Ξεκινούσε πάντα με ένα σενάριο καταστροφολογίας.Σε ένα κατάλευκο χαρτί, έσβηνε με μια γόμα τα μεγαλεπήβολα σχέδια, τις επιθυμίες που βάφτιζε άπληστες, και η χλωμάδα της γινόταν ακόμα πιο έντονη.Από τη μία οι αχανείς της πόθοι, από την άλλη η άχαρη πραγματικότητα.Εκείνη η άκαμπτη Λογική που είναι πάντα ακαταμάχητη.Παντού βλέπει Όρια.Διακριτά, βασανιστικά, αυστηρά.Περιγράμματα, σύνορα και φραγμούς, που την αφήνουν πάντα πίσω.Να κυνηγά νοερά όσα θα ήθελε να γίνουν βιώματα δικά της.Να φαντασιώνεται όσα θα της χορηγούσαν τη χαρά.Να τα εξωραϊζει με νοσηρό μαζοχισμό, η αιματηρή τους ομορφιά σαν επισκίαση, ληστεύει το φως από το χώρο.
Σκοτάδι εντός της,το Δυνητικό τής κάνει σινιάλο με αμφίσημη γκριμάτσα.Μπορεί να της δώσει αυτό που ζητά, μπορεί να την εξαπατήσει.Μπορεί να ποθεί κάτι μόνο και μόνο επειδή ξέρει ότι δε θα το έχει ποτέ.Επειδή θα είναι καταδικασμένη σε αιώνια επιθυμία.Σε ανικανοποίητο που θα ικανοποιεί μόνο τις λάγνες τις εμμονές.Ό,τι ξεγλιστράει από το ρεαλιστικό, την μαγεύει.Το θαυμάζει από απόσταση, την κατέχει δέος για την δυσπρόσιτη μαγεία του.Ξέρει πως θα παραμείνει ανέπαφο από το άγγιγμα και τη ματιά της, ξέρει πως θα υπάρχει σε μία σφαίρα ανέγγιχτη, μακριά από τα γήινα και φθαρτά.
Ο Κόσμος είναι απεριόριστος.Απέραντος.Η φύση της είναι αστείρευτη πηγή δυνατοτήτων.Εστία αντιφάσεων που γεννούν ζωή.Τα Όρια που θέτει η ίδια είναι τα μόνα εμπόδια.Το κακό της αχαλίνωτης φαντασίας είναι ότι προσκρούει σε περιορισμένη αυτοπεποίθηση.Θέτει όρια για να ζει μέσα στην ασφάλεια.Για να πεθαίνει μέσα στην ασφάλεια.Προτιμά μια φαντασιακή εκδοχή της ευδαιμονίας από κάποια βιωματική που θα την φέρει σε αναμέτρηση με τα δικά της όρια.
Και αν δεν ξεπεράσεις τα δικά σου όρια, και αν εσύ ο ίδιος τα σκιαγραφείς με δειλία, πώς να γευτείς μια ζωή με απεριόριστες συγκινήσεις;
Αυτό μοιάζει να τής ψιθυρίζει μια φωνή.Πάντα αγαπούσε τους δροσερούς περίπατους τα μαγιάτικα βράδια.Έχουν κάτι ανυπόφορα ανάλαφρο, μια ανεμελιά που ξεπηδάει από το Τώρα.Τα πρόσωπα κουβαλούν μια αμυδρή ελπίδα και μια γοητευτική κούραση, γόνιμη.Η ποικιλομορφία γύρω της την ανακουφίζει.Είναι σαν παρηγοριά, σαν πινελιά ανταρσίας σε μουντό τοπίο.Νιώθει μια αλλόκοτη ζήλια για εκείνους που δεν έχουν προορισμό.Σκλαβώνουν οι πατρίδες και είναι πάντα νομιζόμενες.Η πατρίδα είναι κίνητρο για να πορεύεσαι, ελπίδα ότι η πραγματικότητα δεν είναι μονόχνωτη, πως, όσο και να σε συνεπαίρνει η καλπάζουσα τροχιά της, πάντα θα μπορείς να προσδεθείς στο ασφαλές σου σημείο και να μείνεις αλώβητος στο μαραθώνιο της σχιζοφρενούς μεταβολής.
Νιώθει την ανάγκη να καταλύσει τα δικά της όρια.Να τα υπερβεί.Η προκατασκευασμένη εικόνα των δυνατοτήτων της, η συμπαγής εικόνα που έχει σχηματίσει με αδιαλλαξία για τον κόσμο, φρενάρει κάθε μορφή έκπληξης που την καρτερά στη γωνία.
Είναι μικρή, η μικρότητα γλιστράει από τις σκέψεις της που στάζουν φόβο.
Κακομαθημένη, γυρεύει την ασφάλεια, τα εχέγγυα της επιτυχίας.
Στενόμυαλη, ήδη από το νου της ξεφυτρώνουν κανόνες αμείλικτοι, στερεότυπα νωθρά, ζεύγη προκαταλήψεων που αυτοανακηρύσσονται γνώστες των πάντων.
Περιορισμένη, ασφυκτιά μέσα σε αυτοσχέδιο πνιγμό.
Πλήττει στη ζωή όταν αρνείται να δει πέρα από τα όριά της.
Πέρα από την επιφανειακή της νηνεμία, εκεί όπου ταραχές και συγκινήσεις μαίνονται, εκεί όπου ένας άγνωστος εαυτός ξεπροβάλλει με αδηφάγα μάτια και την κοιτάζει παραμελημένος, εκεί όπου ο έρωτας είναι Απόλυτος και δεν τρέμει να τον πιστέψει, εκεί που πάντα υπάρχει μαγεία πίσω από την πεζότητα.
Πάντα υπάρχει ονειρική πραγματικότητα πίσω από τα φαινόμενα, μόνο που θέλει ψυχή στο βλέμμα για να τη διακρίνει.