Κυριακή 19 Φεβρουαρίου 2012

Ετερώνυμα

Όταν όλα πάνε διαόλου, Εκείνος σκαρφίζεται τεχνικές επιβίωσης με μαεστρία ζηλευτή. Σα να τον εμπνέει η Καταστροφή, σα να τον διεγείρει ο Κίνδυνος. Όπου ρίσκο, εκείνος παρών. Χωρίς φόβο, με άπλετο πάθος μόνο. Και το χιούμορ υπ' αριθμόν ένα επιβάτης στις αποσκευές του σε κάθε ταξίδι, ιδίως σε διαδρομές όπου τα εμπόδια επιμένουν να αναφύονται σαν τα μανιτάρια.
Εκείνη, από την άλλη πλευρά, κάθε φορά που τα πράγματα ζορίζουν ή ανατρέπονται εκτροχιαζόμενα από το συνήθη τους ρου, γατζώνεται με φόβο διάχυτο στις παρυφές της απόγνωσης. Ισχυροποιεί την πιο σκοτεινή εκδοχή τιμώντας την με υπέρμετρη πίστη και παραλύει από το άγχος της ότι η επικείμενη συμφορά ισοδυναμεί με όλεθρο. Για χιούμορ ούτε αστείο, καμία αίσθηση του χιούμορ αλλά και ουδεμία εκτιμηση προς αυτό.

Πώς αυτοί οι δύο ενάντιοι κόσμοι διασταυρώθηκαν και επιπλέον ενώθηκαν σε μια κοινή πορεία, είναι απορίας άξιο. Μπορεί να οφείλεται στην κλισεδιάρικη θεωρία της έλξης των ετερωνύμων. Ίσως ο ένας ανιχνεύει στον άλλο ιδιότητες που του λείπουν και που έχει άμεση ανάγκη. Εκείνη, τον αποκαλεί αναίσθητο. Εκείνος πάλι, με ύφος ακλόνητης ηρεμίας, της απονέμει τον τίτλο της πρώτης πεσιμίστριας. Ανταλλάσσουν φλογερές εξυβρίσεις, οι τόνοι ανεβαίνουν, ο καθένας φωλιάζει σε ξεχωριστό δωμάτιο...αλλά μετά από λίγο...κάτι λείπει. Εκείνος πάει να την βρει για να προσκρούσει σε θεατρινίστικο γυναικείο πείσμα που κάμπτεται μετά από μερικά γλυκόλογα. Η ατμόσφαιρα παραμένει ηλεκτρισμένη αλλά το φορτίο είναι θετικό.

Το επόμενο πρωινό( ένα βροχερό και κυριολεκτικά απαίσιο πρωινό Δευτερας όπου βάλσαμο για τα τεταμένα νεύρα δεν υπάρχει)η Πραγματικότητα τους ξυπνά με ένα βλοσυρό βλέμμα. Ενοχλητική, πάντα εκεί, ξύλινη και ακανθώδης, αφόρητη.
Εκείνος θα πιει καφέ σιγοτραγουδώντας, Εκείνη θα αραδιάσει με τέχνη όλα τα μικρά και τα μεγάλα που τής ληστεύουν το κέφι. Απλήρωτοι λογαριασμοί, μια δουλειά απωλεσθείσα, ληξιπρόθεσμα σχέδια, η μεμψιμοιρία που ατενίζει παντού γύρω της. Το σπίτι την καλεί σαν ασφαλές καταφύγιο, δε θέλει άλλο να αντιμετωπίζει τα εγκόσμια, η αγριάδα του κόσμου τη σοκάρει, η χυδαιότητά του τής μοιάζει εμετική.
Εκείνος την καθησυχάζει με κουβέντες αποπροσανατολιστικές, ψελλίζει ακαταλαβίστικες λέξεις και -άγνωστο πώς- την κάνει να γελάει. Ακόμα και οι γκριμάτσες του είναι αστείες, δεν παίρνει τον εαυτό του στα σοβαρά, αυτοσαρκάζεται και ,ακόμα και το απίθανο, φαντάζει απολύτως πιθανό.

Όπως ένα βράδυ του Ιουλίου, με ζέστη αβάσταχτη και υγρασία, που τής τηλεφώνησε για να της πει ότι του έκλεψαν ένα αξιοσέβαστο ποσό από το μαγαζί. Ατάραχη η χροιά της φωνής του, ατάραχος και ο ίδιος όταν τον είδε να την περιμένει στην είσοδο του σπιτιού τους. Πανικόβλητη Εκείνη, άρχισε να ρωτάει πώς και γιατί, σε ένα φοβερό χάος φλυαρίας. Εκείνος χαμογελούσε νηφάλιος και δεν είπε τίποτα. Την πήγε για φαγητό και κρασί σε ένα υπέροχο εστιατόριο με ειδυλλιακό κήπο. Τα κατάφερε να την κάνει να ξεχάσει τα καθέκαστα. Έστω και αν ήταν για εκείνη τη βραδιά μόνο.

Η νοστιμιά της ζωής βρίσκεται στις αντιθέσεις. Δύο άνθρωποι με διαφορετικές αντιδράσεις δε σημαίνει ότι είναι αντίθετοι. Τα ετερώνυμα έλκονται όχι επειδή βρίσκονται σε ενάντιους πόλους αλλά επειδή το ένα βλέπει στο άλλο τον Άλλο του εαυτό, αυτόν που φοβάται, απαρνείται ή αναζητεί με λαχτάρα. Είναι σπουδαίοι οι διαφορετικοί από εμάς συνταξιδιώτες γιατί φωτίζουν αθέατα σοκάκια που μόνοι μας ποτέ δε θα είχαμε το θάρρος να ακολουθήσουμε.

Είναι αυτό που λένε συμπληρωματικότητα. Όταν νιώθεις λειψός, δεν έχεις ανάγκη από ένα αντίγραφο του εαυτού σου αλλά από μία λανθάνουσα πλευρά του. Και αυτή συνήθως επιστρατεύεται μόνο μέσα από την πρόκληση του ετερώνυμου. Απρόκλητα όσο και απρόσκλητα, πάντα όμως Αναγκαία.

Δεν υπάρχουν σχόλια: