Και έρχεται ξανά η στιγμή που στέκεται μπροστά στον παντοδύναμο χρόνο, αναπόφευκτα, ανήμπορος και ολότελα αμήχανος, σαστισμένος. Νιώθει το Χρόνο να συμπυκνώνεται οικειοποιούμενος βάναυσα την ψυχική του γαλήνη. Γαλήνη?
Τώρα που προφέρει δυνατά αυτή τη λέξη, ηχεί ακόμα πιο μεγαλεπήβολη.
Απροσπέλαστη, όπως ένας ευσεβής πόθος που γεννιέται από την Αντίφαση.
Συνειδητοποιεί παράταιρα, μέσα στην αίγλη και την θαλπωρή των ημερών, πόσο επανίσταται η ψυχή του όταν απειλείται η σωματική του νεοτητα. Η ευρωστία υπάρχει ακόμα, αναμφισβήτητα, όμως η νιότη αρχίζει να εξανεμίζεται και το τρίπτυχο ψυχή-μυαλό-πνεύμα δεν αντιδρά ορθόδοξα. Θαρρείς και ο Χρόνος είχε ατύπως υποσχεθεί την πραγματοποίηση επιθυμιών που τώρα φλέγονται στο ανικανοποίητο. Σα να παρήλθε η προθεσμία για την ευόδωσή τους και ο Χρόνος τις καταδικάζει άνευ όρων σε ένα ανεκπλήρωτο αβάσταχτο.
Κάθε χρόνο τέτοια εποχή τον κατακλύζει αυτό το ιλιγγιώδες σύνδρομο, η αναμέτρηση μπροστά στις βουλές του χρόνου. Μια ανασκόπηση επίπονη, ένας απολογισμός καθόλα ασύμφορος.
Πασχίζει να ξεγελάσει τον φιλοσοφίζοντα οίστρο του συλλέγοντας μικρές καθημερινές απολαύσεις. Τη μυρωδιά του καφέ και των ανάκατων αρωμάτων καθώς διασχίζει το δρόμο μπροστά από το εμπορικό κέντρο. Χρώματα και λουλούδια και μπαχαρικά και υφές που εγκλωβίζουν την άγρυπνη ματιά του. Την ανακουφιστική ελαφρότητα που παρέχει η ιδιότητά του ως θεατή.
Την ανακάλυψη λιλιπούτειων, περιθωριακών γωνιών στην πόλη, ανόθευτων από τη λόξα του σήμερα. Ένα βλέμμα νήπιο που ικετεύει για απλότητα σε ένα γαλαξία όπου το περίπλοκο εξελίσσεται σε αυτοσχέδια παγίδα.
Αυτό που τον εξουθενώνει απολύτως είναι η επίγνωση ότι ποτέ δε θα είναι όπως πριν.
Δε μπορεί να συμφιλιωθεί με την απόσχιση από αυτόν κομματιών που τoυ ανήκουν, που τον συνδιαμορφώνουν. Πώς να πορευτεί νιώθοντας διφυής, δισυπόστατος, διχασμένος?
Επέμενε πάντα για κάποιον ανεξιχνίαστο λόγο να ανασταίνει πεισματικά το χτες. Δεν επρόκειτο ακριβώς περί παρελθολαγνείας γιατί ουδέποτε πίστεψε ότι αυτός ο όρος ήταν δόκιμος. Τι άλλο αντιπροσωπεύει το παρελθόν από έναν ανερμήνευτο οιωνό του παρόντος? Και πώς μπορεί να τρέφει λαγνεία για κάτι τόσο υγιές ώστε να είναι υπέυθυνο για την ενεστώσα του μορφή?
Νοσταλγός ορκισμένος λοιπόν (λιγότερο ανεδαφικός και περισσότερο προσήκων όρος !), μια ευαίσθητη ψυχή αλλεργική στην αλλαγή, στην φθορά του παιδιού που μαίνεται μέσα του.
Και όμως, και αυτή τη χρονιά, στεκόταν αθόρυβο σε μια μεριά απαρατήρητη και τον παρατηρούσε. Με βλέμμα καθαρό, με μάτια πελώρια, λουσμένα από φως άπλετο, που αντανακλούσαν αγνή προσδοκία.
Η αιώνια ματιά.
Καρτερικά, χωρίς βιασύνες, ούτε απαιτήσεις. Αλλά με εσώτερη προσμονή και πίστη αγέρωχη.
Πού και πού, όταν υπέκυπτε σε λαθραίες συμφωνίες και απλοικά τεχνάσματα, τον αφόπλιζε με ένα βλέμμα πίκραμένο, απογοήτευσης. Και τότε ήταν που δεν τον άφηνε να φυλακιστεί στην ευκολία της αδιάφορης ζωής.
Όμως το ήξερε και ο ίδιος, τον είχε προειδοποιήσει επανειλλημένως,,η παιδική πλευρά, εφόσον δεν την διώχνεις, εφόσον επιλέγεις συνειδητά να την προασπίσεις, είναι ευλογία και κατάρα μαζί,
Ευλογία ως η μόνη αξια να δωρίσει την απόλυτη, αξεπέραστη χαρά, κατάρα γιατί η διάσωσή της αποδεικνύεται καθημερινό μαρτύριο, ένας άθλος πραγματικός, που υπερβαίνει τα ανθρώπινα μέτρα και σταθμά. Μία απόπειρα να αγγίξει τον ηρωισμό ενώ μαστίζεται από αχίλλειες πτέρνες.
Όμως η νεότητα της ψυχής είναι η πεμπτουσία της ευδαιμονίας.
Όταν το σώμα αλληλεπιδρά με ψυχή νεανικά ζωηρή, αισθάνεται και εκείνο νέο, παρά την φαινομενικη του αλλοίωση. Γιατί η ύλη δεν αποκόπτεται από το πνεύμα αλλά σημασιοδοτείται από αυτό σε μια συγκρουσιακή πλην όμως ερωτικά παραγωγική συνάφεια.
Μόνη της είναι ασήμαντη, μονοσήμαντη, καταδικασμένη στην ανυπαρξία.
Καθώς το Άγνωστο του νεου χρόνου τον αντικρύζει με αινιγματικό τρόπο, προσπαθεί να αντιληφθεί τι θα ήθελε πιο πολύ να βιώσει στα χρονικά του πλαίσια. Ποια θα ήθελε να ειναι η κραταιά του δύναμη,
Να είναι δημιουργικός?
Ω ναι, η απραξία είναι ταυτόσημη του θανάτου. Θέλει πάθος μέσα του, ρυθμό. Την κινητήρια δύναμη να κυνηγά ακόμα και μεγαθήρια. Την προπέτεια να πιστεύει ότι μπορεί να πλάσει κάτι εκ του μηδενός.
Να αισθανθεί την απερίγραπτη υπερβατικότητα του έρωτα?
Δεν θέλει να εύχεται κατι τέτοιο, ούτε καν να το συλλογίζεται.
Ο έρωτας εμφανίζεται αποκλειστικά απρόσκλητος.
Έχει μια φαντασμαγορική ροπή προς τον αιφνιδιασμό και τον αυτοσχεδιασμό. Δεν ξέρει αν είναι υπερεκτιμημένος και άθελά του συκοφαντεί τη μοναξιά αλλά είναι σίγουρα μυστήριος, για αυτό δε θέλει να τον διεγέιρει με προβοκατόρικες, εξονυχiστικές αναλύσεις.
Να εξαγνιστεί από το παρελθόν του?
Μα....υπάρχει από αυτό και εξαιτίας αυτού. Η ανακωχή με τα άλλοτε φερόμενα ως φαντάσματα του χτες έχει λάβει προ πολλού χώρα. Άλλωστε, γιατί να λάβει άφεση αμαρτιών?
Οι αμαρτίες του είναι εκείνες που του υπενθυμίζουν το πόσο τρωτός είναι, το πόσο ανθρώπινος.
Και το έχει τόση ανάγκη πλεόν να νιώθει την ανθρωπιά του !
Γνωρίζοντας ότι είναι τρωτός δικαιούται να ελπίζει ότι κάποια στιγμή θα γίνει ατρόμητος.
Η μετάνοια είναι και αυτή ένδειξη ανθρωπιάς αλλά ετεροχρονισμένη.
Και τα πεπραγμένα υπεγράφησαν με την τότε αλήθεια μας, όσο νοθευμένη και αν υπήρξε.
Αυτό αποκρυσταλλώθηκε στο χρόνο και παραμένει εσαεί αμετάβλητο.
Είναι υβριστικό με μια αποστασιοποιημένη εκ των υστέρων σκέψη να γυρεύουμε εξιλεωμό !
Γιατί αυτός δεν υπόκειται σε διαπραγματεύσεις, ούτε κατακτάται με απλές νοερές διεργασίες.
Οδύσσεια είναι της ψυχής ο δρόμος προς τη λύτρωση , στο Άπειρο του Χρόνου, και οι Ερινύες οι επίμονες διωκτικές δυνάμεις της συνείδησης, με σχολαστικά σωφρονιστικές προθέσεις.
Να πάψει να τρέμει μπροστά στην Ιδέα του θανάτου?
Αφού ο θάνατος είναι παραδόξως συστατικό στοιχείο της υπαρξής του, αναγκαίο τμήμα της πορείας του, αναγκαστικά ακροτελεύτιο. Ο,τιδήποτε κρύβει ζωή, κρύβει και το αντίθετό της. Ένα αναπόφευκτο συμβάν που διακηρύττει την ανθρώπινη ασημαντότητα. Χμμ..και αν αυτό ακούγεται σκληρό, έστω την προσωρινότητα της ανθρώπινης φύσης.
Κάτι του ψιθυρίζει ότι ο θάνατος εξολοθρεύεται μόνο μέσα από έναν Υψηλό Σκοπό.
Αυτό που εν τέλει επιθυμεί για φέτος, είναι η Γαλήνη,
Μεγάλη αξίωση, υπερβολική, κατά μια κυνική άποψη εξεζητημένα ουτοπική.
Και όμως θα ήθελε μέσα στο συρφετό τον πολύβουο από διενέξεις, αντιλήψεις, αντιτιθέμενες τάσεις και συναισθήματα επαμφοτερίζοντα
, να σταθεί γαλήνιος, μειλίχιος, μοναδικός από και για τις ατέλειες του, έχοντας υποπέσει σε παραπτώματα ασυγχώρητα, μικρός.
Να δει , να νιώσει, να αισθανθεί πόσο σύντομη είναι η ζωή και πόσο παράλογος ο έρωτάς μας για τους πλατειασμούς και τις νομιμοποιημένες αναβολές.
Να κατοχυρώσει το αναφαίρετο προσόν να γίνεται κοινωνός της συγκίνησης, και ας τον καθιστά παλιομοδίτη, παρωχημένο, γραφικό, αιθεροβάμονα.
Να καταφέρει να υπάρξει έστω και μία στιγμή μόνος του, λυτρωμένος από φόβους, πάθη, επιθυμίες.
Να ατενίσει τη ζωή σαν Θαύμα, ακόμα και όταν μοιάζει αποκρουστική.
Να γίνει ο ίδiος το Θαύμα !
Καλή Χρονιά !!!
Το Όνειρο κατοικεί παντού, μα αφετηρία του είναι η σκέψη που απελευθερώνεται με τις λέξεις...Ζωή χωρίς απόδραση είναι εκούσια φυλακή...Και επειδή η ζωή είναι διαβολικά σύντομη για αυτοσχέδια κελιά, ας βρούμε τη δύναμη να ανταμώσουμε την ψυχή μας μέσα από την ονειροπόληση, σε ένα ασύνορο ταξίδι..
Δημοφιλείς αναρτήσεις
Τετάρτη 29 Δεκεμβρίου 2010
Δευτέρα 20 Δεκεμβρίου 2010
Γιορτή
Γύρω του πανηγυρίζουν ποταπές εξισώσεις ευτυχίας.
Φωτοχυσίες που εντείνουν την αμηχανία μιας ψυχής που είναι ανήμπορη να αισθανθεί θλίψη.
Μια σκαιώδης γιορτή καμωμένη από τις ζοφερές αποχρώσεις της αμφισημίας.
Γενικώς η γιορτή κρύβει μέσα της τη διχόνοια, γι'αυτό ποτέ του δεν την ατένισε με συμπάθεια.
Στα προπύλαιά της παρελαύνει ο κόσμος αλήτικα, φτιαγμένος από αποκαρδιωτικές αντιθέσεις, παράφωνος.
Όταν μια εικονική ευτυχία από δελεαστικά δώρα, προσποιητά χαμόγελα και αλαφιασμένα βλέμματα έχει απέναντι της ανθρώπους άπορους, προδομένους, λησμονημένους στο δικό τους περιθώριο, κάποιο σφάλμα πελώριο έχει συντελεστεί.
Είναι το ίδιο σφάλμα που του υφαρπάσσει τη συγκίνηση αυτές τις μέρες που θα έπρεπε να είναι κραταιά.
Μα΄...αυτό είναι το λυπηρό.
Θα έπρεπε αυτές οι μέρες να μας χαρηγούν τη δύναμη και την ποιότητα ψυχής ώστε κάθε μέρα να είναι γιορτή.
Οι ημερολογιακές γιορτές είναι υπενθύμιση του ευνουχισμού μας από του Χρόνου τα τετραπέρατα τεχνάσματα.
Ξέχασε και ο ίδιος μέσα στο ανυπόφορο βουητό από ακατάληπτους, εγωμανείς μονολόγους, σε ποιον Θεό πιστεύει.
Αν πιστεύει δηλαδή.
Τελευταία ξυπνάει χαράματα. Βρίσκει τη γαλήνη μιας ώρας κατανυκτικής, προτού επισκιαστεί από την οχλαγωγία της καθημερινότητας.
Στο πρωινό φως, κάθε σκέψη του στέκεται περήφανη, αυθυπόστατη, διαυγής. Κάποτε ανταμώνει με την Πίστη που έχει συνηθίσει να αμαυρώνεται από τα κυνικά τυρβάσματα της Λογικής.
Γιατί αν έχει χαθεί η Πίστη του πώς να πιστέψει στον εαυτό του?
Νιώθει την ύπαρξή του διφυή, να τον προδίδει, κατακερματίζοντας την Αλήθεια του.
Είναι η Πίστη τόσο δυσεύρετη !
Προσκρούει η εύρεσή της στην ανυπαρξία στοιχείων και λογικής εξήγησης.
Και ποιος είναι πραγματικά τόσο γενναίος ώστε να αναλάβει ένα πραγματικά μεγάλο ρίσκο?
Να δομήσει από το απόλυτο μηδέν κάτι ακαταμάχητα μεγαλειώδες?
Αδυνατεί να χειρειστεί τις επιθυμίες του που μετεξελίσσονται σε πάθη και διαβρώνουν την αυτοδυναμία του. Γι' αυτό επιλέγει να τις υποσκελίζει σε φαντασιακά αποκυήματα, για να νιώθει κυρίαρχος απέναντι τους.
Εκείνες όμως, πολυμήχανες, πάντα βρίσκουν παράπλευρη οδό για να επιβληθούν και αντεκδικούνται επανερχόμενες δριμύτατα.
Δε μπορεί να νιώθει ευφορία όταν περιστοιχίζεται από απόγνωση.
Είναι εσώτερο έγκλημα που εκ φύσεως δεν υπόκειται σε παραγραφή και θα τον στοιχειώνει εφ' όρου ζωής.
Και όταν αυτές οι γιορτινές μέρες παρέλθουν, τα στολίδια που εξωραϊζουν την καθημερινότητα καταχωνιαστούν και εισέλθει φρενήρης ο νέος χρόνος, με τη γητειά αλλά και το δέος του Αγνώστου, η ψυχή θα είναι ακόμα πιο αποκαμωμένη, στο πέρας μιας γιορτής παροδικής που φαντάζει πιο πολύ με παρωδία.
Ποτέ του δε συμφιλιώθηκε με τη σαρκαστική διάθεση της προσωρινότητας. Γαλήνη γυρεύει και αυτή προαπαιτεί αιωνιότητα.
Όταν αποκτήσει το σθένος να γιορτάζει τη θλίψη του, τότε θα είναι ικανός να γιορτάσει και τη χαρά του.
Γιατί οπουδήποτε κυριαρχεί το μονοσήμαντο, η Γιορτή εξελίσσεται σε εκφυλισμό της ανθρώπινης οντότητας, σε μια άλλη ιεροσυλία.
Και η ανόθευτη, αμίαντη, ατόφια χαρά είναι τόσο σπάνια ώστε να κερδίζεται με άφθονο πόνο.
Μέχρι τότε....
Φωτοχυσίες που εντείνουν την αμηχανία μιας ψυχής που είναι ανήμπορη να αισθανθεί θλίψη.
Μια σκαιώδης γιορτή καμωμένη από τις ζοφερές αποχρώσεις της αμφισημίας.
Γενικώς η γιορτή κρύβει μέσα της τη διχόνοια, γι'αυτό ποτέ του δεν την ατένισε με συμπάθεια.
Στα προπύλαιά της παρελαύνει ο κόσμος αλήτικα, φτιαγμένος από αποκαρδιωτικές αντιθέσεις, παράφωνος.
Όταν μια εικονική ευτυχία από δελεαστικά δώρα, προσποιητά χαμόγελα και αλαφιασμένα βλέμματα έχει απέναντι της ανθρώπους άπορους, προδομένους, λησμονημένους στο δικό τους περιθώριο, κάποιο σφάλμα πελώριο έχει συντελεστεί.
Είναι το ίδιο σφάλμα που του υφαρπάσσει τη συγκίνηση αυτές τις μέρες που θα έπρεπε να είναι κραταιά.
Μα΄...αυτό είναι το λυπηρό.
Θα έπρεπε αυτές οι μέρες να μας χαρηγούν τη δύναμη και την ποιότητα ψυχής ώστε κάθε μέρα να είναι γιορτή.
Οι ημερολογιακές γιορτές είναι υπενθύμιση του ευνουχισμού μας από του Χρόνου τα τετραπέρατα τεχνάσματα.
Ξέχασε και ο ίδιος μέσα στο ανυπόφορο βουητό από ακατάληπτους, εγωμανείς μονολόγους, σε ποιον Θεό πιστεύει.
Αν πιστεύει δηλαδή.
Τελευταία ξυπνάει χαράματα. Βρίσκει τη γαλήνη μιας ώρας κατανυκτικής, προτού επισκιαστεί από την οχλαγωγία της καθημερινότητας.
Στο πρωινό φως, κάθε σκέψη του στέκεται περήφανη, αυθυπόστατη, διαυγής. Κάποτε ανταμώνει με την Πίστη που έχει συνηθίσει να αμαυρώνεται από τα κυνικά τυρβάσματα της Λογικής.
Γιατί αν έχει χαθεί η Πίστη του πώς να πιστέψει στον εαυτό του?
Νιώθει την ύπαρξή του διφυή, να τον προδίδει, κατακερματίζοντας την Αλήθεια του.
Είναι η Πίστη τόσο δυσεύρετη !
Προσκρούει η εύρεσή της στην ανυπαρξία στοιχείων και λογικής εξήγησης.
Και ποιος είναι πραγματικά τόσο γενναίος ώστε να αναλάβει ένα πραγματικά μεγάλο ρίσκο?
Να δομήσει από το απόλυτο μηδέν κάτι ακαταμάχητα μεγαλειώδες?
Αδυνατεί να χειρειστεί τις επιθυμίες του που μετεξελίσσονται σε πάθη και διαβρώνουν την αυτοδυναμία του. Γι' αυτό επιλέγει να τις υποσκελίζει σε φαντασιακά αποκυήματα, για να νιώθει κυρίαρχος απέναντι τους.
Εκείνες όμως, πολυμήχανες, πάντα βρίσκουν παράπλευρη οδό για να επιβληθούν και αντεκδικούνται επανερχόμενες δριμύτατα.
Δε μπορεί να νιώθει ευφορία όταν περιστοιχίζεται από απόγνωση.
Είναι εσώτερο έγκλημα που εκ φύσεως δεν υπόκειται σε παραγραφή και θα τον στοιχειώνει εφ' όρου ζωής.
Και όταν αυτές οι γιορτινές μέρες παρέλθουν, τα στολίδια που εξωραϊζουν την καθημερινότητα καταχωνιαστούν και εισέλθει φρενήρης ο νέος χρόνος, με τη γητειά αλλά και το δέος του Αγνώστου, η ψυχή θα είναι ακόμα πιο αποκαμωμένη, στο πέρας μιας γιορτής παροδικής που φαντάζει πιο πολύ με παρωδία.
Ποτέ του δε συμφιλιώθηκε με τη σαρκαστική διάθεση της προσωρινότητας. Γαλήνη γυρεύει και αυτή προαπαιτεί αιωνιότητα.
Όταν αποκτήσει το σθένος να γιορτάζει τη θλίψη του, τότε θα είναι ικανός να γιορτάσει και τη χαρά του.
Γιατί οπουδήποτε κυριαρχεί το μονοσήμαντο, η Γιορτή εξελίσσεται σε εκφυλισμό της ανθρώπινης οντότητας, σε μια άλλη ιεροσυλία.
Και η ανόθευτη, αμίαντη, ατόφια χαρά είναι τόσο σπάνια ώστε να κερδίζεται με άφθονο πόνο.
Μέχρι τότε....
Σάββατο 4 Δεκεμβρίου 2010
Κατά συνθήκη
Είχε εξασκηθεί σε ρυθμούς φρενήρεις, στην ιλιγγιώδη ταχύτητα ενός κόσμου που αγνοει τον προορισμό του. Το φω δυσδιάκριτο, ενθαρρύνει την αποπροσανατολισττική διάθεση. Και είναι έπειτα εκείνο το λαθραίο, οχληρό συναίσθημα της πίεσης. Ότι τίποτα, ποτέ δεν είναι αρκετό.
Πλαισιώνεται από βλέμματα άμοιρα ψυχής. Αν δεν είναι το ανέκφραστο παράγοντας ασχήμιας, τότε τι είναι? Η πίστη φαγωμένη από απροσδόκητες εκβάσεις, διαλαλεί ότι αμφισβητήθηκε όταν έπρεπε σθεναρά να υπερασπισθεί.
Γκρίζος ουρανός, κρύο μεταχρονολογημένα διαπεραστικό, χρώματα δειλά, σε μια άτολμη σκαιότητα.
Έμαθε να μαραζώνει στον πρώτο καφέ της ημέρας, εκεί όπου συρρικνώνεται ο κόσμος αποστειρωμένος.
Με την ασφυκτική βιασύνη να προσπελάσει όχθες μυστικές και παράφορες, που θα τον σύρουν σε πελάγη ευδαιμονίας, άγνωστα, σχεδόν μυστικιστικά.
Η φιλτραρισμένη πραγματικότητα που δομείται πάνω στη διαστρέβλωση, η εξίσωση της ευτυχίας με το βαθμό της αγοραστικής δύναμης, η νομιμοποίηση της παρακμής ως αναπόσπαστου κομματιού της καθημερινότητας, η απόληξη της φιλίας σε ανέγγιχτο ιδεώδες, η καθυπόταξη του έρωτα σε στοίβες από επικρατούσες άμυνες.
Τον έχουν κουράσει οι άνθρωποι. Αφάνταστα.
Αυτό το βλέμμα αυτοαποκαλούμενης συγκατάβασης που ακυρώνει την αλήθεια του προσώπου τους.
Αυτή η συνθηκολόγηση που τους οδηγεί να περιφέρονται πένητες, με μοναδικό ορόσημο την αναμασημένη οικονομική κρίση.
Με έλλειψη συναίσθησης της βαθιάς, σοβαρής , διεισδυτικής δυστυχίας.
Είναι δύσκολα τα πράγματα όταν μας ελέγχουν αμαχητί, όταν η αντίσταση έχει καταλήξει σε έννοια παλιακή, στιγματισμένη από τη γραφικότητα. Αυτή η εσωστρέφεια είναι η μήτρα της εγωπάθειας.
Τίκτει φαντάσματα και εχθρούς ενώ είναι στην ουσία ανυπόστατα.
Και αν είναι η καχυποψία καρπός των καιρών, γιατί να μη γίνουμε αναχρονιστικοί και να συμπορευόμαστε αβασάνιστα με το τρέχον, σε μία εξύμνηση του εφήμερου?
Μακάρι να έβγαινε ο καθένας από τον μικρόκοσμο της ανούσιας ύπαρξής του.
Μακάρι να αντιλαμβανόταν πόσο αλυσιδωτά εξελίσσεται και πόσο μονόχνωτη παραμένει στην αφάνεια.
Κυριευμένοι από το άγχος, σε μια (απο)μίμηση ζωής που εγγυάται την ευτυχία.
Θαρρείς και υπάρχουν εχέγγυα για κάτι τόσο αντισυμβατικό !
Μια αδιόρατη κλωστή κυβερνά το σύμπαν και πάσχει από ανοσία σε κάθε λογής κλυδωνισμούς.
Μόνο ο Χρόνος, σπανίως και αυτός, προκαλεί θροίσματα ζωογόνα, πιστοποιητικά ζωής.
Χρειάζεται όμως σημαδιακές ανατροπές για να καταλύσει τη στασιμότητα, ακόμα και αυτός, ο υπέρτατος καταλύτης.
Γιατί για να ευεργετηθείς από το χρόνο πρέπει να τον αφουγκράζεσαι εφ' όρου ζωής.
Να είσαι εξοπλισμένος με μακροθυμία, συγκρούομενος σθεναρά με τη γήινη φύση σου.
Όταν όλα τρέχουν χορηγώντας μια λερναία αίσθηση εγκατάλειψης, πόσοι έχουν τη γενναιότητα και την προπέτεια να αιχμαλωτίσουν το Χρόνο?
Είναι οι συνθήκες που φταίνε, η μόνιμα τραγική δικαιολογία.
Οι συνθήκες είναι άλλοθι για όσους αρέσκονται στην άνευ όρων παραίτηση.
Κανένα επίτευγμα δεν στηρίχθηκε σε ευμενείς συνθήκες και συγκυρίες. Απεναντίας, κάθε αληθινό επίτευγμα είναι απόρροια της περιφρόνησης και εκ βαθεών ανατροπής των συνθηκών...
Πλαισιώνεται από βλέμματα άμοιρα ψυχής. Αν δεν είναι το ανέκφραστο παράγοντας ασχήμιας, τότε τι είναι? Η πίστη φαγωμένη από απροσδόκητες εκβάσεις, διαλαλεί ότι αμφισβητήθηκε όταν έπρεπε σθεναρά να υπερασπισθεί.
Γκρίζος ουρανός, κρύο μεταχρονολογημένα διαπεραστικό, χρώματα δειλά, σε μια άτολμη σκαιότητα.
Έμαθε να μαραζώνει στον πρώτο καφέ της ημέρας, εκεί όπου συρρικνώνεται ο κόσμος αποστειρωμένος.
Με την ασφυκτική βιασύνη να προσπελάσει όχθες μυστικές και παράφορες, που θα τον σύρουν σε πελάγη ευδαιμονίας, άγνωστα, σχεδόν μυστικιστικά.
Η φιλτραρισμένη πραγματικότητα που δομείται πάνω στη διαστρέβλωση, η εξίσωση της ευτυχίας με το βαθμό της αγοραστικής δύναμης, η νομιμοποίηση της παρακμής ως αναπόσπαστου κομματιού της καθημερινότητας, η απόληξη της φιλίας σε ανέγγιχτο ιδεώδες, η καθυπόταξη του έρωτα σε στοίβες από επικρατούσες άμυνες.
Τον έχουν κουράσει οι άνθρωποι. Αφάνταστα.
Αυτό το βλέμμα αυτοαποκαλούμενης συγκατάβασης που ακυρώνει την αλήθεια του προσώπου τους.
Αυτή η συνθηκολόγηση που τους οδηγεί να περιφέρονται πένητες, με μοναδικό ορόσημο την αναμασημένη οικονομική κρίση.
Με έλλειψη συναίσθησης της βαθιάς, σοβαρής , διεισδυτικής δυστυχίας.
Είναι δύσκολα τα πράγματα όταν μας ελέγχουν αμαχητί, όταν η αντίσταση έχει καταλήξει σε έννοια παλιακή, στιγματισμένη από τη γραφικότητα. Αυτή η εσωστρέφεια είναι η μήτρα της εγωπάθειας.
Τίκτει φαντάσματα και εχθρούς ενώ είναι στην ουσία ανυπόστατα.
Και αν είναι η καχυποψία καρπός των καιρών, γιατί να μη γίνουμε αναχρονιστικοί και να συμπορευόμαστε αβασάνιστα με το τρέχον, σε μία εξύμνηση του εφήμερου?
Μακάρι να έβγαινε ο καθένας από τον μικρόκοσμο της ανούσιας ύπαρξής του.
Μακάρι να αντιλαμβανόταν πόσο αλυσιδωτά εξελίσσεται και πόσο μονόχνωτη παραμένει στην αφάνεια.
Κυριευμένοι από το άγχος, σε μια (απο)μίμηση ζωής που εγγυάται την ευτυχία.
Θαρρείς και υπάρχουν εχέγγυα για κάτι τόσο αντισυμβατικό !
Μια αδιόρατη κλωστή κυβερνά το σύμπαν και πάσχει από ανοσία σε κάθε λογής κλυδωνισμούς.
Μόνο ο Χρόνος, σπανίως και αυτός, προκαλεί θροίσματα ζωογόνα, πιστοποιητικά ζωής.
Χρειάζεται όμως σημαδιακές ανατροπές για να καταλύσει τη στασιμότητα, ακόμα και αυτός, ο υπέρτατος καταλύτης.
Γιατί για να ευεργετηθείς από το χρόνο πρέπει να τον αφουγκράζεσαι εφ' όρου ζωής.
Να είσαι εξοπλισμένος με μακροθυμία, συγκρούομενος σθεναρά με τη γήινη φύση σου.
Όταν όλα τρέχουν χορηγώντας μια λερναία αίσθηση εγκατάλειψης, πόσοι έχουν τη γενναιότητα και την προπέτεια να αιχμαλωτίσουν το Χρόνο?
Είναι οι συνθήκες που φταίνε, η μόνιμα τραγική δικαιολογία.
Οι συνθήκες είναι άλλοθι για όσους αρέσκονται στην άνευ όρων παραίτηση.
Κανένα επίτευγμα δεν στηρίχθηκε σε ευμενείς συνθήκες και συγκυρίες. Απεναντίας, κάθε αληθινό επίτευγμα είναι απόρροια της περιφρόνησης και εκ βαθεών ανατροπής των συνθηκών...
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)