Το φως άπλετο στο μικροσκοπικό δωμάτιο, σα να ήθελε να τονίσει τις κατάφωρες ατέλειές της. Αυτή την όψη τη θαμπή, την κουρασμένη, την άτονη που αποπνέει θλίψη και παραίτηση μαζί, θέλει να τη θρυμματίσει. Όπως και τον καθρέφτη που αφιλόξενος στεγάζει τις αποκρουστικές της λεπτομέρειες. Να τον δει να κόβεται σε άπειρα κομμάτια, να μην την αφήνει πια να δει τίποτα που δε μπορεί να αντέξει. Ούτε την όψη, ούτε την ψυχή που αυτή ξεσκεπάζει.
Κάπου φυλάει ένα παμπάλαιο ημερολόγιο. Εκείνο αντανακλά έναν εαυτό που ακόμα και τώρα δε μπορεί να πιστέψει ότι υπήρξε. Δυναμικό, λαμπερό, χαρούμενο. Ατρόμητο. Κάθε φορά που ανασκαλεύει τα παλιά ή πέφτει στα χέρια της μια παλιά σημείωση ή φωτογραφία, ανταμώνει στη στιγμή τον ασφαλή εαυτό της. Εκείνον που δεν κλονιζόταν ακόμα και όταν το σύμπαν ολόκερο κατέρρεε. Η στιγμή αποκτά αίγλη, ντύνεται με συγκίνηση λησμονημένη, ανασταίνεται το χθες.
Ο εαυτός που όντως ήταν παιδί, σε έναν κόσμο όπου το αναπάντεχο γιόρταζε αδιάκοπα. Είναι εκεί και τα λόγια, οι στιχομυθίες, τα άγαρμπα σκιρτήματα, τα πείσματα και οι ανωριμότητες, τα γέλια και τα αστεία, οι συνομωσίες, οι ατελείωτες μουσικές. Όλα εκείνα που την κρατούσαν αυθεντική, που έκαναν την κάθε μέρα αυτεξούσια και τη χρωμάτιζαν με πινελιές αναρχικής χαράς. Εκείνοι οι Φίλοι που καταδέχτηκαν να μοιραστούν μαζί της την τρέλα τους και έτσι η λόξα μετατράπηκε σε ηδονική διαφορετικότητα.
Τώρα όμως κάτι έχει χαθεί. Όσο και να επιθυμεί να το ανακτήσει, εκείνο αναπτερώθηκε με την σατανική συνδρομή του Χρόνου. Έτσι αντικρύζει το πρόσωπό της με απορία και λύπη :πού πήγε άραγε εκείνο το φως που την καθοδηγούσε; Τότε που δεν την ένοιαζε αν θα προσκρούσει σε αδιέξοδο γιατί τα βήματά της ήταν απολαυστικά. Γιατί, απλούστατα, δε θα μπορούσε να ήταν αλλιώς.
Καταιγίδα ανοιξιάτικη, τριγύρω η γνωστή αναστάτωση των ημερών, η ελεγεία που συνοδεύει το πένθος από τον τερματισμό μιας εποχής. Η επόμενη διστάζει να έρθει στην επιφάνεια και έτσι μένουμε να παρακολουθούμε παρατεταμένα τον εκφυλισμό μιας χρονικής περιόδου. Άοπλοι και ανυπεράσπιστοι, αλλά αυτό είναι το νόημα. Η άγνοια που πλέον είναι γεγονός μαλακώνει την προπέτεια της αλλοτινής μας αλαζονείας. Και εκείνη πρέπει να βουλιάξει στην ανασφάλεια για να επιδιώξει τη δική της θαλπωρή. Να νιώσει την απειλή σε απόσταση αναπνοής, να πάψει να επικοινωνεί με φαντάσματα και να αφήνεται σε έναν ύπνο νοσταλγικό που την παραμυθιάζει. Να σταματήσει να νιώθει τραυματισμένη από την πραγματικότητα που ρέει ασυναίσθητα και τής φιμώνει το θάρρος για να κάνει αυτό το πρώτο βήμα.
Στο τέλμα νιώθεις την ασφάλεια της καθήλωσης. Η ασφάλεια είναι θάνατος μασκαρεμένος, η απουσία κινδύνου αλλόκοτος βραχνάς. Ό,τι γεννάται, γεννάται με ρίσκο και πόνο, ζωή χωρίς απρόοπτα είναι αυτοκτονία. Βλέπει το πρόσωπό της στον καθρέφτη και μια ανεξιχνίαστη δύναμη την κάνει να το ατενίζει με κάποια συμπάθεια. Οι γραμμές και οι γωνίες του δεν έχουν εκείνη την αφοπλιστική αγριάδα, μια δειλή γλυκύτητα τής θυμίζει αχνά μια παλιά, ευτυχισμένη μορφή. Πρέπει να είναι ανασφαλής για να γίνει γενναία. Όποιος επιδιώκει την ασφάλεια είναι ορκισμένος δειλός.
Φοβάται γιατί οδεύει σε επικίνδυνο σημείο. Οσμίζεται τον κίνδυνο, την κυριεύει η επιθυμία να τον πολεμήσει. Και όπως τρέμει για το Θάνατο του παιδικού κομματιού της, σε μια έξαρση ανασφάλειας, έτσι μπορεί να ελπίζει και στην Ανάσταση αυτού.
Άλλωστε το πιο μαγικό κομμάτι της απώλειας είναι ότι - ακόμα και αυτή, όπως όλα, όπως τα πάντα στη ζωή- είναι παροδική.
Κάπου φυλάει ένα παμπάλαιο ημερολόγιο. Εκείνο αντανακλά έναν εαυτό που ακόμα και τώρα δε μπορεί να πιστέψει ότι υπήρξε. Δυναμικό, λαμπερό, χαρούμενο. Ατρόμητο. Κάθε φορά που ανασκαλεύει τα παλιά ή πέφτει στα χέρια της μια παλιά σημείωση ή φωτογραφία, ανταμώνει στη στιγμή τον ασφαλή εαυτό της. Εκείνον που δεν κλονιζόταν ακόμα και όταν το σύμπαν ολόκερο κατέρρεε. Η στιγμή αποκτά αίγλη, ντύνεται με συγκίνηση λησμονημένη, ανασταίνεται το χθες.
Ο εαυτός που όντως ήταν παιδί, σε έναν κόσμο όπου το αναπάντεχο γιόρταζε αδιάκοπα. Είναι εκεί και τα λόγια, οι στιχομυθίες, τα άγαρμπα σκιρτήματα, τα πείσματα και οι ανωριμότητες, τα γέλια και τα αστεία, οι συνομωσίες, οι ατελείωτες μουσικές. Όλα εκείνα που την κρατούσαν αυθεντική, που έκαναν την κάθε μέρα αυτεξούσια και τη χρωμάτιζαν με πινελιές αναρχικής χαράς. Εκείνοι οι Φίλοι που καταδέχτηκαν να μοιραστούν μαζί της την τρέλα τους και έτσι η λόξα μετατράπηκε σε ηδονική διαφορετικότητα.
Τώρα όμως κάτι έχει χαθεί. Όσο και να επιθυμεί να το ανακτήσει, εκείνο αναπτερώθηκε με την σατανική συνδρομή του Χρόνου. Έτσι αντικρύζει το πρόσωπό της με απορία και λύπη :πού πήγε άραγε εκείνο το φως που την καθοδηγούσε; Τότε που δεν την ένοιαζε αν θα προσκρούσει σε αδιέξοδο γιατί τα βήματά της ήταν απολαυστικά. Γιατί, απλούστατα, δε θα μπορούσε να ήταν αλλιώς.
Καταιγίδα ανοιξιάτικη, τριγύρω η γνωστή αναστάτωση των ημερών, η ελεγεία που συνοδεύει το πένθος από τον τερματισμό μιας εποχής. Η επόμενη διστάζει να έρθει στην επιφάνεια και έτσι μένουμε να παρακολουθούμε παρατεταμένα τον εκφυλισμό μιας χρονικής περιόδου. Άοπλοι και ανυπεράσπιστοι, αλλά αυτό είναι το νόημα. Η άγνοια που πλέον είναι γεγονός μαλακώνει την προπέτεια της αλλοτινής μας αλαζονείας. Και εκείνη πρέπει να βουλιάξει στην ανασφάλεια για να επιδιώξει τη δική της θαλπωρή. Να νιώσει την απειλή σε απόσταση αναπνοής, να πάψει να επικοινωνεί με φαντάσματα και να αφήνεται σε έναν ύπνο νοσταλγικό που την παραμυθιάζει. Να σταματήσει να νιώθει τραυματισμένη από την πραγματικότητα που ρέει ασυναίσθητα και τής φιμώνει το θάρρος για να κάνει αυτό το πρώτο βήμα.
Στο τέλμα νιώθεις την ασφάλεια της καθήλωσης. Η ασφάλεια είναι θάνατος μασκαρεμένος, η απουσία κινδύνου αλλόκοτος βραχνάς. Ό,τι γεννάται, γεννάται με ρίσκο και πόνο, ζωή χωρίς απρόοπτα είναι αυτοκτονία. Βλέπει το πρόσωπό της στον καθρέφτη και μια ανεξιχνίαστη δύναμη την κάνει να το ατενίζει με κάποια συμπάθεια. Οι γραμμές και οι γωνίες του δεν έχουν εκείνη την αφοπλιστική αγριάδα, μια δειλή γλυκύτητα τής θυμίζει αχνά μια παλιά, ευτυχισμένη μορφή. Πρέπει να είναι ανασφαλής για να γίνει γενναία. Όποιος επιδιώκει την ασφάλεια είναι ορκισμένος δειλός.
Φοβάται γιατί οδεύει σε επικίνδυνο σημείο. Οσμίζεται τον κίνδυνο, την κυριεύει η επιθυμία να τον πολεμήσει. Και όπως τρέμει για το Θάνατο του παιδικού κομματιού της, σε μια έξαρση ανασφάλειας, έτσι μπορεί να ελπίζει και στην Ανάσταση αυτού.
Άλλωστε το πιο μαγικό κομμάτι της απώλειας είναι ότι - ακόμα και αυτή, όπως όλα, όπως τα πάντα στη ζωή- είναι παροδική.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου