Άλλη μια φορά που γεμίζει η οθόνη του μηνύματα και κλήσεις, όλα αναπάντητα. Αρχικά αισθανόταν ένα σφίξιμο στο στομάχι, μια απερίγραπτη πίεση. Στην πορεία, συνήθισε να τα αγνοεί. Συνήθισε να τον αγνοούν, νιώθει πολύ πιο άνετα όταν περνάει απαρατήρητος. Με αγωνία προσπερνούσε γνώριμες μορφές στο δρόμο, έστρεφε περίτεχνα το βλέμμα του αλλού, προκειμένου να αποφύγει έναν τυπικό χαιρετισμό που τον διαδέχονταν ζεύγη αδιάκριτων ερωτήσεων. Η ζωή είναι μια παρέλαση άχαρων συμβατικοτήτων. Αυτό κατάλαβε ένα απόγευμα που ιδρωμένος και αλαφιασμένος ξαπόστασε σε μια άκρη, στο ημίφως του μικρού του διαμερίσματος. Η μουσική πάντοτε βοηθούσε, σαν μοχλός αποπροσανατολισμού του μυαλού του από όσα του συρρίκνωναν την ψυχή. Κάθε κοινωνική επαφή, άσκοπη εκ φύσεως και καθ' όλα υποκριτική, ένιωθε πως κατάφερνε να αποτελειώσει την ψυχή του, που σε σμίκρυνση πια χαμογελούσε όλο λύπη.
Σκάρωνε ωρολόγια προγράμματα που θα τον βοηθούσαν να γλιτώσει τις ανεπιθύμητες συναντήσεις. Έβγαινε να ψωνίσει πολύ πρωί, προσποιούμενος πάντα ότι ακούει μουσική(τα ακουστικά στα αυτιά φίμωναν πιθανές εξάρσεις αδιακρισίας), έκανε κύκλους μέχρι να τελειώσει ο γείτονας το πότισμα στον κήπο, φρόντιζε αθόρυβα να εισέρχεται και να αποσύρεται. Κάποιες στιγμές κατηγορούσε τον εαυτό του για ασυνήθη έλλειψη κοινωνικότητας και για μη φυσιολογική αντίληψη των καθημερινών επαφών. Με την πάροδο του χρόνου, όμως, κατάλαβε πως η εσωστρέφεια, είναι δικαίωμά του-και μάλιστα ζωτικής σημασίας. Οι άνθρωποι ήταν, ως επί το πλείστον, κακόβουλοι, κινούμενοι από στείρα περιέργεια, πανέτοιμοι να ρίξουν τη χαριστική βολή την στιγμή που θα ήταν πλέον ευάλωτος. Στην καλύτερη των περιπτώσεων, οι άνθρωποι ήταν αδιάφοροι. Αναμασούσαν χιλιοειπωμένες ατάκες, ένα σκηνικό αφόρητης επανάληψης η καθημερινότητα, καμωμένο από ανούσιες στιγμές υποκρισίας και προβαρισμένων φράσεων. Ούτε που ήξεραν κάτι ουσιαστικό για αυτόν-ούτε φυσικά ήθελαν να μάθουν. Στη μορφή του έμεναν, σε μια εικασία, διαμορφώνοντας ένα είδωλο κατά την οπτική τους, που όσο μυστικοπαθές επέμενε να γίνεται, τόσο πιο συστηματικά το καταδίωκαν. Δεν ήταν λίγες φορές που είχε συλλάβει βλέμματα και μικρές, πλην όμως εύγλωττες χειρονομίες, που τον χλεύαζαν-και τότε ντρεπόταν για λογαριασμό τους. Η σιωπή είναι υποτιμημένη δύναμη. Άνθρωπος που μιλάει λίγο, κάνει τις λέξεις, θησαυρό. Αλλά η φλυαρία είναι εύκολη, οι λέξεις ανέξοδες και αχρηστεύονται όταν ξεστομίζονται καταχρηστικά.
Έμαθε με τον καιρό να αφοσιώνεται στη δική του πραγματικότητα, να απομονώνει τη σωρεία των ''γνωστών'' και των επίδοξων ''φίλων'' που ευκαιρία του έκρουαν τον κώδωνα της βοήθειας και της συμβουλής. Σταμάτησε να νοιάζεται για τη γνώμη των άλλων, για τα πειρακτικά σχόλια και τα αγενή γέλια τους. Του πήρε χρόνο να έρθει σε μετωπική σύγκρουση με όλα εκείνα που προσδίδουν σε κάθε ενήλικα μια επίφαση ασφάλειας. Χρειάστηκε σκληρότητα για να απομακρυνθεί από αλλοτινούς φίλους, από ξεπερασμένες αγάπες και απομεινάρια αναμνήσεων. Τη σκληρότητα του τη δίδαξε η ίδια η ζωή με τις απανωτές απογοητεύσεις. Περίμενε μια ζωή κάτι που δεν επρόκειτο ποτέ να έρθει-και κάπως έτσι έχανε την ίδια τη ζωή.
Οι αλληλεπιδράσεις μπορεί να ανατείνουν τις ψυχές, μπορεί όμως και να τις συρρικνώνουν, μπορεί να απελευθερώνουν τις ψυχές από βλαβερά στοιχεία, μπορεί και να τις δαιμονίζουν. Άλλοτε ένα αντίο είναι θάνατος και άλλοτε λύτρωση. Εξαρτάται ποιος σε αποχαιρετά κάθε φορά. Αλλά είναι μια αξιοπρεπής στάση ζωής η εσωστρεφής. Η ηθελημένη μοναξιά είναι γενναία επιλογή, όταν όλοι οι γύρω σε αφήνουν αφόρητα μόνο, όταν, πολύ περισσότερο, σε αφήνουν άδειο από τον εαυτό σου. Όταν μέσα στη βαβούρα των συναλλαγών και των αμοιβαίων προσδοκιών, η όρασή σου γίνεται θολή, ξεχνάς ποιος είσαι, αλλοιώνεις πλευρές σου και τις διορθώνεις για να είσαι αρεστός, όταν συγκρατείς τα νεύρα σου για να προλάβεις έναν ομηρικό καυγά, όταν εξασκείσαι σε ωραιοποιημένες συμβουλές για να μην προκύψουν προβλήματα, είναι ήδη πολύ αργά γιατί το πρόβλημα έχει μετοικήσει μέσα σου. Χρειάζονται κότσια να διαφοροποιηθείς από όσους συμπορεύονται και έχουν μάθει να βασίζονται σε κοινούς κώδικες και υποσχέσεις αλληλεγγύης. Η σύγκρουση πάντοτε θέτει το ερώτημα της μη φυσιολογικότητας, ειδικά όταν απέναντί σου στέκεται ο μέσος όρος. Ξεκινάει ένας πόλεμος με την ανασφάλεια και τα τρωτά σημεία, γεμάτος πισωγυρίσματα, φόβο, άγχος και αυτοαναιρέσεις. Μια παραδοχή της μικρότητας που είναι αναγκαία αν θέλεις να μεγαλώσεις ουσιαστικά .Η ψυχή σου όμως δεν είναι σε σμίκρυνση, την τροφοδοτείς με στοιχεία κάθε λεπτό, με όσα αγαπάς, με όσα διαλέγεις, χωρίς δάνεια και ατάκες τρίτων. Έχει κάτι από εσένα αλώβητο, αυτό που πασχίζεις να διασώσεις μέσα από το καθημερινό κρυφτό. Έχεις ήδη απαλλαγεί από το σύνδρομο του επιδειξιομανούς. Θέλεις να διασκεδάσεις αυτό το βράδυ, μόνο για εσένα. Χωρίς τύπους, θεατές ή κάποια στερεότυπη συνταγή. Με τη μουσική, τα βιβλία σου, έναν περίπατο χωρίς αρχή, μέση και τέλος. Συλλέγοντας εικόνες μιας πόλης που χιμαιρικά εξελίσσεται και φαντάζει πανέμορφη ακόμα και μέσα σε σκηνές φρίκης.
Αυτή είναι η ευλογία της εσωστρέφειας: εσύ διαμορφώνεις την εικόνα, χωρίς να την τροποποιείς διαρκώς για να είναι αρεστή. Μαθαίνεις να γίνεσαι εσύ. Η σιωπή δεν είναι μαρτυρική, γίνεται πρόσκληση γαλήνης και έμπνευσης. Για αυτό είναι παρεξηγημένη η εσωστρέφεια, γιατί η εξωστρέφεια συνήθως είναι μεταμφιεσμένη ανασφάλεια. Προσπάθεια αναχαίτισης των φόβων, όπου ο αληθινός εαυτός μικραίνει ώσπου εξαφανίζεται. Γιατί κανένας δεν είναι μόνος όταν έχει διασώσει τον εαυτό του.
Κάποτε, θα έδινε τα πάντα για μια γρήγορη βόλτα στη βροχή, σε έναν άδειο δρόμο. Τώρα, απλώς το ζει και το χαίρεται με όλο του το ΄΄είναι''. Ξένος, παράξενος, με μια ηδονική ευφορία, μέσα στη δική του εικόνα πανευτυχής. Στο δικό του κόσμο, με το δικό του τρόπο. Με δικαίωμα αναφαίρετο στο δικό του τρόπο. Στον τόπο της απενοχοποιημένης εσωστρέφειας.