Τετάρτη 19 Σεπτεμβρίου 2012

Θυμός

 Όσες φορές και να την ρωτούσαν με τι ήταν θυμωμένη, αδυνατούσε να απαντήσει.
Η ζωή φρόντισε να την κεράσει πολλά φιλέκδικα σκηνικά που την έκαναν να απορεί και να εξίσταται. Κάτι σαν δοκιμασία αντοχής, μόνο που τραβούσε σε μάκρος.

Ο Θυμός ερχόταν πάντα σε γκρίζο φόντο, και με βιαιότητα, τής άρπαζε τη γαλήνη, την πίστη...Και ακόμα χειρότερα...την ελπίδα. Όταν θύμωνε, η οποιαδήποτε ελπίδα τής προκαλούσε φρίκη. Ήταν από εκείνες τις ώρες τις μοιρολατρικές που ήθελε να αφεθεί στο αρνητικό φορτίο της στιγμής, να βυθιστεί στη θλίψη, να αναμετρηθεί με το χάος. Έμαθε ότι το κρυφτό από τον πόνο τον ενδυναμώνει ακόμα πιο πολύ. Πάντα ο θυμός φανερώνει εσωτερικές εχθροπραξίες. Όσο και αν αναφέρεται σε τρίτους, επιφανειακά περιστατικά και ασήμαντες αφορμές, ο θυμός πάντα στρέφεται εναντίον του εαυτού μας. Όπως και εκείνη, αναζητεί τον εχθρό με καχυποψία σε εν δυνάμει κακόβουλα όντα γύρω της αλλά ο εχθρός είναι ο εαυτός της. Υπονομεύει την εξέλιξή της με κάθε πρόσφορο μέσο και έπειτα αποδίδει αποκλειστική υπαιτιότητα στις ατυχείς συγκυρίες ή στην αδικία που βασιλεύει στο σύμπαν. Μισεί όσους γαλήνιοι έχουν παραιτηθεί από φιλοδοξίες όλο ψυχοβόρα πάθη και στην ουσία μισεί την ίδια που αδυνατεί να το πράξει. Να χαρεί ένα φθινοπωρινό απόγευμα στην μεγαλειώδη του απλότητα. Να περπατήσει ράθυμα, με το βήμα το νωχελικό της άσκοπης περιπλάνησης. Να νιώσει το αεράκι να εξανεμίζει τα κιτρινωπά φύλλα προς άγνωστες κατευθύνσεις. Να παλέψει το αυτοδημιούργητο χάος πριν σαστίσει με το εξωγενές. Το να κάνεις ανακωχή με τον Κόσμο είναι αδύνατο αν δεν έχεις πρώτα κάνει εκεχειρία με τις λόξες του δικού σου Κόσμου. Ο θυμός που πυροδοτείται εκεί είναι ικανός να υποθάλπει αιώνια οργή που, σε μια αλλοπαρμένη σύγχυση, θα κατατείνει προς πάσα κατεύθυνση.
 
Έμεινε τόσο προσκολλημένη στη ματιά των άλλων για αυτή, που στο τέλος έγινε η δική τους αντανάκλαση. Η όψη της αλλοιώθηκε, φιλοξενώντας σμήνη από βοερές αντανακλάσεις που κατατρόπωσαν την αγνή της έκφραση. Πιστεύοντας ακράδαντα τα λόγια των άλλων, έγινε άπιστη απέναντι στη δική της κρίση. Και είναι ματαιοπονία να ψάχνει κανείς για ένα σταθερό σημείο όταν αμαχητί χάνει τις προσωπικές του σταθερές.

Το απόγευμα κυλάει όλο μομφή και κρίσεις πανικού. Περπατάει σαν υπνωτισμένη στην πόλη, χάνεται σε ένα τυχαίο καφέ στα Εξάρχεια. Περίεργα βλέμματα την καρφώνουν, μα εκείνη ανταπαντά με οργισμένες, αδιαπραγμάτευτες ματιές. Παίρνει βαθιές ανάσες, όπου συνήθως παρελαύνουν συνοπτικά τα αλγεινά της απωθημένα. Κάθε απωθημένο, είναι ικανό να της διαλύσει τη μέρα, ακόμα και αν τής το θυμίσει ένας αθώος συνειρμός. Την κουράζει ο κόσμος που αναμοχλεύει της ίδιες κοινοτυπίες, συζητήσεις όλο ερωτήσεις και υπερχειλή ανασφάλεια, εκτιμήσεις ρηχές και ενίσχυση της διάχυτης απαισιοδοξίας. Θυμώνει με τον κόσμο που τη δίδαξε να είναι ρεαλίστρια. Αν συνεχίσει να πιστεύει σε αυτή την πραγματικότητα που την περιβάλλει, θα αυτοκαταστραφεί. Θυμώνει με την ίδια που ο ονειροπόλος της εαυτός τής γλίστρησε μέσα από τα χέρια. Από τότε, παλεύει να τον ξεχνάει, και όταν εκείνος επανακάμπτει, τον αποδιώχνει με βαρβαρότητα.
 
Αυτό το απόγευμα όμως νιώθει να την πλημμυρίζει μια νοσταλγία ξεχασμένη για εκείνο τον εαυτό που πίστεψε πως ήταν πια ενταφιασμένος. Ένα τσίμπημα σαν ξύπνημα απότομο, σαν φωτοχυσία και σαν αγαλλίαση. Αισθάνεται το βάρος των απωθημένων της να εξασθενεί, μοιάζουν σαν γραφικά, εξεζητημένα γεννήματα του νου της. Και μετά από πολύ καιρό, χωρίς να καταλάβει πώς, σταματάει στο ανθοπωλείο και αγοράζει λουλούδια.Βιολέτες, γαρδένιες και τριαντάφυλλα. Τα χρώματα τη μεθάνε, πορτοκαλί, γαλάζιο, μωβ, μπλέκονται αταίριαστα το ένα με το άλλο, είναι όμως απίστευτα αρμονικά. Βάζει τα λουλούδια στο παράθυρο που είναι πάντα ημίκλειστο, σε ένα βάζο-κειμήλιο, που είχε καταχωνιασμένο στην αποθήκη, και ο χώρος της μεταμορφώνεται στη στιγμή. Τόσο καιρό στο ξόδεμα, σε έναν αναίτιο θυμό, ξέχασε τα πιο μικρά θαύματα που κάποτε την έκαναν να νιώθει δυνατή για το Ένα και Μεγάλο Θαύμα.
 
 Το μόνο για το οποίο αξίζει να θυμώσει κανείς είναι όταν απωθεί την ίδια τη ζωή, υπό το βάρος χαοτικών απωθημένων και παράξενων ιδεών. Τη ζωή με κάθε της μικρό στοιχείο, ακόμα και το πιο  ανυπόφορο. Η ανικανότητα να ζει κανείς τη ζωή του όπως τής πρέπει είναι εξοργιστική. Όσο για τα απωθημένα, αυτά λανθάνουν σε επικίνδυνα μέρη. Στέκονται μεταμορφωμένα σε μνήμες που σε κάνουν δέσμιο αν τους επιτρέψεις να κατοικήσουν στο παρόν. Τότε, εκτός από θυμό, η αποθέωση των απωθημένων θα σε κάνει μονίμως απωθητικό.

Δεν υπάρχουν σχόλια: