Κυριακή 10 Μαρτίου 2013

Ρίσκο

Το βλέμμα του θαμπό, καλωσόριζε μια νέα μέρα, σαν υπόσχεση Άνοιξης.Αν και δεν του πήγαινε το ξενύχτι και η έλλειψη ύπνου, αυτή την ώρα που χάραζε, δεν την άλλαζε με τίποτα.Κατάνυξη, και η Άνοιξη εν όψει.Ή μήπως ήταν ήδη μέσα του;
 
H γεύση του πρώτου καφέ περιέχει σταγόνες από έμπνευση.Πλημμύρισε ο χώρος από τη μυρωδιά του καφέ, δεν ακούγεται ψίθυρος, οι σκέψεις στοιχίζονται ξάστερες, αδύναμες να παίξουν κρυφτό.Αποστασία κάνει το συναίσθημα από τις φυλακές της μνήμης.Η πραγματικότητα τον διαπερνάει σαν εγγύτατο όνειρο.Όλα όσα γνώριζε ιδωμένα με μάτια άλλα, με ματιά αλλοία.Επαναπροσδιορισμός της ζωής σε μία στιγμή.

Κάπου εκεί αναρωτιέται αν ήξερε ποτέ το παραμικρό.Αυτή η άγνοια ίσως ήταν μια μασκαρεμένη δωρεά χαράς.Ακόμα και αν ήξερε, θα έπραττε αλλιώς;Μια φωνή μέσα του θαρρετά ορθώνει ένα <<όχι>>- γίγαντα που τον περικυκλώνει με όψη σκουριασμένη.
 
Χόρτασε μια ζωή λόγια, βόλτες, υποσχέσεις, γυναίκες ερχόμενες και παρερχόμενες.Άλλες με κάποια παρήγορη ιδιομορφία, άλλες με μια απογοητευτική φτήνια και άλλες με μια ακατανόητη ιδιαιτερότητα.Χόρτασε αναμονές, κυρίως.Ώρες άφθονες, αμέτρητες στιγμές προσδοκίας, εκείνο το γαργαλιστικό συναίσθημα των ήδιστων αξιώσεων από κάτι που ουδέποτε αξιώθηκε να ζήσει.Αναβολές παιδιάστικες, ο ωχαδερφισμός που έγινε μόδα<<έλα μωρέ, και αύριο μέρα είναι>>, ώσπου το μεθαύριο πλησίασε και η απραξία εξακολουθούσε, κραταιά, να τον τσακίζει.

Όταν η ζωή  είναι τόσο φευγαλέα, μια αναβολή έρχεται να τη συντμήσει τραγικά.Τη συρρικνώνει σε έναν μικρό θάνατο.Αργό και αλγεινό, μακρόσυρτο.Στο όνομα μιας υποτιθέμενης γνώσης, υποθήκευε τη ζωή του για ένα αυριανό καπρίτσιο, και το σήμερα νεκρωνόταν.Κάθε μέρα.Τι διδάσκει η σύνεση και τι εξυπηρετεί η εγκράτεια, όταν κληροδοτούν μόνο αφηνιασμένες επιθυμίες;Σε μια ζωή που βρίθει αιρέσεων, που όλα κρέμονται από μία εύθραυστη ίνα, το να προσθέτεις αιρέσεις και όρους είναι σα να ακροβατείς στο κενό.
 
Τον χαστουκίζει η γνώση που του έφραξε το δρόμο για το όνειρο.Τον εγκλώβισε με πονηριά στα σκονισμένα της δώματα.Δε μπορεί ούτε να αναπνεύσει έτσι δειλός που κατάντησε.Ξεκίνησε από τη σύνεση για να οδηγηθεί στην ανελευθερία.Και τώρα που αισθάνεται ένα παράλογο σκίρτημα, τρέμει να το παραδεχθεί ακόμα και στον εαυτό του.Κοινότοπες και γλυκερές ιστορίες, δεν ταιριάζουν στην ιδιοσυγκρασία του.Και όμως, όταν είναι κοντά της, τον κατακλύζει μια αποκαλυπτική αμηχανία, ακόμα και Εκείνη τον κοιτάζει παράξενα.Χωρίς να κάνει κάτι, του ξεκλειδώνει πλευρές που μέχρι πρότινος θεωρούσε ανύπαρκτες.Δεν είναι για αυτόν ο Έρωτας, μια υπερεκτιμημένη καραμέλα που στην ουσία γεννάται πάνω στην ανάγκη του ανθρώπου να μην είναι μονοσήμαντος.Δεν είναι πρωτάρης, είναι χορτασμένος από τη ζωή, όλα τα έχει γευτεί, όλα τα ξέρει.

Μόνο που στο τέλος τίποτα δεν ξέρει.Η γνώση του διαμορφώθηκε από τα βιώματα που άντεχε να εξερευνήσει.Είναι επιλεκτική γνώση, μια συρραφή εικόνων και θεωριών, ένα σταγονίδιο στον ωκεανό, ένα μικροσκοπικό κομμάτι από τον εαυτό του που δεν τόλμησε να αναμετρηθεί με τα όριά του.Ποτέ δεν τόλμησε να πάρει ένα ρίσκο γιατί θα αψηφούσε τη γνώση του για τα πράγματα.Το ρίσκο απαιτεί πρόταγμα του Ενστίκτου έναντι της υποκειμενικής στάσης απέναντι στα πράγματα.Η γνώση είναι ατελεύτητη και το ρίσκο δεν την περιφρονεί, τη διευρύνει.Ακόμα και αν αποκαλύψει ότί ήταν απλώς μία ψευδαίσθηση, θέτει ως αφετηρία την άγνοια.Από την άγνοια μπορεί κανείς να μάθει τα πάντα, αρκεί να μην πτοηθεί.Το ρίσκο δεν οδηγεί στην αποδόμηση της γνώσης αλλά στην απόρριψη της παντογνωσίας.Τα δόγματα φυλακίζουν τη σκέψη και τυποποιούν τη δράση σε μηχανικά εκτελούμενα πρότυπα συμπεριφοράς.Όπως φτάνει κάποιος σ' ένα γλυκόπικρο τέλος εποχής, όπου ατενίζει με νοσταλγικά μάτια τα περασμένα, ξέρει ότι ο κόσμος, όπως τον είχε συλλάβει στο νου του, παύει να υπάρχει.Τότε συναισθάνεται πως η γνώση ενίοτε συνιστά προσωπική αντίληψη του κόσμου που στερείται αντικειμενικού υποβάθρου.Πίσω από την αδέξια ταμπέλα της λαμβάνουν χώρα οι πιο ασυγχώρητες αναβολές, πρόδρομοι απωθημένων που υπονομεύουν την αυθυπαρξία μιας στιγμής διαχρονικά.

Η ώρα πήγε οκτώ και φανέρωσε μια ηλιόλουστη μέρα.Ευλογημένος αυτός ο Μάρτης!Μαρτυριάρης ο Μάρτης, ξεσκεπάζει αυταπάτες και τον κουρδίζει να κάνει και να πει πράγματα που μέχρι χθες ορκίζονταν να παραμείνουν ανείπωτα.Το σήμερα όμως μόλις ξεκινάει και είναι πολύτιμο.Αμαρτία το σήμερα να γίνεται αύριο αντλώντας κουράγιο από παιδαριώδεις προφάσεις.Σήμερα θα τής μιλήσει αντί να τής φέρεται αλλοπρόσαλλα.Θα κάνει μια κίνηση από το να σκέφτεται ακόμα και στον ύπνο του.Ακόμα και αν μοιάζει με πρωτάρη, το ωραίο στον έρωτα είναι ότι μπορεί να είναι πρωτόγνωρος ακόμα και για έναν ηλικιωμένο.Ότι είναι πάντα πρωτόγνωρος.
 
Το ρίσκο δεν υποδηλώνει έλλειψη γνώσης αλλά υπέρβαση αυτής.Αγωνία για την ανακάλυψή της.Δοκιμασία του εαυτού εν γνώσει των συνεπειών.Τέρμα στις θνησιμαίες αναβολές και στις εικασίες.Κυνήγι του τώρα.
 
Για να αξιώνεις ένα ελπιδοφόρο αύριο, πρέπει να αξιωθείς να γίνεις Ελπίδα, σήμερα.Στην επαφή με το Πρωτόγνωρο, όλα θα τα γνωρίσεις.
 
Από την Αρχή.

Τετάρτη 6 Μαρτίου 2013

Παιχνίδια με το Χρόνο

Άλλη μια μέρα που το ρολόι με κοιτάζει χλευαστικά.Τρέχω να προλάβω όσα ποτέ δε θα έπρεπε να κάνω.Αλλοιώνομαι και χάνομαι στον πυρετό μιας ηφαιστειογενούς μέρας.Η ατμόσφαιρα ομιχλώδης, θαρρείς και είναι καμωμένη από πίσσα και σκόνη.Τσιμεντένια πόλη, μια τσιμεντένια διάθεση που με ακολουθεί παντού.Αρπάζει τη μαγεία κάθε ανύποπτης στιγμής που μεταμφιέζεται σε αιώνα.Ένα κυνηγητό γύρω μου για το απροσδιόριστο.Για κάτι που δε θα καταλάβω ποτέ, ακόμα και αν το βρω.
Μάλλον γιατί στο βάθος δεν το έχω ανάγκη.

 
Απορροφημένος στους υπολογισμούς και τα σχέδιά μου, αφήνω τη ζωή να με προσπερνάει.Η ζωή συνεχίζεται λένε, εξακολουθεί ακόμα και αν εσύ προσκολληθείς σε ένα καθηλωτικό σημείο.Τι πιο εφιαλτικό να παρακολουθείς τη ζωή να ακολουθεί μια πορεία εξοντωτικά γρήγορη και εσύ, παράλυτος στο χτες, να μη μπορείς να απομυζήσεις ούτε μια σταγόνα από τη χάρη της.Από τη χαρά της.

Στα όνειρά μου είμαι πάντα πολυμήχανος.Τολμηρός.Είμαι η καλύτερη εκδοχή του εαυτού μου γιατί εκεί δεν υπάρχουν συνέπειες.Η πραγματικότητα τρέφει τα ελαττώματά μου γιατί χωρίς αυτά δε θα ήταν αποκρουστική.Και είναι καθήκον της πραγματικότητας να απωθεί το ονειρικό, ακόμα και αν στο τέλος πετυχαίνει να συσσωρευτεί ακαταμάχητη έλξη για κάθε τι που στέκεται πέρα από αυτή.Στην πραγματικότητά μου, είμαι απλώς ανυπόφορος.Αδυνατώ ακόμα και εγώ να με αντέξω.Κάπως έτσι έχω κάθε λόγο να γκρινιάζω για όσα δεν έχω τη θέληση να αλλάξω.Πείθομαι πως δεν έχω ούτε τη δύναμη.
 
Αυτό που μου λείπει πιο πολύ από το τότε ήταν πως δεν χρειαζόμασταν παιχνίδια με το χρόνο.Όταν η ζωή σου ξεγλιστράει από τα αυστηρά περιγράμματα του χρόνου, ξέρεις ότι έχεις γευτεί ευτυχία.Εκείνη η διασταύρωση πραγματικότητας- ονείρου που απογείωνε τα συναισθήματα, με τρόπο που να μην μπορείς να ξεδιαλύνεις το ένα από το άλλο.Αυτό το μέστωμα στην ψυχή, αυτή η αίσθηση ότι όλα είναι σωστά, ακόμα και αν δεν είναι ορθόδοξα.Η ανεμελιά των πολύχρωμων σκέψεων.Όποιος αδυνατεί να σκεφτεί αρνητικά είναι υπερευτυχισμένος.
 
Με δηλητηριώδες βλέμμα, ο Χρόνος με επιπλήττει που προσπαθώ να τον νικήσω.Και όπως τρέχω αναστατωμένος να προλάβω προθεσμίες, ξέρω ότι παραμένω υπόδουλός του.Ηττημένος, αφού ακολουθώ αδιαμαρτύρητα τα αυστηρά του προστάγματα.Μαζί με εμένα, ένα αλαφιασμένο σύμπαν νευρωτικών, τρέχει δίχως να υπάρχει αύριο.Υπάρχει αύριο, όταν όλες οι μέρες είναι απαράλλαχτες, ίδιες, σκέτες, στεγνές;Ο Χρόνος και εδώ εξομοιώνει τα πάντα θανατώνοντας την ιδιομορφία τους.

Όμως όσο η μέρα προχωρά προς τη δύση της, μια μνήμη γαργαλάει τον άλλο μου εαυτό.Όσο και να αγωνίζεται ο χρόνος να σκεπάσει την παλιά μου οντότητα με περιβολή λήθης, ένα τραγούδι με οδηγεί ευθέως στο παλιό μου πρόσωπο, στο παλιό μου κορμί, που περιφερόταν χωρίς αξιώσεις στη γιορτή της κάθε μέρας-και πάντα υπήρχε αύριο, σήμερα και χθες.Γιατί κάθε μέρα είχε το δικό της σκοπό, και πήγαινε κάπως έτσι:
 
Αίφνης σταματάω το ανούσιο ποδοβολητό μου, σταματάει και ο Χρόνος μαζί μου να ξαποστάσει.Αντικρύζω ένα σμήνος  τρελών να αγκομαχούν για να διεκπεραιώσουν ασυναρτησίες, όλοι με το ίδιο πέτρινο βλέμμα, αγκυλωμένοι από το Χρόνο, σε ένα ακατανόητο γήρας.Χαμογελάω αυθόρμητα.Ο κόσμος φανερώνει μυστικά μυθικά, ομορφιές πρωτόγνωρες, συγκινήσεις κρυμμένες.Για λίγες στιγμές αναγνωρίζω τον ιδανικό μου εαυτό, εκείνον τον επινοητικό, θαρραλέο τύπο που γεύεται τη ζωή χωρίς αναστολές. Τον εαυτό που ξεπηδάει μόνο στα όνειρα, εκεί που συνέπειες δεν υπάρχουν.Και όμως, οι συνέπειες υπάρχουν, μόνο που φαίνονται πια τόσο αντιμετωπίσιμες!Ο φόβος μου συρρικνώνεται και κάθεται σε μια γωνία, αξιολύπητος.Τα ελαττώματά μου μοιάζουν υπερτροφικά κατασκευάσματα που καταπίνουν την ευτυχία μου.Σαν καρικατούρες στριμώχνονται στο τέλος του δρόμου, ασήμαντα πια και αδύναμα να δράσουν.

Τα παιχνίδια μου με το Χρόνο δεν είναι βέβαια πάντα τόσο διασκεδαστικά.Όταν όμως έστω και για μία στιγμή διασώζω εκείνον τον εαυτό από του χρόνου τα γρανάζια, ξέρω πως αυτή η στιγμή γίνεται η δική μου αιωνιότητα.Και τότε δε με νοιάζει αν είμαι νικητής ή ηττημένος, με νοιάζει πως ό,τι και να είμαι, μπορώ να το ξεπεράσω.
 

Δευτέρα 4 Μαρτίου 2013

Φυγές


Κάπνισες ένα ακόμα τσιγάρο μέσα στο αβάσταχτο φως της μέρας.Οι ηλιαχτίδες υπογράμμιζαν με βαρβαρότητα τη χλωμάδα του προσώπου σου.Εκείνα τα μαβιά μάτια που χωρούσαν την πιο ποθητή μελαγχολία εντός τους.Με αποχαιρέτησες με βραχνή φωνή και ένα βιαστικό φιλί στο μάγουλο.Σε ενοχλούσε η Άνοιξη που πρόωρα ξεσκέπαζε το καταχείμωνο μέσα σου.Σε έκανε να βουλιάζεις σε σιωπές κεντημένες από θλίψη, άδεια βλέμματα, υπεκφυγές.Μια φυγή σε καθοδηγούσε και τη σχεδίαζες σχολαστικά.Διαφορετικά, θα είχες τρελαθεί, δε σε χωρούσε πια ο τόπος.

-Ξέχασες το μπουφάν σου, σου είπα τρέχοντας στην πόρτα.
-Α, ευχαριστώ, απάντησες  ψυχρά.
-Τι έχεις;
-Tίποτα.
-Αφού κάτι έχεις..
-Σου είπα, τίποτα! η φωνή σου εξαγριωμένη, έκλεισες θυμωμένα την πόρτα, το σπίτι κλυδωνίστηκε για λίγα δεύτερα, ξεχύθηκες σαν κυνηγημένη στα σκαλιά.

Τα έρημα φιλιά σου.Σχεδίαζαν με κρυψίνοια μια παράλληλη ζωή σε ένα παράλληλο σύμπαν.Με γύμνωναν τα μάτια σου σα να ήμουν Ξένος, αμήχανα μου φερόσουν, γύρευες μια ανώδυνη μέθοδο εγκατάλειψης.Ήσουν αλλού.Δεν ήθελα να το δεχτώ, από εγωισμό, πίκρα, ανασφάλεια.Ρωγμές στην ψυχή μου από τη δική σου απουσία.Υποκρινόμουν πως δεν το ένιωθα, και ας τρανταζόμουν μέσα μου καθημερινά.Δεν είχα το σθένος να μού χρεώσω άλλη μια αποτυχία.
 
Νύχτωσε εφιαλτικά, το σκοτάδι επιθετικό σκέπασε τη δυνατότητα της μέρας.Κάθε φωτεινή σκέψη κατατροπώθηκε από τη σιγή τη νύχτας.Φως δεν υπήρχε ούτε στο δρόμο, μόνο ένα αδέσποτο σκυλί γάβγιζε ασταμάτητα και σπάνια ακούγονταν διερχόμενα οχήματα.Με τη ματιά καρφωμένη στο άχαρο ρολόι του τοίχου(πάντα μισούσα τα ρολόγια, πώς γίνεται να αγοράζουμε αντικείμενα που μας υπενθυμίζουν τη φθορά;Κάποιες φορές θέλω να παγώσω το χρόνο, άλλοτε να τον γυρίσω πίσω, άλλες φορές να τον ωθήσω σε άλματα προς το μέλλον.Οι δείκτες όμως εκεί, πεισματάρικα ακολουθούν τα στερεότυπα μονοπάτια τους.), άρχισαν να με επισκέπτονται οι πιο παράλογα λυτρωτικές σκέψεις.Αφέθηκα σιγά σιγά στην υπνωτική τους επιρροή, τόσο που αψήφησα τη συμβατική ροή του χρόνου:

Αυτό έκανα μια ζωή.Έχτιζα άνισες σχέσεις.Εξάλλου η αμοιβαιότητα στον έρωτα είναι η μέγιστη ουτοπία.Έστω ότι έπασχα από έναν ιδιότυπο μαζοχισμό, εκείνον του ερωτευμένου.Θεωρούσα πως ο ερωτευμένος έχει όλα τα άλλοθι, με τρόπο που τα ελαττώματά του να είναι ηπιότερα και συγχωρητέα.Επέλεγα γυναίκες φευγάτες, σα να έτρεμα το άνευ όρων δόσιμο.Ανεξάρτητα από όσα μουρμούριζαν στο πάθος ή τον ενθουσιασμό τους, η στάση τους, αναμφίβολα περισσότερο αξιόπιστη από τις λεκτικές αφηνιάσεις, μαρτυρούσε ότι ήταν περαστικές από τη ζωή μου.Η ζυγαριά επομένως έκλινε προς τη δική μου μεριά.Όφειλα να επιδοθώ σε μια υπεράνθρωπη, επιδέξια προσπάθεια να αναζωπυρώνω το ενδιαφέρον, να παρεμποδίσω την τροπή σε φυγή.Μέσα μου γνώριζα ότι η φυγή είναι τετελεσμένη.Δεν ξέρω τι με σαγήνευε σε αυτές τις ιστορίες, προφανώς η εγγύηση ότι η αρχική αίσθηση δεν θα προλάβαινε να ξεθωριάσει.Ξανά και ξανά, το ίδιο λάθος, το ίδιο πάθος, η ίδια αδυναμία.Ένοχη η φοβία μου να κάνω μια συμβατική σχέση, να δεθώ, να χαθώ;Ή μήπως ήμουν ανελέητα ρηχός και έβρισκα τις συμβατικές σχέσεις απίστευτα πληκτικές;

Πάντα με πάθιαζε εκείνο που δεν μπορούσα ολοκληρωτικά να κατακτήσω.Το ενδεχόμενο που θα παραμείνει άγνωστο κλείνει για εμένα τον έρωτα μέσα μου.Ανισόρροπος ή μη, προτιμούσα τις ημιτελείς ιστορίες από τους δολοφονικούς επιλόγους.Δε θα άντεχα να απομυθοποιήσω έναν έρωτα.Προτιμώ το μύθο από την αλήθεια, τη φαντασία από το βίωμα.Αυτά καταμαρτυρούν οι σχέσεις της ζωής μου.Πάντα τις σφράγιζε μια φυγή, ακριβώς πάνω στην ακμή τους.Να μένει η μαγική αίσθηση του ανολοκλήρωτου, να μην προλάβει να εξανεμιστεί.
 
Σαν μεθυσμένος, στεκόμουν στο παράθυρο ακίνητος.Ένα μαρμαρωμένο σώμα με αεικίνητες σκέψεις.Δεν πήρα είδηση τα κλειδιά στην πόρτα, ούτε πόση ώρα με κοίταζες σαστισμένη.

-Είσαι καλά;με ρώτησες όπως θα ρωτούσαν έναν εξωγήινο.

Σε κοίταξα με εμφανή απογοήτευση.Δε μου φαινόσουν καν όμορφη πια, ένα πρόσωπο μέσα σε όλα τα άλλα, ένα κορίτσι ακόμα απλώς.Ούτε μια λέξη δεν κατάφερνα να αρθρώσω.Όταν κυνηγάς τις λέξεις, βρίσκεις τις πλέον ακατάλληλες.Διάλεξα από ένστικτο μια άβολη σιωπή.

-Το ξέρω δεν είμαι σωστή τελευταία...είναι που....

Το έργο γνώριμο πια.Δε θα άντεχα να ακούσω τα ίδια λόγια.Κατέληγε κακόγουστη φάρσα να προσχεδιάζω τη δική μου εγκατάλειψη από πρόσωπα που είχα εξαρχής απορρίψει.Όλα αυτά επειδή δεν άντεχα τη μοναξιά αυτά τα θεοσκότεινα βράδια.Εκείνο το βράδυ όμως, από την ώρα που μπήκες στο σπίτι, η μοναξιά γινόταν ανήμερο θεριό.Πήγες να μου δώσεις ένα φιλί στραγγισμένο πάλι, σαν κακότεχνη προσπάθεια εξιλέωσης.Αποτραβήχτηκα μεμιάς.

Ήθελα πάλι πίσω τη δική μου μοναξιά, σκέψεις αλήτικες και αληθινές να φωτίζουν το απειλητικό έρεβος, χρόνο να γνωρίσω τον εαυτό μου αντί να τον σκορπίζω σε σχέσεις με ημερομηνία λήξης εκ των προτέρων γνωστή.Ήθελα να ξοδέψω τον εαυτό μου σε μία σχέση όπου η φυγή θα μοιάζει με μικρό θάνατο-και για τους δυο.Που θα σημαίνει ότι όσα ζήσαμε άξιζαν κάτι και δεν κουκούλωναν την ανημπόρια μας.Ήθελα την αμοιβαιότητα στον έρωτα, και ας είναι μια αφελής αρμονία, αδύνατο να απαντηθεί στην πράξη.Ήθελα απόσταση από το θρασύδειλο εαυτό μου.Την έκσταση, τη μαγεία, τα χαμογελαστά βλέμματα.Τις θαυματουργικές σιωπές.
 
Σου τα είπα με δυο λόγια, απλά και ξάστερα.Αντέδρασες με δυσθυμία, φώναξες κάτι άκομψο επειδή σε πρόλαβα και έφυγα πρώτος, έμεινες στήλη άλατος, χωρίς να προλάβεις να πεις τις ατάκες σου.Μέσα μου γελούσα, άκουγα την πόρτα να τραντάζει το σπίτι, να σείεται συθέμελα από την ψεύτικη οργή σου, και έμενα να απολαμβάνω το σκοτάδι, λιγότερο μόνος πια.Οι σκηνοθετημένες φυγές ήταν πλέον παρελθόν.

 

Παρασκευή 1 Μαρτίου 2013

Ελπίδα

Οι άνθρωποι τριγύρω βιάζονται για την Άνοιξη.Με την πρώτη ημερολογιακή στροφή, με την πρώτη γενναία λιακάδα, βιάζονται να αποτινάξουν το άχθος ενός χειμώνα παγερού και αλληγορικά.Σα να ευθύνεται για όλα ο μουντός καιρός, σα να εγγυάται η αλλαγή του γενικότερη άνθιση σε ένα τοπίο μαραμένο χρόνια.Έτσι ένιωθε και εκείνος αυτό το ηλιόλουστο πρωινό.Εναρκτήριο Μαρτίου, του πιο διφορούμενου μήνα.Κι όμως, ο αιθέρας ηλιόδωρος, ανέφελος, σα να αποκάλυπτε όνειρα κρυμμένα πίσω από θεόρατα σύννεφα.Η ατμόσφαιρα πλημμύρισε χρώματα, φωνές, χαμόγελα, λουλουδιαστές ευωδιές, μια άρρητη υπόσχεση ότι όλα θα πάνε καλύτερα.Η ελπίδα ξαπόσταινε πίσω από λέξεις και βλέμματα και βήματα.Μετά από αδυσώπητη διάψευση, ήταν ακόμα εκεί.Εκείνος που επιμένει να  επικαλείται την ελπίδα ακόμα και στην πιο τρανή συμφορά, είναι άξιος για την πιο υπερκόσμια ευλογία.Όχι όμως χωρίς θυσίες.Χρειάζονται θυσίες πρόσκαιρων , επιδερμικών απολαύσεων, φιλήδονων ψευδαισθήσεων, λύτρωση από την αχόρταγη ανασφάλεια.Γιατί μόνο όταν η ζωή γίνεται τραχιά μαθητεία επιτρέπει σε κάποιον να καρπωθεί τις βαθιές, αληθινές της απολαύσεις.
Ζωή χωρίς υπομονή είναι ένα αυτοδημιούργητο βάσανο, μία εγγενής προσκόλληση στο ανικανοποίητο.

Εκείνος έχει θυσιάσει πολλά από αυτά που κατά το μέσο όρο προσκομίζουν την ευτυχία,την αναγνώριση και την αποδοχή.Αποτραβηγμένος σε ένα κόσμο αυτάρκη, όπου η επιβεβαίωση των θεατών ήταν αχρείαστη και οχληρή, δεν συμβιβαζόταν με κάτι για να μην τεθεί στο περιθώριο.Κατοικούσε στην περιθωριακή του γωνιά φρονώντας ότι είναι η πιο περίοπτη θέση.Ότι, ακόμα και αν φαινομενικά ήταν στα παρασκήνια, είχε τη δύναμη να ανατρέψει το σκηνικό.Αγαπούσε τη ζωή, σε όλες της τις εκφάνσεις.Το πόσο απλό είναι να νιώσει κανείς ευτυχής και το πόσο δύσκολο το κάνει η άγνοια του εαυτού. Η αναζήτηση της ευτυχίας έχει κάτι κωμικό γιατί κατευθύνεται στα πιο αλλοπρόσαλλα μέρη ενώ κατοικοεδρεύει εντός μας.
 
Έτσι παρατηρεί αυτή την παράξενη γιορτή της πλάσης και χαμογελάει ασυναίσθητα.Η φύση, το γύρισμα των εποχών, σμήνη από σύμβολα που είναι αδύνατο να αποκρυπτογραφήσει.Αυτόματα όλα έγιναν πιο όμορφα, μια απλόχερη ομορφιά, που τον συνεπαίρνει με την απλότητά της.Τα βήματά του γοργά, ακμαία, μια μελωδία τριβελίζει τα αυτιά του ερεθίζοντας μια παράφορη διάθεση.Θα μπορούσε να περπατάει όλη μέρα, αποτυπώνοντας με απόλυτη καθαρότητα αλλοτινά ασήμαντες λεπτομέρειες.Μια φωτογραφία υψηλής ευκρίνειας η πόλη στο νου του, καρφιτσώθηκαν στη μνήμη του χρωματιστά στιγμιότυπα με έναν πανταχού παρόντα έρωτα να διώχνει την απόγνωση.

Και όμως η ζωή του είναι ένα γιγάντιο ερωτηματικό, δεν λέει να μορφοποιηθεί, όλο αποστασίες κάνει από το κοινώς αποδεκτό, το αξιωματικώς ορθό και τη συνήθη πορεία των πραγμάτων.Μια αιώνια απόκλιση μέσα στο χρόνο κυοφορεί έναν νέο κανόνα.Ανατρεπτικό.

 
Και δεν ξέρει αν έχει αγαπηθεί, ακόμα και αν έχει ανεξάντλητη δύναμη να αγαπήσει.Δεν ξέρει αν σε λίγο καιρό θα είναι σε θέση να επιβιώσει ακόμα, μέσα στην κακόγουστη κοινωνικοπολιτική φάρσα.Νιώθει ότι η πορεία του κόσμου απλώνεται σε ένα απέραντο λάθος και ότι η πρόοδος, αν τελικώς έρθει, θα ανήκει στο απώτατο μέλλον.Παρ' όλα αυτά η δύναμη της προσωρινότητας είναι καταλυτική.Μία στιγμή και μόνο είναι ικανή να αλλάξει τη ματιά απέναντι στον κόσμο.
 
Έτσι μεθάει στη μέρα που απογειώνει το κέφι του και για λίγο μόνο ξεχνάει άχαρες στιγμές του χτες και ζοφερές σκηνές του αύριο.Το σήμερα τον καλεί με ορμή και θέρμη και είναι και το μόνο που μπορεί να αισθανθεί.Όσο απροσδιόριστη είναι η ζωή του , τόσο απροσδιόριστη και η ελπίδα του.

Άλλωστε η Eλπίδα αποθεώνεται με την έλλειψη αποδείξεων, πανηγυρίζει όταν τίποτα δεν τη στηρίζει. Παράλογη Eλπίδα, από τη φύση της.Περιφρονεί τα δήθεν πραγματικά περιστατικά και σκαρώνει τα δικά της αισιόδοξα σενάρια.Βρίσκει υπερκτιμημένη τη σύνεση και χαράζει έναν αντισυμβατικό δρόμο.Όποιος όμως έχει τη δύναμη να αψηφήσει την επιφάνεια και να ελπίζει όταν τίποτα δεν εμπνέει Eλπίδα, ανταμώνει με το θαύμα.Η Eλπίδα δεν εμπνέεται, είναι η ίδια Έμπνευση.Δεν πηγάζει από κάπου, είναι η ίδια πηγή θαυμάτων.

Να ελπίζεις σε εποχή απόλυτης απελπισίας, ιδού το Απόλυτο Θαύμα.
Ο Μάρτης του θα είναι ο μήνας της παράλογης Eλπίδας.


 

Κυριακή 24 Φεβρουαρίου 2013

Παρατηρητής


Η ζωή της περνάει παρατηρώντας. Ακούει ιστορίες για θλιμμένες αγάπες και θλιβερά όνειρα, χαρμόσυνες παρενθέσεις και αμείλικτες τελείες.Υψώνεται στον ουρανό της μέρας η ελπίδα σε εναγκαλισμό με τη μελαγχολία.Πότε αντιμάχονται, πότε συμφιλιώνονται, πότε διχάζεται η μία από την άλλη.Παρακολουθεί σιωπές που κάνουν κρότο.Μόνο όταν τής ζητηθεί μία γνώμη για τα τεκταινόμενα, μόνο τότε δίνει το προσωπικό της στοιχείο.Κλειδώνεται σε δώματα φοβίας, αρπάζει μια γενναία άμυνα και, δειλά, αποσύρεται στο μικρόκοσμό της.Έναν κόσμο αποχής από όλα.Καθαρής αποστασιοποίησης.Παρατηρεί κάθε πρωί στην απελπιστικά συνηθισμένη διαδρομή με το λεωφορείο, τον κόσμο να κάθεται κοιμώμενος στα βρώμικα καθίσματα, να κοιτάζει στο κενό ενώ πασχίζει να κρατηθεί από τη χειρολαβή, να αποφεύγει τρεμάμενος την οπτική επαφή.Εύχεται το τιμόνι να φέρει αντιρρήσεις και το όχημα να αλλάξει τροχιά.Μια φορά έστω.Όχι όμως, όλα είναι ίδια.Τα παρατεταγμένα κλειστά καταστήματα, η ηλικιωμένη κυρία που στέκεται στην πόρτα του οπωροπωλείου, ο κατάμεστος φούρνος, οι αγενείς κόρνες και οι βλασφημίες των οδηγών.Μόνο ο αιθέρας είναι κάθε μέρα αλλιώτικος.Πότε νεφελώδης, πότε πεντακάθαρος, πότε μελαγχολικός, πότε σε αλλόκοτα κέφια.Μόνο ο ουρανός σκεπάζει με ευμετάβολες βουλές την παρακμιακή επανάληψη.

Πιάνει τον εαυτό της να ονειροβατεί, να πλάθει ιστορίες με βάση τα ερεθίσματα που συνθέτουν την καθημερινότητά της.Προσηλωμένη στη στιγμή διεκδικεί την απόλυτη μαγεία.Την αίσθηση απελευθέρωσης-η ελευθερία είναι η σωτηρία που γυρεύει καιρό τώρα.Ο κόσμος συντίθεται από αντιφατικές λεπτομέρειες.Αυτές δίνουν χάρη και στο πιο άνοστο σενάριο, αυτές χρωματίζουν ακόμα και το πιο μουντό τοπίο.Ακόμα και αν απειλούν την ομορφιά, οι λεπτομέρειες προσδίδουν καθαρότητα στη ματιά και το αληθινό πάντα είναι πιο όμορφο, ακόμα και αν δεν είναι αρμονικό.
 
Μια ζωή στην αναμονή.Πότε η προσδοκία γαργαλιστική την κάνει να υφαίνει στιγμές εκλεκτές και να ονειροπολεί χωρίς ενοχές.Πότε την εξαγριώνει ως υπενθύμιση της απουσίας του χειροπιαστού.Οι επιθυμίες της, πάντα υπό αίρεση, την παρακολουθούν σκεβρωμένες.Σχεδόν αδυνατεί να τις αναγνωρίσει, μερικές στιγμές μοιάζουν επονείδιστες, αδύναμες, γερασμένα σώματα που παλεύουν να ορθοποδήσουν.Έτσι πασχίζει να τις καταλάβει με τη ματιά άγρυπνη στον έξω κόσμο.Επιφυλάσσει κάθε μέρα γενναίες δόσεις μιζέριας, την αποπροσανατολίζει.Αλλά πέρα από τη γκρίνια, την αχόρταγη αχαριστία και την καταστροφολαγνεία του κόσμου που εξειδικεύεται στην αποθέωση του μικρόκοσμου μέσα από το μεγεθυντικό φακό, εισπράττει ανέλπιστα στιγμές παράφορης ελπίδας και συγκίνησης.Είναι σε κάτι σπάνια σταυροδρόμια με το διαφορετικό, τότε που κατανοεί ότι η ανομοιογένεια είναι το παν.Ότι πάντα υπάρχει μια γλαφυρή παρένθεση σε ένα ανιαρό κείμενο.Πάντα θα υπάρχει μια αισιόδοξη οπτική τη στιγμή της κατάρρευσης.Και ότι ακόμα και στην εποχή της υπέρτατης απανθρωποποίησης, διασώζονται ψήγματα ανθρωπιάς.
 
Είναι που ο κόσμος πολλές φορές μοιάζει με εξαιρετικά κακόγουστο αστείο και χρειάζεται γνήσιο χιούμορ για να αντικρουσθεί.Παρατηρεί, επιβάτης σε τρένο ξέφρενο, τον κόσμο να αλαλάζει.Ρουφάει κάθε του γλυκόπικρη λεπτομέρεια.Την ξενίζει και την απελευθερώνει.Και όταν πια θα είναι σε θέση να οικειοποιείται όσα την περιβάλλουν, τότε δε θα την τρομοκρατούν οι λεπτομέρειες του δικού της κόσμου.

Η αυτοπαρατήρηση προϋποθέτει άφοβη ετεροπαρατήρηση, όχι επιλεκτική.Ακόμα και τα συντρίμμια κουβαλάνε ομορφιά ανεξερεύνητη, ακριβώς επειδή είναι αθέατη.Έτσι και μέσα της, τα αφανέρωτα κρύβουν τη μαγεία.Μόνο που για να τα δει, πρέπει να αντέξει ασυνάρτητες φανερώσεις πρώτα.Και να μην αδημονεί για το τέρμα: η ανυπομονησία για το τέρμα σημαίνει υποτίμηση της διαδρομής, και κάθε αλήθινά μαγευτική διαδρομή είναι ατελείωτη.

Τρίτη 19 Φεβρουαρίου 2013

''Aπίστευτη ''Ζωή

Ορκιζόταν ότι έλεγε την αλήθεια.Γονυπετής, απελπισμένος, με μια μιζέρια που έτρεφε τον οίκτο της.
''Δεν το πιστεύω ότι μπορείς να πιστεύεις όλους τους άλλους εκτός από εμένα"τής είπε εκείνο το βράδυ για να εξαγριώσει τις ενοχές της έναντι του θυμού της που μαινόταν.

Το έγκλημα ήταν εξακριβωμένο, είχαν συγκεντρωθεί αδιάσειστες αποδείξεις που το πιστοποιούσαν.Ο επί πέντε χρόνια σύντροφός ήταν ήταν κατά συρροή ψεύτης, κακόβουλος ή απλώς μυθομανής, ούτε που την ένοιαζε να το ταυτοποιήσει.
 
Ήταν μια πανέξυπνη γυναίκα, σπίρτο αναμμένο.Πάντα είχε τα μάτια της ανοιχτά ώστε να σφυγμομετράει ανθρώπους και καταστάσεις.Πάντα διέθετε το σύνδρομο της καχυποψίας και δύσκολα θα μπορούσε να εξαπατηθεί.Όμως ο πλέον δικός της άνθρωπος, τής έλεγε απανωτά ψέματα για φαινομενικά ασήμαντα θέματα:για τις υπερωρίες στη δουλειά, το αν έφαγε έξω το μεσημέρι, για εκείνη τη συνάδελφο στο γραφείο που εν τέλει ουδέποτε είχε απολυθεί, όπως τής είχε πει πριν έξι μήνες.Κι ενώ δε μπορούσε να αποκωδικοποιήσει τα ψέματα, να οδηγηθεί στην αιτία ή τη συνέπειά τους, αισθανόταν τέτοια απέχθεια που δεν ήθελε να ακούσει ούτε μισή εξήγηση.Άρχισε να μαζεύει σκόρπια της πράγματα και να πετάει τα ρούχα της σε μια βαλίτσα με εκείνον να σέρνεται πίσω της και να εκλιπαρεί να τον πιστέψει.

''Μα τι όφελος έχω να σου πω ότι έφαγα έξω;Σκέψου λογικά σε παρακαλώ..''
''Δε θα το συζητήσουμε'' τον έκοψε και προσπαθούσε με νύχια και με δόντια να συγκρατήσει το υβρεολόγιο-χείμαρρο που σκαρφάλωνε στις άκρες των χειλιών της.

Η αντίδρασή του, τής φάνταζε ακόμα πιο φθηνή.Επιβεβαιωτική της ενοχής του.Η υπερβολική προσπάθεια άμυνας και υπεράσπισης στερείται πειθούς.Υποκρύπτει υπαιτιότητα και το ένστικτό της φωνάζει σαν αδέκαστος δικαστής την ετυμηγορία':'Ένοχος''!
 
Κωμικοτραγικός, με τα ανακατεμένα μαλλιά του, το ωχρό του δέρμα και τα πρησμένα του μάτια, εκατομμύρια συσπάσεις του προσώπου καταφατικές της ενοχής του, ένα συνοφρύωμα να του δίνει μια υποκριτική πινελιά έκπληξης, ο δραματικός τόνος  στα λόγια του.Ένας εξευτελισμός εμετικός.
Έκλεισε την πόρτα με βρόντο, σχεδόν βίαια την τραβούσε μέσα, δε σταματούσε να μιλάει, η χροιά της φωνής του ένας βέβηλος φαρισαϊσμός.

Κι έπειτα άρχισαν οι εξ αποστάσεως εκκλήσεις.Μέσα από το δαιμόνιο της τεχνολογίας και το απρόσωπο των μηνυμάτων, την έβγαζε παράλογη, υπερβολική, σκάρτη.Μέχρι ότι έψαχνε αφορμή να τερματίσει τη σχέση τους τής είπε, προκειμένου να την εξαναγκάσει να απαντήσει, δυναμιτίζοντας το κλίμα.

Βρέθηκε μόνη της , στο πατρικό της, με όνειρα ορφανά και σχέδια ξεγελασμένα.Κλείστηκε στο παιδικό της δωμάτιο που αποδείχθηκε ανέλπιστο καταφύγιο.Αμίλητη για μέρες, με κόπο πήγαινε στη δουλειά, με εσώτερη πίεση.Μπουκιά δεν έβαζε στο στόμα της, ξεσπούσε σε κλάμα ξαφνικά, δεν απαντούσε σε κανένα τηλεφώνημα.Δεν την ενδιέφερε να μάθει την αλήθεια γιατί μέσα της ήδη τη γνώριζε.Τι σημασία έχει αν τα σωρηδόν ψέματα είχαν ειπωθεί εξαιτίας απιστίας,απόρρητων πληροφοριών ή εγγενούς αδυναμίας;Δε σκόπευε να γίνει ψυχαναλυτής κανενός, ούτε επαίτης μιας σουλουπωμένης εκδοχής της πραγματικότητας.Αδιάφορο τής ήταν αν είχε μπλέξει οπουδήποτε ή δεν είχε κακή πρόθεση όντως.Αυτό που τη νοιάζει είναι ότι επέστρεφε σπίτι με απίστευτη φυσικότητα, μιλούσε εύγλωττα για τη μέρα του αραδιάζοντας ένα σωρό ψευδή γεγονότα, την αγκάλιαζε και σχεδίαζαν μαζί το μέλλον τους καμωμένο από φρούδες ελπίδες.Κι εκείνη βιάστηκε να του δείξει τυφλή εμπιστοσύνη, δεν είχε φυτρώσει μέσα της η αμφιβολία στιγμή-ζούσαν σε παράλληλα σύμπαντα και νόμιζαν πως αυτά έβρισκαν σημείο τομής.Είχε σχέση με έναν άγνωστο, θυμάται το βλέμμα του να γδύνει την αλήθεια της και θέλει να το ξεριζώσει από πάνω της-το νιώθει χυδαίο, να καίει τα μάτια της, να πυρπολεί το μυαλό της, να αποτεφρώνει την καρδιά της.Την άδειασε.

Άδειασε η ψυχή της από εικόνες και ελπίδα-γέμισε από ψέματα μεθυσμένα, από αλλοπρόσαλλες αλήθειες που τη χαστουκίζουν με δύναμη, από ετερόφωτα δρομάκια που τη διχάζουν.Μέσα στη σκόνη η ζωή της-ένας κονιορτός από πλάνη, υποσχέσεις και ελιγμοί και ψεύτικα χαμόγελα.Η απόλυτη παρωδία.
 
Ο κλονισμός της εμπιστοσύνης είναι η μέγιστη προδοσία.Επαίσχυντη προδοσία και ικεσία για συνθηκολόγηση, για να επανακάμψει σε μια αρρωστημένη ζωή όπου θα είναι ευτυχής να εθελοτυφλεί-να μάθει να μη ρωτάει-να είναι ολιγαρκής-να καταπίνει αμάσητη την κάθε ''αλήθεια'' του.
 
Με μισόκλειστα μάτια, τυλιγμένη σε μια παλιά, κόκκινη κουβέρτα, γυρεύει τη λήθη.Το μόνο της γιατρικό.Ονειρεύεται τη μέρα που θα ανοίξει την πόρτα και θα δει λίγο φως.Που θα τολμήσει να πιστέψει στους ανθρώπους ξανά.Ως τότε, η απίστευτη ζωή, με τα αδιανόητα, ξέφρενα ενδεχόμενά της, θα τη βοηθήσει να πετύχει το πιο υποτιμημένο,να πιστεύει στον εαυτό της.

Κυριακή 17 Φεβρουαρίου 2013

Ανεξερεύνητο

Ξόδεψα πολύ χρόνο να σκέφτομαι τι έφταιξε.Σα να παίρνω παραισθησιογόνα, κάθε μέρα, περιπλανήσεις ψυχεδελικές, ο αποστειρωμένος κόσμος γύρω μου, η μορφή σου αποτυπωμένη παντού.Νόμιζα πως σε έβλεπα παντού, και πάντα με κοίταζες με βλέμμα αλλοιωμένο από μίσος και ειρωνία.Ανεπαρκής στο δικό σου τέλειο σύμπαν.
 
Δε μού μιλάς ενώ η ύπαρξή μου ικετεύει για μια σου λέξη.Χάσαμε την επαφή και έμειναν οι αναμνήσεις.Συγκεχυμένες, με τη δική τους, μοναδική αλητεία, ερεθίζουν το θυμό μου.
Λιγοστές στιγμές σαν ερωτηματικά, ποτέ δεν χόρτασα στιγμές μαζί σου, και η φαντασία πάντα γιγαντώνει τον πόνο.Χωρίς κορεσμό  πώς να έρθει η απομυθοποίηση;
 
Ρωτούσα νέα σου δεξιά αριστερά, για να ακούσω μόνο μισόλογα, αοριστίες και διπλωματικές υπεκφυγές.Σε κυνηγούσα στα όνειρά μου σε απέραντες εκτάσεις και, ενώ ήσουν μπροστά μου, πάντα μου ξέφευγες.Ξυπνούσα κάθιδρος και αναστατωμένος και η πραγματικότητα με τάραζε παραπάνω.
Έφτασα στο σημείο να χορταίνω με αυταπάτες.Είναι τόσο πιο εύκολο να ερωτευτείς αυτό που δεν ξέρεις!

Το αίνιγμά σου με συγκλόνιζε.Η εξαφάνισή σου πυροδοτούσε τον έρωτά μου γιατί με εμπόδιζε να τον εξερευνήσω.Ο νεογέννητος έρωτας έχει παράλογες αξιώσεις για να αντέξει τη λογική του θανάτου.Η φυγή είναι αδιανόητη, εγκατάλειψη και αντίο χωρίς μια εξήγηση, σαν προδοσία αφόρητη.
Ποτέ δεν υπήρξαν λεκτικές υποσχέσεις, ποτέ δεν πλησιάσαμε καν στο συμβατικό μοτίβο μιας κανονικής σχέσης, ποτέ δεν ομολογήσαμε αυτά τα ανείπωτα που κουβαλούσαν υπέρμετρη αλήθεια, πολύ περισσότερη από τις λεκτικές διατυπώσεις.Ίσως να μην ταιριάζαμε  αρκετά, να μην ήμασταν ποτέ φυσιολογικοί, να μην αντέχαμε ο ένας την λόξα του άλλου.Τα λέω συχνά πυκνά στον εαυτό μου για να αποστασιοποιείται από συναισθηματισμούς.Χρονοβόροι οι συναισθηματισμοί!Βούλιαξα στην αδράνεια γυρεύοντας εκλεπτυσμένες απαντήσεις στα βάσανά μου.
 
Μέχρι που σε είδα ένα απόγευμα Κυριακής, και αυτή τη φορά δεν ήταν παραίσθηση.Κουρασμένη, βιαστική, μελαγχολικά πανέμορφη.Μπήκες τρέχοντας σε ένα μικροσκοπικό καφέ και σε έχασα στο πλήθος.Ανέλπιστο ταρακούνημα.Ανακουφίστηκα που δε με πρόσεξες καν αλλά η ταχυπαλμία μου, πρόδιδε το πόσο ταραγμένος ήμουν.Έκανα καιρό να το ξεχάσω, μπορεί και να μην ήθελα κιόλας.
 
Σφηνωμένοι εντός μας οι ανεξερεύνητοι έρωτες. Τίποτα δεν περιέχει περισσότερη πίκρα από έναν έρωτα που δεν εξερευνάς.Ανθεί μέσα σου, σε κυριεύει, διαιωνίζεται.Είναι δυνατό να σε στοιχειώνει κάτι που δεν πρόλαβε καν να ξεκινήσει;Οι θνησιγενείς έρωτες είναι αιώνιοι γιατί ξεγλιστρούν από την αδηφαγία της φθοράς.Και μια άφθαρτη ανάμνηση είναι ικανή να σπείρει  αιώνια φθορά.Πάντα θα σου θυμίζει χαμένες συγκινήσεις και όνειρα παραδομένα στη λήθη.
 
Δεν τις ξεγελάω τις αναμνήσεις μου.Πάντα επικρατούν στα σημεία.Όσο και να προσπαθώ να εντοπίσω σε αυτές πηγές δυστυχίας, εκείνες μου ψιθυρίζουν ότι η δειλία μου αρνήθηκε τη μετουσίωσή τους σε πραγματικότητα.Δεν μπορώ με ζαβολιές να τις εξαπατήσω και να τις υποβιβάσω.
 
Πέρα από το χρόνο, πέρα από αγάπες πραγματικές και ολοζώντανες, πέρα από τον κόσμο όλο, θα είσαι Εσύ.

Σάββατο 16 Φεβρουαρίου 2013

Απόδραση


Ξανά τα ίδια.Ξημέρωμα γεμάτο αδιέξοδα,ημίφως, ερωτηματικά.Η πόλη βυθισμένη σε έναν ύπνο όλο ανήσυχα όνειρα.Η μόνη ώρα που οι φόβοι της μοιάζουν να ξαποσταίνουν.Κανείς δε θα την αναζητήσει, κανείς δε θα κατασπαράξει άλλο ένα κομμάτι της.Μόνη, γαλήνια, με ματιά διαυγή.Όλα όμως φαντάζουν ανυπέρβλητα.
 
Αμέτρητες οι φορές που αναρωτιέται τι κάνει λάθος.Ανεξαρτήτως της περιρρέουσας πραγματικότητας, εκείνη η δυσάρεστη, οχληρή αίσθηση, ανάμεσα σε δυσφορία και οξεία μελαγχολία, την πολιορκεί ασταμάτητα.

Όμως δεν τής φταίνε οι άλλοι, και ας αποδίδει με ευκολία σε αυτούς την υπαιτιότητα.Η δυστυχία είναι γέννημα δικό της.Το μυαλό της εργάζεται υπερωριακά λεηλατώντας το κάθε βίωμα μέσα από μία φρικτή υπερανάλυση.Σκαρφίζεται τα πιο καταστροφικά σενάρια για να τα δει αργότερα χειροπιαστή πραγματικότητα.Αισθάνεται ανήμπορη να προχωρήσει στην επόμενη γωνιά και έτσι φυλακίζεται στο ίδιο μουντό τοπίο.Δεν ξέρει από πού να ξεκινήσει, τι είναι αυτό που τής διαφεύγει και καταλήγει πάντα πίσω.Στάσιμη, σε θέση αναμονής, στείρου οραματισμού του μέλλοντος.Κορεσμός από θεωρητικολογία, από καταχρηστικώς δρώσα φαντασία, από την εξιδανίκευση αυτού που δεν έχει ζήσει, από την αποθέωση της εικασίας, από την κυριαρχία της Aπουσίας.Η κραταιά Aπουσία.Τής θυμίζει πως όσα λείπουν την κάνουν να μοιάζει με ασθενική φιγούρα, άψυχη και άσκοπα περιπλανώμενη.Ζει καιρό τώρα την έλλειψη σκοπού, σωριάζεται όπου βρεθεί γεμάτη ανικανοποίητα, οι αισθήσεις της σε νάρκη.Ανηδονία.

Πάντα ενοχοποιεί αυτό που της λείπει.Κάποιος τής λήστεψε το νόημα.Το μυστικό για να χαμογελάει και να ελπίζει.Βίαια, τής αφαίρεσε την πίστη στα θαύματα,μαζί με μια θρασύβουλη αθωότητα.Συνήθειες παλιομοδίτικες και μια αγαθή καρδιά, ικανή να τη βάζει σε άλυτους μπελάδες.

Ποτέ δε σκέφτηκε ότι υπονομεύει  η ίδια την ευτυχία της.Πλανάται πως έχει ολοκληρωμένη εικόνα για αυτή, μόνο που αυτή η εικόνα δομείται μέσα από την Απουσία.Θαρρεί πως η ευτυχία διέρχεται μέσα από συναντήσεις με τους Άλλους.Έτσι, είτε επειδή αυτές κωλυσιεργούν, είτε επειδή αποδεικνύονται κατώτερες των προσδοκιών, η Ευτυχία παραμένει ανέγγιχτο Ιδανικό.

Αν δε συναντηθεί με τον εαυτό της, μια ζωή θα προσπερνάει, θα παραγκωνίζεται.
Δε θα μπορεί να δει, δε θα τη βλέπουν, δε θα ακούει, δε θα την αφουγκράζονται.
Με τον αυθεντικό εαυτό της, όχι με εκείνον που μπορεί να αντέξει.

Όσο και να θέλει να φύγει από αυτή την πόλη, όσο και να αλλάζει πεζοδρόμιο για να αποφύγει όσα εντείνουν την αίσθηση πνιγμού , κάτι πάντα θα την καταδιώκει, κάτι πάντα θα είναι μέσα της και θα στραγγίζει όλα τα υπόλοιπα από τη δυναμική τους.Θα την αφήνει παράλυτη, να ικετεύει για ξένες πολιτείες όπου δεν έχει ζήσει τίποτα και την πυροδοτεί η ηδονική φύση των άγραφων δεδομένων.

Ανακωχή με τον εαυτό της-πόσο δύσκολη είναι;Η ζωή δεν είναι μαραθώνιος αποδείξεων.Δεν αποτιμάται με επιτεύγματα.Γίνεται πιο ενδιαφέρουσα όπου προκύπτουν λάθη.Γιατί δεν ξέρουμε καν αν είναι όντως λάθη.Αν μπορούσαμε να διακρίνουμε τα λάθη από τα σωστά, θα ήμασταν σοφοί.

Ψάχνει σε λάθος μέρη.Σε πιθανά μέρη.Απορρίπτει τα απίθανα.Την τρομάζουν.Αποφεύγει το μέσα της, αν το ανταμώσει θα τής βάλει δύσκολα και εκείνη θέλει μόνο μια λύση.Μια Απόδραση.

Η μεγάλη Απόδραση, είναι η Απόδραση από τον εαυτό μας.Από τον εχθρικό εαυτό μας που μεταμφιέζεται σε πρόθυμο φίλο.Μας απομυζά όλη την ενέργεια και μας βομβαρδίζει με ενοχικά σύνδρομα.Υποχθόνια όμως, με επιδέξια τεχνική.Προβάλλει εμπόδια και ανακόπτει τα θαύματα.Τα ακυρώνει η λιποψυχία του.Κρίνει με αμείλικτη αυστηρότητα, απάνθρωπα σχεδόν.Απαξιώνει το κάθε τι και το μηδενίζει.Ωθεί έπειτα χωρίς αντίσταση στο συμβιβασμό πείθοντάς μας ότι είναι η Σωτηρία.Δαιμονικός εαυτός!

Και όλο τον κόσμο να γυρίσεις, αν δεν έχεις αποδράσει από αυτόν, θα είσαι ισόβια φυλακισμένος.Όμηρος της ίδιας και απαράλλαχτης νοοτροπίας, κρατούμενος σε ένα μοτίβο ζωής όπου η αλλαγή δε θα έχει θέση γιατί δε θα μπορείς να την αντιληφθείς.Όλα ίδια και άνοστα θα είναι, ανέλπιδα και αδιάφορα.

Διεκδικεί την ευτυχία σα να είναι θεόσταλτη εύνοια.Η ευτυχία απαιτεί γερούς λύτες.Δεν φυτρώνει εκεί που τα προβλήματα εξανεμίζονται ως δια μαγείας.Αναφύεται εκεί όπου τα προβλήματα γίνονται δυσεπίλυτα και αφήνουν μια αίσθηση προκλητικής αφύπνισης.Γεννούν το πείσμα, τη θέληση να τα παραμερίσεις.Να κάνεις τη δική σου αποστασία από όλες τις αυταπάτες σου.Να απογαλακτιστείς.
 
Η πολιτεία ξυπνά, πάλι οι οικείοι θόρυβοι, επαναλαμβανόμενες κινήσεις, κουβέντες, ματιές, παραλείψεις.Σταλαγματιές βροχής πέφτουν στο τζάμι, ήρεμα στην αρχή, ορμητικά στη συνέχεια.
 
Πρέπει να κλείσει την πόρτα στον εχθρικό εαυτό της.Να κοιτάξει μέσα της και ας βλέπει μόνο περίπλοκες εξισώσεις.Να καταλάβει τα προβλήματα για να γίνει γερός λύτης.Να γίνει καταλύτης.Να δραπετεύσει.

Δευτέρα 11 Φεβρουαρίου 2013

Η Ανάμνηση


Κάθε μέρα, είναι εκεί. Γραπώνεται βίαια από το παρόν, το ακυρώνει.Εκεί που κάθε μέρα ξαποσταίνει για δευτερόλεπτα τα άγχη της και αναστενάζει με ανακούφιση από το άχθος που απομακρύνεται.Εκεί που καμαρώνει πως έχει γίνει ένα νέο πρόσωπο, μια βελτιωμένη εκδοχή του παλιού, παλιωμένου της εαυτού.Ακριβώς εκεί που συνειδητοποιημένη και μαγεμένη από τις ξεχειλίζουσες σοφία διαπιστώσεις της, καταλήγει στο ότι ο καθένας οδηγείται στην κλίση του, σε αυτό για το οποίο είναι πλασμένος.Πάντα βρίσκει τρόπους, ακόμα και αν αυτοί απαιτούν το ξόδεμά του πρώτα.Ο καθένας ανταμώνει τα θέλω του, και ποτέ δεν είναι αργά για αυτά.Γιατί όταν τα συναντήσει στο τέλος, παύει να υπάρχει Χρόνος.
 
Η Ανάμνηση είναι εκεί.Την κοιτάζει όπως μια ξεθωριασμένη φωτογραφία.Όσο ξεπερασμένη και να είναι η εικόνα,όσο ντεμοντέ τα ρούχα που φοράνε ή τα χτενίσματά τους, ακόμα και αν η φωτογραφία αποτυπώνει μια εποχή αδεξιότητας και θλίψης, εκείνη διεκδικεί θέση στο παρόν.Εδραιώνεται σε αυτό, δεσπόζει, κατακτά το δικό της μονοπώλιο.Καταργεί και το Χρόνο, αγαπημένο της παιχνίδι.Σπανίως έχει να αντιμετωπίσει αξιόλογο αντίπαλο.Οι άνθρωποι απολαμβάνουν την κατάργηση του χρόνου, ακριβώς για να μη νιώθουν ότι τους διαφεντεύει.Η φθορά που προκαλεί ο χρόνος λειτουργεί ως αλληγορική, προπαρασκευαστική υπενθύμιση θανάτου, ο χρόνος-οδοστρωτήρας, ο ανάλγητος χρόνος, ο δολοφόνος.

Κάπως έτσι η Ανάμνηση σκαρφαλώνει στο παρόν της γεμάτη από την αχλύ μιας εποχής που ξεπροβάλλει σαν απωλεσθείσα νεότητα.Ο εαυτός της τότε-άγουρος, μικρός, λίγος-στερνή μου γνώση να σ' είχα πρώτα και ένα σωρό πάνσοφες λαϊκές ρήσεις-παρ' όλα αυτά το χθες διέπεται από μια ανορθόδοξη αρμονία.Η γοητεία του τη συνεπαίρνει σε μια εκδοχή του εαυτού της που πάλεψε χρόνια να σκοτώσει-και ακόμα μάχεται με οχληρά κατάλοιπα.Εκεί έρχονται με παράλογη ταχύτητα και κάποιοι ανεκπλήρωτοι έρωτες που ακόμα και σήμερα την επισκέφτονται σε εκδικητικά όνειρα.Με τι δύναμη μπορούσε άραγε να αγαπήσει και πόση δειλία την εμπόδιζε να το φανερώσει;Ο εφηβικός της εαυτός ήταν άσος στα τεχνάσματα.

Εκεί είναι και οι τρύπιες προσδοκίες, η αφελής κατάστρωση του μέλλοντος.
Η φαντασία είναι πραγματικά μεγαλεπήβολη αλλά πάντα προβλέψιμη γιατί δε λογαριάζει το βασικό συστατικό  της ζωής:την ανατροπή.

Εκείνο το κορίτσι που ξεχείλιζε από συναίσθημα την επισκέπτεται συχνά.Το ίδιο και οι κουτοί της φόβοι, έρχονται και αυτοί με παιδιάστικη ανασφάλεια να οικειοποιηθούν τη στιγμή.
 
Και εκείνη αντιστέκεται, δε θέλει πια να είναι παιδί, ο εφηβικός της εαυτός τής κληροδότησε μονάχα κάποιες σκόρπιες αναμνήσεις οδυνηρών απωθημένων.Άρχισε να εκλογικεύει τα πάντα, να κυνηγά τα υποστατά.Αυτή η κατάβαση στα γήινα την ξένισε κάπως αλλά γρήγορα τη συνήθισε.
 
Μα έπειτα θυμάται φίλους, γέλια και δάκρυα, γέλια μέχρι δακρύων, δάκρυα που μετατρέπονταν σε γέλια.Φωνές και ζωή και βόλτες μια ζωή, βόλτες που έγιναν η ζωή της.Ένα ταξίδι που δε θα εκχωρήσει στο Χρόνο γιατί η Αλήθεια δεν εκποιείται.Η Αλήθεια αρνείται το Χρόνο, αρνείται το Θάνατο.

Συνέρχεται στο παρόν επιπλήττοντας τον ονειροπαρμένο της εαυτό.Αλλά ακόμα και τις στιγμές που είναι περήφανη ότι επιβάλλεται στον ενήλικο εαυτό της ελέγχοντας τις ηδονικές αποκλίσεις του χρόνου και τις θεότρελες αποστασίες του, η εφηβική της εικόνα ξεπηδάει όλο καθαρότητα μέσα από μια παντοδύναμη Ανάμνηση και κατευθύνει τα βήματά της.

Οι μνήμες προλογίζουν τα παροντικά βιώματα μόνο που η αποκωδικοποίηση γίνεται στο μέλλον.
Του Χρόνου τερτίπια είναι αυτά, παράλογα, όπως και ο ίδιος.
 

Τετάρτη 6 Φεβρουαρίου 2013

Travelling light

Κοίταξε το ρολόι απορημένη.Η ώρα ήταν ήδη πέντε, είχε ήδη δυο ώρες στην τεράστια πόλη και κάποιες μέρες μπροστά της χωρίς κανένα σχέδιο.Ένιωθε να την πλημμυρίζει μια αισιόδοξη αίσθηση, σχεδόν προκλητική.Τους τελευταίους μήνες ήταν περισσότερο μελαγχολική, μερικές μέρες ακόμα και σκοτεινή.Μετά από τον απρόσμενο χωρισμό, ένιωθε λειψή.Πολλά τα κατηγορώ στον εαυτό της, νύχτες με εκτοξεύσεις μομφών, πρωινά άρνησης.Δοκίμασε κάθε είδους γιατρικό για την περίσταση αλλά η θεραπεία άφαντη.Ή έστω κάποια υποτυπώδης βελτίωση.Έτσι αποφάσισε να φύγει λίγες μέρες, ολομόναχη.Ίσως σε ένα άλλο περιβάλλον να νεκρωνόταν ο παρελθολάγνος εαυτός της.
 
Δε μπορούσε τα δεσμά αλλά δε μπορούσε και να αποκοπεί.
Η γοητεία των συνειρμών πάντα την αιχμαλώτιζε.
Πάντα ακουγόταν η φωνή του στο νου της, όλο δελεαστικές υποσχέσεις:''Θα είμαι εδώ''.
Και να που έλειπε από παντού.Αυτή η απουσία την έκανε να μαραίνεται, να αισθάνεται άψυχη.Μορφή περιφερόμενη χωρίς έκφραση, η δυστυχία η ίδια.
 
Καθώς διασχίζει τους απέραντους δρόμους με βήμα γοργό, το βλέμμα της έχει πάντα κάτι να επεξεργαστεί.Ένα ατέλειωτο πανηγύρι ποικιλομορφίας στήνεται εμπρός της.Δεν υπάρχει μέτρο, ούτε αρμονία, ούτε παράταιρο.Όλα όμως στο τέλος συνυπάρχουν σε μια διασκεδαστική πανδαισία.Κάθε βήμα και μια νέα ανακάλυψη.Φυσάει ψυχρά και ψάχνει τα γάντια της στην πελώρια τσάντα.Σταματάει μπροστά σε μια τσαγερί, σαν βγαλμένη από παραμύθι.Έχει κάτι ευχάριστα αναχρονιστικό και μοσχοβολάει γιασεμί.Σαν υπνωτισμένη, περνάει το κατώφλι και χάνεται στο πιο απόμερο τραπέζι.Κανείς δεν την κοιτάζει με αδιακρισία, πιατέλες με ευωδιαστά κέικ και ροφήματα πηγαινοέρχονται ολοένα, μερικά βιβλία τής γνέφουν με νόημα από την μικρή βιβλιοθήκη δίπλα της.Παραγγέλνει ένα τσάι γεμάτο από μπαχαρικά και παρατηρεί τους γύρω της με τρόπο.Μοιάζουν χαμένοι στους εναλλακτικούς τους κόσμους, αφοσιωμένοι σε μια υπέρτατη ιεροτελεστία.Αυτό δε θα το έκανε ποτέ, να βγει ολομόναχη για καφέ, και το καλύτερο είναι πως δεν το είχε προσχεδιάσει.Ή μάλλον το καλύτερο είναι πως το απολαμβάνει.Μισή ώρα και βάλε και το παρελθόν αναχώρησε από το παρόν.Το παρόν της μπορεί και αναπνέει.Το παρόν της μαγεύεται και τη μαγεύει!

Με πλούσια αίσθηση στον ουρανίσκο, συνέχισε τον μοναχικό της περίπατο.Τα αταίριαστα παντρέματα δίνουν και παίρνουν, και τής φτιάχνουν τη διάθεση.Μαλώνουν τη φαντασία της, για το πόσο πενιχρή είναι.Η πραγματικότητα επιβάλλεται στη φαντασία με εξτρεμιστικά παράγωγα που η φαντασία ενίοτε δειλιάζει να προάγει για να μην την πουν γραφική!
 
Λένε ότι αυτή η πόλη είναι απρόσωπη.Απρόσωπη είναι για όσους δεν έχουν πρόσωπο.Για όσους δεν μπορούν να διακρίνουν πρόσωπα.Για εκείνην, αυτή η πόλη είναι ένα απίθανο συγκέρασμα από απίθανα στοιχεία.Μερικά έντονα βλέμματα που την περικυκλώνουν, ουδόλως την ενοχλούν.Είναι μια ανάπαυλα από την αίσθηση γενικευμένης απάθειας και προσήλωσης στον μικρόκοσμο.΄Ενα μικρό ξύπνημα από την αέναη παρατήρηση.Αυτή η πόλη δεν τής επιτρέπει να σκεφτεί, και να που μπορεί να ζει και χωρίς αυτόν τον μακροχρόνιο εθισμό.Την βομβαρδίζει με ερεθίσματα και ολοένα την αποσυντονίζει.Την αποπροσανατολίζει και κάπου εκεί βρίσκει τον χαμένο εαυτό της.

Έχει σκοτεινιάσει και ο αέρας αγριεύει όσο περνάει η ώρα.Τα χαριτωμένα μαγαζιά γεμίζουν κόσμο που καταστρώνει ζωηρές συζητήσεις και ηχηρά γέλια.Και όλα είναι παντού:το απλό, το μικροαστικό, το κουλτουριάρικο, το εναλλακτικό, το κιτς, το σοβαροφανές, το λαϊκό, το θελκτικό.Το ετερόκλητο μιας ζωής αποτυπώνεται στους δρόμους της πόλης αποδεικνύοντας ότι τίποτα δεν είναι μονοσήμαντο.
 
Εκπλήσσει η ίδια τον εαυτό της, παρόλο που αφέθηκε σε ρεσιτάλ πλήξης τόσο καιρό.Εκείνος  είναι πια χαμένος σε σκουριασμένους διαδρόμους της μνήμης της.Ακόμα και αν τον ανακάλεσε για μερικά μισητά δευτερόλεπτα, ήταν για να νιώσει πόσο πεπαλαιωμένη είναι αυτή η εικόνα.Πόσο μουντός και αδιάφορος τής μοιάζει.Μακριά του παρατηρεί τη ζωή που ξετυλίγεται και σπαρταρά δίπλα της, με όλα τα φαιδρά και τα θλιβερά της, τη στιγμή που καλπάζει και δεν επιβραδύνει για χάρη μιας αχόρταγης σκέψης.

Γυρίζει στο δωμάτιό της με μια παράξενη αίσθηση ευδαιμονίας.Ήταν μία από τις πιο ευτυχισμένες μέρες της ζωής της, και ας ήταν μόνη.Αυτό την τρομάζει, την ίδια ώρα που την αναπτερώνει.Ακριβώς εκείνη την ώρα, καταλαβαίνει ότι ποτέ δε θα είναι ουσιαστικά μόνη.
 

Κυριακή 3 Φεβρουαρίου 2013

Αλήθειες

Συνήθισα να είμαι μόνος.Άλλωστε η δύναμη του εθισμού είναι πάντα πρωτοπόρα.Έφτασα σε ένα σημείο που δε με νοιάζει να μοιραστώ, να ανταμώσω, να ακουστώ και να ακούσω.Μπούχτισα με συναναστροφές ρηχές και υποκριτικές, με το ελεγκτικό ύφος περαστικών από τη ζωή μου μορφών, στα μάτια των οποίων έλαμπε περίτρανα η δική μου ανεπάρκεια.Κλείστηκα στον εαυτό μου και δεν ήταν εύκολο-στην αρχή τουλάχιστον.Ξυπνούσα βαριεστημένος, πελαγωμένος που έπρεπε να δαμάσω την  πολύλογη σιωπή μου.Τη μιζέρια που κρεμασμένη στους τοίχους των σπιτιών μου, κραύγαζε ότι με είχα αιχμαλωτίσει ως αυτουργός του πλέον απαράγραπτου εγκλήματος.Προσπαθούσα να ξεχνιέμαι με ανάλαφρα ερεθίσματα και ανακουφιστικούς αποπροσανατολισμούς.Τα βράδια όμως ήταν πραγματική τυραννία.Αιωνόβια, με μια ακαμψία σαδιστική, οι αναμνήσεις να στοιχίζονται επώδυνα, στο μυαλό μου ο θρίαμβος του χάους, την ψυχή μου να κατατροπώνει μια αφύσικη ασυμμετρία.Ένιωθα τον χρόνο να καλπάζει σε αντιδιαστολή με το πάγωμά του στο δικό μου λιλιπούτειο σύμπαν.Ένιωθα πως εκεί έξω υπήρχε ένα παράλληλο σύμπαν γεμάτο από νέους ανθρώπους, γελαστά πρόσωπα, ερωτευμένα βλέμματα, χορό και ελπίδα.Και εξελίξεις, ακόμα και απειροελάχιστες. Για άλλους υποστατές, για άλλους μόνο στην παραγωγική τους φαντασία.
 
Αμέσως όμως με έζωνε μια αίσθηση αβάσταχτης ματαιότητας.Αν έβγαινα από το σπίτι μου, ακόμα και για έναν σύντομο περίπατο, θα αφηνόμουν σε ένα σκόρπισμα δίχως έλεος, συνειδητοποιώντας πόσο μακριά στέκομαι από την περιρρέουσα ζωή.Από το μέσο όρο, ευλογία και κατάρα μαζί.
Το χειρότερο είναι πως ουδέποτε με ένοιαζε.Γιατί περνώντας ο καιρός και μετά τη φρίκη του πρώτου διαστήματος, στο μικροσκοπικό μου σύμπαν αντάμωσα στοιχεία συγκινητικά, που θαρρείς και είχαν αφεθεί τόσα χρόνια σε έναν μακρόσυρτο λήθαργο.Ένιωθα λοιπόν καλά με τον εαυτό μου.Βέβαια αυτή η αίσθηση είναι τόσο ρευστή και ευμετάβολη που δίσταζα να το ξεστομίσω ακόμα και σε στιγμές γενναίας ειλικρίνειας.Με κούρασαν οι άνθρωποι με τη μανία τους να συγκρίνουν καταστάσεις με πρωτόγονη απλοϊκότητα, ο υφέρπων γι' αυτό και κατάφωρος φθόνος στο βεβιασμένο τους μειδίαμα, η ανατριχιαστική αμεσότητα των χαρακτηρισμών τους, εκείνη η λαγνεία η αχαρακτήριστη για τις γενικεύσεις, που από μόνη της ξεσκεπάζει την ουσιαστική τους αμάθεια.
 
Μπορεί κι εγώ ο ίδιος να μην κατάφερα τίποτα αξιόλογο, με βάση τα υπάρχοντα δεδομένα που έχει κατασκευάσει η ίδια η κοινωνία.Μάλιστα με αυτά τα δεδομένα η μόνη θέση που δικαιωματικά μου ανήκε είναι εκείνη του περιθωρίου, αφού κατά συνείδηση και κατ' επιλογή απέκλινα από τις πανίσχυρες επιταγές της.Και ξέρω ότι κάποιοι θα με θεωρήσουν τρελό αλλά το πλεόνασμα της λογικής τους για εμένα ακυρώνει κάθε τους συμπέρασμα.Γιατί μέσα στον επιφανειακά μονόχνωτο κόσμο μου, μέσα από απροσμέτρητο πόνο, πρωινά αλγεινά και νύχτες οδυνηρών  διακυμάνσεων, αναγκάστηκα να δω εμένα κατάματα.Αναγκάστηκα να ατενίσω τη δική μου αλήθεια, χωρίς τη διαστρέβλωση που προκαλεί η παρέμβαση τρίτων.Μέσα σε όσα είδα υπήρχαν πάθη, λάθη και τερατώδεις τάσεις, μια ασχήμια ανυπέρβλητη που αρχικά δε γνώριζα πώς να χειριστώ.Με τον καιρό όμως συμφιλιώθηκα με την εικόνα μου και άρχισα να διακρίνω και αρετές κρυμμένες.Έμαθα ότι το υπέρτατο έγκλημα είναι η συνθηκολόγηση με μια εκλεπτυσμένη εκδοχή της αλήθειας.Μια εκδοχή βολική, που τέρπει και καλύπτει, που είναι υποφερτή αλλά  που οδηγεί σε ανυπόφορα ατοπήματα.Έμαθα να είμαι Εγώ.Τα όσα έχω ή δεν έχω, τα όσα πέτυχα ή όχι, δεν έχουν καμία σημασία.Ούτε δα το παρελθόν που μια ζωή υπέσκαπτε το παρόν μου.Αποτραβήχτηκα από είδωλα, σκιές και σκουριασμένες σκηνές.Έπαψα να τις ανακαλώ και να τις ανακατασκευάζω.

Κάπως έτσι, η ευτυχία, συνέβη.Με τον απλούστατο τρόπο που συμβαίνει, παρότι η επιδίωξή της αποδεικνύεται περίπλοκη.Ζούσα την κάθε μέρα με μια εφηβική ένταση, μικρά και μεγάλα ταξίδια του πνεύματος γεμάτα αρμονία, διέκρινα στο βοερό πανηγύρι της ζωής μια λυτρωτική για εμένα ασημαντότητα, αντιλαμβανόμουν την πληθώρα των συμβιβασμών που με περιτριγύριζαν.Ναι, η ζωή είναι μια αλυσίδα από εκλεπτυσμένες αλήθειες που διαιωνίζουν τη συνομωσία ενός νόμιμου ψέματος.Έτσι υπαγορεύει η κοινωνία, θεμιτοί οι συμβιβασμοί προκειμένου να συντηρείται το παραδοσιακό της έργο.Ωστόσο αυτές οι επίπλαστες αλήθειες δε μου ερέθιζαν πια την περιέργεια, ούτε με προκαλούσαν σε ένα μοτίβο συμβατικής ζωής που θα έθετε τέρμα στις ακόρεστες αναζητήσεις μου.Πλέον μού φάνταζαν διακωμωδήσεις της ανθρώπινης μικρότητας, με έκαναν να αποσύρομαι ακόμα πιο σίγουρος στο καταφύγιό μου, ακόμα πιο ακμαίος.

Δεν ξέρω αν μέσα από όλα αυτά απέσπασα έστω και ένα κομμάτι σοφίας.Για να είμαι ειλικρινής δε με ενδιαφέρει καν.Ξυπνάω κάθε μέρα και νιώθω μέσα μου κάτι τόσο όμορφο που αναζητώ τη λέξη να το αποδώσω.Η Αλήθεια καμαρώνει μπροστά μου παντού, σε μια απίθανη ενάργεια.Δεν με καταδιώκουν πια οι εμμονικές μου επικρίσεις, δεν θεωρώ ότι είμαι αφύσικος.Αφύσικο θεωρώ όποιον αδυνατεί να εκτιμήσει και να απολαύσει κάτι τόσο φυσικό, όπως η ζωή.Όποιον διαλέγει το στρατόπεδο της πλειονότητας, εκείνο με τις καλλωπισμένες αλήθειες.Δεν είναι ευτυχία, ούτε ευδαιμονία.Είναι μια αίσθηση ότι αν δεν έχεις κάνει ανακωχή με την αληθινή σου εικόνα, όποιος σε αγαπάει, θα αγαπάει μια παραμόρφωση.Ότι αν δε σε αγαπήσεις όπως ακριβώς είσαι, συλλέκτης θα γίνεις απατηλής αγάπης.Και όταν τελικά σε αγαπήσεις, θα είσαι αλλεργικός στα υποκατάστατα, τους συμβιβασμούς και τις μεταμφιεσμένες αλήθειες.Τόσο, που ακόμα και αν δεν αγαπηθείς, δε θα πειράζει.Τουλάχιστον θα ξέρεις ότι είναι αληθινό.
 
Έτσι ξεκινάει κάθε μέρα μου, με την πεποίθηση ότι ο κόσμος γύρω μου έχει μια κρυστάλλινη διαύγεια, αφού ο δικός μου κόσμος είναι ξεκάθαρα αληθινός.Ο κόσμος γύρω μου έχει μια απερίγραπτη ομορφιά.Συνήθως ξαποσταίνει σε εξωφρενικές λεπτομέρειες που οι πλείστοι αγνοούν μια ζωή.Κάθε φορά όμως που κατορθώνω να διακρίνω μια τέτοια αναζωογονητική λεπτομέρεια, η αίσθηση που προανέφερα, εντείνεται.Και μέσα στην ανάταση αυτή θα συνεχίσω μανιωδώς να αναζητώ τέτοιες λεπτομέρειες.Να αναζητώ τη ζωή.Αν μπορείς να ζήσεις τη ζωή μόνος, ξέρεις και πώς να τη μοιραστείς.

Σάββατο 2 Φεβρουαρίου 2013

Αφομοίωση


Εκείνος είχε βλέμμα στυλωμένο στην παλαιομοδίτικη συσκευή τηλεφώνου.Περίμενε αφελώς να το ακούσει να χτύπάει. Στην άλλη άκρη της γραμμής θα ακουγόταν, διστακτικά, η βελούδινη φωνή της. Μετανιωμένη για όσα είπε και έπραξε, όλα έγιναν υπό το κράτος θυμού. Τόσα χρόνια συνομιλούσαν ακόμα και έτσι, δε χόρταιναν να μοιράζονται λέξεις και σιωπές, κάτι βράδια με πλουμιστά φεγγάρια που η μελαγχολία έσταζε αυθεντική πάνω στην ύπαρξη.Δε μιλούσε με κανέναν άλλο εκτός από Εκείνη.Είχε αποτραβηχτεί σε έναν αλλοπαρμένο κόσμο των δυο τους, συνεπαρμένος από τη νεφελώδη γοητεία της.Είχε την ικανότητα να ασκεί πάνω του μια ανεξήγητη επιρροή, με τρόπο που όλα τα δομικά στοιχεία του χαρακτήρα του διαλύονταν και μετουσιώνονταν σε κάτι αλλοίο.Σε κάτι άλλο.Φύσει ψυχρός και απόμακρος, σχεδόν φλεγματικός, με την ψυχή χορτασμένη από μοναχικά ταξίδια, με αφθονία συλλογισμών.Σκάρωνε μια ζωή ατέρμονους μονολόγους.Και όταν εμφανίστηκε,από το πουθενά, ο συνομιλητής του, οι ερωταποκρίσεις έχτισαν ένα ολάκερο σύμπαν εδραιωμένο στη βάση της μονόπλευρης αλλαγής.

Λένε ότι τα ετερώνυμα έλκονται, και το λένε με ζωηρή ικανοποίηση.Πάντα το ράπισμα της Λογικής εξιτάρει τα φιλήδονα ανθρώπινα ένστικτα.Τα αντίρροπα στοιχεία αλληλοαναιρούνται ή αφομοιώνονται.Μία καταστροφική εξίσωση τα εξομοιώνει, εξοβελίζοντας τη διαφορετικότητά τους.Καθείς λησμονεί τις λεπτομέρειες της δικής του οντότητας, λεπτεπίλεπτα διαφοροποιητικές, ενδίδοντας σε μία συγχώνευση που αγγίζει τη φρικαλέα δυστυχία.Μάλλον γιατί έντός της ενσταλάζει κάτι από την ανυπόφορη αίσθηση  της απώλειας.

Άλλο που δεν του το είχε υπογραμμίσει, φυσικά με απαράμιλλη γοητεία.Οι σχέσεις που βασίζονται σε υψηλό βαθμό εξάρτησης πάσχουν από επισφαλή δομή.Κάπως έτσι άνθρωποι λογικότατοι, ευφυείς και χαρισματικοί, μετατρέπονται σε αξιολύπητα ουδέτερα όντα που δεν έχουν κανένα ενδιαφέρον και κανένα λόγο ύπαρξης έξω από τον Αγαπημένο.Παρότι όμως τον είχε ρητώς προειδοποιήσει, εκείνος ήταν βουτηγμένος σε ένα πρωτόγνωρο γαλαξία η γλύκα του οποίου τον μεθούσε, τον υπνώτιζε, του ξεκλείδωνε αφανέρωτες μέχρι πρότινος πτυχές του εαυτού του.Αυτή η γυναίκα είχε τη δύναμη να τον αλλάξει.Από έναν μονόχνωτο, εκ πεποιθήσεως μοναχικό και ιδιότροπο ταξιδιώτη, σε έναν ερωτευμένο, επικοινωνιακό άντρα που είχε πολλά να βιώσει, και μάλιστα αναδρομικά. Το μόνο που νοηματοδοτούσε τις στιγμές του ήταν η αναμονή της επικοινωνίας, των τερπνών τους συναντήσεων.Δεν είχε όρεξη ούτε να διαβάσει, ούτε να περπατήσει, ούτε να ακούσει μουσική.Ονειροβατούσε ολημερίς, στην απόλυτη απραξία, ποιος, αυτός που αισθανόταν υπερήλικας για έρωτες και ρομαντικά σενάρια!

Εκείνη όμως την τελευταία φορά του το είπε ωμά.Δεν τον άντεχε πια έτσι αγκιστρωμένος που ήταν από πάνω της.Δεν τής άφηνε περιθώριο να τον έχει ανάγκη αφού η δική του αχόρταγη ανάγκη για εκείνην, θανάτωνε τη δική της για εκείνον.Πλέον ήταν ανιαρός, δεν είχε τίποτα να τής πει και να τής δώσει.Μάλλον παρεξήγησε την ταυτότητά του, στην αρχή νόμιζε πως τον ερωτεύτηκε για τις ετερόκλητες γνώσεις του και τον εσωστρεφή του χαρακτήρα.Τώρα όμως νιώθει ότι την πνίγει με τις ακόρεστες απαιτήσεις του.Τον εγκαταλείπει γιατί αλλιώς θα είναι σα να εγκαταλείπει τον εαυτό της.Ο ένας δεν κάνει καλό στον άλλο, του είπε με βλέμμα κενό.Και τον φίλησε απαλά το μάγουλο, ένα φιλί γεμάτο πίκρα και χροιά προδοσίας.
 
Η ένωση δυο ανθρώπων είναι λυτρωτική όταν ο καθένας διασώζει την ιδιαιτερότητά του και καταδικασμένη όταν επιφέρει την αφομοίωσή τους, όταν συνεπάγεται την απόσχιση ζωτικής σημασίας κομματιών από την ψυχή του καθενός. Όσο προκλητικά ενδιαφέρουσα και να είναι η σύζευξη αντιτιθέμενων στοιχείων, άλλο τόσο κυοφορεί το ρίσκο αυτά τα στοιχεία που εδραιώνουν αρχικώς την έλξη και τη συνακόλουθη επιθυμία συνύπαρξης, να εξαλειφθούν, σε μία προσπάθεια ο ένας να γίνει αρεστός στον άλλο-ή ακόμα και σε μία αθέλητη διαδικασία υποσυνείδητης μίμησης του άλλου.Η ταύτιση είναι δυσοίωνη στη συνύπαρξη γιατί η ταύτιση συμπαρασύρει μαζί της το τέλμα και ο έρωτας έχει εγγενή ροπή προς την εξέλιξη, ειδάλλως μαραζώνει και ο ίδιος.

Και έτσι όπως τον κατάντησε, ίδιο με εκείνη, έτσι όπως τής επέτρεψε να τον καταντήσει, να αρκείται σε ερωταποκρίσεις και φευγαλέες συναντήσεις, να γυρεύει αχόρταγα την παρουσία της, να εκμηδενίζονται όλα μακριά της, έτσι ακριβώς τον αφήνει πίσω.Χωρίς στίγμα, πηγές χαράς, χωρίς συναίσθημα.Αλλόκοτα μόνο, γεμάτο από τον απρόσμενο πόνο της αιφνίδιας εγκατάλειψης, με λόγια αραδιασμένα με περίσσευμα ειλικρίνειας, μια αλήθεια που είναι ανέτοιμος να δεχτεί.
 
Αρχές Φλεβάρη, βράδιασε κιόλας και οι έξωθεν φωνές του υπενθυμίζουν ότι η ζωή, όπως πάντα, συνεχίζεται.Και όμως, κλείνει το παράθυρο και παραμένει να κοιτάζει την παλαιομοδίτικη τηλεφωνική συσκευή μέσα στο μισοσκόταδο, με τη σχιζοφρενική ελπίδα πως από στιγμή σε στιγμή θα χτυπήσει.

Δευτέρα 28 Ιανουαρίου 2013

Δήθεν

Το είχε δει σε πολλές μορφές γύρω του.Σκαρφάλωνε στον ευσεβή πόθο του για ηρεμία και τον κατασπάραζε μεμιάς.Αδιόρατες, ανεπαίσθητες, αυτάρεσκες λεπτομέρειες που σφετερίζονταν την ισορροπία του.Συνήθως ήταν ανήμπορος να τις προσδιορίσει, του έμενε μόνο εκείνη η αίσθηση του αλλοιωμένου, του δυσανάλογου και δυσαρμονικού.Η τερατώδης όψη ενός προσώπου όταν εμφιλοχωρούν σε αυτό ατέλειες- ή μήπως όταν τις αποβάλλει;

To είχε δει ενθουσιώδες να γατζώνεται πάνω σε μισερά χαμόγελα που καταπίνουν εντός τους όλο το φθόνο του κόσμου.Σε βλέμματα αλαφιασμένα, όλο αλαζονική μικρότητα.Σε χυδαιοποίηση της γλώσσας που γινόταν εργαλείο ψεύδους εξωραϊζοντας τα πάντα, καταποντίζοντας τη δυστυχία πίσω από πλατειασμούς λέξεων που κατασκεύαζαν την ευτυχία.Στην αναζήτηση του ιδανικού μέρους για ένα σαββατόβραδο, εξονυχιστική σε βαθμό που αποβαίνει πιο χρονοβόρα και από την ίδια την έξοδο. Πίσω από μια οθόνη θρασύδειλη, μέσα σε σμήνη από ανθρωπάκια που διακηρύττουν την ασύγκριτη ελαφρότητα μιας συμβατικής ευτυχίας.Στη μανία με την κριτική, στο πώς εν μία νυκτί όλοι μεταλλάχθηκαν σε διδάκτορες ψυχολογίας και σε φωτεινούς παντογνώστες, στη σκληροπυρηνική διατύπωση της άποψης- νόρμας, στο αναμασημένο χιούμορ, στην ψευτοκουλτούρα που τηρείται ευλαβικά, στην ψύχωση με το να αποδείξει κανείς ότι είναι φυσιολογικός και χαρούμενος.
 
Το είδε και στον έρωτα όπου η μία άμυνα ανθούσε μετά την  άλλη. Όλα ακολουθούν ένα άγραφο καταστατικό, διαφορετικά καραδοκεί η απογοήτευση.Ένα παιχνίδι με καταστροφικούς κανόνες κατάντησε ο έρωτας. Στρατηγικές και πειραγμένα ζάρια και απωθημένα και ανασφάλειες, ένα θεριό από πάθη καμωμένο που τον εξουδετερώνει.Ποτέ του δεν μπορούσε να καταλάβει την ξιπασιά όσων θεωρούν τους εαυτούς τους σαφώς ανώτερους των περιστάσεων και διαλαλούν με περίσσεια μετριοφροσύνη πως δε συνθηκολογούν με μετριότητες.Μέσα σε ένα γυάλινο κόσμο, πανέρημοι και γεμάτοι από ψευδεπίγραφη ευτυχία.Δεν τους νοιάζει δήθεν που είναι μόνοι, προτιμούν τη μοναξιά από την απογοήτευση.Και κρίνουν, κρίνουν αφειδώς. Μαγαζιά, πόλεις, ανθρώπους, καταστάσεις.
 
 Από μια θέση πανοραμική, μέσα από το πρίσμα της αυθεντίας, με την ψευδαίσθηση ότι η ζωή τους ποτέ δε μπορεί να είναι απογοητευτική, πως οι ίδιοι διαθέτουν δολοφονική γοητεία. Ο γοητευτικός άνθρωπος δοκιμάζεται στο πώς χειρίζεται την απογοήτευση, πόσο γοητευτικός να είναι κάποιος που  περιχαρακώνει τη ζωή του σε ένα ασφαλές πεδίο κίβδηλης τελειότητας;Το πρόβλημα ίσως ξεκίνησε όταν οι άνθρωποι έγιναν ασύστολα εγκεφαλικοί και άρχισαν να χτίζουν αυταπάτες υπεροχής.Καθιερώθηκε μια μόδα απρόσιτου ανθρώπου, εκπαιδευμένου στο θεαθήναι, με ουτοπικές προσδοκίες για το μέλλον και παντελή έλλειψη χιούμορ.
 
Μερικές φορές προσποιείται πως δεν το βλέπει. Όλο αυτό το ''δήθεν''που μαστίζει την ψυχή του και διεγείρει το νευρικό του σύστημα.Παρ΄όλο παντού ανταμώνει υβρίδια αποτυχημένων τάσεων, κακότεχνες απομιμήσεις και μια γελοία απόπειρα κατάκτησης της παντογνωσίας.Παρ' όλο που ατσάλινα βλέμματα τον χλευάζουν και ατσαλάκωτες φιγούρες του επιτίθενται με αγριότητα κάθε βράδυ που ακολουθεί την παγερή του διαδρομή για το σπίτι. Περιμένει τη στιγμή που θα γνωρίσει ανθρώπους φοβισμένους, παράλογους, ανυπόφορους, μέτριους, παράφορους, αληθινούς. Που δε θα θεωρούν την άγνοια ένδειξη αδυναμίας αλλά κίνητρο για γνώση.Που δε θα τους πτοεί η μετριότητα γιατί θα μάχονται να την υπερβούν. Που μπορεί να μην συχνάζουν στα πιο ψαγμένα μέρη της πόλης αλλά ξέρουν να γεννούν στιγμές ευδαιμονικές ακόμα και στο ασήμαντο σπίτι τους.Χωρίς κουβέντες πολυθρύλητες και κομπασμούς, ίσως χωρίς καν λόγια, ακόμα και σιωπηλά. Αληθινά.-

Κυριακή 27 Ιανουαρίου 2013

Αυτάρκεια

Ξημέρωσε μέσα από βρόχινα φιλιά . Ένα αχνό φως εισχωρεί στο παγερό δωμάτιο, τα κορμιά ξαποσταίνουν, τα μυαλά αφηνιάζουν σε ένα μαραθώνιο από αλληλοαναιρούμενες σκέψεις. Απ' έξω ακούγεται μια παράξενα αρμονική μελωδία, είναι βέβαιη πως την έχει ακούσει κάπου, την παρασέρνει σχεδόν παρανοϊκά στα χνάρια μιας ξεχασμένης χαράς, προσπαθεί να τη θυμηθεί αλλά μάταια. Νομίζει ότι αυτή η στιγμή που σφύζει από ευτυχία είναι μια προσωπική ανάγκη. Ότι η ίδια την επινοεί για να μην καταντήσει παράφρων, για να μην αποβιώσει η ψυχή της από συσσωρευμένη ανία.Τα χέρια του πλεγμένα στα δικά της, τη ζεσταίνουν, σε λίγο το σφίξιμο γίνεται πιο έντονο, δεν ξέρει πώς να νιώσει αλλά ασυναίσθητα απομακρύνεται. Δεν ξέρει πώς να κοιτάξει τον Έρωτα όταν χρόνια τώρα πίστευε ότι είχε βουλιάξει στην ανυπαρξία, ότι ήταν ένα κατασκεύασμα των ανασφαλών για να τεμαχίζουν στα δύο τα συμπλέγματά τους, μια βάρβαρη αναγκαιότητα για να παύει η ύπαρξη να είναι μονοσήμαντη.Πώς ένα κυνικό πλάσμα ανταμώνει με το ρομαντισμό;
 
Εκείνος χαμογελάει απτόητος, κάνει πως αγνοεί της υπερυψωθείσες άμυνες, τις υπολογιστικές της ζαβολιές. Τής δίνει χρόνο και ας μην του τον ζητάει.Δίνεις διορία στα συναισθήματα, προκαθορίζεις συμπεριφορές, δομείς μία σχέση με κανόνες;Σκοτώνεις την ιδιοτυπία της,την αυθεντικότητά της ακόμα.Την παρατηρεί να τον περιβάλλει με μια αύρα αυτάρκειας, με μία απόσταση λυτρωτική που αποτυγχάνει  στην ουσία να εγκαθιδρύσει.Παραβλέπει τις μεγαλοστομίες της, τσιτάτα του τύπου ότι οι σχέσεις είναι ανώφελες και στηρίζονται στην αυταπάτη, ότι ο συναισθηματικός δεσμός είναι επισφαλής και ότι είναι ρηχός όποιος καμώνεται πως είναι κοινωνός συναισθηματικού βάθους.

Τρέμει η ύπαρξή της, εκλιπαρεί την Αυτάρκεια να γίνει ένα με αυτή, να τη γλιτώσει από διλήμματα και αμφιταλαντεύσεις. Να είναι στραγγισμένη από την Ανάγκη κάποιου άλλου. Η αυτοδυναμία, η αίσθηση ότι ορίζει τη διάθεσή της η ίδια, ακόμα και αν υπόκειται σε μύριες μεταπτώσεις.Δε θέλει να είναι επαίτης μιας ισόβιας επιβεβαίωσης, δε θέλει να αναλύει αυτό που θα έπρεπε να βιώνει. Ο προσωπικός της κόσμος είναι απαραβίαστος και κάθε πληροφορία γύρω από αυτόν απόρρητη. Τόσο καιρό έχει ησυχάσει το μυαλό της, οι ιστορίες αγάπης, πάθους και ερωτικών απογοητεύσεων τής μοιάζουν ανυπόφορα σπαραξικάρδιες και σκέτες ιστορίες. Παράγωγα του μυαλού και ιδίως της φαντασίας όσων συμμετέχουν σε αυτές, ουδέποτε μια ιστορία  ανταποκρίνεται στα πραγματικά περιστατικά, πάντα τα αλλοιώνουν μέσα από μια φρικτά υποκειμενική σκοπιά. Συνήθως ο καθένας επιλέγει να αποκωδικοποιήσει αυτά που του συμβαίνουν με τον τρόπο που του επιτρέπει να προχωρήσει. Το όποιο κενό κουκουλώνεται με υπεραπλουστευτικές ή και βολικές ερμηνείες, αν μη τι άλλο στον έρωτα φανερώνεται η πιο κραυγαλέα έλλειψη ρεαλισμού!

Μέχρι που ένα βράδυ την βρήκε αναπάντεχα να κλαίει γοερά.Εκείνη έκρυψε το πρόσωπό της, έγινε επιθετική, του φώναξε ότι δεν έχει δικαίωμα να επεμβαίνει σε τόσο προσωπικά ζητήματα. Εκείνος το δέχτηκε, κάτι που την οδήγησε σε ακόμα πιο έντονο κλάμα.Την αγκάλιασε συγκρατημένα και μέσα σε λίγα λεπτά εκείνη άρχισε να ξετυλίγει ζευγάρια από ιστορίες ιδωμένες με άκαμπτο ρεαλισμό.Πόσο έχει πονέσει κάποιος που είχε εκπαιδευτεί να αγαπάει σιωπηλά;Την άκουγε με ζωηρό ενδιαφέρον, με αγωνία. Δεν τον κοίταζε στα μάτια, σα να ντρεπόταν για την εξομολόγηση που έκανε. Όλη η ζωή της, οι ετεροχρονισμένοι, άστοχοι, σιωπηλοί και μουντοί εφηβικοί έρωτες, την είχαν καθηλώσει σε μία συναισθηματική παράλυση.
 
''Κανείς δεν είναι αυτάρκης'' του ψιθύρισε στο τέλος, '' πόσο μάλλον αυτός που προσπαθεί να γίνει''
Η επίφαση της αυτάρκειας κρύβει γενναίες δόσεις φόβου.Η αυτάρκεια πηγάζει εκ των έσω, δεν καταδιώκεται.Ούτε συνδέεται με κάποιο θηριωδώς μοναχικό ον που αποτραβηγμένο από τα εγκόσμια  καυχιέται πως είναι άμοιρο συγκινήσεων.Θέλει ρίσκο η αυτάρκεια, απώλεια ακόμα.Τσαλάκωμα της εικόνας, αυτοαναίρεση, ταπεινότητα. Πάνω από όλα όμως, η αυτάρκεια δεν περιφρονεί την ανάγκη, έχει απλώς την ωριμότητα να την αναγνωρίζει, καθιστώντας την έτσι λιγότερο καθοριστική.Ο αυτάρκης παραδέχεται ότι χρειάζεται κάποιον, όχι επειδή δε μπορεί χωρίς αυτόν αλλά επειδή δε θέλει.

''Δε θέλω να είμαι μόνη άλλο πια. Με τρομάζει που έμαθα να το μπορώ.'' του είπε μέσα από στεγνά δάκρυα και γαληνεμένη τη φουρτούνα στην ψυχή.

Την έκλεισε στην αγκαλιά του με τρυφερότητα.Έξω έβρεχε ασταμάτητα, κόντευε να ξημερώσει. Και μέσα από αμέτρητα βρόχινα φιλιά, θα μάθαιναν και οι δύο πώς να γίνουν αληθινά αυτάρκεις.

Τετάρτη 23 Ιανουαρίου 2013

Η Αφύπνιση

Πέταξε ένας χρόνος ολόκληρος, εξανεμίστηκε σε αναβολές και αρνήσεις, χάθηκε πίσω από τη νωθρότητα των δεύτερων ευκαιριών. Το δυνητικό, το ιδανικό, το υποθετικό, το πιθανολογούμενο, πάντα υπήρχε χώρος για κάποιο ευτραφές παράγωγο της φαντασίας.Ποτέ όμως δεν υπήρχε έστω μία γωνία για το πραγματικό, το παροντικό, για μια σκηνή σπαρταριστή, με όλα της τα ψεγάδια και τα αλλόκοτα.Με όχημα το ιδεατό, η πραγματικότητα επισκιαζόταν δοκιμάζοντας μια ανελέητη παράταση.Σχοινοβατούσαν τα πάθη από τη λειψή θέληση στον ηθελημένο παροξυσμό, τρωτή η φύση του ανθρώπου και ικανή να εκλογικεύει τα πάντα. Η εκλογίκευση καταδεικνύει την έλλειψη λογικής.Καθιστά λογικά τα παράλογα, επεξεργάζεται την αλήθεια και τη διαστρεβλώνει με νομιμοποίηση πρώτης τάξεως.
 
Το βλέμμα του μια κλωστή άθραυστη, τη κρατάει δεμένη με το χτες, σε μονοπάτια νάρκης, σε ένα λήθαργο που ανακουφίζει τις αισθήσεις κοιμίζοντάς τις. Τα όνειρα είναι πάντα πιο θελκτικά, παρασύρουν σε βαθιές συγκινήσεις, σε μεγάλες εξάρσεις του πνεύματος, σε τρανές ανατάσεις της ψυχής..Όλοι γύρω της έχουν αφεθεί σε έναν μακάριο ύπνο, έχουν σχεδόν στραγγίξει από τα ανήμερα πάθη που θεριεύουν μηχανορραφώντας, έχουν φρενάρει τις ανεξέλεγκτες επιθυμίες τους, έχουν μάθει να ζουν νεκροί.Παραιτημένοι και παρατημένοι.Γιατί να ανιχνεύουν ελπίδα όταν η απελπισία κρατεί;Γραφικοί και ονειροπόλοι, εκπαιδευμένοι σε νουθεσίες και μομφές, θα προτάξουν το κυνικό τους προσωπείο που μοιραία θα μεταλλαχθεί σε αυθεντικό πρόσωπο.Και θα ψελλίζει ατάκες καυστικές που θα ξεχειλίζουν πικρία και εκμηδένιση.Όπως ο άνθρωπος που αρπάζεται από ένα άδικο πεπρωμένο και θεωρεί μάταιο ακόμα και να αντισταθεί.
 
Ανέκφραστα όντα και άβουλα, μιλάνε την ίδια ακατανόητη γλώσσα, χωρίς την παραμικρή σύσπαση στο πρόσωπο, χωρίς κανένα τρεμούλιασμα ή ανάσα, χωρίς ανάγκη.Το χαμόγελο και το δάκρυ απαιτούν κόπο και βία, τίποτα δεν πηγάζει αβίαστα, τίποτα δεν φανερώνεται χωρίς τολμηρό ερέθισμα.
 
Και εκείνη στο κατώφλι του νέου χρόνου, τα ατενίζει όλα αλαργινά, με τη θρασύδειλη θαλπωρή του αναστοχασμού, τη συνεπαίρνει μια ζάλη των αισθήσεων, μια μέθη από λάθη, πασχίζει να κόψει την κλωστή αλλά εκείνη αντιστέκεται. Η Λήθη που την καταδιώκει και τής ληστεύει το τώρα, που της το σερβίρει στερώντας της τη δύναμη να το διαμορφώσει, που την εξαναγκάζει να το αποδεχθεί με όλη του τη χυδαία ασχήμια. Γίνεται να διακρίνεις ομορφιά όταν δεν αντιδράς στις παραμορφώσεις;

Ψάχνει διαρκώς σημάδια αφύπνισης, ακόμα και αν τής θυμίζουν πόσο πίσω στέκεται από το δικό της Ιδανικό. Η αποθέωση του Ιδανικού καμιά φορά καθηλώνει, ψιθυρίζει ότι πάντα υπάρχει κάτι αθέατο, το οποίο υποσκελίζει την ενεστώσα ζωή. Θυμάται με νοσταλγία τα λόγια αγαπημένης φίλης'' Να πιστεύεις στα θαύματα αλλά να μην τα περιμένεις''.

Η ζωή ξεχειλίζει από ομορφιά όταν κάποιος την εξερευνά από άκρη σε άκρη, από τις ανεπαίσθητες υποδιαιρέσεις μιας στιγμής μέχρι το βαθύ μπλε της νύχτας, όταν είναι τόσο αντιφατική που παντρεύει τον πόνο με την ευδαιμονία. Πρέπει να ζήσει, το χρωστάει στον εαυτό της. Θέλει έκπληξη και ανατροπή, ακόμη και αν ο κόσμος όπως τον ήξερε, αναποδογυρίσει. Ίσως τότε ξυπνήσει και ανακαλύψει τι έχανε.

Παρασκευή 30 Νοεμβρίου 2012

''Alone again or''

Το βράδυ σε συνεπήρε μέσα από τα άρρητα μυστικά του.Το ανυποχώρητο γιατί πάντα εκεί. Όταν όλα είναι στραβά, σκορπούν εκδίκηση μέσα από ακατανόητα σατανικά κόλπα και συνταγές εγγυημένης παράνοιας, βιώνεις την απουσία καθώς διεισδύει στην μοναξιά σου, την καμωμένη από όλο καημό γιατί.Ζευγάρια απορημένων αποριών αιωρούνται στο ερμητικά κλειστό δωμάτιο.Δεν είναι που δεν βγάζει τίποτα νόημα, είναι που εσύ δεν είσαι σε θέση να το διακρίνεις.Τα παιχνίδια με το χρόνο στέκονται ξεχαρβαλωμένα στην πόρτα, η μοναξιά με νεύματα αδιαπραγμάτευτα,έρχεται σαν ένας χείμαρρος από μεθυστικές σταγόνες να σε αφυπνίσει, σαν άγρυπνη δύναμη, να σε κοιμίσει. Την έμαθες για τα καλά την αντίφαση της μοναξιάς. Σε συναντά χαμένο και ξεχνά να σου πει αντίο.Τη συνηθίζεις, αναπόσπαστη έτσι όπως γίνεται από το χαμό σου, χάνεται μαζί σου, αφομοιώνεται, συγχωνεύεται με τα αλλόκοτα θελήματα σου.Μπορεί και να είναι εκεί στις στρεβλώσεις, να χτυπά καμπάνες, να κάνει κρότο, να σιωπά, να εξαγνίζει.Ποτέ δεν είναι διακριτική, ποτέ δε στραγγίζει την οδύνη σου, ουδέποτε απαλύνει την αίσθηση απώλειας, τη ρήξη ανάμεσα στον εαυτό που ήξερες και σε αυτόν που μαθαίνεις να μην αναγνωρίζεις.Πάντα θα διδάσκει την επίταση του αδιεξόδου.Βλέπεις χωρίς δράμα η ζωή θα ήταν απίστευτα μονοσήμαντη!

Είναι φορές που θα σου ψιθυρίσει κουβέντες ξάστερες, ακριβώς στο σημείο που όλα θα έχουν μπολιαστεί με αμφιβολία και μια οχληρή ομίχλη θα ξαποσταίνει στο γαλαξία σου.Τότε που θα είσαι βέβαιος πως την χαλιναγωγείς θα σε κάνει ανεξέλεγκτο.Θα υπογραμμίσει τις αλήθειες με τρόπο αβάσταχτο.Σαν βαθιά εκδορά σε ταλαιπωρημένο δέρμα, σαν κραυγή στο κατανυκτικό σκοτάδι, σαν αγκύλωση σε  αέναη κίνηση.Παράλυση και πείσμα θα ακουμπούν επιτακτικά πάνω σου αντιμαχόμενα, τι πιο δειλό από την άρνηση της αλήθειας που έχεις εσωτερικεύσει;

Έρχεται η ώρα που δε βλέπεις .Καίνε τα μάτια σου, μια φλόγα παραδέρνει στο λευκό των ματιών σου, έτοιμη να σβήσει, ξέπνοη, τρεμάμενη μπροστά στο ενδεχόμενο της αναζωπύρωσης.Δεν είναι εποχή για φωτιές, ψελλίζει μέσα στη σήψη ο εαυτός σου.Και επαναπαύεται στην χωρισμένη ύπαρξη, χώνεται μέσα στο αδιέξοδο της διχοτόμησης, δε χρειάζεται να διακινδυνεύσει να είναι αυθεντικός.Δεν είναι εποχή για να κουβαλάς μια ιδιότυπη ταυτότητα, μουρμουρίζει και ντρέπεται για τα παράδοξα συστατικά του στοιχεία.Απόκρυφα θα τα κρατήσει , μέσα στη ζάλη βεβιασμένων πρωινών και στην ηδονική λήθη της νύχτας, θα τα απελευθερώσει σε εκείνα τα όνειρα τα μαβιά που ξεχνάει την πάλη και γίνεται περιστασιακά αλήθεια.Έναν κόσμο  δομημένο από ψέμα δεν τον κερνάς αλήθεια, αποφάνθηκε, και την κράτησε επτασφράγιστο μυστικό.

Τι κι αν την είδες να διασχίζει εκείνον τον δρόμο μέσα στην καταιγίδα, με το βλέμμα να διακτινίζεται σε ζώνες εξωτικές και αλλόκοσμες; Tι κι αν η βελούδινη φωνή της σμιλεύει τις πιο ενοχικές απάτες που σιγοτραγουδούν στα όνειρά σου;Η μοναξιά ξετυλίγεται όλο θέρμη για να καλωσορίσει τον τελευταίο μήνα του χρόνου.Φραγμός στα καλέσματα, ανοσία στα ερεθίσματα.Δεν ξέρεις αν ήρθε αργά ή νωρίς.Ξέρεις πως δεν ήρθε την κατάλληλη στιγμή.

Το μόνο που γυρεύει η ψυχή σου είναι να βγει στον έξω κόσμο μόνη της.Πιο αληθινή από όσο θα μπορούσε ακόμα να φανταστεί, πιο γενναία τρωτή από ποτέ, άφοβα μόνη , φοβερά μοναχική.Το επικίνδυνο στοιχείο της μοναξιάς είναι ότι μετατρέπει το φόβο γι' αυτήν σε ατρόμητο εθισμό.Όσο ασυνήθιστος και αν είναι ο εθισμός στη μοναξιά, τόσο πανίσχυρα αποτρεπτικός από την αναζήτηση συντροφιάς.Ακούς τη βροχή να πέφτει με ρυθμό στους διψασμένους δρόμους.Και μαζί ακούς και μια άλλη μελωδία.Δε με ακούς;Δεν υπάρχει πιο δύσκολη αναζήτηση συντροφιάς πέρα από τη συντροφιά του ίδιου σου του εαυτού.Μόνο αυτός θα είναι πάντα εκεί, οπότε φρόντισε να είναι όντως παρών.Είναι παρεξηγημένη η μοναξιά, δεν το βλέπεις;

Κυριακή 25 Νοεμβρίου 2012

Πληγές

Η κούραση καμάρωνε στα μάτια σου.Σκαρφάλωνε μέσα τους ένας απέραντος ουρανός.Χάραζε γλυκά, ξημέρωνε μια ανυπόφορη ευλογία.Το βάρος της διαπερνούσε την ύπαρξή μου, ψαχούλευα το χθες να βρω ένα έρεισμα, έναν λόγο νομιμοποιητικό της ευτυχίας μου.Το χθες μου με κοίταξε βουβό και μουτρωμένο, κάτι σκαρώνει πάλι με επανεμφανίσεις στο σήμερα, πάντα με ξαφνιάζει έτσι απρόσκλητο που τρυπώνει στο τώρα.Φόβοι σκυφτοί ταπεινώνονται από ευθυτενή οράματα.Μέσα από τους βρώμικους δρόμους, τους γεμάτους πίσσα και αποτυπώματα αλήτικών διαδρομών, μέσα από ερειπωμένα σπίτια όπου βουλιάζει η ασχήμια και συντρίμμια χώρων που αλλοτινά έσφυζαν από ζωή, ξεπροβάλλει ένα νεοσύστατο μεγαλείο.Δυσδιάκριτο μεν αλλά είναι εκεί.Με ταράζει το σκηνικό της παράξενης αρμονίας.Νιώθω ακριβώς όπως όταν βρίσκω το δρόμο μου μετά από λοξοδρόμηση.Δεν ξέρω αν θέλω να ευθυγραμμιστώ και πάλι, να επανακάμψω στο οικείο ή αν προτιμώ την περιθωριακή μου ηδονή.Η περιπλάνηση έχει μια απόκρυφη αίσθηση ότι όλα είναι πιθανά, και ας μην τα βλέπεις-ή επειδή δεν τα βλέπεις.Κρύβει εντός της τη θρασύτητα ενός μποέμικου λάθους που τείνει να αποδειχθεί σωστό-γενικεύει την προσδοκία και έτσι μειώνει την αναίδειά της.Είναι εκείνη η αίσθηση ότι οικώ σε κόσμους αιρετικούς, σε ακυβέρνητα λιμάνια που αποζητούν τη φουρτούνα γιατί μόνο τότε δοκιμάζουν τη δυναμική τους.



Έτσι είσαι και εσύ, ένα αινιγματικό μεταίχμιο.Κουλουριασμένη σαν  μωρό, φαγωμένη από την εξάντληση, αμίλητα εκφραστική.Αναπολείς και απορρίπτεις, οι θύμησες σε εξάπτουν όπως τα ενοχλητικά διαυγή πρωινά.Σε διαπερνά η οχληρή τους αλήθεια, σπαρταριστή ζώνει το κορμί σου που χρόνια περιφέρεις σε τόπους που τίποτα πια δε σημαίνουν.Ασθμαίνει το κορμί σου γεμάτο στίγματα, διάτρητο από πληγές.Ποιο είναι άραγε το σημείο αναφοράς σου;Ουδέποτε τόλμησα να αναρωτηθώ.
Ποτέ δε σου είπα σ' αγαπώ, χαμένος στο πένθος της δειλίας μου, κυκλωμένος από υπερτροφικά ζιζάνια.Ανόητος και άσχημος, η μορφή μου αντανακλάται στον καθρέφτη σαν το άχθος όσων με εκμηδένισαν.Νιώθω πολύ μικρός για να πω κάτι τόσο μεγάλο.Οι λέξεις είναι πλάσματα ευαίσθητα, λεπτεπίλεπτες υπάρξεις, φίνες αποδόσεις ακατανόητων συναισθημάτων.Μας προστατεύουν από το χάος αλλά το χάος είναι εκείνο που συντηρεί τη δική μου τάξη.Μικρό με έκαναν άραγε οι πράξεις ή οι παραλείψεις μου;Γέμισε ο καθρέφτης ερωτηματικά, ανικανοποίητα και αιωνόβιες εκκρεμότητες.Κι εσένα δε θέλω να σε καταλάβω, θέλω απλώς να σε χαζεύω έτσι όπως κουβαλάς τις πληγές σου, έτσι κακοφορμισμένες που σε οδηγούν.Οι πληγές σου σε κάνουν αληθινά όμορφη.Η ευάλωτη ομορφιά σου μου μεταδίδει μια ευφρόσυνη αίσθηση μακαριότητας.Όσα μου κρύβεις είναι εκείνα που με κάνουν να σ'αγαπώ πιο πολύ.Η αγάπη μου δε στερεύει, δεν ξοδεύεται, σ'αγκαλιάζω με αυτή κάθε στιγμή που ματώνεις και γίνομαι και εγώ ορφανός από φόβο.
Τι πιο όμορφο από έναν άνθρωπο που δε φοβάται να πονάει;
Eίναι μικρή η ζωή για να επουλώνεις τις πληγές σου.Χωρίς αυτές πώς θα ένιωθες ζωντανός;Αυτές ντύνουν την αλήθεια σου, αυτές καθρεφτίζουν όσα σε επηρέασαν και σε σημάδεψαν στο χρόνο.Όλα αυτά τα χρόνια τα σκοτεινά δε σήμαναν την καταδίκη σου.Σε έκαναν ελεύθερη και ανυπότακτη, ανεπηρέαστη από κάθε ετυμηγορία.Αγέρωχη όπως περιφέρεσαι στις ζώνες του έρωτά μου, τον κάνεις να θεριεύει και να αφηνιάζει. Τον εξιτάρεις μέσα από τις πληγές σου, όπως τις κουβαλάς περήφανα μαζί σου και δεν τις ξορκίζεις απλώς επειδή δεν τις αντέχεις.Αν δεν αντέχεις τις πληγές σου δεν αντέχεις ούτε την ευτυχία σου.Κι εσύ ξέρεις ότι η αναζήτηση της θεραπείας επισπεύδει το θάνατο σε αυτή την περίπτωση, νεκρώνει την ψυχή η μανία της να παραμείνει ζωντανή.Και συνεχίζεις να με κοιτάς σαστισμένη έτσι όπως το βλέμμα μου κατασπαράζει την εικόνα σου, καμωμένη από ερωτικές αντιθέσεις όλο πληγές και μυστικά ευδαιμονίας.