Τετάρτη 6 Φεβρουαρίου 2013

Travelling light

Κοίταξε το ρολόι απορημένη.Η ώρα ήταν ήδη πέντε, είχε ήδη δυο ώρες στην τεράστια πόλη και κάποιες μέρες μπροστά της χωρίς κανένα σχέδιο.Ένιωθε να την πλημμυρίζει μια αισιόδοξη αίσθηση, σχεδόν προκλητική.Τους τελευταίους μήνες ήταν περισσότερο μελαγχολική, μερικές μέρες ακόμα και σκοτεινή.Μετά από τον απρόσμενο χωρισμό, ένιωθε λειψή.Πολλά τα κατηγορώ στον εαυτό της, νύχτες με εκτοξεύσεις μομφών, πρωινά άρνησης.Δοκίμασε κάθε είδους γιατρικό για την περίσταση αλλά η θεραπεία άφαντη.Ή έστω κάποια υποτυπώδης βελτίωση.Έτσι αποφάσισε να φύγει λίγες μέρες, ολομόναχη.Ίσως σε ένα άλλο περιβάλλον να νεκρωνόταν ο παρελθολάγνος εαυτός της.
 
Δε μπορούσε τα δεσμά αλλά δε μπορούσε και να αποκοπεί.
Η γοητεία των συνειρμών πάντα την αιχμαλώτιζε.
Πάντα ακουγόταν η φωνή του στο νου της, όλο δελεαστικές υποσχέσεις:''Θα είμαι εδώ''.
Και να που έλειπε από παντού.Αυτή η απουσία την έκανε να μαραίνεται, να αισθάνεται άψυχη.Μορφή περιφερόμενη χωρίς έκφραση, η δυστυχία η ίδια.
 
Καθώς διασχίζει τους απέραντους δρόμους με βήμα γοργό, το βλέμμα της έχει πάντα κάτι να επεξεργαστεί.Ένα ατέλειωτο πανηγύρι ποικιλομορφίας στήνεται εμπρός της.Δεν υπάρχει μέτρο, ούτε αρμονία, ούτε παράταιρο.Όλα όμως στο τέλος συνυπάρχουν σε μια διασκεδαστική πανδαισία.Κάθε βήμα και μια νέα ανακάλυψη.Φυσάει ψυχρά και ψάχνει τα γάντια της στην πελώρια τσάντα.Σταματάει μπροστά σε μια τσαγερί, σαν βγαλμένη από παραμύθι.Έχει κάτι ευχάριστα αναχρονιστικό και μοσχοβολάει γιασεμί.Σαν υπνωτισμένη, περνάει το κατώφλι και χάνεται στο πιο απόμερο τραπέζι.Κανείς δεν την κοιτάζει με αδιακρισία, πιατέλες με ευωδιαστά κέικ και ροφήματα πηγαινοέρχονται ολοένα, μερικά βιβλία τής γνέφουν με νόημα από την μικρή βιβλιοθήκη δίπλα της.Παραγγέλνει ένα τσάι γεμάτο από μπαχαρικά και παρατηρεί τους γύρω της με τρόπο.Μοιάζουν χαμένοι στους εναλλακτικούς τους κόσμους, αφοσιωμένοι σε μια υπέρτατη ιεροτελεστία.Αυτό δε θα το έκανε ποτέ, να βγει ολομόναχη για καφέ, και το καλύτερο είναι πως δεν το είχε προσχεδιάσει.Ή μάλλον το καλύτερο είναι πως το απολαμβάνει.Μισή ώρα και βάλε και το παρελθόν αναχώρησε από το παρόν.Το παρόν της μπορεί και αναπνέει.Το παρόν της μαγεύεται και τη μαγεύει!

Με πλούσια αίσθηση στον ουρανίσκο, συνέχισε τον μοναχικό της περίπατο.Τα αταίριαστα παντρέματα δίνουν και παίρνουν, και τής φτιάχνουν τη διάθεση.Μαλώνουν τη φαντασία της, για το πόσο πενιχρή είναι.Η πραγματικότητα επιβάλλεται στη φαντασία με εξτρεμιστικά παράγωγα που η φαντασία ενίοτε δειλιάζει να προάγει για να μην την πουν γραφική!
 
Λένε ότι αυτή η πόλη είναι απρόσωπη.Απρόσωπη είναι για όσους δεν έχουν πρόσωπο.Για όσους δεν μπορούν να διακρίνουν πρόσωπα.Για εκείνην, αυτή η πόλη είναι ένα απίθανο συγκέρασμα από απίθανα στοιχεία.Μερικά έντονα βλέμματα που την περικυκλώνουν, ουδόλως την ενοχλούν.Είναι μια ανάπαυλα από την αίσθηση γενικευμένης απάθειας και προσήλωσης στον μικρόκοσμο.΄Ενα μικρό ξύπνημα από την αέναη παρατήρηση.Αυτή η πόλη δεν τής επιτρέπει να σκεφτεί, και να που μπορεί να ζει και χωρίς αυτόν τον μακροχρόνιο εθισμό.Την βομβαρδίζει με ερεθίσματα και ολοένα την αποσυντονίζει.Την αποπροσανατολίζει και κάπου εκεί βρίσκει τον χαμένο εαυτό της.

Έχει σκοτεινιάσει και ο αέρας αγριεύει όσο περνάει η ώρα.Τα χαριτωμένα μαγαζιά γεμίζουν κόσμο που καταστρώνει ζωηρές συζητήσεις και ηχηρά γέλια.Και όλα είναι παντού:το απλό, το μικροαστικό, το κουλτουριάρικο, το εναλλακτικό, το κιτς, το σοβαροφανές, το λαϊκό, το θελκτικό.Το ετερόκλητο μιας ζωής αποτυπώνεται στους δρόμους της πόλης αποδεικνύοντας ότι τίποτα δεν είναι μονοσήμαντο.
 
Εκπλήσσει η ίδια τον εαυτό της, παρόλο που αφέθηκε σε ρεσιτάλ πλήξης τόσο καιρό.Εκείνος  είναι πια χαμένος σε σκουριασμένους διαδρόμους της μνήμης της.Ακόμα και αν τον ανακάλεσε για μερικά μισητά δευτερόλεπτα, ήταν για να νιώσει πόσο πεπαλαιωμένη είναι αυτή η εικόνα.Πόσο μουντός και αδιάφορος τής μοιάζει.Μακριά του παρατηρεί τη ζωή που ξετυλίγεται και σπαρταρά δίπλα της, με όλα τα φαιδρά και τα θλιβερά της, τη στιγμή που καλπάζει και δεν επιβραδύνει για χάρη μιας αχόρταγης σκέψης.

Γυρίζει στο δωμάτιό της με μια παράξενη αίσθηση ευδαιμονίας.Ήταν μία από τις πιο ευτυχισμένες μέρες της ζωής της, και ας ήταν μόνη.Αυτό την τρομάζει, την ίδια ώρα που την αναπτερώνει.Ακριβώς εκείνη την ώρα, καταλαβαίνει ότι ποτέ δε θα είναι ουσιαστικά μόνη.