Μία ακόμα φορά, την παρατηρούσε να παίρνει εκείνη τη σφιγμένη έκφραση που μαρτυρούσε την αμηχανία της απέναντι στην ευθύτητα της ερώτησης. Ένα μειδίαμα φρικτά αβέβαιο, όλη της η ύπαρξη σε αμφιταλάντευση, αναζητεί μία παράπλευρη οδό, μία αριστοτεχνική υπεκφυγή.
Στηλίτευε το ψέμα εκείνος που είχε επιλέξει να το σπουδάσει, όπως θα έλεγε χοντροκομμένα κάποιος. Μα το ψέμα είναι έμφυτο, η σοφιστεία τέχνη εγγενής, από εκεί και έπειτα είναι ζήτημα χειρισμού κσι τοποθέτησης.
Ήξερε και εκείνος να καταστρώνει ψέματα με απόλυτη φυσικότητα, ακόμα και να τα ξεστομίζει αυθόρμητα και απροσχεδίαστα, για αυτό και αναγνώριζε μακρόθεν κάθε απόπειρα απόδρασης από την αλήθεια. Και όλη του η ζωή ήταν στο μεταίχμιο.
Πλέον, από αλλεργικός απέναντι στην αλήθεια, μετασχημαστίστηκε σε αλλεργικό της διαστρέβλωσής της. Κατάλαβε κάποτε , σκυμμένος στη θολούρα της δηλητηριώδους εγωμανίας του, ότι το κόστος των ψεμάτων είναι ανυπολόγιστο. Ανώδυνο έμοιαζε να τα επίλέγει, ενίοτε συμφέρον και βολικό, άνοιγε το δρόμο στο συμβιβασμό και την παροδική ευφορία των πρόσκαιρων επιτεύξεων.
Μόνο που το ψέμα είναι το υπόβαθρο μη αναστρέψιμων σφαλμάτων. Και όταν η ζωή φαντάζει με πελώριο λάθος, καμία αλήθεια δεν έρχεται θαυματουργικά να τη διορθώσει. Αυτό είναι το τίμημα της εύκολης, ισοπεδωτικής επιλογής.
Εκείνος ξεκίνησε με ψέματα φαινομενικά αθώα, πλην όμως απείρως υποχθόνια. Ότι δεν ήταν ανταγωνιστικός απέναντι στον καλύτερό του φίλο, ότι ουδέποτε αισθάνθηκε το παραμικρό αγκαθάκι ζήλιας για εκείνον, ότι δεν τον ταλάνιζε κανένα σύμπλεγμα κατωτερότητας. Μετά ότι ήθελε να γίνει δικηγόρος, να ακολουθήσει ένα επάγγελμα που εκ των πραγμάτων θα τον ωθούσε στην επιστράτευση της δυναμικής του, και πως κατά βάθος ήταν πλασμένος για αυτό. Μέχρι και τότε που εκείνη του είπε ότι δεν είναι ερωτευμένη πια, το απέδιδε σε αμυντικό της τέχνασμα.
Πόσα ψέματα να αντέξει μια ανόθευτη ψυχή χωρίς να υποδουλωθεί? Και με πόση, υπεραπλουστευτική ευκολία αραδιάζουμε ψέματα στον εαυτό μας χωρίς να καταλαβαίνουμε ότι μεταλλάσσονται σε τροχοπέδη των αυθεντικών μας επιθυμιών?
Του πηρε καιρό να κατανοήσει ότι ο καλύτερός του φίλος ήταν ένα αιώνιο μέτρο σύγκρισης που θαύμαζε όσο και ζήλευε γιατί τολμούσε να κάνει όσα εκείνος έτρεμε. Ότι η δικηγορία ήταν ένας αργός θάνατος της συναισθηματικής του πολυμορφίας και ότι στην ουσία ουδόλως του κινούσε το ενδιαφέρον. Ότι εκείνη δεν ήταν ερωτευμένη γιατί ήταν απούσα ακόμα και όταν στεκόταν δίπλα του, το βλέμμα άδειο από συναίσθημα, ένα ξεθώριασμα της αλλοτινής λάμψης των ματιών της.
Νόμιζε ότι με διολισθήσεις από την αλήθεια που τον πλημμύριζε κάθε φορά με απροσδόκητα νέα, θα ελαχιστοποιούσε τον πόνο. Στην πράξη, απλώς τον διαιώνιζε, αφού συσσωρεύθηκε αθρόος, ασφυκτικά, μέσα στη συνομωσία ισχνών ψεμάτων, και τώρα του θυμίζει κάπως όψιμα ότι η ανειλικρίνεια είναι ο εφαλτήρας της δυστυχίας.
Δεν είμαστε άτρωτοι, ούτε αξίζουμε και τόσο. Αλλιώς κάθε φορά που θα αποτολμούσαμε να πούμε ακόμα και ένα καλοδουλεμένο, συγκαλυμμένο ψέμα στον εαυτό μας, θα νιώθαμε την αισχύνη της αυτοπροδοσίας. Θα νιώθαμε μόνοι, με εχθρό την ίδια μας τη συνείδηση αλλά ταυτόχρονα θα ήμασταν πλησιέστερα στη σωτηρία. Τι ελπίδα να έχει η ψυχή για το υψηλό της αιωνιότητας όταν αποθεώνει το στιγμιαίο του συμφέροντος?
Είμαστε πολυ μικροί για να έχουμε άποψη για το τι μας συμφέρει και τι όχι και ακόμα πιο μικροί για να πορευόμαστε με γνώμονα την υποκειμενική μας προσέγγιση απέναντι στην Αλήθεια.
Είναι δυσδιάκριτη, αινιγματική και προαπαιτεί τήρηση αποστάσεων. Εμείς ωστόσο έχουμε ροπή προς αυτά που θέλουμε, ακόμα και αν είναι ζημιογόνα. Και ενώ συχνά μια αποκαρδιωτική διαύγεια μας το αποκαλύπτει, εμείς επιλέγουμε τη δική μας, ιδιότυπη και φαινομενικά λιγότερο οδυνηρή εκδοχή. Στην ουσία, αυτή που αντέχουμε. Αυτή που αξίζουμε.
Παρατηρώντας τους γύρω του να φυλακίζονται σε σμήνη απενοχοποιημένων ψεμάτων, θέλει να τρέξει μακριά, να ζήσει μια στιγμή χωρίς λήθη, έστω και μια στιγμή πολύτιμης ελευθερίας, μακριά από το μάταιο της προσωρινότητας, να διακρίνει έστω και για ένα λεπτό την αλήθεια. Να αισθανθεί δέος και όχι τρόμο απέναντι στη σαρωτική της υπόσταση. Να καταφέρει να αποδεχθεί πόσο μικρός, αδύναμος και άνάξιος είναι. Και απεκδυόμενος τελικά από την περιβολή της αλαζονείας, να προσηλώσει το βλέμμα του στις λεπτομέρειες. Σε όλα τα απειροελάχιστα στοιχεία που συγκροτούν την ουσία, σε τόπους καμωμένους από διαψεύσεις και όνειρα παραμελημένα, σε πρόσωπα που κρύβουν τη θλίψη πίσω από καλοζυγισμένα χαμόγελα, σε συναισθήματα άτονα, αστεία πια, αστείο και να υφίστανται. Σε λάθη φοβερά και υποσχέσεις που έμειναν λεκτικές φανφαρολογίες, σε συγγνώμες χυδαίες, ευθυνόφοβες, σε ένοχες σιωπές και βλέμματα λιπόψυχα.
Κάπου εκεί, στο άπειρο ψέμα του κόσμου, εκεί όπου βασιλεύει η αποκρουστική ανθρώπινη ασχήμια, ίσως καταφέρει να ανιχνεύσει το πάθος ενός κόσμου στο βάθος μαγικού, που είναι απλώς χαμένος, υποδουλωμένος...αλλά σίγουρα θα βρει το δρόμο.
Και τότε θα είναι όλα αληθινά όμορφα...
Το Όνειρο κατοικεί παντού, μα αφετηρία του είναι η σκέψη που απελευθερώνεται με τις λέξεις...Ζωή χωρίς απόδραση είναι εκούσια φυλακή...Και επειδή η ζωή είναι διαβολικά σύντομη για αυτοσχέδια κελιά, ας βρούμε τη δύναμη να ανταμώσουμε την ψυχή μας μέσα από την ονειροπόληση, σε ένα ασύνορο ταξίδι..
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου