Κυριακή 7 Ιουλίου 2013

Καφεϊνη

Η μέρα πήγαινε κατά διαόλου.Υπνωτισμένος σύρθηκε μέχρι την κουζίνα για να ανοίξει το βαζάκι του καφέ και να διαπιστώσει πως ήταν άδειο!Μέρα χωρίς καφείνη, στην ώρα της, είναι χαμένη μέρα.Εξακριβωμένο.Με αργές, αν και εξοργισμένες, κινήσεις, φόρεσε το τσαλακωμένο του πουκάμισο και το σκούρο του τζιν παντελόνι, έπλυνε με κρύο νερό το αγουροξυπνημένο του πρόσωπο και χτένισε τα αλαφιασμένα του μαλλιά.Στη σύντομη διαδρομή για το Πανεπιστήμιο, παραλίγο να σκοντάψει πάνω σε μια κολώνα, η γεμάτη υγρασία ατμόσφαιρα του Ιουλίου του εξίταρε το νευρικό σύστημα, οι επιθετικές κόρνες των οχημάτων της μεγαλούπολης τραυμάτιζαν την ακοή του, η ψυχή του μαινόμενη.



 
<<Χρειάζομαι επειγόντως έναν καφέ>>, ψέλλισε με χέρια τρεμάμενα στο πρώτο καφέ που βρέθηκε εμπρός του.
 
Η κοπέλα σάστισε αλλά ετοίμασε τον καφέ με προθυμία.Ρούφηξε την πρώτη γουλιά με μορφασμό απογοήτευσης.Όλα λάθος, το ήξερε!Ο καφές είναι πικρός ,όπως και η μέρα.Όχι αρκετά παγωμένος και χωρίς την απαιτούμενη ζάχαρη.Ξέρει ότι ζευγάρια από εκδικητικά αναπάντεχα τον καρτερούν στη γωνία.Από τις τσέπες του κατηφορίζουν μερικά χαρτονομίσματα που ούτε είχε πάρει χαμπάρι.Μια γοητευτική δεσποινίς, τον σταματάει με την απαλή της φωνή:
 
<<Σας έπεσαν αυτά..>>, του είπε με ευγένεια και χαμόγελο.
 
Εβδομήντα ευρώ.Μάλιστα.Υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι στις μέρες μας;αναρωτήθηκε ενώ φανταζόταν τα δύο χαρτονομίσματα να ανεμίζουν μέσα σε θάλασσες αφηρημάδας. Την κοίταξε με θαυμασμό και απορία συνάμα, την ευχαρίστησε τυπικά και, χωρίς να αναγνωρίζει τον εαυτό του, είπε:
 
<<Από το πρωί προσπαθώ να πιω έναν σωστό καφέ.Δεν είχα τύχη.Έχω ,όμως ,μισή ώρα.Εσείς>>;
 
Η κομψή παρουσία, με κάποιο δισταγμό, ανταποκρίθηκε στο κάλεσμα.Χώθηκαν σε ένα γωνιακό καφέ που μοσχοβολούσε κάτι ανάμεσα σε μόκα και καραμέλα.Λιλιπούτειο αλλά κουκλίστικο.Εκείνος άρχισε να βρίσκει τον εαυτό του.Εξιστορούσε αυτοσαρκαζόμενος το δράμα του και την εξάρτηση από την καφεϊνη:
 
<<Χωρίς καφέ την ώρα που πρέπει -ή χωρίς τον καφέ που συνηθίζω-στις δόσεις που θέλω και στη θερμοκρασία που απολαμβάνω, γίνομαι αγενής.Ή μάλλον έξαλλος.Ή μάλλον μισάνθρωπος>>
<<Έτσι είναι η ζωή.Θέλει σωστές δόσεις, ακριβείας.Αλλιώς κάτι παντα λείπει, κάτι περισσεύει-αρμονία όμως δεν υπάρχει.Και όταν κάτι λείπει, γινόμαστε θηρία.Όταν περισσεύει ,ανιαρά μέχρι θανάτου ανθρωπάκια>>
<<Αυτός είναι καφές>>!αναφώνησε εκείνος αγνοώντας τη φιλοσοφίζουσα ορμητικότητα της άγνωστης κοπέλας.
<<Δροσερός, ημίγλυκος, αρωματικός!Τον νιώθεις από γουλιά σε γουλιά>>
<<Απολαμβάνετε πάντα μικρά πράγματα>>; τον ρώτησε με διερευνητικό μειδίαμα.
<<Απολαμβάνω πάντα τον καφέ!Και όταν δεν το κάνω, δεν απολαμβάνω τίποτα>>, απάντησε κοφτά, με το βλέμμα προσηλωμένο στο ποτήρι-ουρανοξύστη.Και συνέχισε:
<<Τώρα όμως τον απολαμβάνω διπλά.Ο σωστός καφές με τη σωστή παρέα.Και από το πουθενά.Να που με διέψευσε η διαίσθηση μου.Να που κάνει και λάθη>>
<<Γιατί ,τι σας έλεγε>>;
<<Ότι η μέρα θα πήγαινε στραβά.Να που πήγε καλύτερα από το συνηθισμένο!Ποιος θα το έλεγε>>!
<<Μα το συνηθισμένο είναι που μας φυλακίζει.Το ότι ζούμε τη μέρα μέσα σε ένα περίγραμμα, με βάση κάποια ριζωμένη ιδέα.Την κάθε μέρα.Πατάμε φρένο ή γκάζι-λες και κάποια αόρατη κλεψύδρα χρονομετρά τις δυνάμεις μας.Τα όσα μπορούμε να αντέξουμε.Αφηνόμαστε στις εξαρτήσεις μας σα να είναι αυτές που μας διαφοροποιούν.Κι αυτές μας κλέβουν το πάθος από τόσα άλλα, αλλά και την πιθανότητα μιας αλλιώτικης εξέλιξης.Μιας εξέλιξης χωρίς αυτές.Γιατί δεν μας φυλακίζει η εξάρτησή μας αλλά η ιδέα μας ότι είναι ανίκητη>>
 
Εκείνος την παρατήρησε προσεκτικά.Αυτά τα λόγια έβγαιναν όντως από μέσα της;Το σκηνικό ήταν ολωσδιόλου παράταιρο.Μια αινιγματική γυναίκα σε ένα μέχρι πρότινος εχθρικό τοπίο μιλάει σα να τον ξέρει από πάντα-η ηρεμία βασιλεύει στην όψη της.Όψη εύχρωμη και δροσερή, μα πώς τον εμπιστεύεται τόσο άμεσα και του τα λέει όλα αυτά;Και επιτέλους, είναι λόγια, διανοούμενη, σοφή;Mέχρι να ρωτήσει πράγματα για να διαλευκάνει την ταυτότητά της, εκείνη είχε γίνει καπνός.Μαζί της και ο ιδανικός καφές που λίγα λεπτά πριν εκθείαζε.Ο κόσμος ντύθηκε στα γκρι, άρχισε να καμπουριάζει, ο ουρανός ρυτιδωμένος, θρηνεί έναν αιφνίδιο θάνατο.Τα λόγια της ακούγονται σαν ένα αλαργινό τραγούδι:<<Δε μας φυλακίζει η εξάρτηση αλλά η ιδέα μας ότι είναι ανίκητη>>.Αγωνίζεται να προχωρήσει σε έναν κόσμο στιγματισμένο από το γήρας και την παραίτηση.Όσα του λείπουν του έχουν αρπάξει τη ζωντάνια, σφρίγος σωματικό αλλά και πνευματικό σθένος.Ένα ξεψυχισμένο αθρωπάκι με βλακώδεις ιδέες του συρμού κατάντησε.Οι Ιδέες του είναι τα κελιά του, εχθρός είναι μονάχα ο απείθαρχος εαυτός του που έχει δειλά αφεθεί στη συνήθεια και όλα του φταίνε μετά που στραγγιξαν από ζωή.Περαστικοί τον κοιτούν με οίκτο, ασθενική φιγούρα όλο στίγματα, ζαλίζεται και σωριάζεται στο πρώτο παγκάκι.Ασπρόμαυρος κόσμος, ασπρόμαυρος και αυτός.Κοιτάζει με φθόνο το απέναντι καφέ όπου όλοι ευθυμούν χάριν της καφεϊνης αλλά τα πόδια του είναι εδραιωμένα στο έδαφος.Φλερτάρει με την τρέλα.Ουρλιάζει.
 
Το ξυπνητήρι τον προσγειώνει στην πραγματικότητα.Πετάγεται τρομαγμένος από το αλλόκοτο όνειρο.Τρέχει στην κουζίνα, ανακουφισμένος επιβεβαιώνει ότι υπάρχει επαρκές απόθεμα καφεϊνης.Νιώθει όμως ξύπνιος και χωρίς αυτή.Ετοιμάζεται γρήγορα και προλαβαίνει να πιει ένα φρεσκοστυμμένο χυμό πορτοκαλιού.Οι εξαρτήσεις σε κάνουν διαφορετικό όταν μπορείς να τις απορρίπτεις πού και πού.Για την αλλαγή.Γελάει.

Τετάρτη 3 Ιουλίου 2013

Κομμάτια


Πρωινό από λαχανιασμένα βήματα, πρόσωπα που γυαλίζουν, αφόρητα προβλέψιμες κινήσεις.Θα ήθελε μια φορά μόνο να μη χτυπήσει εισιτήριο στο λεωφορείο, το γεμάτο στοιβαγμένους επιβάτες με νεκρό βλέμμα και ρομποτικές κινήσεις.Να δοκιμάσει την απειθαρχία του μη νοματαγούς πολίτη.Να αλλάξει μια μέρα τον θανατηφόρα επαναλαμβανόμενο ρου των πραγμάτων.Την αφύσικα φυσιολογική τους τροχιά.Λένε ότι η επανάληψη είναι η μητέρα της μαθήσεως.Ίσως να έχουν δίκιο.Η επανάληψη επιφέρει τη μάθηση και η γνώση αλλοιώνει την αυτοδυναμία ενός ατόφιου βιώματος.Στρεβλώνει η επανάληψη, ως δευτερογενής εμπειρία ,τίκτει τις δεύτερες σκέψεις που είναι ουδόλως παραγωγικές.
 
Και όμως, αποτυγχάνει να ξεγλιστρήσει.Άλλος ένας δραστικός ψυχαναγκασμός γυρεύει μια ουτοπική αρμονία.Φτιάχνει λίστες, αίτια, αιτιατά, χορεύουν όλα σε εξισώσεις γριφώδεις που όμως χορηγούν μια στιγμιαία αίσθηση ισορροπίας.Χτυπάει κανονικά το εισιτήριο και στριμώχνεται ανάμεσα στο ιδρωκοπημένο πλήθος που τη σπρώχνει αθελά του καθώς το λεωφορείο τρέχει ιλιγγιωδώς.Μια οικεία μέρα.Αβάσταχτα κοινή, απόλυτα κενή.
 
Τέτοιες μέρες είναι που πασχίζει να ανιχνεύσει χρωματιστά ζωογόνα σημεία.Αχόρταγα προσπαθεί να τα αφουγκρασθεί, να τα οσμιστεί, να τα αναμοχλεύσει πίσω από μια πλανεύτρα επιφάνεια.Αλλάζει δρόμο, δε φοβάται τα μονοπάτια, να ρίξει βλέμμα σε έναν περαστικό που κατά κανόνα την αγνοεί.Ψάχνει για επαφή στην ανέπαφη πόλη.Την αντικρύζει σαν πρωτοφανές θέαμα που διασκεδάζει την άγνοιά της.Γιατί αδυνατεί να συμφιλιωθεί με την άγνοια όταν είναι η μόνη που της παρέχει την ευδαιμονική παιδικότητα του πρωτόγνωρου βιώματος;
 
Συνήθως η διαδρομή την μεθά.Ζαλισμένη αναζητεί ένα πεζούλι να ξαποστάσει ο νους της, εξουθενωμένος από την αλόγιστη αναζήτηση ουσίας.Νιώθει να μη χωράει μέσα στην ίδια της την ύπαρξη.Ξένη μέσα στο σώμα της, με την ψυχή της εξογκωμένη να την κοιτά με ένα λίθινο μάτι, όλο απορία  και μομφή.Σα να την ρωτάει ποια είναι και γιατί έγινε έτσι.
 
ΜΙα διαπεραστική αίσθηση λάθους την κυβερνά.Τα πήρε όλα λάθος, τα έκανε όλα λάθος, αλλά και το σωστό να είχε τελικά κάνει, πάλι στο λάθος θα κατέληγε.Και αυτοί ακόμα που κάνουν το σωστό, διαλέγουν την υποκειμενική τους αντίληψη για να αποποιηθούν το λάθος τους.
 
Εκείνο το πρωινό όμως, μέσα από μία αναλαμπή δευτερολέπτου, και ενώ ο κόσμος ανακατευόταν σε ένα μυστικό χωνευτήρι όπου κάθε μηχανική κίνηση επικάλυπτε την άγαρμπη ιδιαιτερότητα και φίμωνε τη φωνή που είχε ξεχάσει πως είχε, κατάλαβε τι στην ευχή έκανε τόσο καιρό.Μαχόταν για την αναβίωση κομματιών της παρελθοντικών γιατί δεν άντεχε να τα βλέπει να βεβηλώνονται στα σκουριασμένα ερείπια του χρόνου.Κάθε μέρα, κοβόταν από πάνω της και άλλο κομμάτι.Έρημη πια, ερειπωμένη, ρημαγμένη, έβλεπε να φυτρώνουν μέσα της ερωτηματικά, ασήκωτα και οχληρά, επίμονα και ξένα.Και θέριευαν όσο περνούσε ο καιρός και δεν άντεχε να είναι δισυπόστατη.Το χθες είχε όρεξη για ερωτοτροπίες, τεντωνόταν για να διακτινιστεί άπληστο στο τώρα, διαμαρτυρομενο που είναι πια ανεπικαιρο, παρωχημένο, ένα γερασμένο τεμάχιο χρόνου χωρίς καμία δύναμη.Το χθες διασκορπίζει τα κομμάτια του για να αποδείξει ότι θρασύβουλα μετοικεί  στο παρόν, παρεισφρύει ακόμα και στο μέλλον αν έχει γερά κέφια.Στα αυτομαστιγώματά της και στις απλοϊκές εξισώσεις αιτιώδους συνάφειας, εκεί που μια άγονη αυστηρότητα οικειοποιείται κάθε τι αληθινά ωραίο, βρίσκει την ευκαιρία να τρυπώσει και να ξεριζώσει κάθε τι σημερινό.Το αρπάζει το σήμερα και το αχρηστεύει.Το εκκενώνει από ζωή.Να αναβιώσει το χθες, σημαίνει να νεκρώσει το σήμερα.
 
Προσπαθεί να μαζέψει τα κομμάτια της.Έχουν περιπλανηθεί παράλογα σε όλες τις χρονικές βαθμίδες.Την προσπέρασαν, δεν την αναγνώρισαν, την εγκατέλειψαν.Πάλι από την Αρχή.Θυμάται που κάποιος της είχε πει πως παίρνει τη ζωή πολύ στα σοβαρά.Κοιτάζοντας το πλήθος ανέκφραστο στη μεσημεριανή ραστώνη του Ιουλίου, να μοιάζει εξασκημένο στις παραλείψεις, υφαίνοντας συμβατικά άλλο ένα λάθος με επίχρισμα σωστού, συνειδητοποιεί ότι, πράγματι, η ζωή είναι αστεία.Έχει κάτι αόριστα κωμικό, έτσι αλλόκοτη που εκτυλίσσεται μεσα στα  ολότελα δικά της σχέδια.Κι εκείνη είναι αστεία έτσι όπως κυνηγάει αποτυχημένες επιτυχίες αντί να ρεμβάσει αυτή την ξεχωριστή ημέρα που ξυστά περνάει δίπλα της χωρίς να την αγγίζει και παρ' όλα αυτά τής αφαιρεί άλλο ένα κομμάτι.Γελάει πια με την ψυχή της.Φοβάται στ'αλήθεια το θάνατο όποιος δεν είναι ικανός για ζωή.
 

Παρασκευή 14 Ιουνίου 2013

Εφήμερα

Αγωνιά να αιχμαλωτίσει την Ομορφιά.Κυκλοφορεί γύρω της, μεταγγίζει μέσα της μια ανάσα, μπογιατίζει  εκείνες τις ξέθωρες γωνιές του μυαλού της που θωπεύουν την απόγνωση.Χαράματα και η ενάργεια στη ματιά τραυματική σχεδόν, η ώρα κρυστάλλινη, με σιωπή καμωμένη από οπτικά θαύματα.Παραμύθια γύρω της, απλά σκηνικά που σνομπάρουν την επιτηδευμένη μανία του να είναι αρεστά, ξεσκεπάζουν την Αλήθεια πίσω από αστείες διχογνωμίες.Τα πρόσωπα διηγούνται και αυτά ιστορίες χωρίς λέξεις.Αποτυπώνονται στο δέρμα τους οι αλήθειες, ένα κράμα ακράτητης χαράς, ενθουσιασμού, πόνου, ανατρεπτικής έκβασης.Είναι όμορφα τα πρόσωπα βουβά.Είναι αυθεντικά.Τα φτιασιδώματα τους χαλάνε την όψη.Τη διαστρεβλώνουν.Γυμνά από την ανάγκη να πείσουν, καμαρώνουν ταπεινά σε μια κυριαρχία γαλήνης.

Και έπειτα είναι οι γειτονιές.Ανθισμένο γιασεμί, μανταρίνια, πολύχρωμα σπίτια και παιδικά παιχνίδια στους δρόμους.Κάθε γωνιά και αποκάλυψη.Η χαοτική επικάλυψη αυτής της εικόνας, φτιαγμένη από ταχύτητα ξέφρενη και καυσαέριο, την αφήνει ανέγγιχτη.Η Πόλη της είναι αυτή που επιλέγει να δει.Αυτή η επιλογή κάνει ακόμα και την πιο τερατώδη λεπτομέρεια, πηγή ομορφιάς.
 
Μα δεν έχει χρόνο, και ο χρόνος δεν έχει αρχή, μέση ή τέλος, καλπάζει και εξανεμίζεται, και την αφήνει να απορεί και να εξίσταται.Να τρέχει για να βρει το σημείο όπου θα ξαποστάσει.Τι αντιφατικό!
 
Και στραγγίζει τις αναμνήσεις σαν παλιωμένα του προϊόντα, να δεις που ο αναχρονισμός είναι και αυτός της μόδας και εκείνη γυρεύει τα επίκαιρα, σε έναν ευγενή πόλεμο με το παρωχημένο.
 
Νύχτωσε κιόλας, άλλη μια μέρα κυνηγητού, στοιβάζονται και σήμερα οι απορίες, φιλόδοξες κάνουν γκριμάτσες ανικανοποίητου.Ο Κόσμος συνεχίζει να βιώνει το αντιθετικό του παραλήρημα.
Εφήμερα όλα και πώς να τα διαιωνίσει;Ανακαλεί τα χθεσινά και μοιάζουν να ξεμακραίνουν, η απόπειρα να τα ανασυγκροτήσει εκ νέου στο μυαλό της την τεμαχίζει σε μύρια κομμάτια, ξέπνοα, αν δεν κατάφερε να τα ζήσει δε φταίει ο χρόνος που ολοένα στερεύει αλλά η δική της ανικανότητα.
 
Ο χρόνος δεν είναι ποτέ αρκετός, από τη φύση του στερεύει, και κάνει και τη δική μας ύπαρξη να στερεύει πρόωρα, όταν ακολουθεί τους δικούς του κανόνες.Όσα πέρασαν δίπλα της, όσα διακτινίζονται μέσα της, είναι τόσο όμορφα επειδή είναι εφήμερα ή είναι εφήμερα επειδή είναι τόσο όμορφα;
 
Έμαθε να ζει τις πανέμορφες μέρες.Με τον καιρό κατάλαβε πως η συχνότητά τους είναι σπάνια.Είναι φυσικός Νόμος.Το να αναλύει κανείς την παροδικότητα της ευδαιμονίας ίσως υποδηλώνει ότι δεν την αξίζει.Η αχάριστη φυση πάντα θα αναζητεί όσα παρηλθαν.Η ευγνώμων θα γνωρίζει ότι ουδέποτε παρήλθαν.Εκεί είναι ακόμα , εκεί είναι πάντα, εκεί θα είναι.Ο χρόνος ποτέ δεν τελειώνει, και ας παριστάνει το φευγάτο.

Κυριακή 26 Μαΐου 2013

''Αποτυχία΄΄

Κάθε βράδυ, το γνώριμο βουητό στο κεφάλι του κάνει την αϋπνία να στήνει χορό.
Το επόμενο πρωί, με μάτια κόκκινα, πρησμένα, με τα πόδια του γονατισμένα από την εξάντληση, περιφέρεται σε μια πολιτεία απόγνωσης.Πάντα ο Κόσμος του φαίνεται βλακωδώς φαιδρός, αρέσκεται σε μια χαρά φτηνή, σε μία έξαρση ηλιθιότητας.Το δικό του αδιέξοδο είναι ανορθόδοξο μέσα στην ελαφρότητα του συρμού και την χαρωπή ατμόσφαιρα του Καλοκαιριού.Εύχεται να μπορούσε να ήταν απροβλημάτιστος κι αυτός, ακόμα και αν αυτό θα τον ανακήρρυσε επιπόλαιο και επιφανειακό.Έχει ανάγκη από χαρά χωρίς εντοπισμένη προέλευση.Δεν υπάρχει πηγή χαράς άλλη έξω από τον εαυτό μας, αυτό το ξέρει καλά.Όταν αποτυγχάνουμε να γίνουμε οι ίδιοι πηγή χαράς, αναζητούμε υποκατάστατα που είναι φρικτά κακέκτυπα λύπης.Λυπηρά και απατηλά.

Η Αποτυχία.Τον καταδιώκει με αιχμές, μια σκιά πάντα που τρέχει ξωπίσω του και εκείνος ακινητοποιημένος πασχίζει να συρθεί στο έδαφος, να δραπετεύσει.Καλπάζουσα η ταχύτητα της Αποτυχίας, το πρόσωπό της αυστηρό, είναι πάντα αιχμηρή και πάντα Εκεί.Του λέει δεσποτικά πως απέτυχε παταγωδώς σε όλα.Σε όλους τους ρόλους, τους στόχους, τις επιδιώξεις.Σκυφτές οι επιθυμίες του, αθόρυβες, μοιάζουν να ζητούν εξηγήσεις για τον χρόνιο παραγκωνισμό τους.Για μια λήθη απόλυτη.Ο χρόνος πυκνώνει, ο Κόσμος γίνεται ένας τόπος γεμάτος από αβάσταχτα αβασάνιστα ανθρωπάκια και εκείνος δίνει τη δική του πινελιά μαύρου.Η Λόξα του τον βαραίνει, η Δόξα του γνέφει απλησίαστη, οι μομφές της Αποτυχίας μια άλλη καταιγίδα.Είναι Μικρός.

Άλαλος πια, και οι λέξεις ύπουλες, βρίθουν από άλλοθι.Από εύκολες λύσεις.Αυτές διογκώνουν το πρόβλημα γιατί δεν το κοιτάζουν κατάματα.Θέλουν να το προσπεράσουν.Και τότε ακριβώς είναι που εκείνο, πεισματικά, εδραιώνεται.
 
Δε θέλει άλλες λέξεις.Οι σκέψεις του ξεχειλίζουν σε εκτάσεις άνυδρες αλλά αποφεύγει να τους δώσει μορφή με τις λέξεις σε μια βέβηλη εξαλλαγή.Τις θέλει δικές του τις σκέψεις .Αφανέρωτες.
 
Έτσι είναι όλα τα βράδια.Σε μία κοινωνία όπου όλες οι συνθήκες είναι εχθρικές, καλείται να τις υπερβεί.Να αγνοήσει την αλαζονική απόρριψη των βιογραφικών του από υπερφίαλους όσο και αμόρφωτους εργοδότες.Να ανεχτεί την κακοδαιμονία του εργασιακού περιβάλλοντος γιατί είναι ευλογημένος που βρίσκεται μέσα σε αυτό.Να υπομείνει μήνες απλήρωτος γιατί η καθυστέρηση στη μισθοδοσία είναι εύλογο επακόλουθο της οικονομικής κρίσης, χώρια που αν αντιδράσει θα βρεθεί και παλι άνεργος.Να δεχτεί να του μιλήσουν προσβλητικά, να τα κάνει όλα και να συμφέρει, να κάνει υπερωρίες για να δείξει τον προσήκοντα ζήλο.Να αφήσει να τον τσαλακώσουν, να τον ειρωνευτούν, να τον μηδενίσουν.Να απαξιωθεί.Όλα μέσα στο παιχνίδι είναι.Και τελικά δεν ξέρει αν είναι πιο τραγικό να είσαι εκτός παιχνιδιού ή εντός.Απόκοσμος ή ενταγμένος σε έναν Κόσμο που δομείται στο συμβιβασμό.

Η Ιδέα της παραίτησης από όλα τον θέλγει μαγνητικά. Η Άρνηση να συμπορευτεί με το χάος μόνο επειδή αυτό τυχαίνει να τον αποσπά από τη γαλήνη του.Να τον βρει το δρόμο αλλιώς.Να εκτονώσει την οργή που μαίνεται εντός του και τον κατάντησε νευρόσπαστο.Να αποδεχθεί τη λόξα του.Να απορρίψει τη δόξα των πολλών.Να λυτρωθεί πια από την ανάγκη των επαίνων.Να αποτινάξει τους ψυχαναγκασμούς που τον σπρώχνουν στο κυνήγι μιας γελοίας επιτυχίας που αυτοαναιρείται.
 
Η Αποτυχία γελάει καθώς τον βλέπει να προετοιμάζει την προσωπική του επανάσταση.Ξέρει πως θα στιγματιστεί από λιποταξία.Από Ηττοπάθεια.Η Ηττοπάθεια είναι μεταμφιεσμένη Αποτυχία.Συνεργός της είναι, σπείροντας μέσα του την αίσθηση της προσωπικής ανεπάρκειας.
 
Θα την πολεμήσει την Αποτυχία και ας είναι αφοπλισμένος.Με το Πείσμα να τον σηκώνει από το έδαφος.Ξέρει πως στην πραγματικότητα είναι δικό του διαβολικό γέννημα.Ξέρει πως στο τέλος θα προπορεύεται ο ίδιος, ελεύθερος πια από τα δεσμά της.
 
Γιατί Αποτυχία  είναι η αποδοχή της κρατούσας άποψης για την επιτυχία.Η Επιτυχία έρχεται μόνο όταν το στερεότυπο γύρω από αυτήν καταλύεται.Είναι παράξενη και δυσδιάκριτη, εδρεύει σε γωνίες περιθωριακές, εκεί που το ανθρωπινο βλέμμα κοιτάζει αλλά δε βλέπει.Μα ,όταν τελικά φανερώνεται, δίνει σε εκείνες τις μαρτυρικές νύχτες ένα άλλο νόημα.

Τρίτη 21 Μαΐου 2013

Τα Όρια

Ξεκινούσε πάντα με ένα σενάριο καταστροφολογίας.Σε ένα κατάλευκο χαρτί, έσβηνε με μια γόμα τα μεγαλεπήβολα σχέδια, τις επιθυμίες που βάφτιζε άπληστες, και η χλωμάδα της γινόταν ακόμα πιο έντονη.Από τη μία οι αχανείς της πόθοι, από την άλλη η άχαρη πραγματικότητα.Εκείνη η άκαμπτη Λογική που είναι πάντα ακαταμάχητη.Παντού βλέπει Όρια.Διακριτά, βασανιστικά, αυστηρά.Περιγράμματα, σύνορα και φραγμούς, που την αφήνουν πάντα πίσω.Να κυνηγά νοερά όσα θα ήθελε να γίνουν βιώματα δικά της.Να φαντασιώνεται όσα θα της χορηγούσαν τη χαρά.Να τα εξωραϊζει με νοσηρό μαζοχισμό, η αιματηρή τους ομορφιά σαν επισκίαση, ληστεύει το φως από το χώρο.
 
Σκοτάδι εντός της,το Δυνητικό τής κάνει σινιάλο με αμφίσημη γκριμάτσα.Μπορεί να της δώσει αυτό που ζητά, μπορεί να την εξαπατήσει.Μπορεί να ποθεί κάτι μόνο και μόνο επειδή ξέρει ότι δε θα το έχει ποτέ.Επειδή θα είναι καταδικασμένη σε αιώνια επιθυμία.Σε ανικανοποίητο που θα ικανοποιεί μόνο τις λάγνες τις εμμονές.Ό,τι ξεγλιστράει από το ρεαλιστικό, την μαγεύει.Το θαυμάζει από απόσταση, την κατέχει δέος για την δυσπρόσιτη μαγεία του.Ξέρει πως θα παραμείνει ανέπαφο από το άγγιγμα και τη ματιά της, ξέρει πως θα υπάρχει σε μία σφαίρα ανέγγιχτη, μακριά από τα γήινα και φθαρτά.
 
Ο Κόσμος είναι απεριόριστος.Απέραντος.Η φύση της είναι αστείρευτη πηγή δυνατοτήτων.Εστία αντιφάσεων που γεννούν ζωή.Τα Όρια που θέτει η ίδια είναι τα μόνα εμπόδια.Το κακό της αχαλίνωτης φαντασίας είναι ότι προσκρούει σε περιορισμένη αυτοπεποίθηση.Θέτει όρια για να ζει μέσα στην ασφάλεια.Για να πεθαίνει μέσα στην ασφάλεια.Προτιμά μια φαντασιακή εκδοχή της ευδαιμονίας από κάποια βιωματική που θα την φέρει σε αναμέτρηση με τα δικά της όρια.
 
Και αν δεν ξεπεράσεις τα δικά σου όρια, και αν εσύ ο ίδιος τα σκιαγραφείς με δειλία, πώς να γευτείς μια ζωή με απεριόριστες συγκινήσεις;

Αυτό μοιάζει να τής ψιθυρίζει μια φωνή.Πάντα αγαπούσε τους δροσερούς περίπατους τα μαγιάτικα βράδια.Έχουν  κάτι ανυπόφορα ανάλαφρο, μια ανεμελιά που ξεπηδάει από το Τώρα.Τα πρόσωπα κουβαλούν μια αμυδρή ελπίδα και μια γοητευτική κούραση, γόνιμη.Η ποικιλομορφία γύρω της την ανακουφίζει.Είναι σαν παρηγοριά, σαν πινελιά ανταρσίας σε μουντό τοπίο.Νιώθει μια αλλόκοτη ζήλια για εκείνους που δεν έχουν προορισμό.Σκλαβώνουν οι πατρίδες και είναι πάντα νομιζόμενες.Η πατρίδα είναι κίνητρο για να πορεύεσαι, ελπίδα ότι η πραγματικότητα δεν είναι μονόχνωτη, πως, όσο και να σε συνεπαίρνει η καλπάζουσα τροχιά της, πάντα θα μπορείς να προσδεθείς στο ασφαλές σου σημείο και να μείνεις αλώβητος στο μαραθώνιο της σχιζοφρενούς μεταβολής.
 
Νιώθει την ανάγκη να καταλύσει τα δικά της όρια.Να τα υπερβεί.Η προκατασκευασμένη εικόνα των δυνατοτήτων της, η συμπαγής εικόνα που έχει σχηματίσει με αδιαλλαξία για τον κόσμο, φρενάρει κάθε μορφή έκπληξης που την καρτερά στη γωνία.
 
Είναι μικρή, η μικρότητα γλιστράει από τις σκέψεις της που στάζουν φόβο.
Κακομαθημένη, γυρεύει την ασφάλεια, τα εχέγγυα της επιτυχίας.
Στενόμυαλη, ήδη από το νου της ξεφυτρώνουν κανόνες αμείλικτοι, στερεότυπα νωθρά, ζεύγη προκαταλήψεων που αυτοανακηρύσσονται γνώστες των πάντων.
Περιορισμένη, ασφυκτιά μέσα σε αυτοσχέδιο πνιγμό.
 
Πλήττει στη ζωή όταν αρνείται να δει πέρα από τα όριά της.
Πέρα από την επιφανειακή της νηνεμία, εκεί όπου ταραχές και συγκινήσεις μαίνονται, εκεί όπου ένας άγνωστος εαυτός ξεπροβάλλει με αδηφάγα μάτια και την κοιτάζει παραμελημένος, εκεί όπου ο έρωτας είναι Απόλυτος και δεν τρέμει να τον πιστέψει, εκεί που πάντα υπάρχει μαγεία πίσω από την πεζότητα.

Πάντα υπάρχει ονειρική πραγματικότητα πίσω από τα φαινόμενα, μόνο που θέλει ψυχή στο βλέμμα για να τη διακρίνει.
 

Τετάρτη 15 Μαΐου 2013

Ερωταπαντήσεις

Τα μάτια σου ικέτευαν όλο αχόρταγη προσμονή.Στη δύση της μέρας καρτερούσαν μια απάντηση, να σβήσει την αγωνία από τη φαγωμένη σου ύπαρξη.Στριφογυρίζεις κάθιδρη όλη τη νύχτα, στριμώχνεις εφιαλτικά γιατί, η αμφιβολία ποζάρει με αυταρέσκεια-κατακλύζει τις εικόνες με μούτρα σημαδεμένα από λιπόσαρκη πίστη.
 
Η φωτογραφία σου σκονισμένη, τα χρώματα αχνά πια, αναπαριστούν μια ξεθωριασμένη εποχή.Η πιο αληθινή εποχή είναι εκείνη που δεν αναβιώνει μέσα από ενθύμια.Δεν τα χρειάζεται, τα απλοϊκά τους τερτίπια τη λεηλατούν, σαν άλλη ιεροσυλία.Η αληθινή εποχή επιβιώνει γιατί από τη φύση της διαιωνίζεται.Όλα τα άλλα είναι απλοί ερεθισμοί της νοσταλγίας.Ημιτελή λόγια, προσποιητοί μονόλογοι, βιαστικά σβησμένα τσιγάρα, ανολοκλήρωτες παραστάσεις.
 
Άφησε την απορία να σου χορηγεί ζωή.Μέσα από μία παιχνιδιάρικη δυνατότητα.Από μία αινιγματική εικασία.Μην ανακαλείς το παρελθόν.Όχι μόνο δε θα σου δώσει απαντήσεις, αλλά θα νεκρώσει και την ικανότητά σου να θέτεις ερωτήσεις.Όχι μόνο δε θα σου δώσει κάτι ακόμα, αλλά θα σου αρπάξει και την αγνή εικόνα που θαρρείς πως έζησες.Κράτησε αυτή μονάχα.Στρεβλή ή όχι, είναι η δική σου αλήθεια.Αν την απορρίψεις, καμία αποδοχή δε θα είναι αρκετή να σε μετατοπίσει στο προσκήνιο.Στο περιθώριο θα δειλιάζεις, θα συρρικνώνεσαι, θα βουτάς στην ανυπαρξία.
 
Σκαρφαλώνεις και πάλι στο παρόν.Το βλέμμα σου γατζώνεται από μια μου λέξη.Πασχίζει να ανασύρει μέσα από αυτή του Κόσμου τα σύμβολα.Πιθανές έννοιες, αλληγορίες και βαθύτερα νοήματα.Παλεύει να αποσπάσει μια κατάφαση.Να εκμαιεύσει διαβεβαιώσεις.Να προσδιορίσει ποσοτικά τα συναισθήματα.Να σφυγμομετρήσει ποιοτικά την προαίρεσή μου.

Μα δε μπορείς τη σιωπή μου να ακούσεις, ούτε να διαβάσεις.Κάνει οχληρό κρότο η σιωπή γιατί διατυμπανίζει την αλήθεια.Αλεκτικά.Μόνο έτσι η αλήθεια μπορεί να ειπωθεί.Χωρίς τις λέξεις-παγίδες που τη σκεπάζουν δήθεν προστατευτικά.Η σιωπή υψώνει αντιρρήσεις στην ποταπότητα των λέξεων.Χυδαίες αυτές, εξακολουθούν να την αγνοούν.Την επικαλύπτουν, όπως κάνουν με κάθε τι άβολο.Είναι ανακουφιστικές οι ωραιοποιημένες απαντήσεις.Λυτρωτικές όμως είναι μόνο οι γενναίες ερωτήσεις.Αυτές συνήθως διατυπώνονται σιωπηλά.Το ίδιο αθόρυβα απαντώνται.

Τα συναισθήματα είναι αγέρωχα.Θεριεύουν σε κάθε απόπειρα μέτρησης.Σου το είχα πει τόσες φορές και ας μη μιλούσα ποτέ.Δεν ήθελες να ακούσεις.Εκμηδενίζονται τα συναισθήματα όταν προσπαθείς να τα αποτιμήσεις.Κάθε ερμηνεία τους είναι βίαιη θανάτωση.Κάθε ανάλυση, μία ακόμα απομάγευση.Όταν ικετεύεις για απαντήσεις, θα εισπράττεις παρηγοριές.Όταν  απαλλαγείς από την ανάγκη τους, ουρανοκατέβατα θα προσγειώνονται στο άναρχο σύμπαν σου.
 
Είναι αργά για όλα αυτά όμως- είναι Μάης, μία ο ήλιος πρωτοστατεί, αίφνης μια μπόρα ξεσπά ασυγκράτητη-ο Μάης είναι πάντα αντιφατικός και ανορθόδοξος- και πάντα πλημμυρισμένος από διαβολική προσδοκία.Η σιωπή μου πέφτει στο κενό μπροστά στο βλέμμα σου που εναγωνίως περιμένει μια ρητή μου υπόσχεση-όσο αδυνατείς να διαβάσεις πίσω από τις λέξεις, αυτές, πανούργες, πάντα θα σε παραπλανούν.

Δευτέρα 15 Απριλίου 2013

Κυκλοθυμία


Το ξύπνημα ήταν γλυκό.Μέσα από μία χαραμάδα τρύπωνε το φως μέσα της, το ραδιόφωνο μουρμούριζε τζαζ σκοπούς όλο το βράδυ, το έξω τοπίο καμάρωνε την ανθηρή του σαγήνη.
Ήταν από εκείνες τις απριλιάτικες μέρες που ο καιρός έμοιαζε κατασταλλαγμένος και τα χαμόγελα, πηγαία παντού, σκόρπιζαν μια θετική αίσθηση.

Ξεκίνησε τη μέρα με την παντοδύναμη τάση που τα θέλει όλα πιθανά, εφικτά και αντιμετώπισιμα.Με προσδοκία, ότι σήμερα θα συμβεί κάτι ανατρεπτικό.Μήπως και η ανατροπή συμβαίνει όταν την έχουμε ανάγκη;Τότε θα ήταν κάτι άλλο.Θα ήταν θαύμα.Καταπνίγει τις προσευχές της που την κάνουν να νιώθει επαίτης μιας εξέλιξης και ξεχνιέται στα τετριμμένα της ημέρας.Σπατάλη χρόνου ή μη, τη διασώζουν από την σχιζοφρένεια των αλλεπάλληλων σκέψεων.Η ώρα κυλάει σε ένα ελεγχόμενο μοτίβο όπου οι επαναλαμβανόμενες κινήσεις και ομιλίες διασφαλίζουν μια ,ανιαρή μέχρι θανάτου, ισορροπία.

Βγαίνει από το πανάρχαιο κτίριο που περιστοιχίζεται από παρατημένα σκουπίδια.Είναι αργά, σούρουπο κιόλας.Εξαγριωμένοι οδηγοί κορνάρουν αφηνιασμένα.Βαδίζει στην πολύβουη πόλη, μέσα της μαίνεται ένας αλλόκοτος πυρετός.Αίφνης, στέγνωσε από ζωή, στράγγιξε από προσδοκία.Η θλίψη διαδέχεται τα καλπάζοντα νεύρα που ουδέποτε έχουν συγκεκριμένο έρεισμα.Διακυμάνσεις συναισθημάτων ανελέητες, δε μπορεί πια να τις χαλιναγωγήσει, να τις προσδιορίσει, να τις εκλογικεύσει.Κουράστηκε να μάχεται με τον κυκλοθυμικό της εαυτό που απορρίπτει ό,τι χτες αποθέωνε.Περιμένει τις έξωθεν εξελίξεις να ανακουφίσουν την εσωτερική της παράλυση.Μόνο που και οι θετικότερες εξελίξεις δεν γίνονται αναγνωρίσιμες από μία αμφίσημη ψυχή.Μοιάζουν με στασιμότητα μακρόχρονη, με παγίδες, με μασκαρεμένες συμφορές.

Ο τρόμος για τις ανεκπλήρωτες επιθυμίες είναι άτοπος όταν αυτές είναι ασταθείς.Ερχόμενες και παρερχόμενες, αντίπαλες, ερμαφρόδιτες, χλευάζουν η μία την άλλη, σε μία θαλασσοταραχή ασάφειας, συγκεχυμένης θέλησης.Η κυκλοθυμία συνδέεται πάντα με έλλειψη ουσιαστικής επιθυμίας.Η ορισμένη επιθυμία δίνει νόημα και στόχο, μετριάζει την απελπισία της γενικευμένης, αχανούς αναζήτησης.Οι συνειρμοί της τη μπολιάζουν με φιλέκδικα σινιάλα.Παρότι ένιωθε αισιοδοξία, μια εικόνα ή μια υποσυνείδητη σκέψη, την οδήγησαν σε απόλυτη μεταστροφή.Όμως η κυκλοθυμία τής φωνάζει πόσο ελλειπτική είναι η ικανότητα αυθυποβολής της.Και όσο και να την αποτρέπει από μια καταστροφική πλήξη, ιδρύει το χάος μέσα της ενώ εκείνη γυρεύει τη σωτηρία.
 
Eίναι αγχωτικό να προσπαθείς να παρατείνεις τη χαρά.Η χαρά είναι αλλεργική στις αθέμιτες παρατάσεις.Έρχεται απρόκλητη και εξανεμίζεται σε μια στιγμή.
Είναι εγκληματικό να ασκείς έλεγχο στα συναισθήματα.
Αφηνιασμένα, τότε, μεταλλάσσονται, σα χίμαιρες ξεγλιστρούν, αποστατούν.
Σε ξεγελούν τα συναισθήματα, κρυφογελούν με την αυταπάτη σου ότι μπορείς να τα κλείνεις σε κουτάκια.
Δεν υπακούουν σε κανόνες, σε αίτια και αιτιατά.
Ο εγκλωβισμός των συναισθημάτων τα οδηγεί σε ξέφρενη μετάλλαξη.
Η καταπίεση, η ανειλικρίνεια, η απώθηση.
 
Ζήσε τη θλίψη σου από άκρη σε άκρη, μην την εξαπατάς με δειλή βιασύνη.
Μάθε να ζεις τη χαρά σου χωρίς πρωτοβουλία να την επιμηκύνεις.
 
Η κυκλοθυμία προδίδει ανικανότητα παραδοχής συναισθημάτων, που καταδικάζουν σε ένα φαύλο κύκλο.Ανακυκλώνονται, διαδέχονται το ένα το άλλο, τρομαγμένα και ανήμπορα, θαρρείς και η εναλλαγή τους είναι αφύσικη.
 
Το μυαλό μηχανορραφεί.Παράγει ιδιότυπη πραγματικότητα.Αποτρελαίνει την ήδη χαοτική ροή των συναισθημάτων.Η ζωή είναι εκεί έξω.Μια ξέχωρη πραγματικότητα.
 
Η απενοχοποίηση της κυκλοθυμίας είναι μονόδρομος για γνήσιο συναίσθημα.
Γιατί τα συναισθήματα δεν ελέγχονται, βιώνονται μόνο.Όσο συναντούν απόπειρες χαλιναγώγησης, τόσο ατιθάσευτα θα διαγράφουν κύκλους όλο φαυλότητα...σε μια ατέρμονη ανακύκλωση ανήμπορων αισθήσεων.

Σάββατο 13 Απριλίου 2013

Τα Ενδεχόμενα

Εκείνο το σαββατιάτικο πρωινό μύριζε άνοιξη.Η μέρα βάφτηκε με ένα δυναμικό βυσσινί, πλημμύρισε γέλια και φωνές.Το παρόν, κραταιό πια.Μετά από μια αλλοπαρμένη μάχη με το παρελθόν(αποσιωπητικά όλο χλευασμό και τυραννία)και το μέλλον(ερωτηματικά που χάσκουν αβέβαια στην αυτοδυναμία της στιγμής), το παρόν στήνει τον κατάλευκο καμβά όπου τα σημεία στίξης είναι πολύσημαντα αλλά μπορεί, στο τέλος , ουδεμία σημασία να έχουν.
 
Η Ειρήνη, φαγωμένη από την εχθρική εφηβεία, έψαχνε ένα καταφύγιο για τα προσωπικά της δαιμόνια.Αφιέρωνε στιγμές στον άγνωστο εαυτό της τα πρωινά του σαββάτου.Όλη την εβδομάδα που οι μέρες ήταν άμοιρες ονόματος και ταυτότητας, ανάμεσα σε κακογραμμένα βιβλία, σημειώσεις, παραινέσεις καθηγητών και φλύαρα μαθητικά πηγαδάκια, περίμενε τις δικές της ώρες με αγωνία.
 
Ανακάλυπτε τη δική της ματιά για τον κόσμο, έναν νέο κόσμο που γιόρταζε, γεμάτο χάρες και χαρές.Σφυγμομετρούσε τον παλμό της στα ερεθίσματα, πότε πάσχιζε να τοποθετήσει τον εαυτό της κάπου, να τον κατατάξει, να του προσδώσει μια ιδιότητα.Άλλες φορές, αθέλητα, παρατηρούσε τους γύρω της, σε μια απόπειρα επικάλυψης της λόξας τους.Ένα από αυτά τα πρωινά, κατέληξε:η πιο αντισυμβατική επιλογή είναι εκείνη που είναι δική σου.Γνήσια δική σου, όχι νόθο προϊόν.Εκείνη που δεν επισπεύδεται, που δε βιάζεται, ούτε αγωνιά.Γίνεσαι αυτό που θα επιλέξεις εσύ.Μέσα από τη σχέση σου με το χρόνο.Η κατηγοριοποίηση σηματοδοτεί θάνατο της δυνατότητας.Απαρχή του μονοσήμαντου.Και η ασφάλεια του ανήκειν έχει ως τίμημα την ίδια την ελευθερία επιλογής.Την έλλειψη ανησυχίας για την ανακάλυψη εναλλακτικων οδών.Τη συνήθεια.

Αυτό το σάββατο τρύπωσε με γοργά βήματα στο γνωστό βιβλιοπωλείο.Παρέκαμψε αρκετά καροτσάκια με χαριτωμένα βρέφη και μωρά, ωραιοπαθείς γυναίκες με ψηλοτάκουνα και φούξια χείλη,χαλαρούς φοιτητές που σταματούσαν κάθε τόσο να χαζέψουν, συνομήλικους που την κοιτούσαν σα να ήταν φάντασμα.Με το που διάβαινε το κατώφλι, η μυρωδιά τυπωμένου χαρτιού τη μεθούσε.Ο χρόνος κυλούσε με καλπασμό εκεί μέσα.Μέσα σε λέξεις, ιδέες, διεγέρσεις του νου.Αισθανόταν πως πλησίαζε στον υφέρποντα εαυτό της.Πως οι εξωφρενικές, εκ πρώτης, σκέψεις της, ήταν ένδειξη υγείας και φυσιολογικότητας, αφού τις έβλεπε τυπωμένες στο χαρτί.Λυτρωνόταν όταν διάβαζε διατυπωμένες από κάποιον άλλο τις ενδόμυχες αναζητήσεις της.
 
''Να σας βοηθήσω σε κάτι;Ψάχνετε κάτι συγκεκριμένο'';  υπάλληλος στο βιβλιοπωλείο τη ρώτησε σε έναν πληθυντικό που την ξένισε.Η παρουσία του την άγχωνε υποσυνείδητα και με την άκρη του ματιού της πάντα προσπαθούσε να ανιχνεύσει την παρουσία του στο χώρο.Αλλά πληθυντικός;Έμοιαζε να την περνάει το πολύ πέντε χρόνια.Τα μπλε του μάτια ήταν απίστευτα σοβαρά.Φυσιογνωμικά την ήξερε σίγουρα-σταθερή θαμώνας και πάντα νωρίς το σάββατο.

''Ευχαριστώ, είμαι εντάξει'', αποκρίθηκε κρύβοντας ένα κοκκίνισμα στα μάγουλά της.
Λίγο μετά, ήρθε μπροστά της, καθώς τάχα απορροφημένη, φυλλομετρούσε ένα εγχειρίδιο ψυχολογίας.Τής έτεινε ένα μυθιστόρημα, πιο γελαστός αυτή τη φορά:
''Αν θες, ρίξε του μια ματιά.Πιστεύω θα σε ενδιαφέρει.Αν του δώσεις ευκαιρία στην αρχή, στο τέλος θα σε αποζημιώσει'', είπε και κατέβηκε γρήγορα στο υπόγειο που τον καλούσαν.
 
Εκείνη ταράχτηκε ευχάριστα.Διάβασε την περίληψη στο οπισθόφυλλο και αγόρασε το μυθιστόρημα χωρίς δεύτερη σκέψη.Αναφερόταν σε μια γυναίκα που μια ζωή πίστευε πως ήταν παράξενη και, όταν εντελώς ξαφνικά, ενώ το είχε αποκλείσει ακόμα και ως ενδεχόμενο,γνώρισε κάποιον και τον ερωτεύ-
θηκε με δύναμη, κατάλαβε πως τελικώς ήταν διαφορετική.Ξενυχτούσε κάθε βράδυ διαβάζοντας αχόρταγα.Σα να κυκλοφορούσε ο άγουρος εαυτός της στις σελίδες και η υποτιθέμενη μοναξιά της απέβαινε πλασματική.Ένιωθε ανάλαφρη, αναπεπτερωμένη.Σκόπευε να το έχει διαβάσει μέχρι το επόμενο σάββατο για να του πει τις εντυπώσεις της.Δε θεωρούσε τυχαία  την πρότασή του για το συγκεκριμένο βιβλίο, μέσα της συνεσταλμένα υπέθετε πως την είχε και εκείνος παρατηρήσει και ψυχολογήσει επιτυχημένα.

Ουδόλως έμοιαζε στα αγόρια της ηλικίας της, συμμαθητές και μη.Είχε προσπεράσει την εφηβεία και φαινόταν κατασταλλαγμένος, ήρεμος.Με τη δραματοποίηση που συνοδεύει τα εφηβικά συναισθήματα, τα σκιρτήματα είναι μπολιασμένα με ορμή και διερευνώνται χωρίς ειρωνική περίσσεια λογικής.
 
Το Σάββατο ήρθε γρήγορα, και η καθιερωμένη επίσκεψη στο βιβλιοπωλείο έκρυβε κάποια αγωνία.Δεν είχε πολλή κίνηση και έτσι μπόρεσε να της μιλήσει πιο αναλυτικά.
''Από τις επιλογές σου το επέλεξα και εγώ.Ε και ίσως ενστικτωδώς.Χάρηκα όμως πολύ που σου άρεσε.Αν θες σήμερα το απόγευμα έχουμε παρουσίαση βιβλίου του συγγραφέα αυτού..Μπορεί να σε ενδιαφέρει, αφού σου άρεσε ο τρόπος γραφής του''

Με τον καιρό, άρχισαν να μιλούν παραπάνω, πήγαν για καφέ και σινεμά μαζί.Εκείνος την προσέγγιζε διστακτικά και αργά, φοβούμενος μην την τρομάξει.Τη μύησε σε έναν κόσμο ενηλίκων παράλογα όμορφο, χωρίς τα συμπλέγματα και τις βλακώδεις απορίες των εφήβων.Με ψαγμένη μουσική, ποίηση, στέκια, όνειρα.Της μίλησε για εμπειρίες , ταξίδια και απογοητεύσεις, απελευθέρωνε και τις δικές της σκέψεις με έναν τρόπο μαγικό.Μαζί του δεν ένιωθε πως ήταν αναγκαίο το προσωπείο ή το κρυφτό.Η διαφορετικότητά της την πλημμύριζε πια σαν καινή δυνατότητα, σαν πηγή ελπίδας για ένα εκκολαπτόμενο σύμπαν ολοδικό της, που θα την αποζημιώσει για την εφηβική παράνοια.Κατάλαβε πως στην εφηβεία καλείσαι να απαντήσεις σε ερωτήματα που μονο ο χρόνος μπορεί να απαντήσει-και αυτό όχι πάντα.Καθώς η υπομονή δεν συγκαταλέγεται στις αρετές σου, βιάζεσαι να δώσεις απάντηση.Κάθε απάντηση αποβαίνει άστοχη.Οι απανωτές αναιρεσεις των απαντήσεων συσκοτίζουν την όποια προσπάθεια εύρεσης ταυτότητας.

Και τότε, το είδε ξεκάθαρα, τα ταμπελάκια είναι εκείνα που τής στερούν την ταυτότητα.Η βιασύνη να αποκτήσεις ταυτότητα σε οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στη διαστρέβλωση.Πείθεσαι πως είσαι κάποιος γιατί δεν αντέχεις την άγνοια.Έτσι καταλήγεις διαχρονικά αδαής.
 
Την προσκαλούν τα ανοιχτά παράθυρα.Τα ενδεχόμενα.Η ζωή που απλώνεται εμπρός της σαν μια πελώρια πιθανότητα όπου τίποτα δεν μπορεί να καταφαθεί ως κεκτημένο.Η αίσθηση πως ο εαυτός της είναι απροσδιόριστος, απέραντος, πολύμορφος.Πως αν τον είχε ανακαλύψει θα ήταν ήδη νεκρή από πλήξη.Όσα αγνοεί είναι εκείνα που τροφοδοτούν τη φιλομάθειά της.Οι πλευρές του εαυτού της που λανθάνουν γαργαλιστικά εντός της είναι εκείνοι που θα καταστρώσουν την αναπάντεχη ζωή της.Όταν η ζωή δομείται από αναπάντεχα, πώς γίνεται ο εαυτός να είναι ένας και σταθερός;
 
Εξάλλου, ο χθεσινός της εαυτός είναι ήδη νεκρός.Είναι Κυριακή, ο χρόνος γενναιόδωρος και πια τον μοιράζεται μαζί του σε πολύχρωμες ανακαλύψεις.Είναι ερωτευμένη-ή τουλάχιστον έτσι νιώθει.Μόνο ο χρόνος θα απαντήσει -αν δεν αγανακτήσει και αυτός από τα αλλεπάλληλα ερωτήματα.
Για την ώρα, το μόνο που θέλει είναι να τον ξεγελάσει λίγο.




















































 

Σάββατο 6 Απριλίου 2013

Like A Friend



Η Ενηλικίωση, πρόωρα ή όψιμα, ήρθε.Σήμανε πολλά, κυρίως αυτό που ανέκαθεν έτρεμε, την Αλλαγή.Βρέθηκε εν μία νυκτί με ζευγάρια αγκαλιασμένων ευθυνών να χαχανίζουν στο ταβάνι.Έπειτα μεταμορφώνονταν σε αδυσώπητες εκκρεμότητες, που
τής έφραζαν το δρόμο ακόμα και για την πιο μικρή χαρά.
 
Βρέθηκε και η ίδια να ακούει το ξυπνητήρι στις έξι το πρωί κάθε μέρα, να καλωσορίζει μια ανέλπιδη μέρα, που διαδεχόταν τα πιο παρανοϊκά όνειρα.Προσευχόταν η μέρα να κυλήσει αναίμακτα, ανάμεσα σε ουρές στην τράπεζα, υπολογισμούς και πέρα-δώθε με τυπικούς χαιρετισμούς.Χωρίς πολλά-πολλά.Έπιασε τον εαυτό της να αναρωτιέται τι ακριβώς παριστάνει. Πώς έσπρωξε τον εαυτό της σε αυτή την παρωδία, πώς βρέθηκε να κάνει όσα από μικρή χλευάζε.Δεν είχε χρόνο όμως να αναρωτηθεί παραπάνω, αποκαμωμένη κοιμόταν κάθε βράδυ, πότε βαμμένη, πότε με τα μυωπικά της γυαλιά φορεμένα-και ξυπνούσε με ένα θεόρατο σημάδι στο κόκκαλο της μύτης.
 
Συνέχιζε σκυφτή την πορεία της στη ζωή.Κρυβόταν από αυτή όσο κανένας δεν την έψαχνε.
Εξάλλου αισθανόταν αόρατη.Λυτρωτικό και φρικιαστικό συνάμα.
Η ανυπαρξία εαυτού.Δανειζόταν πρόσωπα κάθε μέρα, μέχρι που λησμόνησε το δικό της.

Πέρασαν χρόνια έτσι.Άπνοα, με μόνες αλλαγές εκείνες που φέρνει η φυσιολογική φθορά του χρόνου.Λίγες άσπρες τρίχες, μερικές έντονες γραμμές γύρω από τα μάτια που πλέον είναι βαθουλωτά και με μαβιές σκιές.Το δέρμα της είναι ωχρό και το ντύσιμό της συντηρητικό.Εμφάνιση παλαιάς κοπής.Αμελώς ατημέλητη.
 
Ίσα που προλαβαίνει να ρουφήξει μια γουλιά αχνιστού καφέ από το πλαστικό κάθε πρωί.Είναι άνοστος, συχνά αηδιαστικός, απορεί γιατί συνεχίζει να τον παραγγέλνει .Άλλη μια άτιμη συνήθεια που αφαιρεί από κάθε πράξη την προσωπική βούληση.Αυτό το πρωινό όμως, περιμένοντας τον καφέ της να ετοιμαστεί, στο πεπαλαιωμένο ζαχαροπλαστείο του πεζόδρομου που συνήθως ήταν ολότελα άδειο, κάποιος την κοίταζε με αλλόκοτη επιμονή.Τον απέφυγε προσποιούμενη πως ψάχνει κάτι στην τσάντα της, ώσπου εκείνος είπε το όνομά της.Τον κοίταξε με προσοχή.Οικεία εικόνα!Ο παλιός της συμφοιτητής και καρδιακός φίλος, ελαφρώς αλλαγμένος, παράταιρος στο κομψό του γκρι κοστούμι, με το ίδιο χαμόγελο ακόμα!Ήταν περαστικός από την περιοχή, θα έφευγε σε δυο ημέρες  για Ρώμη.Εκεί ζούσε πλέον, παντρεμένος με ένα παιδί, περίμενε το δεύτερο.Στην ατμόσφαιρα δέσποζε μια μισητή αμηχανία.Εκείνη ήθελε να ανοίξει η γη να την καταπιεί, ένιωσε πως ο φίλος της θα έψαχνε να βρει τον παλιό της εαυτό κάπου αλλά αντ' αυτού θα αντάμωνε με μία ξένη.Από την άλλη εκείνος ήταν διακριτικός και έμοιαζε ενθουσιασμένος με την αναπάντεχη συνάντηση.Είχαν να μιλήσουν περίπου δώδεκα χρόνια.Χωρίς λόγο.Ξέχασε ο ένας τον άλλο.Ξέχασαν το τότε.

Πολλές φορές, στον αναβρασμό του ανέφικτου ύπνου, αναζητούσε τους παλιούς της φίλους-και μαζί με αυτούς το μυστικό της απόλυτης χαράς.Έπειτα σκεφτόταν ότι ήταν ευλογία που τα νιάτα της συμβάδισαν μαζί τους, που μεγάλωσαν μαζί-που αρνήθηκαν μαζί να μεγαλώσουν.Δεν ήταν μόνη στην εμμονή στην παιδικότητα.Αλλά το αναπτερωτικό αίσθημα του μοιράσματος της απόλυτης χαράς, διαδέχθηκε μια απρόσμενη λήθη.Μαζί της είδε τον ενήλικα εαυτό της να ασχημίζει τον καθρέφτη.Είδε τον μαρασμό μέσα της και γύρω της -και την ταυτότητά της να χάνεται σε ψυχαναγκαστικά καθήκοντα.Είδε την ανημπόρια της να καρπωθεί λιγοστή χαρά και απόλαυση.Να τροφοδοτεί συνήθειες με τις πράξεις και τις παραλείψεις της να είναι άμοιρες βούλησης.Απολύτως ελεγχόμενες, μόνο την καταστροφή της αδυνατούσε να ελέγξει.

Ήταν και η γεωγραφική απόσταση συναυτουργός στο έγκλημα της απομάκρυνσης, ήταν και τα τεχνάσματα του χρόνου που γύριζε τις σελίδες με αστραπιαία ταχύτητα..μα όχι...αυτά ήταν άλλοθι!Προβλέψιμες δικαιολογίες της μικρότητας και της μαλθακότητας όλων τους.
Και ας είχαν υποσχεθεί ότι δε θα τους παρέσυρε ο χρόνος στο θάνατο της Αλήθειας τους.
Ήταν παιδιά τότε...οι υποσχέσεις των ενθουσιασμένων είναι πάντα βραχύβιες.Ουδέπονται μετατρέπονται σε πράξεις.

Ήταν ένοχη, έτσι ένιωθε.Που άφησε τον ανέμελο εαυτό της να αυτοκτονήσει.Που ντρέπεται ακόμα και να περιφέρεται ανάμεσα σε κόσμο.Που δεν έχει πια ούτε μια ιστορία να διηγηθεί.Ένα ανθρωπάκι κατάντησε που αρέσκεται στο να υπάρχει αθόρυβα.Ξέχασε και την ξέχασαν.Ταρακουνημένη από την απροσδόκητη συνάντηση, ανακάλεσε παρελθοντικά σκηνικά, σα να μην πέρασε μια μέρα από τότε που έδιναν εν αγνοία τους ραντεβού με την ευδαιμονία.Αλλιώτικες υπάρξεις στα πιο αρμονικά παντρέματα.Να δεχτεί ότι η χαρά είναι ανεπίστρεπτη;Ότι η ένωση και η απομάκρυνση είναι λογικά κυήματα του χρόνου;Για την ώρα δε μπορεί να είναι τόσο κυνική.Μέσα της ξέρει ότι οι αληθινοί φίλοι δεν επιτρέπουν ποτέ να γίνουν σκέτη ανάμνηση.Πάντα είναι και παντού, και ας μην φαίνονται πουθενά.Βρίσκουν τον πιο παράδοξο τρόπο να υπάρξουν.Εκεί ακριβώς η μαγεία απογειώνεται και καμία ενηλικίωση δεν είναι εφιαλτική.Ο χρόνος είναι δυνατός όταν συναντά την αδυναμία των ανθρώπων..στη δύναμή τους, αποδυναμώνεται και ψάχνει μια γωνιά να ξαποστάσει από το φθοροποιό του έργο.

Δεδομένα

 
 
Εκεί που τα κύματα σκάνε ορμητικά σε βράχια ματωμένα από την προσμονή
και ο άνεμος οργιάζει σε αιθέρες φαγωμένους από τη νεφέλη
μωβ πένθιμα όνειρα κουδουνίζουν ένα τέλος
οξύμωρα χαρούμενο,
από εκείνα που ο νοσταλγός αδυνατεί να καταλάβει
δυο μάτια μαύρα μπροστά στο απέραντο γαλάζιο
σα να δανείζονται λίγη ελπίδα από το χρώμα
και η λογική ασφυκτιά μπροστά στη δική της διάψευση,
Εκεί όπου η φύση σωρεύει ομορφιά αβάσταχτη
(άραγε την αξίζω;)
και το θνητό σαστίζει μπροστά στην ευλογία,
στην πιθανότητα να αγγίξει το αιώνιο,
τίποτα δεν είναι περίπλοκο
τίποτα δεν είναι σίγουρο,
Εκεί καταλαβαίνω ότι όταν δεν υπάρχουν δεδομένα,
δεν πρέπει να πέσω στην παγίδα να τα δημιουργήσω.
Μήπως και οι σκέψεις μου δεν είναι κληρονομιές βασάνων ολότελα δικές μου;
Η μόνη Αλήθεια είναι εκείνη που ακόμα δε γνωρίζω.

Ο Καθρέφτης

Ως πού θα έφτανε για να είναι αρεστή σε όλους;Πόσες συμπορεύσεις με το ευρέως αποδεκτό και πόσες συμβατικές διαστρεβλώσεις θα επεδίωκε για να καλύψει την αποξενωτική της ιδιομορφία;
 
Όταν την απεγκλώβισε, μια-δυο φορές, κατάπινε μανιωδώς την ψυχική της γαλήνη.Η απόρριψη του περίγυρου ήταν ανυπόφορη.Το να αρέσει σε όλους μετατράπηκε σε αυτοσκοπό.Δε γαλήνευε μακριά από κόλακες.Όσο ανήκε σε κάποια δημοφιλή ομήγυρη. ήταν ευτυχισμένη.Άλλο αν όταν έμενε μόνη φωνές αντιρρησιακές αντάριαζαν εντός της.Έλεγε πως ήταν φωνές ζηλιάρες, αυτοκαταστροφικές.Το φίμωτρο της ψευδαίσθησης τις κατέπνιγε στιγμιαία.
 
Περνούσαν οι μέρες όλο μονόχνωτα χειροκροτήματα, μοδάτα στέκια και συμβάντα που συγκέντρωναν τη γνωστή-άγνωστη αφρόκρεμα της πόλης.Έριχνε πάντα μια ενοχική ματιά στο διαδίκτυο για να φαίνεται πως είναι μέσα σε όλα.Γιατί ο αποκλεισμός θα εξισωνόταν με βάρβαρη περιφρόνηση.Κάπνιζε πλέον πολύ-τη γλίτωναν οι μηχανικές κινήσεις από γελοίες μεγαλοστομίες που θα ξεσκέπαζαν την ημιμάθεια και την υποκρισία που ξεγλιστρούσε από τις άκρες ακατάλληλων λέξεων-και γύριζε το σπίτι της μόνο για ύπνο.Ράκος από τον ατέρμονο συναγελασμό των αμφίδρομων φιλοφρονήσεων.

Μέχρι που έφτασαν στ'αυτιά της λόγια από τους νομιζόμενους φίλους της.Λυκοφιλίες και πισώπλατα μαχαιρώματα που τη σκιαγραφούσαν ως''θλιβερά ρηχή και ανασφαλή τύπισσα'', και άλλα γαργαλιστικά επίθετα που διακήρυτταν την ψεύτικη υπόσταση της προσωπικότητάς της.
 
Ακολούθησε κατ' οίκον εγκλεισμός για ένα μήνα , περίπου.Ξέσπασε με ποικίλους τρόπους, αυτομαστιγωνόταν κάθε τόσο.Αυτολύπηση, ανώμαλη προσγείωση, οργή, συναισθήματα πλεγμένα που κραύγαζαν πόσο μπλεγμένη βρέθηκε σε  αδιέξοδο, στην απόπειρα της να μην καταλήξει σε αυτό.
 
Το κυνήγι έξωθεν επιβεβαίωσης είναι δείκτης ατροφικής αυτοπεποίθησης.Άνθρωπος χωρίς αυτοπεποίθηση στερείται πειθούς, αφού ούτε τον εαυτό του έχει πείσει για τη γοητεία του.Και η γοητεία είναι η ικανότητα υπέρβασης της εξωτερικής ομορφιάς που, λόγω ισχυρής προσωπικότητας, παύει να υπακούει σε αντικειμενικά κριτήρια.

Η επιβεβαίωση συντηρεί τους εφησυχασμένους, μαλθακούς εαυτούς μας, ενώ η αυτοαναίρεση αναζωπυρώνει το ηρωικό μας κομμάτι.Ακριβώς επειδή αντιλαμβανόμαστε ότι είμαστε ένα Τίποτα στο Άπειρο Όλο, αυτό όμως δε μας εμποδίζει να μεγαλουργήσουμε.

Είναι αδύνατο να αρέσουμε σε όλους-αδύνατο και πληκτικό.Σε εκείνους που δεν αρέσουμε όμως χρωστάμε πάντα κάτι παραπάνω από ευγνωμοσύνη προς μια αμφιβόλου προαιρέσεως κολακεία.Την αφύπνιση, την πρόκληση, την ωρίμανση, την αλλαγή.Την ικανότητα να είμαστε αληθινοί ανεξαρτήτως απήχησης της αλήθειας μας.Να μας αρέσει ο εαυτός μας ακόμα και αν κάποιοι τον χλευάζουν ή τον σνομπάρουν και τον καταψηφίζουν.
 
 
Η μεγαλύτερη νίκη είναι να σου αρέσεις.Να έχεις κάνει εκεχειρία με τα τρωτά σου.Τότε η επιβεβαίωση γίνεται μια θορυβώδης διαδικασία που χαμηλώνει τον πήχυ.Γιατί πια ο πήχυς είναι ψηλά-και κάθε αμφισβητίας τον πάει ακόμα πιο ψηλά.

Δευτέρα 1 Απριλίου 2013

Λύπη

Η ζωή προχωράει αλλά εμένα με καθήλωσε, έμοιαζε να σκέφτεται εκείνο το ηλιόλουστο απόγευμα.
Η είσοδος του Απρίλη της ήταν από αδιάφορη έως ενοχλητική.Περπατούσε νευρικά, με θυμό ζωγραφισμένο στο πρόσωπό της.Ατημέλητη, μήνες τώρα αφημένη στη διάχυτη θλίψη της, προσπαθεί να βρει τι της φταίει.Το κατεστημένο, η κοινωνία, το βάλτωμα, η ανέχεια, ο ίδιος της ο εαυτός;Το είδωλό της στον καθρέφτη είναι πια μη αναγνωρίσιμο.
 
Γερνάει όποιος αποχωρίζεται τα Όνειρά του.Τον ξενίζει η νεότητα.
Και η Ευτυχία δεν είναι ποτέ μακριά, εμείς φταίμε που την αναζητούμε στην αντίπερα όχθη.
Γυρνάμε την πλάτη στα εναλλακτικά σκηνικά, δε χανόμαστε σε αθέατα δρομάκια, σε περιθωριακούς οικισμούς, σε  πρωτόγνωρα σοκάκια.
Μόνο τα επιδερμικά και τα φαινόμενα μας ελκύουν, και στο τέλος με αυτά μένουμε, γιατί αυτά μας αξίζουν.
 
Είναι που ούτε στιγμή δε σκεφτόμαστε ότι η σωτηρία μπορεί να βρίσκεται στο αντίθετο από αυτό που δομεί τη δική μας αλήθεια.
Είναι που απαιτεί δύναμη η έξοδος από το ψέμα.
Δεν είναι δύσκολη η εύρεση της διεξόδου αλλά η επιλογή της.
Ο εγκλωβισμός εξάπτει τα εξωφρενικά μας ένστικτα και τα δικαιολογεί.

Και ενώ τρέμουμε τη Λύπη., τρέμουμε και την Ευτυχία.
Την προσκαλούμε, την προσδοκούμε, την φαντασιωνόμαστε.Την αμφισβητούμε με πάθος, προτάσσοντας μια δαιμονική κακοτυχία.
Μα όταν έρθει σε μία μικρή στιγμή συρρικνωμένη, δεν την αφήνουμε να απελευθερωθεί.
Από μωρία, λιποψυχία, αναξιότητα, ανασφάλεια.
Από απληστία<τι να την κάνω μια στιγμή, το παν είναι να τη διαιωνίσω>!
 
Η διαιώνιση της στιγμής προαπαιτεί Ψυχή.
Ικανότητα για ερωτοτροπία με τη Λύπη.
Κανείς δε μπορεί να αγαπηθεί από την Ευτυχία αν δεν έχει αγαπήσει τη Λύπη.
 

Τετάρτη 27 Μαρτίου 2013

Εκδίκηση

Την κοιτούσε μέσα από το τζάμι του αυτοκινήτου να κρατάει αυτάρεσκα την πανάκριβη τσάντα της.Υπέρκομψη όπως πάντα, με αψεγάδιαστη επιδερμίδα και κόκκινα χείλη, σε αντίθεση με το συννεφιασμένο πρωινό.Άλικα χείλη σε πάλλευκο δέρμα.Θυμάται το βελούδινο δέρμα της που απέπνεε μυρωδιά ρόδων, την οσμή από το κορμί της που πάντα τον αφύπνιζε, τα κατάμαυρα μάτια της.Κι εκείνη η φωνή με υποψία βραχνάδας, ήρεμη και ατιθάσευτη συνάμα, σε πολύωρα τηλεφωνήματα που κατέληγαν σε αίσθηση πληρότητας.
 
Έχουν περάσει χρόνια.Τα χρόνια στριμώχτηκαν με όψη επιθετική στην απλή γοητεία της νεφελώδους μέρας.Πάλευαν να στραγγίξουν από αισθήσεις και αισθάνονταν παράφορα.Θεριεύει το συναίσθημα μπροστά στις απόπειρες απώθησης.Νιώθει πως μυρίζει το άρωμά της, νότες από γαρδένια προκαλούν νοσταλγικά την όσφρησή του.Εικόνες ανάκατες παρελαύνουν στο νου του, συγκεχυμένες, σαν θύμησες που πονάνε.
 
Την αγάπησε με όλη του τη δύναμη.Όχι επειδή το είχε ανάγκη, ούτε επειδή ήταν αντικειμενικά πανέμορφη.Ένιωσε γι' αυτήν κάτι πολύ πιο βαθύ, εσώτερο και ανησυχητικό, κάτι που τον είχε διαφεντέψει και μεταβάλλει ριζικά.Δεν αντιστεκόταν, αφέθηκε σε μια υπνωτική επιρροή, έζησαν μαζί χρόνια έντασης μαγικής, συναισθηματικού παραληρήματος.Τα ανομολόγητα όνειρά του απέκτησαν σάρκα και οστά δίπλα της.Μετατράπηκαν σε γενναίες, ολόφωτες εξομολογήσεις.

Εκείνος όσο περνούσε ο καιρός, αγρίευε.Μεταμορφώθηκε σε ένα κτητικό ον, με εξάρσεις ζηλοφθονίας και επικίνδυνης εξάρτησης.Έμαθε να ελέγχει με τρόπο το κινητό της όταν εκείνη για λίγο απουσίαζε.Να απαντά με μοχθηρά βλέμματα σε όποιον έβρισκε τα κότσια να την κοιτάξει με βλέμμα που πρόδιδε ερωτικό ενδιαφέρον.Φώναζε πως ήταν δική του, ακόμα και με την πιο μικρή του πράξη.Έφτασε να χορταίνει με αυτό, και μόνο όταν την κατακτά να ησυχάζει.
 
Με τον καιρό, εκείνη άρχισε να ασφυκτιά.Έγινε απόμακρη, αινιγματική και έμαθε να κρύβει το κινητό στην τσάντα της, σε μικρό τσεπάκι.Απέφευγε να τον συναντήσει και σε κάθε πρόλογο για μελλοντικά σχέδια, ξεγλιστρούσε με υπεκφυγές.Αγνοούσε τις κλήσεις του συστηματικά κάνοντας χρήση κλισέ δικαιολογιών  με χείριστη υποκριτική δεινότητα.
 
Εκείνος ένιωθε σαν αδύναμο παιδί.Έκανε τον αδιάφορο αλλά η έξαψη μέσα του πυροδοτούσε ξενύχτια και υπερωρίες σκέψεων.Οι ώρες σκόρπιζαν πίκρα και αδιέξοδα, το ένα πίσω από το άλλο, μια καταδίκη αιωνόβιων λαθών.Μια ζωή-θάνατος, χωρίς Εκείνην.Κάπως έτσι, ο κόσμος του κατεδαφίστηκε όταν ανίχνευσε ένα ζευγάρι ενοποιητικών μηνυμάτων στο κρυμμένο της κινητό.Άρχισαν να τον ζώνουν τα φίδια, ό,τι και να έγινε ή γίνεται, είναι ανεμπόδιστο.Θα γίνει.
Ήταν στην πρώιμη, μελιστάλαχτη φάση ερωτοτροπίας με κάποιον άλλο.Ούτε καν είχε το θάρρος να τον αποδιώξει, έμενε μαζί του από οίκτο και αμηχανία.

Το βράδυ τον φόρτωνε με πνιγηρή αυτολύπηση.Ζιζάνια τον καταδίωκαν σε κάθε μισερό βήμα.Ο εαυτός του γεμάτος από ατροφικές χάρες.Παραποιημένη ομορφιά γύρω του.Βλοσυρή ασχήμια.
 
Περπατούσε μανιωδώς, και ας ένιωθε τον μανιασμένο αέρα να ακινητοποιεί τα άκρα του.Οι παραστάσεις γύρω του κουβαλούσαν μια ανυπόφορη ευτυχία.Η φαντασία του κάλπαζε με απαράμιλλη φυσικότητα.Ήδη οπτικοποιούσε οδυνηρούς εναγκαλισμούς και ανάλγητα φιλιά προδοσίας.Νοσταλγούσε τη γεύση των χειλιών της που κυοφορούσαν αλληγορικά καλοκαίρια.Όμως την αξιοπρέπειά του έγδυνε η ποταπή του ανάγκη να την ντροπιάσει.Μόνο αν την έκανε να αισθανθεί ασήμαντη θα έρχονταν σε ισοπαλία.Πλέον βάδιζε τυφλός, αρπάζοντας δεκανίκια, από εδώ και από εκεί.Αποπροσανατολισμένος, χωρίς να ανακτά την όραση, χάθηκε σε έναν απελπιστικά κατηφορικό δρόμο.Εκεί αντάμωσε μια παλιά ιστορία που αναθέρμανε κατά συνθήκη.Χλιαρή η ιστορία, τον έκανε να νιώθει πως κερδίζει έδαφος.Ξεχάστηκε λίγο στη θαλπωρή μιας βέβαιης αγκαλιάς, που τον περίμενε καρτερικά, οποτεδήποτε.Φρόντισε Εκείνη να το μάθει με τον πιο βάναυσο τρόπο.Όταν είδε δάκρυα στα μάτια της, αισθάνθηκε μια φιλήδονη ικανοποίηση.Την είχε εκδικηθεί καταργώντας το μονοπώλιο της επιρροής της.Της είπε στεγνά ότι την απομυθοποίησε,ότι<<όλα κάνουν τον κύκλο τους>>.Προσποιήθηκε άγνοια για τις δικές της ατασθαλίες και έμεινε να την κοιτάζει ,εμβρόντητη, να εξαφανίζεται.

Προσπάθησε να την ξεπεράσει ξορκίζοντας το νεφελοβάτη εαυτό του.Με καταδύσεις σε άλλες αγκαλιές και ιστορίες παροδικά ζωηρές.Ξεχνιόταν στη ζάλη των ημερών μετά από τον άδοξο ενταφιασμό εκείνου που νόμιζε..για απόλυτο έρωτα.Βασιλιάς των κυνικών, έμαθε να ζει μόνο για αυτόν.Η νομιζόμενη εκδίκηση που σκάρωσε και πέτυχε, τον βοήθησε να την ξεπεράσει ταχύτερα.Η μορφή της σε σμίκρυνση, έρχονταν στιγμές που εξουδετερωνόταν.Αθέατη και άφαντη, μια υπερεκτιμημένη σχέση.Έτσι τη βάπτισε η πάροδος του χρόνου.
 
Είναι όμως αυτή η στιγμή η αγκυλωμένη που ο χρόνος ακινητοποιείται.Η μορφή της με το κατάλευκο δέρμα και τα κόκκινα χείλη σφηνώνει στον καθρέφτη του αυτοκινήτου, και το όχημα παραλύει εν μέσω της λεωφόρου.Βαλσαμωμένοι περαστικοί και καθηλωμένες ματιές, μόνο η μορφή της μιλάει, κινείται και αναπνέει!Η μορφή της ζωντανή σε έναν κόσμο ευτυχισμένων νεκρών.
 
Η εκδίκηση αντεκδικείται.Μεσοστρατίς, σε χρόνο ανύποπτο, ανταπαντά.Εκδικείται αυτόν που κάποτε έπεσε στο έλεός της.Που έτσι ευτελώς τη γύρεψε για να ανακουφίσει τα πάθη του.Να που τροφοδοτεί τα πάθη με την ψυχή γονατισμένη, ξεγελασμένη που δοκίμασε να ξεγελάσει.Δεν υπάρχει μεγαλύτερη ήττα από το ξόδεμα εκείνου που εκδικείται.Γιατί είναι αδυναμία παραδοχής της ήττας, δηλαδή ισόβια ήττα.
 
Να που ακόμα και η μορφή της εστιάζει στο τελματωμένο τοπίο.Δε μπορεί να της γνέψει, να την κοιτάξει, να της στείλει ένα χαμόγελο.Δεν υπάρχει καν στο οπτικό της πεδίο, στέκεται υψηλά, σε μια υπερουράνια τελειότητα, συμπαρασύροντας χρόνους ακόρεστων απολαύσεων.Πάντα θα είναι εκεί, καρφιτσωμένη στον καθρέφτη, να τον αγνοεί επιδεικτικά, ακόμα και αν φοράει το πιο εκπαιδευμένο του χαμόγελο μέσα σε ξένες αγκαλιές.

 

Κυριακή 10 Μαρτίου 2013

Ρίσκο

Το βλέμμα του θαμπό, καλωσόριζε μια νέα μέρα, σαν υπόσχεση Άνοιξης.Αν και δεν του πήγαινε το ξενύχτι και η έλλειψη ύπνου, αυτή την ώρα που χάραζε, δεν την άλλαζε με τίποτα.Κατάνυξη, και η Άνοιξη εν όψει.Ή μήπως ήταν ήδη μέσα του;
 
H γεύση του πρώτου καφέ περιέχει σταγόνες από έμπνευση.Πλημμύρισε ο χώρος από τη μυρωδιά του καφέ, δεν ακούγεται ψίθυρος, οι σκέψεις στοιχίζονται ξάστερες, αδύναμες να παίξουν κρυφτό.Αποστασία κάνει το συναίσθημα από τις φυλακές της μνήμης.Η πραγματικότητα τον διαπερνάει σαν εγγύτατο όνειρο.Όλα όσα γνώριζε ιδωμένα με μάτια άλλα, με ματιά αλλοία.Επαναπροσδιορισμός της ζωής σε μία στιγμή.

Κάπου εκεί αναρωτιέται αν ήξερε ποτέ το παραμικρό.Αυτή η άγνοια ίσως ήταν μια μασκαρεμένη δωρεά χαράς.Ακόμα και αν ήξερε, θα έπραττε αλλιώς;Μια φωνή μέσα του θαρρετά ορθώνει ένα <<όχι>>- γίγαντα που τον περικυκλώνει με όψη σκουριασμένη.
 
Χόρτασε μια ζωή λόγια, βόλτες, υποσχέσεις, γυναίκες ερχόμενες και παρερχόμενες.Άλλες με κάποια παρήγορη ιδιομορφία, άλλες με μια απογοητευτική φτήνια και άλλες με μια ακατανόητη ιδιαιτερότητα.Χόρτασε αναμονές, κυρίως.Ώρες άφθονες, αμέτρητες στιγμές προσδοκίας, εκείνο το γαργαλιστικό συναίσθημα των ήδιστων αξιώσεων από κάτι που ουδέποτε αξιώθηκε να ζήσει.Αναβολές παιδιάστικες, ο ωχαδερφισμός που έγινε μόδα<<έλα μωρέ, και αύριο μέρα είναι>>, ώσπου το μεθαύριο πλησίασε και η απραξία εξακολουθούσε, κραταιά, να τον τσακίζει.

Όταν η ζωή  είναι τόσο φευγαλέα, μια αναβολή έρχεται να τη συντμήσει τραγικά.Τη συρρικνώνει σε έναν μικρό θάνατο.Αργό και αλγεινό, μακρόσυρτο.Στο όνομα μιας υποτιθέμενης γνώσης, υποθήκευε τη ζωή του για ένα αυριανό καπρίτσιο, και το σήμερα νεκρωνόταν.Κάθε μέρα.Τι διδάσκει η σύνεση και τι εξυπηρετεί η εγκράτεια, όταν κληροδοτούν μόνο αφηνιασμένες επιθυμίες;Σε μια ζωή που βρίθει αιρέσεων, που όλα κρέμονται από μία εύθραυστη ίνα, το να προσθέτεις αιρέσεις και όρους είναι σα να ακροβατείς στο κενό.
 
Τον χαστουκίζει η γνώση που του έφραξε το δρόμο για το όνειρο.Τον εγκλώβισε με πονηριά στα σκονισμένα της δώματα.Δε μπορεί ούτε να αναπνεύσει έτσι δειλός που κατάντησε.Ξεκίνησε από τη σύνεση για να οδηγηθεί στην ανελευθερία.Και τώρα που αισθάνεται ένα παράλογο σκίρτημα, τρέμει να το παραδεχθεί ακόμα και στον εαυτό του.Κοινότοπες και γλυκερές ιστορίες, δεν ταιριάζουν στην ιδιοσυγκρασία του.Και όμως, όταν είναι κοντά της, τον κατακλύζει μια αποκαλυπτική αμηχανία, ακόμα και Εκείνη τον κοιτάζει παράξενα.Χωρίς να κάνει κάτι, του ξεκλειδώνει πλευρές που μέχρι πρότινος θεωρούσε ανύπαρκτες.Δεν είναι για αυτόν ο Έρωτας, μια υπερεκτιμημένη καραμέλα που στην ουσία γεννάται πάνω στην ανάγκη του ανθρώπου να μην είναι μονοσήμαντος.Δεν είναι πρωτάρης, είναι χορτασμένος από τη ζωή, όλα τα έχει γευτεί, όλα τα ξέρει.

Μόνο που στο τέλος τίποτα δεν ξέρει.Η γνώση του διαμορφώθηκε από τα βιώματα που άντεχε να εξερευνήσει.Είναι επιλεκτική γνώση, μια συρραφή εικόνων και θεωριών, ένα σταγονίδιο στον ωκεανό, ένα μικροσκοπικό κομμάτι από τον εαυτό του που δεν τόλμησε να αναμετρηθεί με τα όριά του.Ποτέ δεν τόλμησε να πάρει ένα ρίσκο γιατί θα αψηφούσε τη γνώση του για τα πράγματα.Το ρίσκο απαιτεί πρόταγμα του Ενστίκτου έναντι της υποκειμενικής στάσης απέναντι στα πράγματα.Η γνώση είναι ατελεύτητη και το ρίσκο δεν την περιφρονεί, τη διευρύνει.Ακόμα και αν αποκαλύψει ότί ήταν απλώς μία ψευδαίσθηση, θέτει ως αφετηρία την άγνοια.Από την άγνοια μπορεί κανείς να μάθει τα πάντα, αρκεί να μην πτοηθεί.Το ρίσκο δεν οδηγεί στην αποδόμηση της γνώσης αλλά στην απόρριψη της παντογνωσίας.Τα δόγματα φυλακίζουν τη σκέψη και τυποποιούν τη δράση σε μηχανικά εκτελούμενα πρότυπα συμπεριφοράς.Όπως φτάνει κάποιος σ' ένα γλυκόπικρο τέλος εποχής, όπου ατενίζει με νοσταλγικά μάτια τα περασμένα, ξέρει ότι ο κόσμος, όπως τον είχε συλλάβει στο νου του, παύει να υπάρχει.Τότε συναισθάνεται πως η γνώση ενίοτε συνιστά προσωπική αντίληψη του κόσμου που στερείται αντικειμενικού υποβάθρου.Πίσω από την αδέξια ταμπέλα της λαμβάνουν χώρα οι πιο ασυγχώρητες αναβολές, πρόδρομοι απωθημένων που υπονομεύουν την αυθυπαρξία μιας στιγμής διαχρονικά.

Η ώρα πήγε οκτώ και φανέρωσε μια ηλιόλουστη μέρα.Ευλογημένος αυτός ο Μάρτης!Μαρτυριάρης ο Μάρτης, ξεσκεπάζει αυταπάτες και τον κουρδίζει να κάνει και να πει πράγματα που μέχρι χθες ορκίζονταν να παραμείνουν ανείπωτα.Το σήμερα όμως μόλις ξεκινάει και είναι πολύτιμο.Αμαρτία το σήμερα να γίνεται αύριο αντλώντας κουράγιο από παιδαριώδεις προφάσεις.Σήμερα θα τής μιλήσει αντί να τής φέρεται αλλοπρόσαλλα.Θα κάνει μια κίνηση από το να σκέφτεται ακόμα και στον ύπνο του.Ακόμα και αν μοιάζει με πρωτάρη, το ωραίο στον έρωτα είναι ότι μπορεί να είναι πρωτόγνωρος ακόμα και για έναν ηλικιωμένο.Ότι είναι πάντα πρωτόγνωρος.
 
Το ρίσκο δεν υποδηλώνει έλλειψη γνώσης αλλά υπέρβαση αυτής.Αγωνία για την ανακάλυψή της.Δοκιμασία του εαυτού εν γνώσει των συνεπειών.Τέρμα στις θνησιμαίες αναβολές και στις εικασίες.Κυνήγι του τώρα.
 
Για να αξιώνεις ένα ελπιδοφόρο αύριο, πρέπει να αξιωθείς να γίνεις Ελπίδα, σήμερα.Στην επαφή με το Πρωτόγνωρο, όλα θα τα γνωρίσεις.
 
Από την Αρχή.

Τετάρτη 6 Μαρτίου 2013

Παιχνίδια με το Χρόνο

Άλλη μια μέρα που το ρολόι με κοιτάζει χλευαστικά.Τρέχω να προλάβω όσα ποτέ δε θα έπρεπε να κάνω.Αλλοιώνομαι και χάνομαι στον πυρετό μιας ηφαιστειογενούς μέρας.Η ατμόσφαιρα ομιχλώδης, θαρρείς και είναι καμωμένη από πίσσα και σκόνη.Τσιμεντένια πόλη, μια τσιμεντένια διάθεση που με ακολουθεί παντού.Αρπάζει τη μαγεία κάθε ανύποπτης στιγμής που μεταμφιέζεται σε αιώνα.Ένα κυνηγητό γύρω μου για το απροσδιόριστο.Για κάτι που δε θα καταλάβω ποτέ, ακόμα και αν το βρω.
Μάλλον γιατί στο βάθος δεν το έχω ανάγκη.

 
Απορροφημένος στους υπολογισμούς και τα σχέδιά μου, αφήνω τη ζωή να με προσπερνάει.Η ζωή συνεχίζεται λένε, εξακολουθεί ακόμα και αν εσύ προσκολληθείς σε ένα καθηλωτικό σημείο.Τι πιο εφιαλτικό να παρακολουθείς τη ζωή να ακολουθεί μια πορεία εξοντωτικά γρήγορη και εσύ, παράλυτος στο χτες, να μη μπορείς να απομυζήσεις ούτε μια σταγόνα από τη χάρη της.Από τη χαρά της.

Στα όνειρά μου είμαι πάντα πολυμήχανος.Τολμηρός.Είμαι η καλύτερη εκδοχή του εαυτού μου γιατί εκεί δεν υπάρχουν συνέπειες.Η πραγματικότητα τρέφει τα ελαττώματά μου γιατί χωρίς αυτά δε θα ήταν αποκρουστική.Και είναι καθήκον της πραγματικότητας να απωθεί το ονειρικό, ακόμα και αν στο τέλος πετυχαίνει να συσσωρευτεί ακαταμάχητη έλξη για κάθε τι που στέκεται πέρα από αυτή.Στην πραγματικότητά μου, είμαι απλώς ανυπόφορος.Αδυνατώ ακόμα και εγώ να με αντέξω.Κάπως έτσι έχω κάθε λόγο να γκρινιάζω για όσα δεν έχω τη θέληση να αλλάξω.Πείθομαι πως δεν έχω ούτε τη δύναμη.
 
Αυτό που μου λείπει πιο πολύ από το τότε ήταν πως δεν χρειαζόμασταν παιχνίδια με το χρόνο.Όταν η ζωή σου ξεγλιστράει από τα αυστηρά περιγράμματα του χρόνου, ξέρεις ότι έχεις γευτεί ευτυχία.Εκείνη η διασταύρωση πραγματικότητας- ονείρου που απογείωνε τα συναισθήματα, με τρόπο που να μην μπορείς να ξεδιαλύνεις το ένα από το άλλο.Αυτό το μέστωμα στην ψυχή, αυτή η αίσθηση ότι όλα είναι σωστά, ακόμα και αν δεν είναι ορθόδοξα.Η ανεμελιά των πολύχρωμων σκέψεων.Όποιος αδυνατεί να σκεφτεί αρνητικά είναι υπερευτυχισμένος.
 
Με δηλητηριώδες βλέμμα, ο Χρόνος με επιπλήττει που προσπαθώ να τον νικήσω.Και όπως τρέχω αναστατωμένος να προλάβω προθεσμίες, ξέρω ότι παραμένω υπόδουλός του.Ηττημένος, αφού ακολουθώ αδιαμαρτύρητα τα αυστηρά του προστάγματα.Μαζί με εμένα, ένα αλαφιασμένο σύμπαν νευρωτικών, τρέχει δίχως να υπάρχει αύριο.Υπάρχει αύριο, όταν όλες οι μέρες είναι απαράλλαχτες, ίδιες, σκέτες, στεγνές;Ο Χρόνος και εδώ εξομοιώνει τα πάντα θανατώνοντας την ιδιομορφία τους.

Όμως όσο η μέρα προχωρά προς τη δύση της, μια μνήμη γαργαλάει τον άλλο μου εαυτό.Όσο και να αγωνίζεται ο χρόνος να σκεπάσει την παλιά μου οντότητα με περιβολή λήθης, ένα τραγούδι με οδηγεί ευθέως στο παλιό μου πρόσωπο, στο παλιό μου κορμί, που περιφερόταν χωρίς αξιώσεις στη γιορτή της κάθε μέρας-και πάντα υπήρχε αύριο, σήμερα και χθες.Γιατί κάθε μέρα είχε το δικό της σκοπό, και πήγαινε κάπως έτσι:
 
Αίφνης σταματάω το ανούσιο ποδοβολητό μου, σταματάει και ο Χρόνος μαζί μου να ξαποστάσει.Αντικρύζω ένα σμήνος  τρελών να αγκομαχούν για να διεκπεραιώσουν ασυναρτησίες, όλοι με το ίδιο πέτρινο βλέμμα, αγκυλωμένοι από το Χρόνο, σε ένα ακατανόητο γήρας.Χαμογελάω αυθόρμητα.Ο κόσμος φανερώνει μυστικά μυθικά, ομορφιές πρωτόγνωρες, συγκινήσεις κρυμμένες.Για λίγες στιγμές αναγνωρίζω τον ιδανικό μου εαυτό, εκείνον τον επινοητικό, θαρραλέο τύπο που γεύεται τη ζωή χωρίς αναστολές. Τον εαυτό που ξεπηδάει μόνο στα όνειρα, εκεί που συνέπειες δεν υπάρχουν.Και όμως, οι συνέπειες υπάρχουν, μόνο που φαίνονται πια τόσο αντιμετωπίσιμες!Ο φόβος μου συρρικνώνεται και κάθεται σε μια γωνία, αξιολύπητος.Τα ελαττώματά μου μοιάζουν υπερτροφικά κατασκευάσματα που καταπίνουν την ευτυχία μου.Σαν καρικατούρες στριμώχνονται στο τέλος του δρόμου, ασήμαντα πια και αδύναμα να δράσουν.

Τα παιχνίδια μου με το Χρόνο δεν είναι βέβαια πάντα τόσο διασκεδαστικά.Όταν όμως έστω και για μία στιγμή διασώζω εκείνον τον εαυτό από του χρόνου τα γρανάζια, ξέρω πως αυτή η στιγμή γίνεται η δική μου αιωνιότητα.Και τότε δε με νοιάζει αν είμαι νικητής ή ηττημένος, με νοιάζει πως ό,τι και να είμαι, μπορώ να το ξεπεράσω.
 

Δευτέρα 4 Μαρτίου 2013

Φυγές


Κάπνισες ένα ακόμα τσιγάρο μέσα στο αβάσταχτο φως της μέρας.Οι ηλιαχτίδες υπογράμμιζαν με βαρβαρότητα τη χλωμάδα του προσώπου σου.Εκείνα τα μαβιά μάτια που χωρούσαν την πιο ποθητή μελαγχολία εντός τους.Με αποχαιρέτησες με βραχνή φωνή και ένα βιαστικό φιλί στο μάγουλο.Σε ενοχλούσε η Άνοιξη που πρόωρα ξεσκέπαζε το καταχείμωνο μέσα σου.Σε έκανε να βουλιάζεις σε σιωπές κεντημένες από θλίψη, άδεια βλέμματα, υπεκφυγές.Μια φυγή σε καθοδηγούσε και τη σχεδίαζες σχολαστικά.Διαφορετικά, θα είχες τρελαθεί, δε σε χωρούσε πια ο τόπος.

-Ξέχασες το μπουφάν σου, σου είπα τρέχοντας στην πόρτα.
-Α, ευχαριστώ, απάντησες  ψυχρά.
-Τι έχεις;
-Tίποτα.
-Αφού κάτι έχεις..
-Σου είπα, τίποτα! η φωνή σου εξαγριωμένη, έκλεισες θυμωμένα την πόρτα, το σπίτι κλυδωνίστηκε για λίγα δεύτερα, ξεχύθηκες σαν κυνηγημένη στα σκαλιά.

Τα έρημα φιλιά σου.Σχεδίαζαν με κρυψίνοια μια παράλληλη ζωή σε ένα παράλληλο σύμπαν.Με γύμνωναν τα μάτια σου σα να ήμουν Ξένος, αμήχανα μου φερόσουν, γύρευες μια ανώδυνη μέθοδο εγκατάλειψης.Ήσουν αλλού.Δεν ήθελα να το δεχτώ, από εγωισμό, πίκρα, ανασφάλεια.Ρωγμές στην ψυχή μου από τη δική σου απουσία.Υποκρινόμουν πως δεν το ένιωθα, και ας τρανταζόμουν μέσα μου καθημερινά.Δεν είχα το σθένος να μού χρεώσω άλλη μια αποτυχία.
 
Νύχτωσε εφιαλτικά, το σκοτάδι επιθετικό σκέπασε τη δυνατότητα της μέρας.Κάθε φωτεινή σκέψη κατατροπώθηκε από τη σιγή τη νύχτας.Φως δεν υπήρχε ούτε στο δρόμο, μόνο ένα αδέσποτο σκυλί γάβγιζε ασταμάτητα και σπάνια ακούγονταν διερχόμενα οχήματα.Με τη ματιά καρφωμένη στο άχαρο ρολόι του τοίχου(πάντα μισούσα τα ρολόγια, πώς γίνεται να αγοράζουμε αντικείμενα που μας υπενθυμίζουν τη φθορά;Κάποιες φορές θέλω να παγώσω το χρόνο, άλλοτε να τον γυρίσω πίσω, άλλες φορές να τον ωθήσω σε άλματα προς το μέλλον.Οι δείκτες όμως εκεί, πεισματάρικα ακολουθούν τα στερεότυπα μονοπάτια τους.), άρχισαν να με επισκέπτονται οι πιο παράλογα λυτρωτικές σκέψεις.Αφέθηκα σιγά σιγά στην υπνωτική τους επιρροή, τόσο που αψήφησα τη συμβατική ροή του χρόνου:

Αυτό έκανα μια ζωή.Έχτιζα άνισες σχέσεις.Εξάλλου η αμοιβαιότητα στον έρωτα είναι η μέγιστη ουτοπία.Έστω ότι έπασχα από έναν ιδιότυπο μαζοχισμό, εκείνον του ερωτευμένου.Θεωρούσα πως ο ερωτευμένος έχει όλα τα άλλοθι, με τρόπο που τα ελαττώματά του να είναι ηπιότερα και συγχωρητέα.Επέλεγα γυναίκες φευγάτες, σα να έτρεμα το άνευ όρων δόσιμο.Ανεξάρτητα από όσα μουρμούριζαν στο πάθος ή τον ενθουσιασμό τους, η στάση τους, αναμφίβολα περισσότερο αξιόπιστη από τις λεκτικές αφηνιάσεις, μαρτυρούσε ότι ήταν περαστικές από τη ζωή μου.Η ζυγαριά επομένως έκλινε προς τη δική μου μεριά.Όφειλα να επιδοθώ σε μια υπεράνθρωπη, επιδέξια προσπάθεια να αναζωπυρώνω το ενδιαφέρον, να παρεμποδίσω την τροπή σε φυγή.Μέσα μου γνώριζα ότι η φυγή είναι τετελεσμένη.Δεν ξέρω τι με σαγήνευε σε αυτές τις ιστορίες, προφανώς η εγγύηση ότι η αρχική αίσθηση δεν θα προλάβαινε να ξεθωριάσει.Ξανά και ξανά, το ίδιο λάθος, το ίδιο πάθος, η ίδια αδυναμία.Ένοχη η φοβία μου να κάνω μια συμβατική σχέση, να δεθώ, να χαθώ;Ή μήπως ήμουν ανελέητα ρηχός και έβρισκα τις συμβατικές σχέσεις απίστευτα πληκτικές;

Πάντα με πάθιαζε εκείνο που δεν μπορούσα ολοκληρωτικά να κατακτήσω.Το ενδεχόμενο που θα παραμείνει άγνωστο κλείνει για εμένα τον έρωτα μέσα μου.Ανισόρροπος ή μη, προτιμούσα τις ημιτελείς ιστορίες από τους δολοφονικούς επιλόγους.Δε θα άντεχα να απομυθοποιήσω έναν έρωτα.Προτιμώ το μύθο από την αλήθεια, τη φαντασία από το βίωμα.Αυτά καταμαρτυρούν οι σχέσεις της ζωής μου.Πάντα τις σφράγιζε μια φυγή, ακριβώς πάνω στην ακμή τους.Να μένει η μαγική αίσθηση του ανολοκλήρωτου, να μην προλάβει να εξανεμιστεί.
 
Σαν μεθυσμένος, στεκόμουν στο παράθυρο ακίνητος.Ένα μαρμαρωμένο σώμα με αεικίνητες σκέψεις.Δεν πήρα είδηση τα κλειδιά στην πόρτα, ούτε πόση ώρα με κοίταζες σαστισμένη.

-Είσαι καλά;με ρώτησες όπως θα ρωτούσαν έναν εξωγήινο.

Σε κοίταξα με εμφανή απογοήτευση.Δε μου φαινόσουν καν όμορφη πια, ένα πρόσωπο μέσα σε όλα τα άλλα, ένα κορίτσι ακόμα απλώς.Ούτε μια λέξη δεν κατάφερνα να αρθρώσω.Όταν κυνηγάς τις λέξεις, βρίσκεις τις πλέον ακατάλληλες.Διάλεξα από ένστικτο μια άβολη σιωπή.

-Το ξέρω δεν είμαι σωστή τελευταία...είναι που....

Το έργο γνώριμο πια.Δε θα άντεχα να ακούσω τα ίδια λόγια.Κατέληγε κακόγουστη φάρσα να προσχεδιάζω τη δική μου εγκατάλειψη από πρόσωπα που είχα εξαρχής απορρίψει.Όλα αυτά επειδή δεν άντεχα τη μοναξιά αυτά τα θεοσκότεινα βράδια.Εκείνο το βράδυ όμως, από την ώρα που μπήκες στο σπίτι, η μοναξιά γινόταν ανήμερο θεριό.Πήγες να μου δώσεις ένα φιλί στραγγισμένο πάλι, σαν κακότεχνη προσπάθεια εξιλέωσης.Αποτραβήχτηκα μεμιάς.

Ήθελα πάλι πίσω τη δική μου μοναξιά, σκέψεις αλήτικες και αληθινές να φωτίζουν το απειλητικό έρεβος, χρόνο να γνωρίσω τον εαυτό μου αντί να τον σκορπίζω σε σχέσεις με ημερομηνία λήξης εκ των προτέρων γνωστή.Ήθελα να ξοδέψω τον εαυτό μου σε μία σχέση όπου η φυγή θα μοιάζει με μικρό θάνατο-και για τους δυο.Που θα σημαίνει ότι όσα ζήσαμε άξιζαν κάτι και δεν κουκούλωναν την ανημπόρια μας.Ήθελα την αμοιβαιότητα στον έρωτα, και ας είναι μια αφελής αρμονία, αδύνατο να απαντηθεί στην πράξη.Ήθελα απόσταση από το θρασύδειλο εαυτό μου.Την έκσταση, τη μαγεία, τα χαμογελαστά βλέμματα.Τις θαυματουργικές σιωπές.
 
Σου τα είπα με δυο λόγια, απλά και ξάστερα.Αντέδρασες με δυσθυμία, φώναξες κάτι άκομψο επειδή σε πρόλαβα και έφυγα πρώτος, έμεινες στήλη άλατος, χωρίς να προλάβεις να πεις τις ατάκες σου.Μέσα μου γελούσα, άκουγα την πόρτα να τραντάζει το σπίτι, να σείεται συθέμελα από την ψεύτικη οργή σου, και έμενα να απολαμβάνω το σκοτάδι, λιγότερο μόνος πια.Οι σκηνοθετημένες φυγές ήταν πλέον παρελθόν.

 

Παρασκευή 1 Μαρτίου 2013

Ελπίδα

Οι άνθρωποι τριγύρω βιάζονται για την Άνοιξη.Με την πρώτη ημερολογιακή στροφή, με την πρώτη γενναία λιακάδα, βιάζονται να αποτινάξουν το άχθος ενός χειμώνα παγερού και αλληγορικά.Σα να ευθύνεται για όλα ο μουντός καιρός, σα να εγγυάται η αλλαγή του γενικότερη άνθιση σε ένα τοπίο μαραμένο χρόνια.Έτσι ένιωθε και εκείνος αυτό το ηλιόλουστο πρωινό.Εναρκτήριο Μαρτίου, του πιο διφορούμενου μήνα.Κι όμως, ο αιθέρας ηλιόδωρος, ανέφελος, σα να αποκάλυπτε όνειρα κρυμμένα πίσω από θεόρατα σύννεφα.Η ατμόσφαιρα πλημμύρισε χρώματα, φωνές, χαμόγελα, λουλουδιαστές ευωδιές, μια άρρητη υπόσχεση ότι όλα θα πάνε καλύτερα.Η ελπίδα ξαπόσταινε πίσω από λέξεις και βλέμματα και βήματα.Μετά από αδυσώπητη διάψευση, ήταν ακόμα εκεί.Εκείνος που επιμένει να  επικαλείται την ελπίδα ακόμα και στην πιο τρανή συμφορά, είναι άξιος για την πιο υπερκόσμια ευλογία.Όχι όμως χωρίς θυσίες.Χρειάζονται θυσίες πρόσκαιρων , επιδερμικών απολαύσεων, φιλήδονων ψευδαισθήσεων, λύτρωση από την αχόρταγη ανασφάλεια.Γιατί μόνο όταν η ζωή γίνεται τραχιά μαθητεία επιτρέπει σε κάποιον να καρπωθεί τις βαθιές, αληθινές της απολαύσεις.
Ζωή χωρίς υπομονή είναι ένα αυτοδημιούργητο βάσανο, μία εγγενής προσκόλληση στο ανικανοποίητο.

Εκείνος έχει θυσιάσει πολλά από αυτά που κατά το μέσο όρο προσκομίζουν την ευτυχία,την αναγνώριση και την αποδοχή.Αποτραβηγμένος σε ένα κόσμο αυτάρκη, όπου η επιβεβαίωση των θεατών ήταν αχρείαστη και οχληρή, δεν συμβιβαζόταν με κάτι για να μην τεθεί στο περιθώριο.Κατοικούσε στην περιθωριακή του γωνιά φρονώντας ότι είναι η πιο περίοπτη θέση.Ότι, ακόμα και αν φαινομενικά ήταν στα παρασκήνια, είχε τη δύναμη να ανατρέψει το σκηνικό.Αγαπούσε τη ζωή, σε όλες της τις εκφάνσεις.Το πόσο απλό είναι να νιώσει κανείς ευτυχής και το πόσο δύσκολο το κάνει η άγνοια του εαυτού. Η αναζήτηση της ευτυχίας έχει κάτι κωμικό γιατί κατευθύνεται στα πιο αλλοπρόσαλλα μέρη ενώ κατοικοεδρεύει εντός μας.
 
Έτσι παρατηρεί αυτή την παράξενη γιορτή της πλάσης και χαμογελάει ασυναίσθητα.Η φύση, το γύρισμα των εποχών, σμήνη από σύμβολα που είναι αδύνατο να αποκρυπτογραφήσει.Αυτόματα όλα έγιναν πιο όμορφα, μια απλόχερη ομορφιά, που τον συνεπαίρνει με την απλότητά της.Τα βήματά του γοργά, ακμαία, μια μελωδία τριβελίζει τα αυτιά του ερεθίζοντας μια παράφορη διάθεση.Θα μπορούσε να περπατάει όλη μέρα, αποτυπώνοντας με απόλυτη καθαρότητα αλλοτινά ασήμαντες λεπτομέρειες.Μια φωτογραφία υψηλής ευκρίνειας η πόλη στο νου του, καρφιτσώθηκαν στη μνήμη του χρωματιστά στιγμιότυπα με έναν πανταχού παρόντα έρωτα να διώχνει την απόγνωση.

Και όμως η ζωή του είναι ένα γιγάντιο ερωτηματικό, δεν λέει να μορφοποιηθεί, όλο αποστασίες κάνει από το κοινώς αποδεκτό, το αξιωματικώς ορθό και τη συνήθη πορεία των πραγμάτων.Μια αιώνια απόκλιση μέσα στο χρόνο κυοφορεί έναν νέο κανόνα.Ανατρεπτικό.

 
Και δεν ξέρει αν έχει αγαπηθεί, ακόμα και αν έχει ανεξάντλητη δύναμη να αγαπήσει.Δεν ξέρει αν σε λίγο καιρό θα είναι σε θέση να επιβιώσει ακόμα, μέσα στην κακόγουστη κοινωνικοπολιτική φάρσα.Νιώθει ότι η πορεία του κόσμου απλώνεται σε ένα απέραντο λάθος και ότι η πρόοδος, αν τελικώς έρθει, θα ανήκει στο απώτατο μέλλον.Παρ' όλα αυτά η δύναμη της προσωρινότητας είναι καταλυτική.Μία στιγμή και μόνο είναι ικανή να αλλάξει τη ματιά απέναντι στον κόσμο.
 
Έτσι μεθάει στη μέρα που απογειώνει το κέφι του και για λίγο μόνο ξεχνάει άχαρες στιγμές του χτες και ζοφερές σκηνές του αύριο.Το σήμερα τον καλεί με ορμή και θέρμη και είναι και το μόνο που μπορεί να αισθανθεί.Όσο απροσδιόριστη είναι η ζωή του , τόσο απροσδιόριστη και η ελπίδα του.

Άλλωστε η Eλπίδα αποθεώνεται με την έλλειψη αποδείξεων, πανηγυρίζει όταν τίποτα δεν τη στηρίζει. Παράλογη Eλπίδα, από τη φύση της.Περιφρονεί τα δήθεν πραγματικά περιστατικά και σκαρώνει τα δικά της αισιόδοξα σενάρια.Βρίσκει υπερκτιμημένη τη σύνεση και χαράζει έναν αντισυμβατικό δρόμο.Όποιος όμως έχει τη δύναμη να αψηφήσει την επιφάνεια και να ελπίζει όταν τίποτα δεν εμπνέει Eλπίδα, ανταμώνει με το θαύμα.Η Eλπίδα δεν εμπνέεται, είναι η ίδια Έμπνευση.Δεν πηγάζει από κάπου, είναι η ίδια πηγή θαυμάτων.

Να ελπίζεις σε εποχή απόλυτης απελπισίας, ιδού το Απόλυτο Θαύμα.
Ο Μάρτης του θα είναι ο μήνας της παράλογης Eλπίδας.


 

Κυριακή 24 Φεβρουαρίου 2013

Παρατηρητής


Η ζωή της περνάει παρατηρώντας. Ακούει ιστορίες για θλιμμένες αγάπες και θλιβερά όνειρα, χαρμόσυνες παρενθέσεις και αμείλικτες τελείες.Υψώνεται στον ουρανό της μέρας η ελπίδα σε εναγκαλισμό με τη μελαγχολία.Πότε αντιμάχονται, πότε συμφιλιώνονται, πότε διχάζεται η μία από την άλλη.Παρακολουθεί σιωπές που κάνουν κρότο.Μόνο όταν τής ζητηθεί μία γνώμη για τα τεκταινόμενα, μόνο τότε δίνει το προσωπικό της στοιχείο.Κλειδώνεται σε δώματα φοβίας, αρπάζει μια γενναία άμυνα και, δειλά, αποσύρεται στο μικρόκοσμό της.Έναν κόσμο αποχής από όλα.Καθαρής αποστασιοποίησης.Παρατηρεί κάθε πρωί στην απελπιστικά συνηθισμένη διαδρομή με το λεωφορείο, τον κόσμο να κάθεται κοιμώμενος στα βρώμικα καθίσματα, να κοιτάζει στο κενό ενώ πασχίζει να κρατηθεί από τη χειρολαβή, να αποφεύγει τρεμάμενος την οπτική επαφή.Εύχεται το τιμόνι να φέρει αντιρρήσεις και το όχημα να αλλάξει τροχιά.Μια φορά έστω.Όχι όμως, όλα είναι ίδια.Τα παρατεταγμένα κλειστά καταστήματα, η ηλικιωμένη κυρία που στέκεται στην πόρτα του οπωροπωλείου, ο κατάμεστος φούρνος, οι αγενείς κόρνες και οι βλασφημίες των οδηγών.Μόνο ο αιθέρας είναι κάθε μέρα αλλιώτικος.Πότε νεφελώδης, πότε πεντακάθαρος, πότε μελαγχολικός, πότε σε αλλόκοτα κέφια.Μόνο ο ουρανός σκεπάζει με ευμετάβολες βουλές την παρακμιακή επανάληψη.

Πιάνει τον εαυτό της να ονειροβατεί, να πλάθει ιστορίες με βάση τα ερεθίσματα που συνθέτουν την καθημερινότητά της.Προσηλωμένη στη στιγμή διεκδικεί την απόλυτη μαγεία.Την αίσθηση απελευθέρωσης-η ελευθερία είναι η σωτηρία που γυρεύει καιρό τώρα.Ο κόσμος συντίθεται από αντιφατικές λεπτομέρειες.Αυτές δίνουν χάρη και στο πιο άνοστο σενάριο, αυτές χρωματίζουν ακόμα και το πιο μουντό τοπίο.Ακόμα και αν απειλούν την ομορφιά, οι λεπτομέρειες προσδίδουν καθαρότητα στη ματιά και το αληθινό πάντα είναι πιο όμορφο, ακόμα και αν δεν είναι αρμονικό.
 
Μια ζωή στην αναμονή.Πότε η προσδοκία γαργαλιστική την κάνει να υφαίνει στιγμές εκλεκτές και να ονειροπολεί χωρίς ενοχές.Πότε την εξαγριώνει ως υπενθύμιση της απουσίας του χειροπιαστού.Οι επιθυμίες της, πάντα υπό αίρεση, την παρακολουθούν σκεβρωμένες.Σχεδόν αδυνατεί να τις αναγνωρίσει, μερικές στιγμές μοιάζουν επονείδιστες, αδύναμες, γερασμένα σώματα που παλεύουν να ορθοποδήσουν.Έτσι πασχίζει να τις καταλάβει με τη ματιά άγρυπνη στον έξω κόσμο.Επιφυλάσσει κάθε μέρα γενναίες δόσεις μιζέριας, την αποπροσανατολίζει.Αλλά πέρα από τη γκρίνια, την αχόρταγη αχαριστία και την καταστροφολαγνεία του κόσμου που εξειδικεύεται στην αποθέωση του μικρόκοσμου μέσα από το μεγεθυντικό φακό, εισπράττει ανέλπιστα στιγμές παράφορης ελπίδας και συγκίνησης.Είναι σε κάτι σπάνια σταυροδρόμια με το διαφορετικό, τότε που κατανοεί ότι η ανομοιογένεια είναι το παν.Ότι πάντα υπάρχει μια γλαφυρή παρένθεση σε ένα ανιαρό κείμενο.Πάντα θα υπάρχει μια αισιόδοξη οπτική τη στιγμή της κατάρρευσης.Και ότι ακόμα και στην εποχή της υπέρτατης απανθρωποποίησης, διασώζονται ψήγματα ανθρωπιάς.
 
Είναι που ο κόσμος πολλές φορές μοιάζει με εξαιρετικά κακόγουστο αστείο και χρειάζεται γνήσιο χιούμορ για να αντικρουσθεί.Παρατηρεί, επιβάτης σε τρένο ξέφρενο, τον κόσμο να αλαλάζει.Ρουφάει κάθε του γλυκόπικρη λεπτομέρεια.Την ξενίζει και την απελευθερώνει.Και όταν πια θα είναι σε θέση να οικειοποιείται όσα την περιβάλλουν, τότε δε θα την τρομοκρατούν οι λεπτομέρειες του δικού της κόσμου.

Η αυτοπαρατήρηση προϋποθέτει άφοβη ετεροπαρατήρηση, όχι επιλεκτική.Ακόμα και τα συντρίμμια κουβαλάνε ομορφιά ανεξερεύνητη, ακριβώς επειδή είναι αθέατη.Έτσι και μέσα της, τα αφανέρωτα κρύβουν τη μαγεία.Μόνο που για να τα δει, πρέπει να αντέξει ασυνάρτητες φανερώσεις πρώτα.Και να μην αδημονεί για το τέρμα: η ανυπομονησία για το τέρμα σημαίνει υποτίμηση της διαδρομής, και κάθε αλήθινά μαγευτική διαδρομή είναι ατελείωτη.