Κυριακή 17 Ιουλίου 2016

Ονειρικό Καλοκαίρι

Η καλοκαιρινή δροσιά τον καθοδηγούσε σε δρόμους απέραντους, χωρίς σημάδια. Γιορτή απεραντοσύνης, ελευθερία στην ψυχή και όνειρα αγέρωχα. Περπατά με ρυθμό, ευθυτενής σαν άλλοτε, νιώθει ακόμα και γοητευτικός, και ας παρήλθε η πρώτη του νιότη ανεπιστρεπτί. Φυλάκισε σε ένα δωμάτιο όλο σκόνη τις εμμονές του. Την αίσθηση της αποτυχίας, τα σφάλματα, τους φόβους ,τη λερναία καταδίωξη από νοσηρά σύνδρομα. Αίφνης, αγνοώντας το πώς, άρχισε να ζει. Κατάλαβε στην πράξη πως η θεωρία είναι παραπλανητική προδιάθεση. Για τα πιο ουσιαστικά δεν υπάρχει εγχειρίδιο με κατευθυντήριες γραμμές, συστάσεις και προειδοποιήσεις. Αφήνεται σε έναν καταιγισμό από αναπάντεχα για να μη νεκρωθεί η επιθυμία του για ζωή. Το ταξίδι του είναι γεμάτο γνώση μα και πλήρες σε συναισθήματα. Γνώση και συναίσθημα σε αέναη αλληλόδραση, σε αμοιβαία νοηματοδότηση, γιατί μόνο του το καθένα είναι άμοιρο ουσίας ή ισχύος. Γνώση δίχως συναίσθημα είναι απογυμνωμένη από αγάπη και φως, είναι απρόσφορη απόπειρα κατανόησης του νοήματος, μια βουτιά στο κενό. Μα και συναίσθημα χωρίς γνώση ισοδυναμεί με άλογη παρόρμηση, με ακατέργαστη ροπή προς συγκεχυμένες πολιτείες, μια μεθυσμένη πορεία σε ταραχώδη ύδατα.
 
 
Σε εγρήγορση πάντα, να μη χάσει δευτερόλεπτο, να μην ξεφύγει το απειροελάχιστο της στιγμής από τα χέρια του, να μην προσπεράσει η ματιά του τη σπάνια ομορφιά του παρόντος. Την ανιχνεύει πάση θυσία, σε σύγκρουση με τον εμμονικό εαυτό του που σκαρώνει αυτοσχέδια σύμπαντα με ονειρική διάσταση. Πίσω από όλα τα τετριμμένα σκηνικά μιας φαινομενικά ουδέτερης και πληκτικής ημέρας, στοιχίζονται με συστολή όλα τα παράδοξα και σαγηνευτικά που αδυνατεί να μετουσιώσει σε λόγο, η αβάσταχτη ομορφιά της σεμνότητας, εκείνων των στοιχείων που καταβάλλουν κοπιώδη προσπάθεια για να περάσει απαρατήρητη η ιδιαιτερότητά τους. Η ιδιαιτερότητα αγαπάει το αθόρυβο, η αυτοπροβολή την κάνει να αναιρείται. Η ανασφάλεια είναι εκείνη που γονυπετής εκλιπαρεί για αυτοπροβολή, για τροφοδότηση της αυταρέσκειας, για εδραίωση του φαύλου κύκλου.
 
 
Το όνειρό του είναι ένα δροσερό Καλοκαίρι στην έρημη πόλη. Σχεδόν στοιχειωμένη, τόσο μοναχική που μοιάζει με άλλη, και άλλος γίνεται και αυτός στα αμφίβολα πλαίσιά της. Μόνος μαζί με τη μορφή της, με βιβλία και φράσεις εγγεγραμμένες στα δώματα της μνήμης, με εικόνες διαχρονικής μεταβολής, όπου οι σταθερές επιζούν επώδυνα, με μελωδικά καλέσματα και αναστατωμένους σκοπούς, χωρίς κάποια κλισεδιάρικη προοπτική καλοκαιρινής εξόρμησης. Λυτρωμένοι από την προσδοκία μιας υποτιθέμενης γιατρειάς, με τη γεύση ενός στυφού ποτού και τον θεότρελο αέρα μιας βραδιάς με πανσέληνο, γεμάτοι αγάπη να συμπορεύονται σε έναν κόσμο που επιμένει να εκτροχιάζεται της καθιερωμένης του πορείας, θλιβερό και αλλόκοτο, απρόβλεπτο και ευμετάβλητο, χαοτικό και ασταθή.
 

 
 Έπαψε να φοβάται όταν είδε το φόβο να πεθαίνει στο βλέμμα της. Εκείνη τη στιγμή, σκοτώθηκε και ο δικός του φόβος. Σταμάτησε να αναζητεί ταυτότητα μέσα από αμφίσημες πραγματικότητες, να διεγείρει τις εμμονές του μέσα από αλλοπαρμένες ερμηνείες, να βαπτίζει αφύσικο κάθε τι που είναι ασύμβατο προς το κοινώς αποδεκτό. Παραιτήθηκε από έναν άκαρπο αγώνα αποδείξεων. Η ζωή έγινε μια σωτήρια συμπόρευση. Άρνηση των βασάνων, εγκατάλειψη αδιεξόδων, απώλεια ηττοπάθειας, ώθηση προς τα εμπρός και απελευθέρωση. Τα όνειρα δεν έμειναν καταδικασμένα σε ανυπόστατα οράματα. Τη μία μέρα είναι ενδόμυχες διεργασίες και την άλλη επιλέγουν να γίνουν επαναστατική πραγματικότητα. Απελευθερώνουν την ουσία και προλογίζουν τα πλέον απίθανα θαύματα. Μοιάζουν όλα τόσο αλλιώτικα τότε, η αποτυχία που ήταν μεταμφιεσμένη παρότρυνση για αλλαγή κατεύθυνσης, η απόρριψη που ήταν πίστωση χρόνου για περισυλλογή και αποφυγή του αυτού λάθους, ο ανομολόγητος έρωτας που αν είχε φανερωθεί δε θα του κληροδοτούσε μια τόσο δυνατή ανάμνηση. Αλυσιδωτά όλα, αναγκαία και όλα μαζί ικανά για το σημείο που τώρα διανύει που είναι αυτός ο ίδιος και δεν κουβαλάει έναν ξένο μέσα του που έχει να εξιστορήσει έναν βίο παράλληλο.
 
 
 Πόσο παράξενο είναι τελικά, το νόημα να ξεπροβάλλει ακριβώς τη στιγμή που παύει να το αναζητεί. Που ζει μόνο, γιατί αυτό είναι το μόνο που έχει να κάνει. Το μόνο που έχει σημασία. Το νόημα είναι παντού , διάχυτο, δε χρειάζεται να το κυνηγάει, ούτε να το υποθέτει. Κατοικεί στη στιγμή, στην εγρήγορση της οντότητάς του, στην άσβηστη επιθυμία του για ζωή, στη γνώση και το συναίσθημα. Στο ονειρικό του Καλοκαίρι που δεν είναι πια ουτοπία, αλλά υποστατή πραγματικότητα, μαζί της.

Δεν υπάρχουν σχόλια: