καταστρατηγώντας την θεϊκή, αρμονική της εικόνα.

Αλλά και η ίδια αν εντοπίσει την παραμικρή πλημμέλεια σε κάποια εργασία της,  αυτοτιμωρείται εσαεί. Γιατί η απόκλιση από το Τέλειο είναι για αυτήν ανεπίτρεπτη. Ρέει άφθονη η καταπίεση στο αίμα της αλλά η τελειομανία κοχλάζει ανυποχώρητη.

Ακόμα και όταν σκηνικά παραίτησης τη διεγείρουν σα διαβολικοί αντιρρησίες σε ένα μοτίβο συνειδητής αυτομαστίγωσης, εκείνη επιλέγει να κυνηγάει την τέλεια εκδοχή.
Πόσο τέλεια να είναι όταν είναι ανελεύθερη;
Κανείς δεν είναι αρκετά άξιος για τον πανύψηλο πήχυ της, άρα είναι όλοι συλλήβδην απορριπτέοι.
Μόνη περιμένει το άλλο της μισό- αν και δεν το έχει ανάγκη, δεν είναι ημιτελής.
Πάντα την τρόμαζαν οι συναισθηματικές εξαρτήσεις και πάντα γνώριζε πώς να τις αποφεύγει.

Καμώνεται την ασυμβίβαστη αλλά δίνει ρεσιτάλ συμβιβασμών. Κρύβεται πίσω από ουτοπικές ανυπαρξίες και έτσι αφανίζεται και αυτή. Καμία επαφή και κανένα νόημα.

Η αποθέωση της τελειότητας είναι κλισέ ενώ η αποθέωση της ατέλειας επίτευγμα. Το να υποστηρίζεις σθεναρά τα αδύνατα σημεία σου είναι όχημα για την ευτυχία ενώ το να μάχεσαι για την ολοκληρωτική εξόντωση των ατελειών σου είναι αυτοϋπονόμευση.
Δεν υπάρχει τίποτα πιο απωθητικό από εναν άνθρωπο κομπλεξικό.  Η αποδοχή του εαυτού είναι αναγκαία συνθήκη για να μην εξελίσσεται η κάθε απόρριψη σε δράμα ολκής.
Και τελικά...η μόνη περίπτωση για να γίνει κανείς τέλειος, είναι να παραιτηθεί από την προσπάθεια για να το πετύχει. Αν αναλωθεί σε αυτή, σίγουρα θα έχει καταφέρει να γίνει αβάσταχτα πληκτικός.



Τετάρτη 28 Μαρτίου 2012

Κορεσμός

Ο ενθουσιασμός. Αυθόρμητο συναίσθημα στιγμιαίας ικανοποίησης που προέρχεται από την έκπληξη, το θαυμασμό και την απορία. Από την ανατροπή του σκηνικού. Το σκηνικό, όταν εδραιώνεται, παλιώνει και εξουθενώνει. Φθορά και θάνατος, και ακόμα χειρότερα...κορεσμός.

Το  πρωτόγνωρο είναι σαγηνευτικό, πυροδοτεί  δυνατές συγκινήσεις αλλά και την ευδαιμονία του ανεξερεύνητου. Τα ταξίδια μας συναρπάζουν γιατί μας φανερώνουν νέα σκηνικά, αθέατες πλευρές της Ψυχής μας. Το πιο δύσκολο είναι να καταστρώνουμε καθημερινά ταξίδια...από εκείνα που δεν απαιτούν γεγραφική μετακίνηση. Πάμε κόντρα στην ακινησία των πάντων, και τότε τα ελώδη ύδατα δε μοιάζουν τόσο εχθρικά.

Πόσο θα ήθελε να έχει τη ματιά την ανέπαφη από το χρόνο, με τη ζωηρή περιέργεια και το ακόρεστο της επιθυμίας. Να περπατήσει σε νέους δρόμους, ολόφωτους, με ανθρώπους που τίποτα δεν του θυμίζουν, να ξεχαστεί περπατώντας. Μαγεμένος από όσα περιμένουν στην επόμενη γωνία, από τις μαεστρικά σμιλεμένες αντιθέσεις, από μια εικόνα ικανή να παγιδεύσει τη ματιά του.
Να ξεχάσει το ρολόι του, τις εναλλαγές του φωτός και της θερμοκρασίας. Να στραγγίξει από τις ανασφάλειες που τον χρίζουν ανεπαρκή. Να παραιτηθεί από την καλπάζουσα φιλοδοξία του που καμώνεται τη σπουδαία και αξιώνει να χαράξει τα μελλούμενα.

Να νιώσει χαμένος για μια στιγμή. Συνεπαρμένος από κάτι που δε γνωρίζει και που ούτε μπορούσε να φανταστεί. Η ίδια η πραγματικότητα να τροφοδοτήσει τη φαντασία του. Να μην είναι χαμένος συνέχεια, σε έναν κόσμο που του γδύνει την αξιοπρέπεια και τον ντύνει με περιβολή συμβιβασμού.
Εκεί όπου πλέον όλα είναι γνώριμα και άρα θανάσιμα.

Να είναι όπως τότε, στο πρώτο του ταξίδι. Να συγκινείται ακόμα και με ένα τραγούδι λαλίστατο, ένα χαμόγελο με Ψυχή. Να καταλάβει ότι έχει μπουχτίσει όχι επειδή όλα τα έχει δει αλλά επειδή δε μπορεί να τα ζήσει. Από μακριά τα παρατηρεί, κουράζεται στη θέα τους, αποξενωμένος καθώς είναι από τα πάντα.
Ο κορεσμός είναι ανικανότητα αντίδρασης και ενθουσιασμού. Αλαζονεία ότι καποιος είναι φωστήρας ενώ στην πραγματικότητα είναι δυστυχισμένος επειδή είναι αδαής.
Ευλογία δεν είναι να νιώθεις κορεσμό αλλά να επιζητάς αχόρταγα τον επόμενο δρόμο, το επόμενο βίωμα, γνωρίζοντας ότι όσα και να δεις, στην ουσία δεν έχεις δει τίποτα.

Γραφή.

Η γραφή ουδέποτε ψεύδεται. Ακόμα και σε ένα γαλαξία κατά συρροή και καθ' έξιν εχθρών της αλήθειας, η γραφή τη διασώζει.
Πέρασαν χρόνια που φρονούσα πως όλα ίδια έμεναν- και εγώ η ίδια πιο ίδια από ποτέ. Και όμως, τα όσα αποκρυσταλλώνονταν στη γραφή μου κουβαλούσαν μια αλλαγή που για κάποιο λόγο επέμενε να κρύβεται. Ξεκινάω μια ιστορία χωρίς πλάνο, ευκαιρία να γλιτώσω από τους οχληρούς μου ψυχαναγκασμούς.
Οι ήρωες εύπλαστοι στα περιθώρια της ακμάζουσας φαντασίας μου, πότε καθρεφτίζουν εμμονές, ένοχες σκέψεις και θύμησες που στοιχειώνουν, και πότε με εκπλήσσουν με συμπεριφορές απρόσμενες.
Δεν ξέρω αν τους κυβερνάει η πένα μου ή αν αυτή κινείται ανάλογα με τα κελεύσματα που λαμβάνει από τους χαρακτήρες.
Και η ιστορία τρέχει, ξετυλίγεται, ξαφνιάζει και ξαφνιάζεται.
Μια διαδικασία μαγική που αφιονίζει το Χρόνο.

Για να κυλήσει η ιστορία όμως, στη δική μου περίπτωση προϋποθέτει μια συναισθηματική κατάσταση αλλόκοτη, ένα κράμα μελαγχολίας, θλίψης και προβληματισμού. Μια εσώτερη επιθυμία για την οικοδόμηση ενός εναλλακτικού κόσμου, ακόμα και αν είναι φαντασιακός.
Ποτέ δε μπορούσα να γράψω ούσα χαρούμενη- τουλάχιστον όχι ένα κείμενο με συνοχή, το οποίο να υπερβαίνει τις διακόσιες λέξεις.
Απεναντίας, πάντα έγραφα κινούμενη από το ανικανοποίητο, από μια πραγματικότητα εχθρική και ασφυκτική, από μια βουλιμική τάση να κατασπαράξω τον αλλοπαρμένο μου εαυτό.

Αυτό έβλεπα και στα διάφορα λογοτεχνικά αναγνώσματα που είχα από μικρή. Σχεδόν όλα απεικόνιζαν ιστορίες κάθε άλλο παρά συμβατικές ή τετριμμένες, αδιέξοδα, διλήμματα, φοβερή καταπίεση και καταστάσεις ζοφερές. Ο αναγνώστης ταυτίζεται με τέτοιες ιστορίες, είτε γιατί είναι και δικά του βιώματα, είτε γιατί πολύ θα ήθελε να γίνουν. Υπό την ασφάλεια και την απόσταση της μυθοπλασίας γίνεται κοινωνός μιας -τουλάχιστον- οριακής στιγμής, θυσίας, οδύνης, απώλειας, απολαμβάνοντας νοερά τον εξαγνισμό που συνήθως διαδέχεται την απόγνωση μιας θλιβερής ιστορίας.

Κανείς δεν ενδιαφέρεται να διαβάσει για ευτυχισμένους ανθρωπους. Προφανώς, η αναζήτηση ενός καλλιτεχνικού καταφυγίου εμφορείται από τη φλέγουσα ανάγκη για απαντήσεις, για λίγο φως στο χαώδες της ανθρώπινης ψυχοσύνθεσης. Νιώθουμε καλά όταν ο εκάστοτε ήρωας αποτυγχάνει, λαθεύει, χάνει τα πάντα ή καταλήγει καταθλιπτικός στη σκαιώδη μοναξιά του. Και νιώθουμε καλά γιατί δε νιώθουμε μόνοι. Μοιράζεται το φορτίο της ανημπόριας μας- και στο τέλος αντλούμε αισιοδοξία για το αύριο.

Γιατί το βασικό υλικό μιας πετυχημένης ιστορίας είναι η έμμεση φανέρωση λύσεων απέναντι σε ένα λανθάνον πρόβλημα. Η γλαφυρή αποτύπωση του ψυχισμού, όσο και να προξενεί την ηθελημένη ταύτιση του αναγνώστη με τον περιγραφόμενο χαρακτήρα, ουδέποτε αποθεώνει την ιστορία. Η ιστορία αποθεώνεται μέσα από τις αυτοσχέδιες λύσεις. Από λύσεις που ακόμα και ο ίδιος ο συγγραφεας αγνοεί προτού η πένα του τις ξετρυπώσει.
Η μαγεία της γραφής είναι η ανακάλυψη της Αλήθειας, που, κατά έναν οιωνεί πραξικοπηματικό τρόπο, επιβάλλεται. Δεσπόζει καθώς ξεπηδάει μέσα από ασυγκρατητες λέξεις και μορφές που συντίθενται ανεπιτήδευτα. Ακόμα και αν μια ιστορία δεν κατατείνει στην ανακάλυψη και αποκάλυψη της αλήθειας ως αυτοσκοπού, αν ο συγγραφέας είναι αυθεντικός, θα το καταφέρει.

Θεωρώ ότι δυνητικά είμαστε όλοι οι περιγραφόμενοι χαρακτήρες μιας ιστορίας, απλώς υπάρχουν πλευρές μας με τις οποίες δεν έχουμε εξοικειωθεί. Ψήγματα ετερόκλητων προσωπικοτήτων κατοικούν εντός μας αφυπνίζοντας ανατρεπτικές αντιδράσεις ή και προκαλώντας μας φρίκη ή αμηχανία.

Ας πούμε ότι η γραφή είναι για εμένα ο μίτος που με κρατάει σε επαφή με τις ποικίλες προσωπικότητες που αθροιστικά συνιστούν τον ψυχισμό μου. Πρόσωπα ακατάληπτα που με παιδεύουν και με διχάζουν, στο χαρτί εξημερώνονται και γίνονται προσεγγίσιμα.Ακόμα και αν μου κρύβονται με κάθε τρόπο, όταν είμαι θλιμμένη πάντα τα ξεσκεπάζω- και τότε ξορκίζω τη θλίψη και  τα κάθε λογής δαιμόνια.

Τρίτη 21 Φεβρουαρίου 2012

Μυστικό

Το Μυστικό και το Αίνιγμα γυρεύω, σε μια Συνοικία αληθοφανών ονείρων. Εκεί που η επίφαση εξελίσσεται σε εχθρό της Αλήθειας και τα βαθύτερα κίνητρα επιμένουν να λανθάνουν, σα να ανταμώνουν το γόητρό τους σε αυτή τη λανθάνουσα μορφή.
Σκηνές φαινομενικά επαναλαμβανόμενες χτίζουν μια κάλπικη ρουτίνα που εξουθενώνει και εξουθενώνεται. Δρόμους αδιέξοδους και καρδιές από πέτρα καμωμένες, τραγικά ευαίσθητες.
Η μυρωδιά του χώματος μετά από την καταιγίδα που έπνιξε σε μια λίμνη απόγνωσης προσδοκίες θνησιγενείς, άκαρπες συνθήκες, άγονες σκέψεις. Κι έπειτα άλλες οσμές, ανάκατες,  αλητεύουν στο μυαλό μου προσεταιριζόμενες το συνειδητό μου θάνατο. Την απόσταση από τις απολαύσεις. Τις ενοχές που με βδελυγμία μου δείχνουν το λησμονημένο μονοπάτι της πειθαρχίας. Νοσηροί ψυχαναγκασμοί καγχάζουν με τα γκρίζα, φρικαλέα τους πρόσωπα.
Μυρωδιά από αμύγδαλο, γιασεμί και βανίλια με κάνουν να σιμώνουν στο Μυστικό. Ένα βήμα πιο κοντά στο Μυστήριο αυτού του επιφανειακά απλοϊκού σύμπαντος.
Γεύση από φράουλα ώριμη και χυμώδη βασανίζει τον ουρανίσκο μου.
Στο καφενείο του νησιού, το ίδιο έργο στήνεται και σήμερα με αστεία πανομοιοτυπία.
Εφημερίδες ξεφυλλίζονται νωχελικά, η ατμόσφαιρα βαριά, τα νέα μέτρα ασήκωτα, αλλά η φτώχεια θέλει καλοπέραση και ο ένας καφές διαδέχεται τον άλλο. Βαρύς καφές, μερακλίδικος, να πάνε κάτω τα φαρμάκια. Και μπόλικα λουκούμια να γλυκάνει η Ψυχή. Το κανάκεμα τώρα είναι δικαίωμα.
Ακόμα και το χαμόγελο έχει κάτι από θάνατο. Είναι μισό, καλπάζει μίσος, ακόμα και άθελά του.

Ψάχνω τη Σωτηρία ενώ ακούω τα ζάρια να εκλιπαρούν για ένα γύρισμα της Τύχης. Ναι, από εκείνα που χαστουκίζουν στα ίσα τις πιθανότητες. Η γιορτή του Απίθανου θα είναι η δική μου Νίκη.

Έρχεσαι φουριόζα, με μια στοίβα χαρτιά. Διαλέγεις θέση, πιάνεις τα σγουρά σου μαλλιά σε αλογοουρά, να μη σε αποσπούν. Παραγγέλνεις διπλό ελληνικό και ,απορροφημένη ,κρατάς σημειώσεις και μελετάς σα να μην υπάρχει κόσμος γύρω σου. Αλάβαστρος η επιδερμίδα σου, τα χείλη σου ασύμμετρα, με ένα ροδαλό χρώμα, ερωτοτροπούν αυθάδικα. Φοράς σκουλαρίκια σε σχήμα παγωτού και φόρεμα λευκό. Η λιτότητα που αποθεώνει. Τα ψιμμύθια είναι για τους ανασφαλείς και εσύ εκπέμπεις  εικόνα δυναμικού ανθρώπου.

Δεν τολμώ να σου μιλήσω, αλλάζω μόνο τη μουσική, σαν από ένστικτο. Με το που ακούς τον Μorrissey, σηκώνεις το κεφάλι σα να μη μπορείς να χωνέψεις το σουρρεαλιστικό σκηνικό. Τα μάτια σου απολαμβάνουν τον παράταιρο συνδυασμό- καταμεσής ενός παλαιάς κοπής καφενείου ακούς την αγαπημένη σου μουσική. Με κοιτάς απορημένη-σα να μην καταλαβαίνεις ότι η παράσταση δόθηκε για χάρη σου. Ήδη αδυνατείς να αφοσιωθείς στα ιερά σου εγχειρίδια.
Τα μάτια σου ξεχειλίζουν από συναίσθημα και συγκινημένη αφύπνιση. Και οι μυρωδιές σε μια επονείδιστη συγχώνευση, ηδονική και ένοχη.

Η επικοινωνία χωρίς λέξεις είναι διττά σπουδαία. Είναι αυθόρμητη, ξάστερη και αληθινή.
Εμφανίστηκες μπροστά μου ένα διαβολεμένα συνηθισμένο πρωινό που η φύση εκπαιδευόταν ως συνήθως στο να με ξεγελάει για το προβλέψιμο της καθημερινότητας.Εκεί όπου τα βήματά μου με οδηγούσαν πάντα στο ίδιο γνώριμο σημείο, στο ίδιο οικείο τέλμα.
Δεν ξέρω αν είσαι περαστική ή αν ήρθες για να μείνεις. Αυτό που ξέρω είναι ότι η μορφή σου ήρθε να δώσει ζωή ακόμα και στο πιο θνησιμαίο χαμόγελο. Πανέμορφη, φευγαλέα, μαγική. Υφαίνεις εν αγνοία σου ένα μεγάλο Μυστήριο καμωμένο από περίτεχνα κρυμμένα Μυστικά.

Εμπιστευόμαστε όσα φαίνονται αλλά μας αποζημιώνουν αυτά που είναι. Το άρρητο Μυστικό τίκτει την Ελπίδα, το ανέλπιστο κυοφορεί την Ευτυχία. Και τελικά, η μεγαλύτερη παγίδα της ρουτίνας είναι ότι μας κάνει να ξεχνάμε το δικό μας Μυστικό που κρατάει και το κλειδί απεγκλωβισμού από αυτήν.

Κυριακή 19 Φεβρουαρίου 2012

Ετερώνυμα

Όταν όλα πάνε διαόλου, Εκείνος σκαρφίζεται τεχνικές επιβίωσης με μαεστρία ζηλευτή. Σα να τον εμπνέει η Καταστροφή, σα να τον διεγείρει ο Κίνδυνος. Όπου ρίσκο, εκείνος παρών. Χωρίς φόβο, με άπλετο πάθος μόνο. Και το χιούμορ υπ' αριθμόν ένα επιβάτης στις αποσκευές του σε κάθε ταξίδι, ιδίως σε διαδρομές όπου τα εμπόδια επιμένουν να αναφύονται σαν τα μανιτάρια.
Εκείνη, από την άλλη πλευρά, κάθε φορά που τα πράγματα ζορίζουν ή ανατρέπονται εκτροχιαζόμενα από το συνήθη τους ρου, γατζώνεται με φόβο διάχυτο στις παρυφές της απόγνωσης. Ισχυροποιεί την πιο σκοτεινή εκδοχή τιμώντας την με υπέρμετρη πίστη και παραλύει από το άγχος της ότι η επικείμενη συμφορά ισοδυναμεί με όλεθρο. Για χιούμορ ούτε αστείο, καμία αίσθηση του χιούμορ αλλά και ουδεμία εκτιμηση προς αυτό.

Πώς αυτοί οι δύο ενάντιοι κόσμοι διασταυρώθηκαν και επιπλέον ενώθηκαν σε μια κοινή πορεία, είναι απορίας άξιο. Μπορεί να οφείλεται στην κλισεδιάρικη θεωρία της έλξης των ετερωνύμων. Ίσως ο ένας ανιχνεύει στον άλλο ιδιότητες που του λείπουν και που έχει άμεση ανάγκη. Εκείνη, τον αποκαλεί αναίσθητο. Εκείνος πάλι, με ύφος ακλόνητης ηρεμίας, της απονέμει τον τίτλο της πρώτης πεσιμίστριας. Ανταλλάσσουν φλογερές εξυβρίσεις, οι τόνοι ανεβαίνουν, ο καθένας φωλιάζει σε ξεχωριστό δωμάτιο...αλλά μετά από λίγο...κάτι λείπει. Εκείνος πάει να την βρει για να προσκρούσει σε θεατρινίστικο γυναικείο πείσμα που κάμπτεται μετά από μερικά γλυκόλογα. Η ατμόσφαιρα παραμένει ηλεκτρισμένη αλλά το φορτίο είναι θετικό.

Το επόμενο πρωινό( ένα βροχερό και κυριολεκτικά απαίσιο πρωινό Δευτερας όπου βάλσαμο για τα τεταμένα νεύρα δεν υπάρχει)η Πραγματικότητα τους ξυπνά με ένα βλοσυρό βλέμμα. Ενοχλητική, πάντα εκεί, ξύλινη και ακανθώδης, αφόρητη.
Εκείνος θα πιει καφέ σιγοτραγουδώντας, Εκείνη θα αραδιάσει με τέχνη όλα τα μικρά και τα μεγάλα που τής ληστεύουν το κέφι. Απλήρωτοι λογαριασμοί, μια δουλειά απωλεσθείσα, ληξιπρόθεσμα σχέδια, η μεμψιμοιρία που ατενίζει παντού γύρω της. Το σπίτι την καλεί σαν ασφαλές καταφύγιο, δε θέλει άλλο να αντιμετωπίζει τα εγκόσμια, η αγριάδα του κόσμου τη σοκάρει, η χυδαιότητά του τής μοιάζει εμετική.
Εκείνος την καθησυχάζει με κουβέντες αποπροσανατολιστικές, ψελλίζει ακαταλαβίστικες λέξεις και -άγνωστο πώς- την κάνει να γελάει. Ακόμα και οι γκριμάτσες του είναι αστείες, δεν παίρνει τον εαυτό του στα σοβαρά, αυτοσαρκάζεται και ,ακόμα και το απίθανο, φαντάζει απολύτως πιθανό.

Όπως ένα βράδυ του Ιουλίου, με ζέστη αβάσταχτη και υγρασία, που τής τηλεφώνησε για να της πει ότι του έκλεψαν ένα αξιοσέβαστο ποσό από το μαγαζί. Ατάραχη η χροιά της φωνής του, ατάραχος και ο ίδιος όταν τον είδε να την περιμένει στην είσοδο του σπιτιού τους. Πανικόβλητη Εκείνη, άρχισε να ρωτάει πώς και γιατί, σε ένα φοβερό χάος φλυαρίας. Εκείνος χαμογελούσε νηφάλιος και δεν είπε τίποτα. Την πήγε για φαγητό και κρασί σε ένα υπέροχο εστιατόριο με ειδυλλιακό κήπο. Τα κατάφερε να την κάνει να ξεχάσει τα καθέκαστα. Έστω και αν ήταν για εκείνη τη βραδιά μόνο.

Η νοστιμιά της ζωής βρίσκεται στις αντιθέσεις. Δύο άνθρωποι με διαφορετικές αντιδράσεις δε σημαίνει ότι είναι αντίθετοι. Τα ετερώνυμα έλκονται όχι επειδή βρίσκονται σε ενάντιους πόλους αλλά επειδή το ένα βλέπει στο άλλο τον Άλλο του εαυτό, αυτόν που φοβάται, απαρνείται ή αναζητεί με λαχτάρα. Είναι σπουδαίοι οι διαφορετικοί από εμάς συνταξιδιώτες γιατί φωτίζουν αθέατα σοκάκια που μόνοι μας ποτέ δε θα είχαμε το θάρρος να ακολουθήσουμε.

Είναι αυτό που λένε συμπληρωματικότητα. Όταν νιώθεις λειψός, δεν έχεις ανάγκη από ένα αντίγραφο του εαυτού σου αλλά από μία λανθάνουσα πλευρά του. Και αυτή συνήθως επιστρατεύεται μόνο μέσα από την πρόκληση του ετερώνυμου. Απρόκλητα όσο και απρόσκλητα, πάντα όμως Αναγκαία.

Σάββατο 11 Φεβρουαρίου 2012

Μηδέν

Στο ίδιο σημείο, πέντε το απόγευμα. Ανεξαρτήτως καιρού, επί ένα μήνα η ίδια ιστορία.
Χειμώνας δριμύς, ο κόσμος προτάσσει το πιο άγριο πρόσωπό του και η φιγούρα της ψάχνει καταφύγιο παρατηρώντας τον κόσμο να χαράζει τη δική του διαδρομή στην οποία δε μπορεί να βρει θέση.
Υπό του μηδενός η θερμοκρασία, ομοίως και η αξιοπρέπεια. Αφηνιασμένα πρόσωπα, άδεια βλέμματα, σφιγμένα χείλη. Κάποιοι, πεισματικά αισιόδοξοι, οργανώνουν εκστρατεία αντίστασης στη βουλιμική μιζέρια. Μερικές στιγμές είναι αξιοθαύμαστοι, άλλες πάλι γραφικοί.
Η πραγματικότητα, με ένα κατακτητικό μένος, καταβροχθίζει ακόμα και τα πιο ρωμαλέα όνειρα.
Η χυδαία κοροϊδία, ο συμβιβασμός, η εκποίηση των πάντων.
Οι εξελίξεις τρέχουν μόνες τους, η δυνατότητα επηρεασμού της τροχιάς τους μηδενική, παντού το μηδέν κυρίαρχο, κλείνει μέσα του ένα σύμπαν ακεραιο, βουτηγμένο σε ελώδη ύδατα.
Προσπαθεί να κρεμαστεί από μικρές εικόνες, με φόντο το διασωθέντα κινηματογράφο- μια ρετρό εικόνα που ερεθίζει την παρελθολαγνεία της. Η μυρωδιά του ποπ- κορν, τα πολύχρωμα κασκωλ, το ύφος μετά από την παρακολούθηση μιας ταινίας, η αίσθηση ότι γίνεσαι κοινωνός σε ένα θέαμα λιγότερο σουρεαλιστικό από αυτό που διαδραματίζεται καθημερινά στην πολιτική σκηνή.
Η λύτρωση του να είσαι αμέτοχος σε κάτι που ουδόλως σε αφορά είναι ταξίδι του πνεύματος άπό τα λίγα.
Ο εγκλωβισμός σε έναν κομπαρσικό ρόλο σε μία παράσταση που φτιάχτηκε για εσένα είναι από μόνος του πηγή οξείας παραφροσύνης.

Το κρύο διαπερνά τα κορμιά, φέτος ακόμα και οι καιρικές συνθήκες βάλθηκαν να μετάσχουν σε αυτή την ανίερη συμμαχία. Και οι δρόμοι είναι οι ίδιοι, ο κινηματογράφος εκεί όλο πείσμα, τα πρόσωπα δεν έχουν ακόμα στραγγίξει από Ψυχή. Η εικόνα είναι εικόνα παραίτησης, σαν λεηλασία ονειρικού τοπίου. Σαν μια αισχρή βεβήλωση.

Ακούει ανθρώπους στο μέσο αφηνιασμένου συζητήσεων, να αναρωτιούνται τι μέλλει γεννέσθαι, σε μια αναμάσηση της φρικτής επικαιρότητας. Ανεργία, ανέχεια, περικοπές, χρεοκοπία, πώς οι δικοί τους έχουν ήδη μετοικήσει σε διάσπαρτα σημεία των πέντε ηπείρων και των επτά θαλασσών.
Μια διάχυτη απόγνωση που αγγίζει τα όρια της καταστροφολαγνείας.

Μα πρέπει να καταστραφεί  κάθε τι που πάσχει, το να υπάρχει παρασιτικά είναι επαίσχυντο.
Δεν έχει διασωθεί ούτε ένα ψήγμα ντροπής;
Όλοι κοιτάζουν πώς θα διασώσουν ό, τι έχουν ή πώς θα αναστηλωθούν μετά τα απωλεσθέντα;
Όλο αυτό το τραγελαφικό πανηγύρι που επεξεργασμένα και ετεροχρονισμένα σερβίρεται από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης τρομάζει επειδή απειλεί την επιβίωση του καθενός από εμάς ή επειδή αντανακλά τα συντρίμμια ενός νοσούντος κόσμου που δεν έχει τη δύναμη ούτε να ντραπεί για την κατάντεια του;

Το Μηδέν είναι μακριά πια. Πολύ πιο κάτω, σε ένα ρυπαρό πυθμένα, εκλιπαρούμε να το φτάσουμε.
Γιατί το Μηδέν είναι η ολόφωτη Αφετηρία και εμείς αλαλάζουμε στο έρεβος.
Η παρακμή είναι αναγκαία συνθήκη για την Αναγέννηση, μόνο που πρέπει να φτάσει στα έσχατα για να ανιχνευσει ελπίδα μέσα από την πανωλεθρία.
Δεν τής ταιριάζει αυτός ο Κόσμος που σκαρώνει σχέδια μόνος του και εκείνη πρέπει να αρέσκεται στην αποδοχή τους. Ντρέπεται για τη μικρότητα του Κόσμου, για την αρρωστημένη του φιλαυτία.

Κάθε μέρα, πέντε το απόγευμα, ανεξαρτήτως καιρού, ακόμη και με καταρρακτώδη βροχή. Επιμένει να τον παρατηρεί αυτό τον Κόσμο, με ντροπή και οίκτο, και οργή. Διαισθάνεται μια θύελλα σαρωτική.Μια συσσωρευμένη ορμή που μαίνεται φυλακισμένη και θα εκδηλωθεί βίαια.
Και μέσα από το βλέμμα της που παραμένει αλώβητο από τη δίνη της εποχής, δε μπορεί να δει το Μηδέν γιατί απλούστατα δεν υπάρχει. Ένας  πελώριος κύκλος , ακατανόητος, σκιαγραφεί μέσα στην απεραντοσύνη του, το δικό του παράξενο Αίνιγμα.

Δευτέρα 6 Φεβρουαρίου 2012

Τύχη

Και της το έλεγε, να μην προκαλεί την Τύχη της. Εκείνη είχε μια εγγενή τάση τυχοδιωκτισμού που δεν μπορούσε μα και δεν ήθελε να αποδιώξει. Έβρισκε πολύ γουστόζικη την πρόκληση της Τύχης, είχε μια σπάνια νοστιμάδα, εκείνη του ένοχου εθισμού.
Αυτή η τόλμη της που αψηφούσε κάθε ρασιοναλιστική νουθεσία, έκανε τη σχέση της με την Τύχη αμφίδρομα ενδιαφέρουσα. Πολλές φορές, και μέσα από ένα δυσεξήγητο γαϊτανάκι αλυσιδωτών συμβάντων, η Τύχη της δώριζε πλουσιοπάροχα όσο και ανέλπιστα από υλικά αγαθά έως πάσης φύσεως ευκαιρίες.
Σε διηνεκή εγρήγορση, η μορφή της μοιάζει να περιμένει εναγωνίως την επόμενη ευκαιρία.
Σα να της χρωστάει κάτι αυτή η κυκλοθυμική Θεά Τύχη.

Τα απότομα γυρίσματά της την τρομοκρατούν. Ακόμα δεν έχει εξοικειωθεί με την προσωρινότητα του θυμικού της. Δεν υπάρχει τυχερός και άτυχος, παρά μόνο υπό τη μορφή περιστασιακής ταμπέλας αναφερόμενης σε δείνα χρονική στιγμή ή ευρύτερη χρονική περίοδο.
Εκτός από την ευτυχία, που θεμελιώνεται στην εμπέδωση της παροδικότητάς της, η Τύχη είναι εξίσου φευγαλέα δύναμη. Φευγαλέα αλλά καταλυτική. Τα στίγματά της παραμένουν ανεξίτηλα ακόμα και αν τη διαδεχθούν αλλεπάλληλες περίοδοι αδιανόητης ατυχίας.
Γιατί κάθε φορά που η Τύχη συμπράττει μαζί σου σε μία αθέατη συνομωσία, σε κατακλύζει μία ευγνωμοσύνη βαθύτατη, από εκείνες που σε οδηγούν σε αγαλλίαση και ανάταση.
Η στιγμή, η αλληλουχία των γεγονότων, οι αιφνιδιασμοί, το αναποδογύρισμα των σχεδίων, η πλεκτάνη που στήνει με σαρδόνιο γέλιο αυτή η τετραπέρατη επίφαση της πραγματικότητας.

Η Τύχη τη συνετίζει κάθε φορά που παρασύρεται σε λογικοφανή συμπεράσματα. Κάθε φορά που οι γελοίοι της απολογισμοί αποτιμούν τους καρπούς κάθε μέρας με ζαβολιάρικες ζυγαριές. Αλλά και κάθε φορά που η φιληδονία της οδηγεί σε έξαρση την άπληστη φύση της νομιμοποιώντας ένα υβριστικό αίσθημα ανεπάρκειας. Με μία απροσδόκητη έλευση υπογραμμίζει ότι είναι απρόβλεπτη και ασταθής. Αδυνατεί να είναι πάντα παρούσα- το ζητούμενο είναι να αδράττεις την ευκαιρία που έστω και μεταμφιεσμένη σου παρέχεται. Να μην κοιμάσαι, να μη φοβάσαι, να μη φοράς παρωπίδες, να μην αφήνεις την όρασή σου να θαμπώνει.

Έτσι και σήμερα. Μία μέρα όπου όλα μοιάζουν στραβά και ένας καλός οιωνός μοιάζει από καιρό άφαντος. Βρέχει καταρρακτωδώς, φυσάει μανιασμένα, οι δουλειές κωλυσιεργούν και όλοι μοιάζουν κατσουφιασμένοι. Η ελπίδα δε διακρίνεται πουθενά. Ακόμα και ο καφές της έχει αλλιώτικη γεύση, άνοστη. Είναι από εκείνες τις μέρες που περιμένει την επόμενη αναποδιά, όχι την επόμενη ευκαιρία.
Κι εκείνος την έχει στήσει εδώ και ένα τέταρτο, ακούει τη φωνή του να επιμένει''Άσε την τύχη σου ήσυχη. Μην την προκαλείς''- και ο άνεμος μαίνεται, κόρνες ακούγονται παντού, μια διάχυτη δυσαρέσκεια γύρω της.

Μέσα της όμως αναφύεται ένας άλλος κόσμος. Ξέρει πως όλη αυτή η ατυχία είναι τέχνασμα της Τύχης για να την αποζητάμε με λαχτάρα. Και μέσα από τους λασπωμένους δρόμους, τα μουτρωμένα πρόσωπα, τις οικονομικές τραγωδίες και την οχληρή βοή κάθε μερας, διακρίνει την Τύχη σαν δύναμη μαγικής μεταμόρφωσης. Ξέρει ότι θα έρθει κάποια στιγμή να νεκρώσει αυτό το Χάος αλλά δεν ξέρει το πότε. Μέχρι τότε λέει να το απολαύσει- χωρίς να πάψει λεπτό να την προ(σ)καλεί.

Το απόλυτο

Ζω για το απόλυτο μονάχα, κι ας πληγώνει, κι ας είναι αυταρχικό.
Σε κάθε ζήτημα βλέπω μία οπτική γωνία, ακόμα και αν δεν είναι η σωστή, ξέρω ότι είναι η δική μου.
Πολλοί με πολέμησαν για τις δογματικές μου πεποιθήσεις που με σημαία την αδιαλλαξία διεκδικούσαν...απόλυτη ισχύ. Άκαμπτες, με σκληρό πυρήνα, αυτεξούσιες.

Οι πολλές εκδοχές και οι διφυείς συλλογισμοί δεν είναι για εμένα παρά εξαπάτηση της Αλήθειας. Η Αλήθεια είναι μία, πώς μπορεί να είναι μετριοπαθής και να διέρχεται μέσα από εναλλακτικούς δρόμους;
Το Πάντα και το Τίποτα είναι οι μόνες αποδεκτές λέξεις στο λεξιλόγιό μου. Κατάφαση ή άρνηση, ποτέ η αποτρόπαια φύση μιας ασαφούς απάντησης.
Τα διλήμματα είναι κόλπα πρόχειρα για εκείνον που είναι ανίκανος να αποφασίσει.

Η ασίγαστη ορμή μου να κυνηγάω όσο και να λέω την Αλήθεια με όλη την ανεπιθύμητη συχνά ωμότητά της, με έκανε μη αρεστό, ακόμα και παρείσακτο. Μου δημιούργησε εχθρούς που ποτέ δεν τους είδα έτσι. Ο εχθρός είναι υπολογίσιμος και πώς να μετρήσει κάποιος που αρέσκεται να ακούει ό,τι του θωπεύει τα αυτιά;
Η τάση μου για αμείλικτη, εξονυχιστική κριτική, μου άνοιξε νέους επαγγελματικούς ορίζοντες, ακριβώς τη στιγμή που το να παρέχω ψυχολογική συνδομή σε άτομα ανεπίδεκτα μαθήσεως και ολότελα άμοιρα θελήσεως, είχε αποβεί μια πληκτική, ανυπόφορη διαδικασία.
Έγινα κριτικός τέχνης, και μάλιστα με επιτυχία. Η αιχμηρή μου πένα δεν άργησε να αποκτήσει φανατικούς οπαδούς. Ένα από τα πιο ερεθιστικά κομμάτια της κριτικής είναι η αναλγησία της. Ο σχολιασμός  του κρινόμενου αδέκαστα, αλλά και από τη σκοπιά του απαιτητικού κριτή που ανιχνεύει τα ψεγάδια μακρόθεν. Ελλείψει λογοκρισίας, άφησα τη δηκτικότητά μου να οργιάσει.

Με εξέφραζε η δουλειά μου και η καθημερινότητά μου ήταν απόκοσμη μεν, με τις ποθητές συναναστροφές δε. Ωσπου από το πουθενά έπεσε στα χέρια μου ένα δημοσίευμα που χαρακτήριζε την κριτική μου υπερφίαλη και σνομπ ! Άλλαξα χίλια χρώματα και ήπια τρία ποτά για να χαλαρώσω.

Κριτική στην κριτική ! Πού ακούστηκε; Είχαν αρχίσει να παρεισφρύουν στα χωράφια μου ιταμοί εισβολείς. Εκτός του ότι αμαύρωναν την ποιότητα της δουλειάς μου, έθιγαν σε σπουδαίο βαθμό την τιμή και την υπόληψή μου.
Κίνησα γη και ουρανό για να βρω αυτόν τον άσημο δημοσιογραφίσκο που τόλμησε να με προσβάλλει με τη θρασεία του πένα. Δε δέχτηκε να με συναντήσει από κοντα, η φωνή του στην άλλη άκρη της γραμμής ειρωνική.
'' Δε βλέπω το λόγο. Κάνω τη δουλειά μου, όπως και εσείς.Θα απολογηθώ και για αυτό'';
''Από πότε κρίνετε την κριτική κάποιου; Στερέψατε από ιδέες;''
'' Δε χρειάζομαι ειδική εξουσιοδότηση για αυτό. Κρίνετε και είστε αλλεργικός στην κριτική'';
''Αρκετά ! Δε γνωρίζετε τίποτα για εμένα''
''Ούτε και εσείς γνωρίζετε τίποτα για εσάς. Δε νοείται κριτική χωρίς αυτοκριτική''
Κατέβασα το ακουστικό με σαστισμάρα. Η σύντομη συνομιλία με εξουθένωσε.
Ένας ΄άγνωστος κατάφερε να σαρώσει τις σταθερές μου μέσα σε λιγα λεπτά και να κλυδωνίσει συθέμελα το οικοδόμημα των απολυτοτήτων μου.

Ήμουν άραγε μονόχνωτος;;Έκλεινα σε κουτάκια κάθε τι που έμοιαζε επιρρεπές στην αποστασία; Απλοποιούσα κάθε συνθετότητα που έμοιαζε πρόθυμη να μαράνει την κατανυκτική ηρεμία της μέρας;
Εστίαζα με πάθος στην κριτική αλλότριων προσώπων, δημιουργημάτων και καταστάσεων για να μην αφεθώ στης ψυχής μου τα δύσβατα μονοπάτια;
Και τελικά γύρευα το απόλυτο όταν στην αυτοκριτική μου ήμουν απόλυτα τυφλός;

Απεικάσματα μιας ζωής σε αέναη ανασύνθεση, να λησμονεί από πού ξεκίνησε και για πού κινεί.
Ακροβάτης ανάμεσα σε έννοιες με φορτίο ασήκωτο, να επιλέγω ασυλλόγιστα μια όχθη για να μη γευτώ την κατάρα της αμφιταλάντευσης.
Σιγμή δε σκέφτηκα αν οι επιλογές μου με εξέφραζαν στο ελάχιστο. Μου αρκούσε που τις έκανα σε μια αυτοματοποιημένη διαδικασία, και έπειτα καμάρωνα πίσω από το προσωπείο της εξέχουσας προσωπικότητας.
Οι ατέλειες των γύρω μου που διόγκωνε η νοσηρή μου σκέψη, απομάκρυναν το βλέμμα μου από τα σημάδια της δικής μου ψυχής με την οποία είχα συνειδητά κόψει παρτίδες.
Απόλυτα χαμένος, απόλυτα ψεύτικος, απόλυτα μόνος.
Σε μια νίκη από καιρό χαμένη, να κυνηγάω χίμαιρες και να διχάζομαι χωρίς καν να το συναισθάνομαι.
Να μην ανήκω πουθενά, αυτή νομιζα πως θα ήταν η λύτρωσή μου.

Και τώρα που τα χρόνια πέρασαν και δεν είμαι περήφανος για τη φτηνή επιδίωξη του Απόλυτου, ξέρω πως εκείνο κατοικεί εκεί όπου το βλέμμα με παρρησία πλανάται στης Ψυχής τα έγκατα και τη συγκλονίζει με τη διαπεραστική του δύναμη. Δεν δειλιάζει, δεν κρύβεται, δεν εθελοτυφλεί εξωραϊζοντας τερατουργήματα. Δεν αρκείται σε ψήγματα Αλήθειας παρά μόνο στην Αλήθεια ολάκερη. Δεν τολμάει να κρίνει αν δεν κριθεί πρώτα με αφοπλιστική ειλικρίνεια.

Μέχρι να αποχαιρετήσω τα θρασύδειλα τεχνάσματα της ελιτίστικης κομπορρημοσύνης μου, το Απόλυτο θα παραμένει υψηλά ιστάμενο, αν όχι απροσπέλαστο.
Και δε μπορώ να κρίνω αν πρώτα δεν κριθώ. αυτό είναι κάτι στο οποίο θα συμφωνήσω απόλυτα με τον κριτή μου, και ας συγχύζομαι ακόμα όταν σκέφτομαι εκείνη τη συνομιλία μας.