Έξαψη και αγωνία είχε εκείνο το πρωινό.Σκηνές της προηγούμενης βραδιάς δίνουν ένα σινιάλο μεθυσμένης θλίψης.Αποτσίγαρα στο τασάκι, άπλυτα ποτήρια,μισάνοιχτα σημειωματάρια.Η τηλεόραση όλο το βράδυ σε λειτουργία, δεν την άνοιγε παρά μόνο όταν ο κόσμος του γκρεμιζόταν.Το ραδιόφωνο σε χαμηλή ένταση. σιγομουρμουρίζει ένα διαβολεμένα εθιστικό κομμάτι των Tindersticks.Put your love in me..Χάνεται στη μαγεία της φωνής.Παλινδρομεί στην εφηβεία του, τότε που με παιδική λαχτάρα αναζητούσε μουσική στα δισκοπωλεία.Κάθε μήνα είχε και άλλο μουσικό κόλλημα, ό,τι και αν έκανε, η μουσική τον στοίχειωνε.Σφράγιζε την ύπαρξή του.
Ο χρόνος τον κοιτάζει από μια χαραμάδα αλήθειας.Τον απογυμνώνει, τον κάνει να ντρέπεται που δε συνειδητοποίησε με τετράγωνη λογική πώς πέρασε.Οι ψυχαναγκασμοί του χρόνου τον στριμώχνουν στον καθρέφτη όπου ξεπηδούν οι άχαρες πτυχώσεις του δέρματος(πώς δεν τις παρατήρησε πιο πριν;)και τα κομμένα του μάτια.Ο κόσμος αλλάζει, μόνο εσύ δεν το βλέπεις, μοιάζει να ξεστομίζει με αλαζονικό ύφος.Εκείνος γυρεύει με απόγνωση ένα φλυτζάνι αχνιστού καφέ.Άγλυκου, δυνατού.Αισθάνεται μια ληθαργώδη ανημπόρια να τον παραλύει.Η αλλαγή του κόσμου τον σοκάρει αρχικά, μετά τον υπνωτίζει.Του φαίνεται ένας τόπος από ηλίθιους που θαρρούν πως έχουν άποψη για όλα.
Πλησιάζουν χριστούγεννα, αυτό του το υπενθυμίζουν από τον Οκτώβρη.Οι οικείες μουσικές, η φωταγωγημένη πόλη, τα στολίδια στα καταστήματα, άνθρωποι που ψωνίζουν εμμονικά επειδή''αλλιώς οι γιορτές δεν έχουν νόημα'', ευχές για το νέο έτος καταδικασμένες να μείνουν θεωρητικά μεγαλεία, όλοι χαρούμενοι.Πρέπει να χαρεί.Αυτό το θλιβερό σύνθημα δίνει την αφετηρία σε κάθε του μέρα.Σήμερα όμως είναι αλλιώς.Έπεσε κατά τύχη σε ένα φωτογραφικό άλμπουμ, δέκα χρόνια πριν.Τότε που οι φωτογραφίες εκτυπώνονταν και τοποθετούνταν ευλαβικά σε άλμπουμ με θεματικές ενότητες.Θα μπορούσαν να ενοποιηθούν σε μία, με ένα τίτλο..''η ανεπεξέργαστη ευτυχία''.Πρόσωπα που ακτινοβολούσαν χαρά ξέφρενη, γεμάτα συναίσθημα.Που επέμεναν να αγαπούν τη μουσική και τις λέξεις, το κόκκινο κρασί και τη μυρωδιά του φρεσκοκομμένου καφέ.Το περπάτημα στα στενάκια όπου έλαμπαν οι πιο περίτεχνα κρυμμένοι θησαυροί.Τις λυτρωτικές σιωπές.Την αίσθηση ευγνωμοσύνης που αισθάνεται όταν ξημερώνει μια μέρα δίχως λεπτό ύπνου και είναι έτοιμος να κατακτήσει τον κόσμο.Το να είναι μικρός ήρωας, αφανής πάντα.Ο ήρωας είναι απαλλαγμένος από την ανάγκη αυτοπροβολής.Γίνεται ήρωας όταν υπερβαίνει το γνώριμο εαυτό του.Όταν αλλάζει , και ας τη σιχαίνεται την αλλαγή έτσι συντηρητικός που είναι.
Σήμερα στο σπίτι έχει πολύ κρύο.Χιονίζει έξω, σε εναρμόνιση με το επιβεβλημένο ιδανικό της εποχής.Γυρίζει πάλι πίσω, στα χιονισμένα πρωινά που περπατούσαν χωρίς όρια, μέχρι να σουρουπώσει.Εικόνες αμέτρητες μιας ευλογημένης ζωής που δε θέλει να αφήσει πίσω.Μπορεί αλλά δε θέλει.Θα είναι σα να αρνείται τον εαυτό του, το πιο ουσιαστικό του κομμάτι.Χρειάζεται να γυρίζει πίσω για να μπορεί να βαδίσει μπροστά.Εκεί μοιάζει να φωλιάζει ένα άρρητο μυστικό για τη διαχρονική του ευτυχία.Όποτε το αφουγκράζεται, σε μία ζωή έκρυθμη, με μόδες και κώδικες που δεν προλαβαίνει, που κοιμάται και ξυπνάει έντρομος για να προλάβει αυτό που τον καθυστερεί πάντα, σε έναν μαραθώνιο ματαιότητας που του ληστεύει ακόμα και το προνόμιο να μπορεί να δακρύσει, ακόμα και τότε που όλα αδειάζουν από ζωή, βρίσκει τον τρόπο.
Η παλιά αίσθηση ανάτασης τον ανανεώνει.Του δείχνει το δρόμο για το δικό του μονοπάτι.Όσα καλείται να αφήσει πίσω, είναι οι σταθερές του.Σε ένα σύμπαν ασταμάτητων μεταβολών, οι σταθερές του είναι η μόνη απάντηση.Όσα αγάπησε είναι πάντα εκεί, δεν ξεριζώνονται.Είναι μέσα του, τον καθορίζουν, επανακαθορίζουν τα πάντα.Ακούει το τραγούδι με μοναδικό τρόπο.Είναι νέο και συνάμα παλιό.Κάτι σαν σταθερή αξία.Σαν τις εποχές που ανακατεύονται με ένα σημείο αναφοράς κοινό.Δε θέλει να αφήσει τίποτα πίσω.Ξέρει πως όσο και αν ο κόσμος αλλάζει, εκείνος επιλέγει να ζει στο δικό του..Παρελθόν είναι μονάχα ό,τι αρνηθήκαμε να επιβιώσει στο χρόνο.