Τετάρτη 17 Οκτωβρίου 2012

Ζήλεια

Σκέπαζε η νύχτα τα πιο φωτεινά σου όνειρα. Τα σμίλευε η μέρα προσεκτικά, περίτεχνα, με την επιδεξιότητα της σοφίας. Όνειρα όλο διαύγεια και τόλμη, με πανεμορφία ασύλληπτη. Γέμιζε η νύχτα σκιές και πλάσματα ουρανοκατέβατα, παγίδες του νου και συμμορίες αόρατες. Ακουμπούσες στη βελούδινη θαλπωρή της νύχτας όλο προσμονή. Μπορεί να μην είχες τη στερεότυπη ομορφιά αλλά ο ερωτισμός σου έκανε τις μικρές σου ατέλειες να φαντάζουν με χάρες λαμπερές. Με εντυπωσίαζαν οι λεπτομέρειές σου. Τα διαφοροποιητικά σου στοιχεία ήταν και τα πιο ελκυστικά. Η φλυαρία που σε έπιανε η ακατάσχετη όταν ερχόσουν σε αμηχανία ή άκουγες κάτι ευχάριστο, το πείσμα σου όταν σε εκνεύριζε μια αθέλητη παράλειψή μου, η μελαγχολία που σε έκανε εκθαμβωτική. Δε θα μπορούσες παρά να χτίζεις σχέσεις παθιασμένες, έντονες, συγκρουσιακές. Ένιωθες ασφαλής μόνο όταν με έθετες σε εγρήγορση, έπρεπε να είμαι πάνοπλος για πάσα επίθεσή σου. Ανά πάσα στιγμή. Άλλοτε λεκτική, άλλοτε με τη μορφή απροσδόκητης έκπληξης, πάντα σκάρωνες κάτι να πυροβολήσει τη μονοτονία της ώρας, ο,τιδήποτε δε θα σου φόρτωνε τη ρετσινιά της προβλέψιμης. Μα και πάντα στα μάτια σου μια ζυγαριά να σταθμίζει το κάθε τι. Ανήσυχη, άγρυπνη, σε επιφυλακή. Μα πάνω από όλα...σε κέντριζε μια αδικαιολόγητη ζήλεια. Ιδέες που γεννούσε η ανασφάλειά σου μέσα από πηγές καχυποψίας αστείρευτες, δύσπιστα καταστροφολογικά σενάρια που ανίχνευαν πλοκή πίσω από το απλούστατο.

Νόμιζες πως δεν είμαι δοσμένος σε εσένα και έτσι με έκανες να κατακερματίζομαι. Η ζήλεια σου με έκοβε σε μυριάδες κομμάτια,εξουθένωνε τον έρωτά μου, με έκανε να απορώ. Γιατί δε μπορούσες να ησυχάσεις στιγμή;Έκρυβες τον εαυτό σου πίσω από κουρτίνες ψεύδους, η ψευτοάνεσή σου μαρτυρούσε πόσο υπέφερες. Περίμενες μέσα σε αγωνιώδη  βράδια να ανακαλύψεις την προδοσία μου. Κάθε φορά που μιλούσα στο τηλέφωνο, οι εικασίες σου έδιναν ρεσιτάλ ακρότητας. Υπέθετες ότι ερωτοτροπούσα με κάποια συνάδελφο από το γραφείο, ή με κάποια τυχαία, αιθέρια ύπαρξη. Όλες θα έβλεπαν την ακαταμάχητη γοητεία μου, αυτό πίστευες μέσα στην τρέλα σου, δε μπορούσες να ξεδιαλύνεις το συνηθισμένο της παρουσίας μου, ούτε τις ατέλειες μου που ο έρωτάς σου έσβηνε επιδέξια. Αυτή η φαντασιοπληξία των ερωτευμένων!Το άσπρο μαύρο κάνει, προάγει τις αντιθέσεις γιατί αυτές τίκτουν τον έρωτα-λόγο ύπαρξης.Είχες αρχίσει όμως να με κουράζεις. Με ένα βλέμμα αφηρημένο, να ατενίζει το κενό, μια περιφερόμενη πίκρα η ύπαρξή σου που μαχόταν να ψηλαφίσει την απιστία εκεί που ήταν ανύπαρκτη!
 
Μόλις γύρισα από τη δουλειά εκείνο το αλησμόνητο απόγευμα Τετάρτης, η ματιά σου άρχισε να με περιστοιχίζει με παράφορη οργή.Σε ρώτησα τι έχεις, ενώ τα μάτια μου είχαν κοκκινίσει από τις άδειες ώρες μπροστά στον υπολογιστή και έναν ομηρικό καβγά με αναιδέστατο πελάτη. Αυτά που άκουσα με άφησαν άλαλο.Σε έχω παραμελήσει έλεγες, από συνήθεια σε κρατάω, γιατί δεν έχω και τα κότσια να σου ζητήσω να το διαλύσουμε. Εξάλλου έχω ανοιχτά πολλά μέτωπα και γυρεύω πανικόβλητος την επιβεβαίωση. Είμαι αλλού και δεν αντέχεις να σε εξαπατώ. Κατηγορώ, εικασίες αυτοεπαληθευόμενες και χοντροκομμένες προσβολές έκαναν παρέλαση χωρίς αιδώ. Φώναζες πλέον, ανεξέλεγκτη, πεπεισμένη ότι η σιωπή μου συνιστούσε ομολογία των πράξεών μου. Περίμενα στωικά να πέσει η αυλαία σε όλο αυτό το παραλήρημα.Ξέσπασες σε κλάμα ατελείωτο, σωριάστηκες σε μια καρέκλα και έκλαιγες για ώρα, αβοήθητη και ανυπεράσπιστη. Άκουγες αυτά που φοβόσουν τόσο, ώστε να τα προκαλέσεις. Σχέση χωρίς εμπιστοσύνη είναι διαδικασία αυτοτυραννίας.Δε μπορείς να αμφισβητείς τον άνθρωπό σου, ακυρώνεις και εσένα έτσι.Μα και η ζήλεια τελικά έτσι αδηφάγα που κατασπαράζει τον έρωτα, τον αποτελειώνει. Τα σενάρια της ζήλειας τα αρρωστημένα ο έρωτας τα απεχθάνεται. Καταφέρνει έτσι στο τέλος να πραγματώσει αυτά τα τόσο κακόγουστα και θλιβερά σενάρια.Αφήνει τη μοναξιά να κατοικοεδρεύσει. Αναγκαίο για να σε συνετίσει για τη λειψή σου εμπιστοσύνη. Όσο και αν το έρωτας έχει ανάγκη από ένα πάθος να τον ανατροφοδοτεί, άλλο τόσο φθίνει όταν αυτό το πάθος αφήνεται αχαλιναγώγητο. Αχαλιναγώγητος είναι μόνο ο ίδιος ο έρωτας, όχι τα παρελκόμενά του. Αλλιώς τον κατατροπώνουν, τον υπονομεύουν, τον φονεύουν.
 
Με την παροιμιώδη αντιφατικότητα του ανασφαλούς, στο άκουσμα της απόφασής μου να χωρίσουμε, ξύπνησες από το κώμα. Μου ζητούσες γονυπετής συγγνώμη που αμφέβαλλες για εμένα, πως όλα τα είπες επειδή ήσουν συναισθηματικά φορτισμένη και πως, φυσικά, δεν εννοούσες ούτε λέξη. Η ευκολία με την οποία αυτοαναιρέθηκες, πρόδωσε την ψυχολογική σου αστάθεια, την αδυναμία σου να συνυπάρξεις. Για να δώσεις συντροφικότητα, πρέπει να απαλλαγείς από κάθε ανελεύθερο στοιχείο που σα μάστιγα σε αποπροσανατολίζει. Δε σε άκουσα στιγμή, πλέον ένιωθα μόνο οίκτο και ενοχές. Αυτό ήταν το σημάδι της δικής μου φυγής. Όταν αναρωτηθείς αν πρέπει να δώσεις μια δεύτερη ευκαιρία σε μια σχέση, σημαίνει πως ήρθε η ώρα να την τερματίσεις. Οι σχέσεις δεν είναι για επανειλημμένες δοκιμές, ούτε άξαφνα γίνονται ιδανικές. Μερικές φορές πρέπει να νικάς το πείσμα σου να συντηρείς επ' αόριστον κάτι νεκρό. Πρέπει να αντικρύζεις κατάματα την επιλογή σου και να την αποχαιρετάς, ακόμα και αν αυτό το αντίο σου χρεώνει μια προσωπική αποτυχία.

Δεν υπάρχουν σχόλια: