Ψ'αχνω να βρω κάτι να με συναρπάσει, να το ποθήσει η ματιά μου έτσι ενάντιο όπως θα είναι στην ανία της συνήθειας. Να νιώσω έξω από εμένα και από όσα ξέρω. Όλη μέρα αναζητώ, παντού. Φρούδες ελπίδες με τυλίγουν με ανίερη καχυποψία. Μαύρισαν οι δρόμοι, τα κτίρια, τα βήματα συνεσταλμένα οδεύουν προς μία αχαλίνωτη φθορά. Καλπάζουσα καθώς είναι, με τρομοκρατεί. Τίποτα δε μπορώ να κάνω για να την ανακόψω.
Φρίκη ο κόσμος, διαλαλεί ακόμα και άθελά του την κατάπτωση, μόνο και που υπάρχει. Η μορφή του κόσμου δίνει ρεσιτάλ αποστροφής. Ακόμα και μέσα από την ακυβερνησία, την τραγελαφική πολιτική ηγεσία, παρελθούσα και υποψήφια, τις λάγνες υποσχέσεις και τη διαστροφική παραφιλολογία. Οι μισοί αναζητούν δουλειά διεκδικώντας επαξίως τη ρετσινιά του αιθεροβάμονα και οι άλλοι μισοί αδυνατούν να κάνουν τη δουλειά τους σωστά. Ξέχασαν πώς να το κάνουν μέσα στον εξανεμισμό του Κινήτρου. Αποσπάται η προσοχή τους από το νεφελώδες σκηνικό βίας εκλογικευμένης, αυτοτροφοδοτούμενης προσποίησης και αναρριχώμενης αβεβαιότητας. Όλοι μιλούν ακαταλαβίστικα, σε μία διάλεκτο όλο επίπλαστους μορφασμούς, σε μία γλώσσα τόσο ξύλινη, πεζή και θρασεία που λίγο απέχω από το να ξεχάσω τη μητρική μου.
Μία εποχή φθοράς. Και αν μέσα από τα ερείπια αναδύονται θησαυροί, τι θα γίνει μέχρι να γίνουμε άξιοι για αυτούς; Θέλω σε κάτι να πιστέψω αλλά κάθε φορά με διαψεύδει. Έκπτωτες αξίες με σημαδεύουν, και ας με αποκαλούν μέγα αναχρονιστή. Μετέωρο το σύμπαν, εκκολάπτεται σε καινούς κώδικες και σε καμπές που εκ πρώτης φαντάζουν φοβερές. Το νιώθω, αυτή η εποχή πεθαίνει. Θα χαρώ να είμαι παρών στον ενταφιασμό της. Είναι αδύνατο να αντέξω και άλλα εκφυλιστικά παράγωγά της άδειος από σθένος διαμαρτυρίας. Αυτή τη δύναμη που σαρώνει κάθε χιλιοστό αλήθειας και κάνει τα βλέμματα γυάλινα, τους αρπάζει την έκφραση, τα νεκρώνει.
Μιζέρια ολκής αποδυναμώνει τα πάντα. Η δημοσιονομική έλλειψη απλός αντικατοπτρισμός του Μεγάλου Αφανισμού. Της απουσίας οράματος που έχει αντικατασταθεί από κοντόφθαλμους σκοπούς, ψυχαναγκαστικούς μέχρι να αποκτήσουν υπόσταση. Της απουσίας αξιοπρέπειας και ανθρωπιάς, υπευθυνότητας και ηγετικών μορφών. Ο κόσμος αγριεύει
, εκτροχιάζεται. Μέσα σε λίγα χρόνια τα προσωπεία έπεσαν αλλά εκείνοι επιμένουν να τα επικαλούνται ως αυθεντικά πρόσωπα.
Μα πώς να ζήσεις αξιοπρεπώς όταν χρόνια μηχανεύονται τον εξευτελισμό σου; Όσο και να θες να κρυφτείς, η γελοιοποίηση είναι αναπόφευκτη. Γιατί νιώθεις κομμάτι νοσηρό του παρακμάζοντος Όλου, ίσως και να συνέβαλες σε ένα βαθμό στη γένεση και διατήρησή του, καλείσαι να κάνεις αυτοκριτική, και το κυριότερο όλων; Έχεις ήδη αισθανθεί αυτολύπηση έστω και για ένα κλάσμα του δευτερολέπτου. Για τον όποιο λόγο.
Νιώθω μικρός, απειλούμενος και απέραντα δυστυχής. Σα να με αφιονίζουν κάθε μέρα και η αντίστασή μου περιφρονεί τις κραυγές μου. Είναι αλήθεια τελικά, ο Κόσμος τελειώνει. Λήγει η μέχρι τώρα οικεία μορφή του. Θα μπορούσα να φύγω πολύ μακριά. Όμως θέλω να τον δω να κατεδαφίζεται περίλαμπρα. Τις παράπλευρες απώλειες, τις πανωλεθρίες, το χαμό.
Και εν τέλει το απαύγασμα αυτής της θανάτωσης.
Το νέο κόσμο, ένα άλλο φως να με ξυπνάει ή ένα σκοτάδι να με καθοδηγεί.
Λεπτό προς λεπτό, ακόμα και με κομμένη την ανάσα.
Μόνο έτσι ίσως ανασάνω ξανά.
Φρίκη ο κόσμος, διαλαλεί ακόμα και άθελά του την κατάπτωση, μόνο και που υπάρχει. Η μορφή του κόσμου δίνει ρεσιτάλ αποστροφής. Ακόμα και μέσα από την ακυβερνησία, την τραγελαφική πολιτική ηγεσία, παρελθούσα και υποψήφια, τις λάγνες υποσχέσεις και τη διαστροφική παραφιλολογία. Οι μισοί αναζητούν δουλειά διεκδικώντας επαξίως τη ρετσινιά του αιθεροβάμονα και οι άλλοι μισοί αδυνατούν να κάνουν τη δουλειά τους σωστά. Ξέχασαν πώς να το κάνουν μέσα στον εξανεμισμό του Κινήτρου. Αποσπάται η προσοχή τους από το νεφελώδες σκηνικό βίας εκλογικευμένης, αυτοτροφοδοτούμενης προσποίησης και αναρριχώμενης αβεβαιότητας. Όλοι μιλούν ακαταλαβίστικα, σε μία διάλεκτο όλο επίπλαστους μορφασμούς, σε μία γλώσσα τόσο ξύλινη, πεζή και θρασεία που λίγο απέχω από το να ξεχάσω τη μητρική μου.
Μία εποχή φθοράς. Και αν μέσα από τα ερείπια αναδύονται θησαυροί, τι θα γίνει μέχρι να γίνουμε άξιοι για αυτούς; Θέλω σε κάτι να πιστέψω αλλά κάθε φορά με διαψεύδει. Έκπτωτες αξίες με σημαδεύουν, και ας με αποκαλούν μέγα αναχρονιστή. Μετέωρο το σύμπαν, εκκολάπτεται σε καινούς κώδικες και σε καμπές που εκ πρώτης φαντάζουν φοβερές. Το νιώθω, αυτή η εποχή πεθαίνει. Θα χαρώ να είμαι παρών στον ενταφιασμό της. Είναι αδύνατο να αντέξω και άλλα εκφυλιστικά παράγωγά της άδειος από σθένος διαμαρτυρίας. Αυτή τη δύναμη που σαρώνει κάθε χιλιοστό αλήθειας και κάνει τα βλέμματα γυάλινα, τους αρπάζει την έκφραση, τα νεκρώνει.
Μιζέρια ολκής αποδυναμώνει τα πάντα. Η δημοσιονομική έλλειψη απλός αντικατοπτρισμός του Μεγάλου Αφανισμού. Της απουσίας οράματος που έχει αντικατασταθεί από κοντόφθαλμους σκοπούς, ψυχαναγκαστικούς μέχρι να αποκτήσουν υπόσταση. Της απουσίας αξιοπρέπειας και ανθρωπιάς, υπευθυνότητας και ηγετικών μορφών. Ο κόσμος αγριεύει
, εκτροχιάζεται. Μέσα σε λίγα χρόνια τα προσωπεία έπεσαν αλλά εκείνοι επιμένουν να τα επικαλούνται ως αυθεντικά πρόσωπα.
Μα πώς να ζήσεις αξιοπρεπώς όταν χρόνια μηχανεύονται τον εξευτελισμό σου; Όσο και να θες να κρυφτείς, η γελοιοποίηση είναι αναπόφευκτη. Γιατί νιώθεις κομμάτι νοσηρό του παρακμάζοντος Όλου, ίσως και να συνέβαλες σε ένα βαθμό στη γένεση και διατήρησή του, καλείσαι να κάνεις αυτοκριτική, και το κυριότερο όλων; Έχεις ήδη αισθανθεί αυτολύπηση έστω και για ένα κλάσμα του δευτερολέπτου. Για τον όποιο λόγο.
Νιώθω μικρός, απειλούμενος και απέραντα δυστυχής. Σα να με αφιονίζουν κάθε μέρα και η αντίστασή μου περιφρονεί τις κραυγές μου. Είναι αλήθεια τελικά, ο Κόσμος τελειώνει. Λήγει η μέχρι τώρα οικεία μορφή του. Θα μπορούσα να φύγω πολύ μακριά. Όμως θέλω να τον δω να κατεδαφίζεται περίλαμπρα. Τις παράπλευρες απώλειες, τις πανωλεθρίες, το χαμό.
Και εν τέλει το απαύγασμα αυτής της θανάτωσης.
Το νέο κόσμο, ένα άλλο φως να με ξυπνάει ή ένα σκοτάδι να με καθοδηγεί.
Λεπτό προς λεπτό, ακόμα και με κομμένη την ανάσα.
Μόνο έτσι ίσως ανασάνω ξανά.