Δεν υπάρχουν εξηγήσεις για τα αναπόφευκτα. Για όσα δεν πειθαρχούν στην κυνική λογική μιας εξίσωσης. Για όσα αποστατούν από τον ορθολογισμό των σχέσεων αιτιώδους συνάφειας. Είναι γεγονότα υπαγορευόμενα από μία αγέρωχη αναγκαιότητα. Αναπότρεπτα, ακόμα και αν το σύμπαν ολάκερο γυρνούσε ανάποδα. Κάποια επικίνδυνη νομοτέλεια τα προστάζει. Δε γίνεται αλλιώς. Για ένα μυαλό δοσμένο στην εξονυχιστική ανάλυση αλυσιδωτών αντιδράσεων, αυτό είναι εξοργιστικά αδιανόητο. Από την άλλη, εκεί φωλιάζει η πιο ανυποψίαστη ομορφιά του σύμπαντος. Η πιο αγνή και η πιο απρόσιτη. Σε κάτι από τη φύση του ανεπεξέργαστο. Στην πρώτη ύλη της ευτυχίας που είναι ασύλληπτη, όπως της πρέπει. Είναι ανάρμοστο να κωδικοποιείς την ευτυχία !Θυμάται την ατάκα ενός φίλου με αίσθημα γλυκόπικρο. Άμα κωδικοποιείς την ευτυχία, γίνεσαι ανήμπορος να αποκωδικοποιήσεις την επίδρασή της πάνω σου. Είναι σαρωτική η ευτυχία, έτσι όπως σε ταρακουνάει με παραφροσύνη κάτι δειλινά νηνεμίας, που η παλίρροια μοιάζει με σενάριο επιστημονικής φαντασίας. Είναι πολυαναμενόμενη, όμως πάντα έρχεται όταν παύει να κυριεύει το νου και την ψυχή ως απόλυτα ιδεατή φαντασίωση. Η ευτυχία που λαμβάνει υπόσταση είναι η έμπρακτη απόδειξη της πενιχρής μας αυτογνωσίας. Υπενθύμιση της προβλέψιμης φαντασίας μας. Γιατί έρχεται ως κάτι απόλυτα νέο. Ως κάτι που δεν έχει προλάβει να στοιχειώσει τη φαντασία μας ακόμα. Θα τρυπώσει σε αυτή μετά, στα χνάρια της ανάμνησης. Η φαντασία που παραποιεί την ευτυχία στην απόπειρά της να την ερμηνεύσει.
Οι άνθρωποι ξεχνούν με φρικτή ευκολία. Αραδιάζουν γενναίες υποσχέσεις με δειλή καρδιά. Χάνονται σε έναν απέραντο περίπατο όπου οι δρόμοι είναι γεμάτοι από άγνωστες μορφές. Κυνηγημένες από κάτι που και οι ίδιες αγνοούν. Στοιχηματίζω ότι κάποια στιγμή συναντήθηκα με όλες αυτές. Μοιραστήκαμε αλήθειες και έπειτα διασκορπιστήκαμε στο ρομποτοποιημένο πλήθος. Με οδηγό ένα φόβο και το χρόνο να μας αρπάζει κομμάτια από πάνω μας, που νομίσαμε πως ήταν διαχρονικά. Τα βράδια που το σκοτάδι απλώνεται σαν απειλή και η βαβούρα της μέρας καταλαγιάζει, πασχίζω να αναστήσω αυτά τα κομμάτια. Μέχρι στιγμής δεν τα έχω καταφέρει. Οι στιγμές ανασαίνουν όταν είσαι και εσύ ζωντανός. Θέλει δύναμη να ανεχθείς την παλιά σου ευτυχία χωρίς νοσταλγικές απολήξεις. Να την αποδεχθείς, ως ευλογία παρελθούσα. Πάντα άλλωστε σε ακολουθεί η ευλογία. Πάντα σε σημαδεύει με την αίγλη εκείνη που μόνο η σπάνια τύχη μπορεί να έχει .
Σε αυτό τον κόσμο, κάπως βλάσφημα προσεύχομαι για σταθερές. Τολμώ να τις αναζητώ κιόλας. Μέσα σε μεθυσμένα βλέμματα και θλιμμένα χαμόγελα, στα ασταθή βήματα και τις αταίριαστες λέξεις. Προσπαθώ να διαφυλάξω ένα κομμάτι μου, να μείνει ανέπαφο από την τρέλα των καιρών. Οι σκέψεις μου καρφώνονται στο βλέμμα μου, και νιώθω ματιές χυδαίας περιέργειας να απορούν με την παράξενη φιγούρα μου, που είναι παραφωνία στη συγχορδία. Μα με αφήνουν όλα αδιάφορη, έτσι πρόσκαιρα που συγχωνεύονται το ένα μέσα στο άλλο, και δίχως κανένα νόημα. Είναι η δική σου αγάπη που κάνει το φορτίο του απρόσωπου κόσμου λιγότερο επαχθές. Η αίσθηση ότι σε αγαπούν, μαλακώνει την τραχιά εντύπωση όλων των ασυνάρτητων εικόνων. Μαζί σου μπορώ να γίνομαι Εγώ, αφού βιώνω τη μαγεία του Εμείς. Να υπερβαίνω τη μονολιθικότητα του Εγώ με έναν τρόπο αβίαστο .Όπως και η ευτυχία, έτσι και ο έρωτας. Είναι σπουδαίος, επειδή είναι αβίαστος. Έχει σημασία επειδή δεν υπόκειται σε εξηγήσεις. Η μαγεία του παρασύρει και την πιο αποστειρωμένη ψυχή. Και νεκρούς ανασταίνει. Και ας μην πιστεύουν σε αυτόν. Ίσως για αυτό νεκρώθηκε η ουσία τους. Στην έλλειψη πίστης. Στην αγάπη, κανένα κομμάτι της ύπαρξης δεν εκχωρείται συμβατικά στο χρόνο. Αχώριστο και αδιάσπαστο, παραμένει πιστά πάνω σου, παρά τη λεηλασία των καινούργιων στοιχείων. Είναι παρόν και ανασημασιοδοτείται διαρκώς. Ζει, αναπνέει, εξελίσσεται, μα δεν ξεχνά ποτέ την αφετηρία του.
Να αγαπάς χωρίς να προσβλέπεις στο τέρμα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου