Δευτέρα 3 Αυγούστου 2015

Ανακωχή, όπως Αγάπη

Στο γαλαξία μου, βρέχει συνέχεια. Η νεφέλη του ουρανού, ο αχνιστός καφές, αμέτρητα βιβλία, η γοητεία των λέξεων. Παροδικές αγάπες στο δικό μου αιώνιο Φθινόπωρο. Ανάποδος άνθρωπος. Ποτέ δεν κατάφερα να διακρίνω γοητεία σε ένα καλοκαίρι. Νιώθω πως πολλοί γύρω μου προσπαθούν να πείσουν τον εαυτό τους ότι τους αρέσει το Καλοκαίρι. Να κρύψουν τη δυσθυμία τους πίσω ενθουσιασμό γεμάτο υποκρισία για όλα εκείνα που επιβάλλεται να τους αρέσουν. Γκρινιάζω ολημερίς για την ανυπόφορη ζέστη και την υγρασία που με εξουθενώνει. Για τις εφιαλτικές ειδήσεις που έχω σταματήσει να βλέπω και να ακούω. Για την αυθάδικη αυτοπροβολή όλων όσων θαρρούν πως το σύμπαν ολάκερο περιστρέφεται γύρω από την ανυπέρβλητη ύπαρξή τους. Για την ελπίδα, που πλανερά μου καλλιεργούν, σε μέρες αλλιώτικες. Η ελπίδα είναι αιχμαλωσία μεταμφιεσμένη. Όταν η απογοήτευση από την αναίρεσή της καρτερά στη γωνία, αισθάνομαι την προδοσία που νιώθει ο αφελής, από τον ίδιο του τον εαυτό.
Με ξάγρυπνο βλέμμα, υποψιασμένο και γεμάτο από την αγωνιώδη απόγνωση εκείνου που τίποτα δεν παζαρεύει γιατί τίποτα δεν έχει να χάσει, ζυγίζω, διακρίνω, εκτιμώ. Η ματαιοδοξία του κόσμου σάρωσε και τη δική μου αξιοπρέπεια. Όλα γύρω μου έγιναν μόδα. Κοινοποιώ για να νιώθω ότι ζω. Λες και ζω για κάποιον άλλο και ζητώ τη δική του την έγκριση ή μέθεξη. Λείπω εγώ από τη ζωή μου και καρτερώ να τη νοηματοδοτήσουν άλλοι που γίνονται παρόντες με το έτσι θέλω. Κοινοποιώ διαρκώς, μέχρι να γίνω γραφικός. Και όσο πάει γίνομαι κοινός, ένας μέσα σε όλους, λησμονώ το πρόσωπό μου, με το προσωπείο καθεστώς. Και τρέμω μη με δουν στα αζήτητα, να προσεύχομαι για λίγες σταλαγματιές βροχής και περαστικούς έρωτες, να μην πεθάνω από την πλήξη του κανόνα.
 
 
 
 
Η κανονικότητα θάνατος είναι και εμείς που τη γυρεύουμε απλώς θνητοί. Πώς να δω το πρόσωπο των διπλανών μου, όταν αποφεύγω να αντικρύσω το δικό μου; Πώς να ακούσω με προσοχή το συνομιλητή μου όταν σκαρώνω αυτάρεσκα την επόμενη πνευματώδη ατάκα; Πώς να πιστέψω σε κάτι καλύτερο, όταν κρύβομαι σα δειλό ανθρωπάκι πίσω από τη βολική απραξία μιας χυδαίας κινδυνολογίας; Μα και πώς να αλλάξω όσα αφόρητα μου πυρπολούν τη γαλήνη όταν τα αληθινά δαιμόνια κατοικοεδρεύουν εντός μου και τα αναπαράγω ασταμάτητα;
 Την έκπληξη γυρεύω, ένα ασυμβίβαστο όχι. Το να γυρίσω την πλάτη στο χειροκρότημα του πλήθους.Το να μη με νοιάζει πια ένα περιφρονητικό σχόλιο ή μια κριτική αποδοκιμασίας. Το να κόψω τον ομφάλιο λώρο από συνήθειες που με εξοντώνουν, από σχέσεις συνήθειας που φράζουν το δρόμο σε κάθε νέα ζωή και δυνατότητα. Το να συγχωρέσω όσους με πίκραναν, να δώσω άφεση αμαρτιών και σε εμένα για τις αστοχίες μου. Ήρεμος και σε πλήρη ανακωχή με αυτό που είμαι. Χωρίς διάθεση να το προβάλλω ως υποψήφιο ελκυστικό προϊόν προς σχολιασμό και περαιτέρω επεξεργασία. Εκεί όπου συμφιλιωμένος με όσα είμαι και όσα δεν έχω, θα συναντηθώ με τις επιθυμίες μου που μου γνέφουν τώρα σαν γρίφοι, και οι εχθροί μου φίλοι θα γίνουν καρδιακοί, σε ένα παρανοϊκό παιχνίδι μεταλλάξεων, σε ένα δικό μου ορισμό της δικής μου πραγματικότητας.
 Ανακωχή, όπως αγάπη. Για τον Άλλο, για εσένα, για τη ζωή, και ας μοιάζει συχνά με παρατεταμένο πόλεμο. Γίνεσαι οι αντιφάσεις σου και ξαναγεννιέσαι μέσα από αυτές, όταν μαθαίνεις να ζεις μαζί τους. Τότε θα δίνεις και θα παίρνεις αγάπη δίχως όρους, γιατί δε θα τους έχεις ανάγκη.

Πέμπτη 23 Ιουλίου 2015

Μια αλυσίδα εξαρτήσεων

Έκλεισε το φως στο δωμάτιο που κόχλαζε, όπως και οι σκέψεις του. Το Καλοκαίρι κυλάει όσο πιο ανούσια γίνεται, με καταιγισμό τραγελαφικών εξελίξεων σε μια κοινωνία που ατροφεί, με πρωτοφανείς πολιτικές ιλαροτραγωδίες και μορφές που γκρινιάζουν για όσα τους λείπουν. Ο ίδιος, αποφεύγει να βγαίνει τη μέρα, η ανακύκλωση των ίδιων στιγμών και οι χειρονομίες μιας νομοτελειακής αναγκαιότητας του θυμίζουν πόσο εφήμερα είναι όλα. Τη νύχτα μόνο παίρνει τους δρόμους γυρεύοντας αλήτικη ανεμελιά, και κάνει όλα όσα αγαπούσε πάντα.
 
 Σε σαρώνει ο χρόνος άμα του επιτρέψεις να επιτεθεί στις προσωπικές σου ιεροτελεστίες. Η θανάτωση της συνήθειας είναι ανάσταση της ουσίας σου, αυτού που όντως είσαι, και που χάνεται μέσα στην επανάληψη πανομοιότυπων σκηνών, σε ένα λήθαργο της κάθε πιθανής και απίθανης παραλλαγής.
 
 Μα πια στράγγιξε από πάνω του όλες τις εξαρτήσεις. Γυναικείες μορφές που ζητούσαν ένα κομμάτι από την ψυχή του για να αντισταθμίσουν το κενό που γεννούσε η δική τους ανασφάλεια, φίλοι που συναντά σε δαιμονικές ενέδρες της τύχης σε δρόμους ανήλιαγους, που ψιθυρίζουν ''γεια'' και ακούγεται εκκωφαντικά σαν ''αντίο'', ξένοι που εισέβαλλαν στον προσωπικό του χώρο μέσα σε μία μόνο στιγμή, ίσως και άθελά τους. Όλοι αυτοί τον ακολουθούσαν, τον συνδιαμόρφωναν, τον καθόριζαν. Ποτέ δεν ήταν μόνος, ένα μωσαϊκό εξαρτήσεων η ύπαρξή του , και οι νέες του πλευρές, θνησιγενείς, παρέμεναν στην αφάνεια. Μέσα από ατέλειωτους νυχτερινούς περιπάτους, συνομιλίες του δρόμου και σκληρή δουλειά με τα δαιμόνιά του μακριά από το οχληρό φως της μέρας, τα ξέχασε όλα. Μόνος βέβαια, αλλά με εκείνη την ενάργεια του συνειδητοποιημένου ανθρώπου που αυτοκαθορίζεται. Οι σχέσεις στα μάτια του δεν είναι παρά απεγνωσμένες απόπειρες εξόντωσης της ανασφάλειας. Μόνο που, καλλιεργώντας εξαρτήσεις αυτοτροφοδοτούμενες, ως βάση για την ύπαρξή τους, διαιωνίζουν την ανασφάλεια.
 
 Μπορείς να λυτρωθείς από όλα, όχι όμως από τον εαυτό σου. Και όσο τον κρύβεις μέσα από επιδέξιες παραλείψεις και ανώδυνους συναγελασμούς, εκείνος σκαρώνει την αιφνίδια  ανάδυση στην επιφάνεια. Μόνος σου μπορείς να βρεις τη λύση γιατί αναγκάζεσαι να δεις κατάματα το πρόβλημα. Και είναι η δική σου, ξεχωριστή ματιά, που έχει βαρύτητα. Μακριά από καθρέφτες και άλλα βοηθητικά στοιχεία, σε ένα παιχνίδι για γερούς λύτες, όπου τις ατέλειές σου δεν τις βλέπεις, τις αισθάνεσαι μόνο. Δεν τις αρνείσαι, γιατί γνωρίζεις ότι είναι η πηγή της ομορφιάς σου, αφού σε οδηγούν στο να γίνεσαι καλύτερος. Δεν αγωνιάς για έναν κολακευτικό λόγο ή για ένα σχόλιο παρηγοριάς. Ευτυχισμένος γίνεσαι όταν έχεις εξασκηθεί στον πόνο. Τα ευάρεστα σχόλια είναι για τους φυγόπονους, που μπερδεύουν την αρμονία μιας εικόνας, με την ισορροπία της ουσίας της. Η αυτάρκεια, όμως, είναι μαχαίρι δίκοπο. Η αποστασιοποίηση από έναν ξέφρενο κόσμο, φρενάρει την επιθυμία σου να τον ανακαλύπτεις, και αυτό ισοδυναμεί με μικρό θάνατο. Ο κόσμος μεταβάλλεται διαρκώς, ακόμα και όταν η στασιμότητα μοιάζει εδραιωμένη. Η αυτάρκεια μπορεί να είναι παραπλανητική, μια αυταπάτη που τροφοδοτεί το υπερφίαλο του χαρακτήρα.
 
 
 
Το νιώθει κάτι βράδια παράξενα όμορφα, με πλουμιστή σελήνη και αεράκι δροσερό, που θα εκτιμούσε στ' Αλήθεια λίγη αληθινή συντροφιά. Τότε η ζωή μοιάζει με αδιέξοδο, μονότονη και επίπεδη, και η αυτογνωσία με παγίδα που του στερεί την αυτοδύναμη στιγμή και τις δυνητικές της υποσχέσεις. Γίνεται μικρός, ασήμαντος, εξαρτώμενος από τον εαυτό του, καταδικασμένος σε μονομερείς ενέργειες. Και είναι τότε που καταλαβαίνει ότι η πραγματική αυτάρκεια δεν εχθρεύεται τις εξαρτήσεις. Συμβιώνει μαζί τους, σε μία σχέση συγκρουσιακή, που γεννά νέες δυσκολίες και νέα θαύματα. Τις αναγνωρίζει, συμφιλιώνεται μαζί τους και παύει να τις παίρνει στα σοβαρά. Μα και τον εαυτό του πια δε λαμβάνει σοβαρά υπ 'όψη: ποιος ξέρει με τι διάθεση θα ξυπνήσει πάλι αύριο; Μόνο που επιμένει να κλείνει την τηλεόραση- αντίκα που αναπαράγει την ανθρώπινη ηλιθιότητα μανιωδώς και ανακατεύεται στο πλήθος χωρίς να τρέμει την αληθινή αλληλεπίδραση με τους άλλους.
 Άλλωστε, η ζωή είναι ανύποπτα αστεία, πότε τραγική, πότε φαιδρή, πότε όλα αυτά μαζί, μια αλυσίδα εξαρτήσεων από την οποία είναι αδύνατη η απεμπλοκή, και , αν ποτέ καταστεί δυνατή, οδηγεί στη χείριστη μορφή εξάρτησης, σε εκείνη από το υπερτροφικό Εγώ σου.

Τετάρτη 22 Ιουλίου 2015

Η επώδυνη Αλήθεια σου

Πάντα κάτι μένει. Στο επισκίασμα της Αλήθειας σου, στο όνειρο που τραυματίζεται από μία αστοχία κυνισμού, στις περιπλανήσεις που βγάζουν μια κραυγή ματαιότητας. Ζαλίζεσαι μέσα στους θολούς σου λογισμούς, δεν είναι δυνατό να είναι καν δικοί σου, δε γίνεται εσύ να ήσουν αυτός που διέσχισε αυτό το δρόμο και δεν παρατήρησε τίποτα. Γυρεύεις την αλήθεια σου που σε πονάει, δε σου φταίει κανείς άλλος που εσύ δεν αντέχεις τη θέα του ουρανού. Σκύβεις και κοιτάζεις χαμηλά, αυτό το πιο κάτω από τις περιστάσεις είναι πια ο κανόνας. Σε ενοχλεί να είσαι ένας κανόνας και εσύ. Τυπικός, σαφής, ανεξαίρετος.Από την άλλη, σε πονάει να ζεις με την αλήθεια σου που σαν γρίφος σε αλλοιώνει και αρπάζει κομμάτια από τη σάρκα και την ψυχή σου. Ένα ολοκληρωτικό δόσιμο. Ακόμα και στις εποχές που τίποτα δεν προμηνύει ένα σωτήριο θαύμα, τότε που λαχταράς όσο ποτέ τη σωτηρία, υπάρχει μια εικόνα, μία λέξη, μία σκέψη, που θυμίζει πως τίποτα δεν πάει χαμένο. Όταν έχεις χαθεί μέσα στην αλήθεια σου, όταν έχεις χαθεί μέσα σε κάποιον άλλο, η ζωή σε αγγίζει, δε σε προσπερνά. Ακριβώς τότε που τα θαύματα δεν προμηνύονται, αρχίζεις να τα διακρίνεις εσύ. Ίσως είναι παράγωγα της τόλμης και της δύναμης που ανέσυρες μέσα από τα συντρίμμια και το θάνατο του διαφορετικού. Συναρμολογείς απαρχαιωμένα σου κομμάτια, που, στο τέλος, μοιάζουν εντελώς καινούργια. Δικά σου όλα, ακόμα και αν κάποτε σε ρήμαξαν, μέσα από την πάλη, γεννήθηκε μια νέα οντότητα. Εσύ. Παράξενος, χαμένος στη μοναχικότητά σου, απόκοσμος πάντοτε, αλλά με τη γνώση που μπολιάζει τα πάντα ομορφιά. Με τη γνώση ότι τίποτα δεν είναι φευγαλέο, εκτός αν του το επιτρέψεις. Είσαι ο δημιουργός της δικής σου αιωνιότητας, με τον πόνο και την αλήθεια αδιαχώριστα και θαυματουργά της στοιχεία.

Κυριακή 12 Ιουλίου 2015

Ο δικός σου αναχρονισμός

Κάποιοι θα το έλεγαν νοσταλγία. Τάση για επιστροφή στο χθες, που είναι πάντα ανώτερο από το σήμερα, ίσως επειδή είναι πια κατανοητό. Θα έσπευδαν, μάλιστα, να προσθέσουν ότι η νοσταλγία είναι εχθρική απέναντι στη δυνατότητα της ευδαιμονίας, που μόνο παροντική είναι. Ωστόσο, ό, τι προερχόταν από παλιές εποχές, μιλούσε κατευθείαν στην ψυχή της, και έκανε και τη στιγμή πολύτιμη.
 
Αναπολεί στιγμές ολιγάρκειας που ήταν όντως πιο ανεπιτήδευτα όλα, με το μυαλό να μην έχει εξασκηθεί ακόμα στο άπληστο κυνήγι του επιπλέον. Λόγια σταράτα, μία ξέφρενη βόλτα,  ξεκομμένη από τον υπόλοιπο κόσμο όπως τον προβάλλει το χαζοκούτι, γυμνή από κάθε οχληρή τελειομανία. Τότε που οι φίλοι ξεχύνονταν στους δρόμους και ξεχνιούνταν εκεί μέχρι το ξημέρωμα, είχαν ακόμα εκείνη τη σπιρτάδα στο βλέμμα και δεν ξενυχτούσαν πίσω από τη βολική ανωνυμία μιας οθόνης. Τότε που δε θα ήταν γραφικό να ταχυδρομήσεις ένα γράμμα χειρόγραφο και να φυλάς όσα λαμβάνεις σε ειδικό συρτάρι, με τη θήκη με τα γραμματόσημα πιο δίπλα. Που περίμενες με εφηβική λαχτάρα το πρωινό που θα πήγαινες στο δισκοπωλείο για νέες μουσικές ανακαλύψεις, που συνδέονταν με ολάκερη εποχή και καμάρωνες ότι ήταν κομμάτια από εσένα. Που δε φοβόσουν ακόμα και να γελοιοποιηθείς για έναν έρωτα, αφήνοντάς τον για πάντα πλατωνικό. Που ανακάλυπτες μια άγνωστη λέξη, και ήταν σα να γνώριζες τον κόσμο όλο από την αρχή. Που κάθε σου σκανταλιά, φυγή ήταν από το νευρωτικό εαυτό σου. Απελευθέρωση, ανάσα. Που ζούσες για μία προσδοκία.
 
 
Πέρασε ο καιρός, πέρασε η αλήθεια, ανύποπτα, θάβοντας κώδικες και σημεία και αγάπες. Προσπάθησαν να απλοποιήσουν τη ζωή τους και ακολούθησες συμβατικά. Μα η ζωή όσο πήγαινε γινόταν όλο και πιο δύσκολη. Ανούσια. Την παρακολουθούσες να μεταβάλλεται με απορία κραυγαλέα. Περίμενες πως ήταν μια αναγκαία φάση μετάβασης που θα σηματοδοτούσε επανάκαμψη στο οικείο. Ολοένα όμως έβλεπες φίλους να κλείνονται στον εαυτό τους, να ουδετεροποιούν το βλέμμα τους, να σκέφτονται για ώρες τι λέξη θα πληκτρολογήσουν στο πληκτρολόγιο ενός υπολογιστή στον οποίο εκχώρησαν τον εαυτό τους.
 
 
 Κλείστηκες και εσύ, στους τέσσερις τοίχους. Οι νέοι κώδικες αρχικά είχαν τη γοητεία του ανεξερεύνητου και υπόσχονταν διευκόλυνση της επικοινωνίας. Έμαθες να επικοινωνείς με σύμβολα, συντομογραφίες και ημιτελείς προτάσεις. Με γελοίους ιδιωματισμούς και αλαζονικά λογοπαίγνια. Γρήγορα, πρόχειρα, αναποτελεσματικά. Πλέον, δε σου αρκεί η προσδοκία, θέλεις να προηγείσαι, να τα μαθαίνεις όλα, να τα ακούς όλα, να τα ζεις όλα. Χωρίς ικανοποίηση, ποτέ, αφού πάντα υπάρχει κάτι πιο πέρα. Μόνη πια, ανταλλάσσεις αινιγματικές φράσεις με αγνώστους. Τους θυμάσαι αμυδρά, αλλά δεν τους αναγνωρίζεις.
 
 
 Καμιά φορά, όταν περπατάς με βιασύνη στην αντιφατική πόλη, σταματάς σε γωνιές λησμονημένης γραφικότητας. Σε κυριεύει μια μελαγχολία παράφορη, θαρρείς πως η ετικέτα του παρελθοντολάγνου σε σημαδεύει. Θέλεις να παρακάμψεις τον κόσμο έτσι όπως κατάντησε, να έχεις το δικαίωμα να τοποθετηθείς σε αυτόν γενναία και όχι απλώς να χαθείς στο χωνευτήρι του. Το χθες δεν είναι πιο θελκτικό επειδή είναι γεμάτο από αναμνήσεις μιας ανεξίτηλης νεότητας. Άλλωστε, είναι στη φύση του ανθρώπου να αισθάνεται όλο και πιο νέος με τα χρόνια. Είναι κάτι παραπάνω από μηχανισμός επιβίωσης! Είναι τρόπος να ζεις ουσιαστικά και πέρα από το χρόνο, από ταμπέλες και καλούπια.
 
 
 Αυτό που συμβαίνει, είναι ότι ,όντως, εκείνες οι εποχές ήταν οι καλύτερες. Σε έναν κόσμο που πορεύεται αυτοκαταστροφικά, που δημιουργεί λαβυρίνθους στην προσπάθεια να βρει τη βασιλική οδό, που αγνοεί ότι στο σκοτάδι μπορεί να κατοικεί το πιο εκτυφλωτικό φως, ίσως δε μπορείς να ανακόψεις την αλλαγή. Αυτή, άλλωστε, είναι μέρος της φυσικής τάξης πραγμάτων. Μπορείς, όμως, να διεκδικείς το δικό σου τρόπο, τη δική σου ταυτότητα. Το δικαίωμά σου στον αναχρονισμό.

 
 
 
 Δεν είναι η αλλαγή που σε πληγώνει, όσο ότι την αφήνεις να αφαιρεί κάθε τι αυθεντικό που υπάρχει μέσα σου. Το να γυρνάς πίσω δεν είναι ένδειξη οπισθοδρόμησης. Είναι συνάντηση με όσα σου έδιναν ατόφια χαρά, με την ψυχή σου σε όλη της την αυθεντικότητα. Έτσι, πεισματικά θα την κρατάς ζωντανή ακόμα και όταν όλα γύρω καταρρέουν. Όταν έχεις εσένα, ακόμα και η υπέρτατη καταστροφή θα γεννά την πιο δυνατή ελπίδα.

Τετάρτη 17 Ιουνίου 2015

Αγάπη το λένε

Αυτά που φοβόταν ανήκαν στο χτες. Έθαψε τους φόβους με μία νέα ματιά που κινεί για άλλα ταξίδια. Η αντανάκλασή της στον καθρέφτη μαρτυρεί μια γενναία μεταστροφή. Το πρόσωπό της γνώριμο, το σώμα της όμορφο, χωρίς τις αλλοτινές του ατέλειες. Ακόμα και οι λέξεις, κρύβουν πρόσθετα νοήματα, που ως τώρα αδυνατούσε να διακρίνει. Αγάπη το λένε. Ξυπνάει μια μέρα και εξουδετερώνει τα δαιμόνια. Αγκαλιά μια ζωή με συνήθειες κακές, σύνδρομα αυτοκαταστροφής. Ερωτοτροπώντας με την απόγνωση. Να βουλιάζει στο σκοτάδι ενώ προσεύχεται για μία και μόνο αχτίδα φωτός. Ξημερώνει άλλο ένα καλοκαίρι. Με το απαιτητικό του πρόσωπο, τα λόγια του όλο ουτοπικές υποσχέσεις και ακροβασία σε όνειρα τολμηρά. Πάντα σκόρπιζε το φόβο μέσα της αυτός ο χείμαρρος από αχόρταγες προσδοκίες. Ήξερε πως ο Σεπτέμβρης θα τη βρει μισερή, να λογαριάζει το χάσμα ανάμεσα στο ιδεατό και το πραγματικό.
 
Μα έτσι απλά ξύπνησε μια μέρα συνήθη, όπως όλες, που βρήκε τη δική της θέση στο ημερολόγιο της ανίας. Άλλαξε βλέμμα, ανάσα, μυαλό. Εκεχειρία με τον εαυτό της. Ξαφνικά, όσο και αδιαπραγμάτευτα. Αλλεργική στην επιβεβαίωση, γιατί την τρέφει η αμφιβολία. Η βεβαιότητα τροφοδοτεί τον εφησυχασμό και της έλειψε η αιώνια κίνηση. Χωρίς την τελειομανία του νευρωτικού, να ικετεύει για μια απενοχοποιημένη αποτυχία, για το δικαίωμα στην αποτυχία, για το δικαίωμα στην ευτυχία. Να ξεστομίζει ηχηρά όχι που άλλοτε παραχωρούσαν με συγκατάβαση τη θέση τους σε καταπιεσμένα ναι. Να διαλέξει το δρόμο που της φαίνεται λιγότερο ελκυστικός για να ανακαλύψει ότι εκεί στήνει γιορτή το Απίθανο. Να χαθεί στο άχρωμο πλήθος για να εντοπίσει εκεί τη δική της πολυχρωμία. Δεν είναι ούτε ξένη, ούτε μόνη. Όλα έχουν νόημα, αλλά έχει εγκαταλείψει την προσπάθεια να το βρει. Το βλέπει να ξετυλίγεται μπροστά στα μάτια της, να αποκαθιστά την ενότητα του χτες, του σήμερα και του αύριο, να παντρεύει τις αναδρομές με τα όνειρα που ξεχειλίζουν από αγάπη. Για όσα την έκαναν να πονέσει, να χαρεί, να φοβάται, να αλλάξει. Πίσω από κάθε μεγάλη αλλαγή, στέκεται ένας αποκαμωμένος φόβος. Πίσω από την κάθε ευτυχισμένη αίσθηση, βρίσκεται η δύναμη που σε πλημμυρίζει όταν αποδέχεσαι και αγαπάς τον εαυτό σου και δεν τον εγκλωβίζεις σε ένα κλουβί αφόρητης καταπίεσης. Και όλα αυτά που είναι μπροστά, ποτέ δε θα σε προσπεράσουν.

Κυριακή 10 Μαΐου 2015

Αυτογνωσία

Και ξαφνικά, ο κόσμος σώπασε. Το τσιμεντένιο του βλέμμα που όλα τα ξέρει, γυρεύει να ξαποστάσει. Τον εξαντλεί το απίθανο της έκπληξης. Η ανακύκλωση που ανασύρει μια αίσθηση ματαιότητας καταμεσής της άνοιξης. Μια γιορτή από την οποία απέχεις, είναι εφιάλτης. Κρύφτηκες σε μία γωνιά, αθόρυβος, και ας είχες να πεις πολλά , και ας μην ήξερες από πού να αρχίσεις. Κλείστηκες σε εσένα, μήπως μάθεις κάτι για εσένα, μακριά από τη φασαρία του κόσμου. Αχόρταγα έψαξες μουσική, βιβλία, ταινίες, κοιτούσες φωτογραφίες, σε κάθε ματιά και άλλο νόημα.. οι κρυμμένες λεπτομέρειες που πάντα σε μάγευαν. Στο αθέατο κρύβεται από τα μάτια μας εκείνο που έχουν ανάγκη να δουν. Αλλά κουράζονται να ψάξουν πίσω από το επιδερμικό της εικόνας, βολεύονται κιόλας, πείθονται πως τα πιο σπουδαία είναι τα εμφανή. Το μόνο που στ' αλήθεια μαθαίνουν είναι να αναπαράγουν ό,τι είναι ικανοί να δουν.


Το νιώθεις όμως, στη σιωπή του κόσμου, στην άσκοπη φλυαρία του. Είναι κρίμα μια ζωή να συμπορεύεσαι με έναν άγνωστο εαυτό. Να παλεύεις να καταχωνιάσεις τα σκοτεινά του στοιχεία. Αυτά είναι που θα οδηγήσουν στις φωτεινές διεξόδους. Αυτό το μικρό, το απροσδιόριστο, αυτό που εχθρεύεσαι γιατί σε διαφοροποιεί, είναι το δικό σου θαύμα. Παράξενο σε κάνει μόνο το να πιστέψεις πως είσαι παράξενος, επειδή αυτό διαλαλεί το άχρωμο πλήθος. Η πολυχρωμία σου, είναι η δύναμή σου. Ξένος, ως προς τι; Ως προς μία πραγματικότητα που οικοδομεί τάσεις με την ίδια ευκολία που τις κατεδαφίζει; Ως προς μία κοινωνία που πεθαίνει μέσα από τα ίδια της τα οπισθοδρομικά σύνδρομα; Πoυ απορρίπτει ό,τι δεν ταυτίζεται με αυτήν;


Το να ανήκεις κάπου έχει σημασία όταν η διαφορετικότητά σου γίνεται αποδεκτή. Ανήκεις εκεί όπου η αγάπη υπερτερεί. Και η αγάπη ανθίζει στη συμφιλίωση με όλα εκείνα τα σημεία που σου προκαλούν αμηχανία γιατί καταργούν την ομοιότητα με το κοινωνικώς αποδεκτό.


Να επιμένεις να βρίσκεις τον εαυτό σου, ακόμα και μέσα από τις μάχες που χάνεις. Ιδίως μέσα από αυτές αναδύεται η αυτογνωσία σου. Να χάνεσαι για κάποιον άλλο, να λησμονείς τη μονομέρεια της ύπαρξης. Να δίνεις, να ξοδεύεσαι. Αλλά ουδέποτε να ξεχνάς τι είσαι, από πού έρχεσαι και πού πηγαίνεις.


 Η αυτογνωσία είναι εκείνη η μαγική δύναμη που εμφανίζει τη λύση μέσα από την πανωλεθρία. Γιατί, στην καθημερινότητα όλα φαινομενικά είναι, η επίδρασή τους επισκιάζεται από την έλλειψη βαθύτητας. Αντίκτυπο δεν έχουν πάνω σου όσο γνωρίζεις πως είναι φευγαλέες παραστάσεις και εικόνες ασυνάρτητες, χωρίς νόημα, που δοκιμάζουν τη δική σου ικανότητα να συγκρατείς το νόημα που κρύβεται πάντα κάπου, αρκεί να μη σε τρομάξουν οι αντιφάσεις της εικόνας.


 Να ξέρεις πού να κοιτάξεις, πώς να διαβάσεις τη λεπτομέρεια που μοιάζει τυχαία, να αντέξεις να μεταφράσεις τα νοήματα σε γλώσσα κατανοητή. Να μη σε απωθήσει ο φόβος, για να μην απωθήσεις τη ζωή.

Εκτός κλίματος

Δεν ένιωθε περήφανος για τα όσα έκανε τον τελευταίο καιρό. Σαν κουρδισμένος από την πιο αλλοπαρμένη κακία, πλήγωνε όσους αγαπούσε και έπειτα στροβιλιζόταν στο κενό. Η απώλεια των πιο σπουδαίων κομματιών από το πρόσωπό του, το αποξενώνουν. Ουδεμία επαφή, με ουδένα. Κλεισμένος σε ένα δωμάτιο ανήλιαγο, με κάτι ορνιθοσκαλίσματα σε παλιωμένα τετράδια, ημιτελείς προτάσεις και ένα σωρό αποσιωπητικά. Το νόημα που ποτέ δε βρήκε, που ακόμα και αν πέρασε από δίπλα του, εκείνος κοιτούσε αλλού. Κι είναι και αυτή η Άνοιξη σαν άλλο πραξικόπημα, δε μπορεί να αγνοήσει την πανέμορφη φύση, ερεθίζει τον εκνευρισμό του έτσι παράταιρη που καμαρώνει μπροστά του.




























Η αβάσταχτα πρόωρη ζέστη, τα πολύχρωμα ρούχα, οι κεφάτες μουσικές και οι συζητήσεις για ένα καλοκαίρι που πάντα δεν τον αφορά. Η Άνοιξη είναι για όσους έχουν πεισθεί ότι την αξίζουν. Το Καλοκαίρι για τους αδιάφορους, για εκείνους που εχθρεύονται τη σκέψη. Ο ίδιος νοσταλγεί ήδη το χειμώνα, να μην είναι αυθάδικα γεμάτοι οι δρόμοι, να μη ζωγραφίζεται στα πρόσωπα η έξαψη και η προσδοκία, να μη μυρίζει παντού αντηλιακό. Κάθε χρόνο, τέτοια εποχή, ψάχνει ένα μέρος να κρυφτεί. Δε θέλει να χαρεί με το ζόρι, ούτε να τρώει κάθε μέρα παγωτό. Η ιδέα μιας μέρας στον ήλιο και τη θάλασσα του προκαλεί πονοκέφαλο. Γιατί πρέπει να προγραμματίζουν οι άνθρωποι συναισθήματα και επιθυμίες αναλόγως την εποχή; Γιατί όλοι πρέπει να είναι κοινωνοί μιας παράφορης χαράς; Αγαπάει να είναι εκτός κλίματος, και ας τον βαφτίζουν γέρο και παράξενο. Δεν τον ζώνει η αγωνία να ξετρυπώσει εκείνο το μυστηριώδες μαγαζί για το οποίο όλοι, μα όλοι, παραμιλούν. Έχει το στέκι του εδώ και μια δεκαετία και εκεί ο καφές έχει άλλη γεύση. Μεγάλωσε εκεί μέσα, μα και γίνεται παιδί. Πού είναι πια το κακό στα σταθερά σημεία;





























Ο κόσμος επιμένει να ανακυκλώνει τα πάντα, και υπομένει το να ανακυκλώνεται. Πλήττει εύκολα γιατί τελειοποιεί τη μεγιστοποίηση των κενών του. Με μια βουλιμική λαχτάρα, καταβροχθίζει πληροφορίες, νέα, ατάκες, κώδικες επικοινωνίας. Ανούσια όλα. Ξέχασε πως στα λίγα κρύβονται τα πάντα. Γιατί μέσα από τα λίγα ανακαλύπτει το δικό του θησαυρό. Γίνεται αυτάρκης, αποκτά αυτή την τόσο υποτιμημένη σταθερότητα.




































 Για αυτό δε μπορεί να μιλήσει με κανένα. Κουβεντιάζει μόνο, και του είναι ανυπόφορο. Κακοποιεί τις λέξεις, τις ντύνει με μικροαστική υποκρισία για να ακούσει τετριμμένες απαντήσεις, χιλιοειπωμένες δικαιολογίες και τραγικά αποφθέγματα. Προτιμάει τώρα πια να τον πούνε ακοινώνητο. Δεν καταδέχεται να μάθει τα μυστικά της μοντέρνας και ιδιότυπης αυτής ορολογίας. Ούτε τον πειράζει που η νύχτα γίνεται μέρα στο μικρό του διαμέρισμα. Μέσα σε μια σιωπή που κατασπαράζει την επιθυμία του για αλληλεπίδραση, αλλά, που στο τέλος, τον κάνει πιο δυνατό. Αν νιώσει μόνος, πηγαίνει δίχως δεύτερη σκέψη στο στέκι του, στην πλατεία που έχει ζήσει μια ζωή. Εκεί, όσο και αν οι εποχές αλλάζουν και με τη βία πασχίζουν και τον ίδιο να μεταμορφώσουν, ανταμώνει το νεανικό εαυτό του, τότε που η ανεμελιά ήταν αβίαστη και δεν την κυνηγούσαν με το έτσι θέλω. Εκτός κλίματος, αλλά αυθεντικός, και ας νιώθει τις αδιάκριτες ματιές να τον κοιτάζουν όπως μια ντεμοντέ καρικατούρα.

Τρίτη 14 Απριλίου 2015

Στον Ουρανό του Απρίλη

Εκείνες οι συναντήσεις τους κάθε απόγευμα, είχαν αρχίσει να γίνονται ανυπόφορες. Πότε ολιγόλεπτες, πότε αρμένικες, πάντα λαθραίες. Όλο το πρωινό στο γραφείο σκάλιζε ασυναίσθητα το κινητό της, μην τυχόν και έβλεπε μήνυμά του. Έψαχνε αφορμές να ακούει τη φωνή του και χαιρόταν πανηγυρικά όταν κατάφερνε να γίνει πειστικά αδιάφορη. Κατά τα φαινόμενα, δηλαδή, γιατί μέσα της έβραζε. Τον άκουγε να μιλάει για τη νέα του σχέση, του έδινε μάλιστα και συμβουλές, πολιτισμένες διαδικασίες! Κι εκείνος έλεγε εμφατικά πως υπολόγιζε τη γνώμη της, μπορεί να μην ταίριαξαν ως ζευγάρι, αλλά αυτό δεν αναιρεί την επικοινωνία τους, το ότι μαζί της μπορούσε να συζητήσει, να εξωτερικευθεί, να είναι αυθεντικός. Δέχθηκε και αυτή τον άχαρο ρόλο του συμβουλάτορα, του ερασιτέχνη ψυχαναλυτή. Πώς αλλιώς; Οι προηγούμενοι έρωτές της, της είχαν προσάψει κτητικότητα, η ίδια είχε βαρεθεί να προσκολλάται σε ένα πρόσωπο επί μισή δεκαετία, ήθελε πάνω από όλα να αποδείξει στον εαυτό της ότι τον είχε ξεπεράσει, ότι δεν έχει κάτι να τη συνδέει μαζί του. Ανακαλούσε τον κατάλογο με τα ελαττώματά του, ζωήρευε την έντασή τους, τον ζωγράφιζε νοερά σαν μια καρικατούρα, σαν γραφική αναπαράσταση ακατάλληλου συντρόφου. Και αυτή η συνήθεια! Δολοφόνος της εξέλιξης, ακόμα και αν αυτή δεν οδηγεί στη βελτίωση, είναι όμως αλλαγή, και η συνήθεια την ανακόπτει!
 
Δύο χρόνια καθημερινής επαφής δυσκολεύουν πολύ τον άμεσο αποχωρισμό τους. Κάπως έτσι, έστηναν αυτά τα ημιαπόκρυφα ραντεβού κάτω από τον ουρανό του Απρίλη, δυο άτομα διχασμένα, σε αναζήτηση ταυτότητας και ρόλου, που όμως στο λεπτό κούρδιζαν τα σώματα και τις ψυχές τους και έκλεβαν κάτι από τη νωχελικότητα της ώρας. Είχε ανάγκη να προσδιορίζεται μέσα από τη ματιά του, είχε ανάγκη να την εκτιμά ακόμα, ακόμα και αν πλέον η ερωτική του προσοχή ήταν αλλού στραμμένη. Όσο και αν γνώριζε τα κυκλοθυμικά του ξεσπάσματα και τις ακραίες του απόψεις για τις σχέσεις, έτρεφε την ενδόμυχη ελπίδα ότι αυτός ο ακαθόριστος σύνδεσμος που τους έφερε κοντά, δεν είχε χαθεί ολότελα. Πάντα πίστευε ότι κάθε τους συνάντηση ήταν μια έμμεση απόπειρα επανασύνδεσης. Όμως, οι μοντέρνοι καιροί επιτάσσουν χαλαρή συμπεριφορά. Ακομπλεξάριστη, κυνική, με αποθέωση του εφήμερου και ευκολία προσαρμογής σε νέα δεδομένα. Αν επιμένεις να συντηρείς το ρομαντισμό σου, κινδυνεύεις σοβαρά να γελοιοποιηθείς. Αυτά σκεφτόταν και φορούσε το ανέμελο προσωπείο της, γινόταν και πάλι δεκαοκτώ και ανέλυε στο μικροσκόπιο κάθε του κίνηση. Εξαντλητικά, μέχρι που και η ίδια εξαντλήθηκε.
 
 
Είχε περάσει μισός χρόνος, για να ακούσει από τα χείλη του τη βαρυσήμαντη δήλωση ότι πρώτη φορά νιώθει ερωτευμένος, αυτός που ήταν πολέμιος των συναισθημάτων και πίστευε ότι όλα έρχονται και φεύγουν. Την ευχαρίστησε που τον συμβούλεψε να την κυνηγήσει πιο επίμονα, που του έδωσε μια άλλη οπτική...χωρίς εκείνη δε θα ένιωθε τώρα τόσο ευτυχισμένος! πήγε να την αγκαλιάσει, εκείνη, μουδιασμένη, αποτραβήχτηκε. Ήξερε να δίνει τις πιο εύστοχες συμβουλές στους άλλους, και για τον εαυτό της έδινε ρεσιτάλ αστοχίας. Δεν ανταποκρινόταν στο φλερτ κανενός, με την νοσηρή ελπίδα ότι θα κατέληγαν και παλι μαζί. Να που κατέληξε μόνη, σε έναν ρόλο που έραψε η ίδια στα μέτρα της και συναίνεσε στο να τον υποδύεται, ακόμα και αν το μόνο χειροκρότημα που την ενδιέφερε ήταν το δικό της. Για αυτό και στην επόμενη συνάντηση, δεν εμφανίστηκε ποτέ.
 
 
 
 Δε μπορείς να θυμώσεις για ένα έγκλημα στο οποίο συναινείς. Ούτε μπορείς να επιρρίπτεις ευθύνες σε άλλον για τα δικά σου αυτοκαταστροφικά σύνδρομα. Πολλές επιλογές δεν είναι παρά καρποί εγωπάθειας. Όταν παλεύεις να αποδείξεις κάτι που δεν είσαι, χάνεις αυτό που όντως είσαι. Και αυτό πρέπει να το κρατάς με πείσμα, να μην το αποχωρίζεσαι στιγμή, γιατί ,μαζί με τη στιγμή, θα αναχωρήσει και η αλήθεια σου. Όταν σε μία σχέση μπαίνει μια τελεία, πρέπει να τη σέβεσαι. Να μη βλέπεις στη θέση της αποσιωπητικά. Να μη φαντασιώνεσαι εναλλακτικά σκηνικά που σου απαλύνουν τον πόνο. Αλλιώς, οι φρούδες ελπίδες θα σε απελπίσουν, η μανία να διασώσεις κάτι που έχει παραδοθεί στη φθορά, θα σε ισοπεδώσει. Να ξέρεις να φεύγεις, την κατάλληλη στιγμή. Αλλιώς θα μένεις να συντηρείς μάταια κάτι που έχει ήδη αποβιώσει. Η χειρότερη μορφή θανάτου είναι αυτή που εσύ επιλέγεις.
 
Μετά από καιρό, όλως τυχαίως, πέρασε από το σημείο των κρυφών συναντήσεων. Ήταν πάλι κάτω από τον ανέφελο ουρανό του Απρίλη, μόνο που η ψυχή της δε γύρευε κάτι ανήσυχη. Αυτάρκης απολάμβανε την πανεμορφία του απογεύματος, ρίχνοντας ένα βιαστικό βλέμμα στην παλιά της μορφή που άφησε πίσω.

Παρασκευή 10 Απριλίου 2015

Ένα Όνειρο την Άνοιξη

Το φως έμπαινε από τις γρίλιες σαν ενοχλητικός εισβολέας. Ήθελε να χαθεί στο βαθύ σκοτάδι της, σε εκείνο που χωρούσαν οι θύμησες όλες σε εναγκαλισμό με τον πόνο. Με έναν πόνο που αγκιστρώνει τη στιγμή, αιχμάλωτή του και έρμαιο την κάνει, ένα αιώνιο μαρτύριο. Να μη μπορεί να αγαπήσει πια, να μην έχει τίποτα να δώσει, να μην τρέφει τη νοσηρή προσδοκία για αντάλλαγμα. Ξύπνημα σε μία Άνοιξη αναβλητική. Ακόμα και η φύση, τιμωρός της ανθρώπινης μωρίας.
 
Τι να τον κάνεις τον ήλιο όταν δεν το αντέχεις καν; Όταν σου υπενθυμίζει το σκοτάδι, το αδιέξοδο μέσα σου; Η Άνοιξη είναι δυσβάσταχτη χαρά, όταν έχεις μάθει να ερωτοτροπείς με τη θλίψη . Πάντα παράταιρη θα έρχεται δίπλα σου, ειδικά όσο πασχίζεις να ξεγλιστρήσεις.
 
 Να που το ξύπνημα αυτό τη βρίσκει σε άλλο τόπο και άλλο χρόνο. Δεν αναγνωρίζει κανέναν, δε γνωρίζει τίποτα. Βλέπει τριγύρω κάτι αλαφιασμένες φιγούρες να αντανακλώνται με αυταρέσκεια σε έναν ταλαιπωρημένο καθρέφτη. Μέσα από τα προσωπεία τους, παραμορφώνεται και αυτός. Κάτι μουρμουρίζουν όλη την ώρα, κενό από νόημα, συμβολίζει το κενό μέσα τους. Την έλλειψη που γεννά η αρρωστημένη επιθυμία για ολοκλήρωση. Μέσα από λάθος δρόμο. Βιαστικό, θρασύδειλα απλό, μια βασιλική οδός για αυτό που λαχταρούν, πατώντας επί πτωμάτων. Στα ακατάληπτα λόγια τους, κεφάλια γνέφουν καταφατικά, ανταπαντούν  με ισόποσες δόσεις υποκρισίας, λογαριάζουν σιωπηλά ποια θα είναι η επόμενη ζαριά τους.
 
Σε κάποιο μορφασμό τους, σε κάποια αδιόρατη έκφρασή τους, είναι σα να ξαποσταίνει ο θεατρινισμός και επανέρχεται το οικείο. Κάτι της  θυμίζουν, αλλά σύντομα το λησμονεί. Ξένη, ανάμεσα σε ξένους. Φοβήθηκε κάποτε να ξεστομίσει ένα αντίο, μα τα αντίο τα λέει ο χρόνος, με τον πιο απίθανο τρόπο.
 
Όσο και αν επιμένει να συντηρεί τα προϊόντα του χρόνου όπως ήταν, εκείνος τα μετασχηματίζει με καταστροφική μανία, τα αλλοιώνει, τα θανατώνει, τα αναγεννά. Το μη αναγνωρίσιμο, σωτήριο όσο και σκλαβωτικό. Γιατί αυτές οι αλλόκοτες μορφές την πλησιάζουν με ένα παράξενο χαμόγελο στα χείλη, άλλοι κρατούν λουλούδια και άλλοι τείνουν τα χέρια τους, της εύχονται χρόνια πολλά, μετά βίας καταλαβαίνει τι λένε. Την ενημερώνουν ότι μεγάλωσε κατά ένα χρόνο και εκείνη ψάχνει να βρει το ρολόι που άφησε το χρόνο στάσιμο στους δείκτες του και αυτός έτρεξε σαν τρελός. Νιώθει τόσο μικρή, νιώθει να μικραίνει στη ματιά τους, ποιοι είναι όλοι αυτοί, ποια είναι η ίδια μέσα από τα γυάλινα μάτια τους; Ακόμα πιο ξένη, όλα έσβησαν στο λεπτό, το φως πλημμύρισε αδιάκριτα το δωμάτιο, τα λουλούδια εμφατικά της θυμίζουν την ανυπόφορη άνοιξη, ο καθρέφτης της φιλοξενεί τώρα το ναρκισσισμό αυτών των αγνώστων.
 
 
 
Μένει να ονειρεύεται κάτι εποχές που περίμενε την άνοιξη σαν μικρό παιδί, που μεγάλωνε στην ψυχή και στο μυαλό, κέρδιζε την αλήθεια της μέσα από βλέμματα αγάπης, τραβούσε την κουρτίνα να κυριαρχήσει το φως στο χώρο, έβγαινε με το ποδήλατο πρωί και επέστρεφε με τη δύση του ήλιου σπίτι. Τότε που τα πρόσωπα ήταν οικεία και απλά, μιλούσαν ακόμα και χωρίς λέξεις, χαμογελούσαν και ήταν αρκετό. Η Άνοιξη ήταν παρούσα ακόμα και αν το τοπίο επέμενε να σκεπάζει τα πάντα με χιόνι. Δεν ήταν ξένοι, δεν ήταν ξένη, μόνο η αγάπη τους ένωνε σε μέρες ηλιόλουστες, σοφές. Ερχόταν η νύχτα και το σκοτάδι έφευγε, ο χρόνος κυλούσε μόνο στους δείκτες του ρολογιού, γιατί όσο και αν έτρεχε, παρέμεναν νέοι. Ή Άνοιξη μέσα τους δεν έτρεμε μπροστά στα χειμωνιάτικα φόβητρα, ήξερε πόσο εφήμερα είναι. Έχει ο καιρός γυρίσματα, ψιθύριζε, και στεκόταν νηφάλια σε μια γωνιά, για να τα απολαύσει.
 

Σάββατο 28 Μαρτίου 2015

Μνήμες από Εσένα

Γέμισε ο κόσμος με τη μορφή σου. Αντανάκλαση θολή στους καθρέφτες του σύμπαντος. Όλα τα μικρά και τα μεγάλα σου, καμαρώνουν σε έναν επίμονο αντικατοπτρισμό. Σε βλέπω πίσω από τα άχαρα κτίρια όλο γκρίζο και σκόνη παραίτησης. Στα πρώτα ανοιξιάτικα τραπεζάκια που στήνονται στο δρόμο δειλά και στολίζονται με τουλίπες  και μαργαρίτες. Στα βήματα των ανθρώπων τα βιαστικά, στις αλλόκοτες γκριμάτσες τους, στα μπαχαρικά που βομβαρδίζουν την όσφρησή μου, σε πάντρεμα με την ανίκητη οσμή του φρεσκοκομμένου ελληνικού καφέ. Σε εκείνη τη λαχτάρα για ένα παγωτό μηχανής,κάπως έτσι ξεγελούσαμε τα φιλέκδικα καλοκαίρια μας. Στην ανάγκη μου να ανασύρω λίγη άνοιξη μέσα από τον παρατεταμένο χειμώνα. Μέσα από τα μάτια σου έκανα επίθεση στα καιρικά τερτίπια. Κάθε χρόνο, τέτοια εποχή., μια πλημμύρα δυνατοτήτων σάρωνε τον αρνητισμό μου. Η ζωή έμοιαζε τόσο απλή και μαγική, όπως μια ηλιόλουστη βόλτα και ένα ποτήρι κρασί. Η ακινητοποίηση της σκέψης, το να αρπάζεις τη στιγμή που τρέχει, και σε ξεγελάει. Να την ξεγελάς εσύ, μόνο έτσι δε θα σε φθείρει ο χρόνος, μου έλεγες με το ύφος της χαρακτηριστικής σου ηρεμίας. Αυτή η νηνεμία σου, που τιθάσευε τη δική μου τρικυμία! Μια θαλασσοταραχή φόβων, που κατεύναζες στη στιγμή. Κλειδαμπάρωνες τη χαρά σε μυστικά απέριττης σοφίας και δεν ξεγλιστρούσε από εκεί, ακόμα και αν ένα ολάκερο σύμπαν σε αμφισβητούσε.

 Ανακωχή, έλεγες. Ανακωχή με τα εσωτερικά δαιμόνια. Είμαστε δημιουργοί της δυστυχίας μας, και ακόμα πιο δυστυχισμένοι που επιρρίπτουμε το φταίξιμο σε άλλους. Για να νιώσεις ελεύθερος, πρέπει πρώτα να σπάσεις τα αυτοδημιούργητα δεσμά σου. Πονάει όμως, γιατί είναι σε ένα βαθμό βολικά. Αν τα σπάσεις, θα έρθεις αντιμέτωπος με μία ευτυχία που μοιάζει αφύσικη. Είναι σα να χώρεσαν μέσα της όλοι εκείνοι οι θεόρατοι φόβοι σου, και τους αφομοίωσε μεμιάς. Είναι πιο εύκολο να κυνηγάς την ευτυχία από το να την αντιμετωπίζεις. Γιατί πρέπει να αφεθείς ελεύθερος, και τα δεσμά κάποτε μεταμφιέζονται σε άλλοθι αποφυγής της αλήθειας.
 
Μα πάει καιρός και αυτή η Άνοιξη γελάει δυνατά μέσα από τις παράδοξες αναβολές της. Δεν είχαμε δα και ραντεβού, για αυτό και την προσμένω με λαχτάρα. Κι εσύ, απών, και πιο παρών από ποτέ, να σκαρφαλώνεις στα αμφίθυμα σύννεφα που βάφουν τον αιθέρα ολόμαυρο .
 
 Είναι οι μνήμες ανάγκη αναβίωσης μιας παρελθούσας στιγμής που κάνει και το μέλλον πιο διαυγές; Ή ληστρικοί επιδρομείς του τώρα, που σφραγίζουν τις εξαρτήσεις από το χθες; Μέσα από εσένα, βρίσκω το κουράγιο να θυμάμαι. Και σε απαντάω στο τώρα, το χθες και το αύριο, και δε μπορώ να ξεχωρίσω ποιο είναι ποιο, σαστίζω μπροστά στον χρόνο που θέλει να με σκλαβώσει σε ένα θανατηφόρο λήθαργο. Μου αρκεί που είμαι μαζί σου, και νοερά ακόμη, και σε αγαπώ πιο δυνατά, ως το άπειρο, ως εκεί που χρόνος δεν υπάρχει και κάθε σου μνήμη γίνεται ανάσταση της διαχρονικής μας ευτυχίας.

Πέμπτη 19 Μαρτίου 2015

Για λίγη Αλήθεια

Κοντοστέκεται, περιμένοντας μια απάντηση. Σταράτη και ντόμπρα. Οι λέξεις, συνεργοί του ψέματος, ακροβατούν στην αβεβαιότητα. Η αλήθεια δεν καταβάλλει προσπάθεια για να ειπωθεί. Λιτή, στιβαρή, συχνά ασήκωτη. Πλέγμα τώρα από περίτεχνες λέξεις περίτρανα αποπειράται να τη φονεύσει. Κλασικά, το πρόταγμα του ''Εγώ'', η αιώνια επιθυμία της να βρίσκεται στο επίκεντρο, ζητιανεύει ξανά το κανάκεμά του, κλείνει τα αυτιά μπροστά στη δική του ύπαρξη. Τον συρρικνώνει, τον αφανίζει. Στροβιλίζεται σε έναν αέρα παγερό, με τη λήθη να χαχανίζει εις βάρος της αφέλειας, εκείνης της βλακώδους προσωπικότητάς του με την τόση ανεκτικότητα, που επιμένει να είναι αδιόρθωτη στους αιώνες. Θα απελευθέρωνε κάποια στιγμή την καλή της πλευρά, σκεφτόταν, το είχε βάλει πείσμα να την αφυπνίσει, μα δεν είχε σκεφτεί πως ίσως να μην υπάρχει καν.
 
Συνήθιζε να προσλαμβάνει μια εικόνα του κόσμου βολική, μια ερμηνεία που διαστρέβλωνε το κάθε τι, μόνο και μόνο για να μην έρθει σε μετωπική σύγκρουση με την αλήθεια. Πάνω από όλα, να επιβιώσει ο εαυτός της, ακόμα και μέσα από τα τρωτά του. Να είναι στο προσκήνιο, να κάνει αίσθηση, να προκαλεί τον αντίλογο, τη διέγερση της σκέψης. Στην απόπειρά της να διασώσει ένα υπερτροφικό ''Εγώ'', δολοφονούσε κατά συρροή την αλήθεια. Δίχως ελαφρυντικά. Το σκοτάδι της προξενούσε ένοχη θαλπωρή. Τα πλάσματα της φαντασίας της θέριευαν εκεί, μπορούσε να αναδημιουργήσει νοερά τα γεγονότα, μέχρι να δώσει την πιο γλαφυρή παράσταση.
 
Το πρώτο φως της μέρας την τραυμάτιζε. Οι ατελείς της όψεις φάνταζαν αποκρουστικές, σε έναν ακραίο, κακόγουστο καλλωπισμό. Στην τσιμεντένια πολιτεία, οι κριτές είναι αδιαπραγμάτευτα αυστηροί. Αποθεώνουν την εικόνα, αν είναι αψεγάδιαστη ακόμα και στην πιο ταπεινή της λεπτομέρεια. Η ουσία δεν μετράει καθόλου, αρκεί να χαντακώνεται εντέχνως. Δεν έχει χώρο εδώ ο συναισθηματισμός, ποτέ δε θα της συγχωρούσε ένα δάκρυ κάποιας συγκίνησης που αποστάτησε από τις ελεγχόμενες αντιδράσεις της.
 
Πρέπει να μάθει να ζει χωρίς να ξέρει. Χωρίς να τη νοιάζει να ανοίξει εκείνη την πόρτα που μετά βίας διακρίνεται. Να γραπώνει τη ζωή, χωρίς πολλή σκέψη, γιατί αλλιώς θα χαθεί η ζωή, θα χαθεί και η ίδια.
 
 Ο πιο επίφοβος βαθμολογητής είναι ο εαυτός της. Επιθεωρητής σωστός. Κάνει τον υπόλοιπο κόσμο ένα κοπάδι κριτών, έτοιμων να αναλύσουν κάθε της αστοχία. Να τη μάθουν να καταπνίγει αυτά που όντως της δίνουν απόλαυση. Να φαίνεται δυνατή. Ατρόμητη. Να μη σταματάει πουθενά. Σε αιώνια εξάντληση η ζωή, όλα να μεταλλάσσονται σε είδωλα ενός βουλιμικού εαυτού, σε όλα να αντανακλάται η αχόρταγη επιθυμία της να την αποδεχτούν, ο φόβος του περιθωρίου, εκείνη η οχληρή αίσθηση πως όλα τα πήρε λάθος και έμεινε μόνη.
 
 Τελευταία, όμως, την παρατηρεί να χαμογελάει στο σκοτάδι. Να μην την τρομοκρατεί το εκτυφλωτικό φως της μέρας. Να μεταμορφώνεται η τσιμεντένια πολιτεία στα μάτια της που σαγηνεύονται από ένα δικό της όνειρο. Να ξεστομίζει όχι στις υπαγορεύσεις. Σα να διψά να πάρει απόσταση από τη θηριώδη εγωμανία της και να λαχταρά επαφή με τον Άλλο. Με την αλήθεια του, να νιώσει την ανάσα της ανακουφισμένη μέσα στο χρόνο που καλπάζει, να κλείσει τα αυτιά της στα χυδαία ψέματα που τη βομβαρδίζουν κάθε μέρα, να μην φοβάται να αντικρύσει τη δική της αλήθεια.. πως μισή περιπλανάται αποζητώντας συμπλήρωση. Πως η αυτάρκεια είναι μια αλαζονική αυταπάτη, οι εξαρτήσεις της την κάνουν αληθινή.
 
 Στο σημείο που ακούει πραγματικά τον άλλο, αντί να στήνει διάλογο με τον εαυτό της. Εκεί, όπου επιτρέπονται τα λάθη, αρκεί να είναι αληθινά. Εκεί όπου η αλήθεια είναι ο μόνος τρόπος για τη λήθη του προβληματικού της εαυτού. Εκεί τη συναντά, και την ερωτεύεται ξανά. Από το μηδέν. Για λίγη Αλήθεια.

Τετάρτη 11 Μαρτίου 2015

Τελειομανία

Η αιώνια έλλειψη. Αυτό που λείπει για το ιδανικό. Η αποθέωση της ουτοπίας. Μα αν νιώθεις κάτι να σου λείπει, κίνητρο να γίνεται να ολοκληρωθείς. Κάθε μέρα μοιάζει με παρέλαση του ημιτελούς. Η ίδια αίσθηση ανεπάρκειας ληστεύει την ομορφιά του φευγαλέου, που γίνεται ακόμα πιο όμορφο όταν φεύγει, ακριβώς επειδή χάνεται αγέρωχο στη φυγή του. Υπάρχει ασύλληπτη ομορφιά στο ανεπίστρεπτο γιατί τολμά να γίνει καταληκτικό. Χάνεται όπως είναι, χωρίς περιθώριο συμπλήρωσης, αλλοίωσης, χωρίς να δίνει δεύτερη ευκαιρία. Οι δεύτερες ευκαιρίες είναι για εκείνους που πεθαίνουν μέσα στις νομιμοποιημένες αναβολές τους.
 
 Νιώθεις κάθε μέρα ανεπαρκής, σα να επωμίζεσαι ρόλους που ενσαρκώνεις χωρίς ταλέντο μα και χωρίς πνοή. Δε νιώθεις καλά με εσένα και αυτό αντανακλάται σε όλα σου. Υποσυνείδητα συγκρίνεσαι με τους πάντες, σε έναν άτυπο μαραθώνιο συσχετισμών, και πάντα οι άλλοι έχουν βρει τη χρυσή τομή και το κλειδί για την τελειοποιημένη ζωή. Κατηγορείς τον άχρηστο εαυτό σου, γεμίζεις ενοχές, βρίσκεις πως η ζωή  έχασε το ενδιαφέρον της. Ο ψυχαναγκασμός της τελειομανίας πάλι παρών. Πρέπει να πετυχαίνεις πιο πολλά, πιο σπουδαία. Να δουλεύεις σκληρά, να αποδεικνύεις πως αξίζεις, πως οι δυνατότητές σου είναι ανεξάντλητες, πως δεν εφησυχάζεις. Σε μία ατέρμονη προσπάθεια να αποδείξεις ότι δεν είσαι ένα επίγειο ον με όρια και αντοχές, αλλά κάποιο θεϊκό πλάσμα που όλα τα μπορεί, κλείνεσαι στον εαυτό σου και πέφτεις σχιζοφρενικά στη δουλειά. Η επαφή με όσους(νομίζεις)πως αγαπάς σε δεύτερη μοίρα, αναπόφευκτα. (Αυτά που δε μπορούμε να αποφύγουμε, είναι εκείνα που εμείς επιλέγουμε. Τίποτα  δε μας φορτώνεται από κάποια άκαρδη μοίρα. )
 
Αφήνεις το χρόνο να κυλά σε υπερωρίες. Κάποια εξωγενής δύναμη, αόριστη και μυστήρια, απορροφά και το τελευταίο ίχνος συναισθήματος από μέσα σου. Κοιτάζεις όσους νόμιζες ότι ήξερες και είναι σαν άγνωστοι συνεπιβάτες σε τρένο που προσεύχεσαι να κοιμηθούν, να μη σε ζαλίζουν με τις αδιάκριτες ματιές τους. Όμως, νιώθεις ότι πας μπροστά. Έχεις, ήδη, συλλέξει επαίνους και διθυραμβικά σχόλια για τη δουλειά σου και αναμένεται ακόμα σημαντικότερη επιβράβευση. Δε μπορεί, σκέφτεσαι, κάτι κάνω σωστά. Βρήκα στόχο, η προσπάθεια δικαιώνεται, και πρέπει να βάλω τα δυνατά μου για το επόμενο επίπεδο. Κάπως έτσι, ξυπνάς μια μέρα και είναι θεοσκότεινα έξω. Κανείς δε σε αναζητεί, το τηλέφωνό σου χτυπάει μόνο από κάποιο συνάδελφο, τα σαββατοκύριακα κοιτάζεις αμήχανα τη βουβή οθόνη του κινητού σου και καταλήγεις μόνος. Είσαι μόνος. Μάλλον αποκοιμήθηκαν όντως οι συνεπιβάτες σου, έτσι όπως τους άφησες να σε ξεχάσουν , έτσι αναπόφευκτα που τους ξέχασες και εσύ. Θα είναι επειδή κάθε φορά που τους έβλεπες, μονολογούσες για τα κατορθώματά σου και δεν άκουγες λέξη από όσα προσπαθούσαν να σου πουν. Ούτε τα βλέμματά τους ''άκουγες''. Μέσα στη συσκότισή σου, τόλμησες να σκεφτείς με υπεροψία ότι δεν άντεξαν την επιτυχία σου, για αυτό εξαφανίστηκαν.
 
Η τελειομανία, είναι μια κατάσταση εμμονικής προσήλωσης σε ένα ιδανικό. Αυτό, μπορεί να κατασκευάζεται από την κρατούσα αντίληψη, αλλά και να συνιστά ιδιόρρυθμο καρπό της δικής μας αντίληψης. Οι ατέλειες μπορούν να γίνουν ευεργετικές, αν τις αποδεχθούμε ως δικές μας πραγματικότητες, ως πινελιές διαφοροποίησης, ως οχήματα αυτοβελτίωσης. Ο τελειομανής δε μπορεί να διαχωρίσει το ουσιαστικό από το ανούσιο, αφού μόνο ένα πράγμα είναι σημαντικό, αυτό που θα τον οδηγήσει στην τελειότητα. Αναπτύσσει έναν κώδικα αντίληψης εντελώς μονοδιάστατο, κρίνει τον εαυτό του με υπέρμετρη αυστηρότητα, συχνά αυτομαστιγώνεται και καταπιέζεται. Απομακρύνεται από τον περίγυρο γιατί του κλέβει πολύτιμο χρόνο από την ενασχόλησή του με τον αυτοσκοπό του. Τον καταδιώκουν ενοχικά σύνδρομα όποτε αποκλίνει από το σαφώς καθορισμένο του πρόγραμμα. Νιώθει ευτυχής όταν επιβραβεύεται: με χρήμα, προαγωγή, μπράβο, χειροκρότημα. Ζει για την επιβεβαίωση από τους τρίτους, ενώ ο ίδιος αναιρεί την αξία του. Συχνά αποφεύγει να αντιμετωπίσει θαρραλέα τα πραγματικά δεδομένα, και επιλέγει να κρυφτεί πίσω από το ανεξέλεγκτο κυνήγι μιας ουτοπίας.

 
Η τελειότητα είναι μια αυταπάτη. Οι ελλείψεις μας είναι εκείνες που μας διατηρούν ψυχικά υγιείς. Οι πιο πολλοί επιδιώκουν την πληρότητα, ενώ δεν είναι έτοιμοι να τη χειριστούν. Τα λάθη και οι αδυναμίες είναι δείκτες φυσιολογικότητας, αλλά και απόδειξη προσπάθειας. Πολλές φορές, τα λάθη είναι προαπαιτούμενα για την εύρεση της λύσης. Η ευτυχία κατοικεί στα λάθη μας, αρκεί να γίνουμε ικανοί να τα αποκρυπτογραφούμε.
 
Ο τελειομανής δε μπορεί να γίνει τέλειος γιατί παραδίδεται στην εμμονή του. Δε μπορεί να γίνει ευτυχής γιατί δεν είναι ισορροπημένος. ΄Εχει μάθει να ζει μέσα από τη μανία του για κάτι. Και αν κάπου βιώνει μια παράξενη ανταμοιβή, κάπου αλλού θα τον περιμένει ένας αβάσταχτος πόνος. Κάθε τι υπερβολικό έχει το τίμημά του. Και έπειτα, τι θα ήταν αυτός ο κόσμος χωρίς κάτι μικρό να επεμβαίνει στη φαινομενικά άψογη εικόνα του; Ένας άψυχος πίνακας, στραγγισμένος από συναίσθημα. Το άψογο είναι και άψυχο. Καμία σπουδαία αίσθηση δεν απαντάται μακριά από την αληθινή ψυχή. Με όλα της τα παράδοξα. Καμία φοβερή περιπέτεια δεν εμφανίζεται στους καθιερωμένους δρόμους. Καμία αγάπη δεν ανθεί στην ασφαλή προβλεψιμότητα.
 
Η τελειότητα δεν αγγίζεται, απλώς βιώνεται. Μπορεί να τη νιώσεις όταν τίποτα δεν είναι τέλειο, όταν η εικόνα για αυτή έχει αναποδογυριστεί μέσα από μια δική σου ανατροπή, όταν γίνεσαι μεγάλος παραδεχόμενος τη μικρότητά σου. Θα τη νιώσεις όταν συλλάβεις τον εαυτό σου να θέλει να δοθεί, μέσα από τις ελλείψεις του. Να αγαπάς κάποιον ακριβώς για αυτές τις σωτήριες ελλείψεις. Όταν , πια, η προκατασκευασμένη εικόνα για το ιδανικό, σε κάνει να γελάς με νόημα, και καταλάβεις ότι η ευτυχία δεν είναι τόσο συμβατική ώστε να συμπορεύεται με την επιτυχία. Όταν ο κόσμος ο ανίδεος θα σε χλευάζει, αλλά εσύ θα είσαι χαμένος στο δικό σου κόσμο...της παράλογης αρμονίας. Όταν μέσα από τις αντιφάσεις σου, θα νιώσεις για πρώτη φορά αυτάρκης. Όταν η αγάπη για τον εαυτό σου, θα συναντά την ισχυρότερη αγάπη για τον 'Άλλο και όλα θα τα αναθεωρείς, και όλα θα γίνονται ξανά.

Κυριακή 8 Μαρτίου 2015

Έρωτας, όπως ο Μάρτης

Το πρωινό ήταν νεφελώδες, με αναλαμπές ηλιοφάνειας. Η αναποφασιστικότητα του Μάρτη, στο ζενίθ. Αμφίθυμη η μέρα, όπως και η ψυχή του. Ποικιλία διαθέσεων, σαν προπαρασκευή για αυτό που επιθυμεί, για αυτό το ανομολόγητο που σκαρφαλώνει στις άκρες των χειλιών του. Μέρες πέρασαν, με τη στυφή γεύση της προδοσίας να τον τυραννάει. Την προδοσία δεν ξέρεις πώς να την χειριστείς, αίφνης σε αφήνει λειψό, κατεδαφίζοντας τον κόσμο όπως τον ήξερες.
 
 Πίστεψε σε εκείνη, στη γοητευτική της απλότητα, το πόσο ψύχραιμη ήταν όταν όλα γύρω της κατέρρεαν, στο μελωδικό της γέλιο, στη μανία της να ξετρυπώνει νέα στέκια και να κατασκηνώνει εκεί για μήνες. Πίστεψε πως ζούσε νέα εποχή. Αποχή από το μονόχνωτο εαυτό του που γυρνούσε σε όλη την Αθήνα πεζός, μήπως και ξεχάσει τη μοναχικότητά του. Μέχρι και τις διακοπές τους τόλμησε να καταστρώσει, σε ένα απόμερο καταφύγιο, μόνο το μπλε της θάλασσας, μόνο νηνεμία. Να που όμως εκείνη άλλαξε διάθεση με τη συχνότητα που αλλάζει στέκια. Βαρέθηκε, της έφυγε, ενθουσιασμός ήταν και εξανεμίστηκε. Και να που ο εαυτός του ,του στήνει καρτέρι στη γωνία, πιο μονόχνωτος από ποτέ, αδύναμος, σκυφτός, να παραπαίει μέσα σε δραματοποιημένα αινίγματα. Οι βόλτες που συνήθιζε να κάνει έμοιαζαν με μοναδική παρηγοριά, ειδάλλως θα τρελαινόταν, έγκλειστος στο σπίτι, να αναμοχλεύει τα γεγονότα.
 
Προτιμότερο να τα σεβόμαστε τα γεγονότα. Να μην τα χρωματίζουμε, να μην τα αλλοιώνουμε με βολικές ερμηνείες. Να τα αφήσουμε, όπως τα βιώσαμε. Εκεί εξαντλείται η αυθεντική τους υπόσταση. Έπειτα, παράγωγα δικά μας είναι, απόπειρες να ξορκίσουμε την καταλυτική τους επίδραση πάνω μας, προσπάθεια να αντιδράσουμε απέναντι στον αιφνίδιο χαρακτήρα τους. Η μνήμη, άλλωστε, ακολουθεί το δικό της δρόμο. Είναι πάντα παρούσα, να μας θυμίζει αυτό που παρήλθε, ακόμα και αν επιμένουμε να το διασώσουμε. Μπορεί να μας ακολουθεί εσαεί, να γίνει σημείο αναφοράς, να μας στοιχειώνει. Αυτό δεν αναιρεί το γεγονός ότι έληξε, ότι είναι μνήμη μόνο, που έστω και αθέλά μας διανθίζουμε με υποκειμενικά στοιχεία.
 
Περπατάει όλη μέρα, ακόμα και με τις ξαφνικές μπόρες του Μάρτη. Παρατηρεί τον κόσμο και αυτό που αποκομίζει είναι ότι οι πιο πολλοί κινούν για το δρόμο τους ανέκφραστοι, σα να φοράνε ένα προσωπείο που προασπίζει τα όρια του ζωτικού τους χώρου. Η έκφρασή τους φαγωμένη από τη ζωή, η άμυνα αναρριχάται, οι ματιές σκύβουν άτολμες, τα βήματα μηχανικά, εκτελούν μια τυποποιημένη διαδρομή. Φιγούρες λαβωμένες από το φόβο, υπερασπίζονται τον εαυτό τους προκαταβολικά, στη βεβαιότητα της επικείμενης επίθεσης, από έναν άγνωστο. Μια κοινωνία αγνώστων, γυρεύει τη γνώση. Γιατί μόνο σε αυτήν απαντάται η ελπίδα. Μόνο που η γνώση προαπαιτεί αντικομφορμιστική διάθεση. Παραδοχή της άγνοιας, διάθεση για μηδενικά σημεία αφετηρίας. Για να μάθεις, πρέπει να γίνεις αρκετά γενναίος ώστε να παραδεχθείς πως δεν ξέρεις τίποτα. Πως όσα ξέρεις είναι πλανερά κατασκευάσματα του νου, της κοινωνίας, των ανθρώπων που σε ενέπνευσαν. Πως οι εντυπώσεις σου από τον κόσμο είναι υποκειμενικές προσλήψεις, επιλεκτικές απορροφήσεις του φαινομενικού, και σε καμία περίπτωση δε στοιχειοθετούν αντικειμενική γνώση. Μα υπάρχει η ανάγκη να νιώθεις πως κάτι ξέρεις, πως κάτι έμαθες, πως όσα έζησες σε δίδαξαν κάτι, πως δεν ήταν ολότελα ανώφελα. Το μηδέν σε τρομοκρατεί, αλλά κάποιες φορές είναι η μόνη ελπίδα για εξέλιξη.
 
Αυτά τα αλλόκοτα σκέφτεται ενώ ενοποιείται στο βουβό πλήθος, ενώ ψάχνει εναγωνίως κάπου να ανήκει. Φωτογραφίζει με ευκρίνεια κάθε χρωματιστή λεπτομέρεια μιας πόλης που αγαπάει για τις αντινομίες της, σαν ένα ψηφιδωτό με ετερόκλητες ψηφίδες και παράταιρα χρώματα που συνολικά δίνει μια αίσθηση αρμονίας. Οι αντιφάσεις και οι βίαιες, σχεδόν, εναλλαγές εικόνων τον αφήνουν ελεύθερο να σκεφτεί- ή να απολαύσει το έπακρο την εκεχειρία των μαχόμενων σκέψεων του. Η ανωνυμία, η απενοχοποίηση του κραυγαλέου, το ανακάτεμα τόσο αλλιώτικων στυλ, τον βοηθούν να παίρνει απόσταση από στερεότυπα, ενώ αναζητεί τη δική του έκφραση. Πρέπει να γυρίσει στη μοναχικότητά του, στη μοναξιά που αγαπούσε. Κρυφοζεί εκεί κάτι παράφορα αληθινό. Η εφήμερη συνάντησή του μαζί της, τον έκανε να ξεχάσει τον κόσμο του, και όμως αυτός του έδινε έκφραση.
 
 Αυτό το αιώνιο λάθος, να εγκαταλείπεις όσα αγαπάς, για να αγαπήσεις με ορμή ένα πρόσωπο. Η εγκατάλειψη του εαυτού του είναι πολύ πιο οδυνηρή από οποιαδήποτε άλλη. Γιατί ό, τι και αν συμβεί, θα έχει τους δικούς του κώδικες, το δικό του καταφύγιο. Το να δίνει τον εαυτό του μεμιάς είναι αυτοκαταστροφή. Αυτό δεν τον υπαγορεύει ο πληγωμένος του εγωισμός, αλλά η συνετή του πλευρά. Σύνεση και έρωτας δεν συμβαδίζουν, αλλά η διαφύλαξη ενός κομματιού του αλώβητου από τον Άλλο, ειδικά στην αρχή, δε θα τον έκανε έτσι αμήχανο τώρα, έναν περιπλανώμενο δίχως έκφραση, με τη σιωπή του κόσμου ανυπόφορη πάνω στους ώμους του.
 
Ο έρωτας τον έκανε να βλέπει υποσχέσεις εκεί που δεν υπήρχαν καν λόγια. Πυροδότησε με ζωηράδα τη φαντασία του, τον έκανε να σχεδιάζει το αβέβαιο. Ο έρωτας όμως στην ουσία δεν υπόσχεται τίποτα. Αμφίθυμος, όπως ο Μάρτης, τον κρατάει σε εγρήγορση, χωρίς καμία εγγύηση για κάτι, τον αφήνει αβοήθητο ανάμεσα σε αφελείς εξισώσεις και ημερομηνιακούς υπολογισμούς, τον ξεγελάει με ηλιόλουστα πρωινά που τα διαδέχονται ανατρεπτικοί καταιγισμοί. Περιπέτεια είναι ο έρωτας, όλο απρόσμενες μεταπτώσεις και παράλογες ακροβασίες, και αν μετά από αυτόν επιζήσει έστω και ένα κομμάτι του προσώπου σου, θα πρέπει να νιώθεις τυχερός. Ξόδεμα και απώλεια ο έρωτας. Απώλεια του εαυτού σου, είτε για να συναντήσεις μια πιο ολοκληρωμένη εκδοχή του, είτε για να τον εφεύρεις ξανά, μετά το χαμό του.
 
Μην ψάχνεις στο εφήμερο τη δική σου αιωνιότητα, αλλιώς δε θα μπορέσεις να χαρείς ούτε αυτό. Στους αμφίθυμους έρωτες θα δεις και τη δική σου σταθερότητα να κλονίζεται.
Θα εύχεσαι απλά να φύγουν , όπως ο Μάρτης που σε διχάζει και σε δαιμονίζει, έτσι άστατος πού είναι, και βυθίζει και εσένα  σε έναν ωκεανό αστάθειας.
 

Πέμπτη 5 Μαρτίου 2015

Η χαμένη (αυτο)πεποίθηση

Ξημερώνει μέσα από όνειρα αιματηρά. Η πραγματικότητα διεισδύει στα όνειρα και τα σαρώνει. Με το γυάλινο μάτι της τα ατενίζει, περιφρονεί τις προσδοκίες τους, καγχάζει. Πανόπτης, σε μία κοινωνία θεάματος και μόνο. Η ουσία που γλιστράει πίσω από προσχήματα, κλισέ και ατάκες ημιμάθειας. Έμαθε να ξυπνάει μαζί με την απόγνωση. Πεπεισμένη πως όλα θα είναι τα ίδια, πως μπορεί πια να τα προβλέπει, τίποτα πια δεν την εκπλήσσει, τίποτα δεν την μαγεύει. Δυνατότητες που ακυρώθηκαν μέσα από μισόλογα, αιχμηρά σχόλια, συνοφρυωμένα βλέμματα, μειδιάματα χλευαστικά. Την έπεισαν πως όλα εκείνα στα οποία πίστευε, εκείνο το ορμητικό ποτάμι δυνατοτήτων και εναλλακτικών επιλογών που φρονούσε πως βρισκόταν εμπρός της, δεν ήταν παρά μια παιδική ουτοπία, σαν αυτές που όλα τα εφηβικά μυαλά αγαπούν να αναπαράγουν. Στην πρώτη προσγείωση, η Λήθη καμαρώνει. Κάπου εκεί είναι που παρασύρεται στο χωνευτήρι του κόσμου, αρνείται το πρόσωπό της, γίνεται μία από το ομοιόμορφο πλήθος. Βαδίζει τυφλά, σαν υπνωτισμένη, εξασκείται στο να μη βλέπει, να μην ακούει, να μη μιλάει. Ακολουθεί μόνο, αυτό που θα της υπαγορεύσουν ως μονόδρομο. Να που τελικά δεν ήταν τόσο διαφορετική, ούτε τόσο άξια. Είναι όπως όλοι οι άλλοι, εξημερωμένη, αφιονισμένη, ένα εκτελεστικό όργανο δίχως βούληση, μα πάνω από όλα δίχως πίστη.
 
 
Όταν κανείς δεν πιστεύει σε εσένα, τότε είναι που η αυτοπεποίθησή σου πρέπει να θεριεύει. Να πεισμώνει η φωνή μέσα σου, να δυναμώνει, να παλεύει να εδραιωθεί. Η αυτοπεποίθηση είναι υπόθεση αμιγώς προσωπική. Ανθίζει στο διάλογο με τον εαυτό σου και στο πώς τον μεταφέρεις στον '' έξω κόσμο''. Το πείσμα να αρνηθείς να αφομοιωθείς, να διασώσεις το παιδί μέσα σου, σε έναν κόσμο που επιμένει να γερνάει πριν την ώρα του. Να ξέρεις πως η αξία σου δεν πηγάζει μόνο από ένα κριτήριο, ούτε από την δογματική αξιολόγηση ενός δήθεν ειδήμονα ή ανώτερου. Όσο πασχίζουν να σε υποβιβάσουν, τόσο εσύ να υψώνεις ανάστημα. Μην περιμένεις κανέναν να σε αποθεώσει σε ένα σύμπαν όπου η ανασφάλεια στήνει γιορτή. Ούτε να επαιτείς την κάλπικη επιβράβευση των πολλών. Να μην εφησυχάζεις σε υπερεκτιμημένες επιτεύξεις σου. Να πιστεύεις πως πάντα υπάρχει κάτι πιο ψηλά, κάτι πιο πέρα. Γιατί πάντα υπάρχει. Βρίσκεσαι σε μια αέναη αναμέτρηση με τις δυνατότητές σου που εσύ και μόνο ορίζεις. Ακόμη και αν όλοι σε χειροκροτούν και σε επευφημούν , αν εσύ δεν πιστεύεις σε εσένα, κάνεις την φαινομενική επιτυχία, υπέρτατο αδιέξοδο.
 
Ο εκφυλισμός της αυτοπεποίθησης σε αλαζονεία είναι επικίνδυνος. Να πάρεις τον εαυτό σου στα σοβαρά, να πιστέψεις πως υπερτερεί. Εξίσου παθολογική με την ανασφάλεια η αλαζονεία. Ένα γιγάντιο'' εγώ'' μονοπωλεί το ενδιαφέρον και στις δύο περιπτώσεις. Δύο άκρα που μαρτυρούν το πόσο νοσηρή είναι η εγωπάθεια. Όταν είσαι ανασφαλής χωρίς να είσαι σε θέση να το χαλιναγωγήσεις, υπονομεύεις κάθε προσπάθειά σου να βελτιώνεσαι. Όταν είσαι αλαζόνας, κάνεις το ίδιο, με την πρόσθετη αυταπάτη ότι δεν υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης. Θολή εικόνα δυνατοτήτων, και στις δύο περιπτώσεις. Σημασία έχει ο αυτοκαθορισμός των δυνατοτήτων, χωρίς έξωθεν επιδράσεις. Όταν όλοι αγωνιούν για την αναγνώριση από τους άλλους, εσύ να προσπαθείς να γίνεις καλύτερος άνθρωπος, για να αναγνωρίσεις εσένα. Είναι κρίμα να περνάει μια ζωή και να συμβιώνεις με έναν άγνωστο εαυτό που εκπαιδεύεται να μην πιστεύει σε τίποτα.


 
Κανείς δε θα σε διδάξει πώς να πιστεύεις σε εσένα. Πρέπει, έστω και σε κάτι, να γίνεις αυτοδίδακτος. Αυτή είναι η πιο τραχιά, μα και η πιο ενδιαφέρουσα μαθητεία. Να μάθεις να γυρεύεις όχι την επιτυχία, αλλά την ευτυχία. Να μάθεις να γίνεσαι ικανός για την ευτυχία. Να πιστεύεις σε αυτήν, ακόμα και αν ο κόσμος γεμίζει από εικόνες αιωνόβιας φρίκης. Η ευτυχία, όπως και η πίστη, δεν είναι ευδιάκριτη. Είναι επειδή στην αναζήτησή τους κρύβεται η μεγαλύτερη μαγεία.

Κυριακή 1 Μαρτίου 2015

Στο Δικό σου Χρόνο

Η ζωή δεν υπακούει σε χρονοδιαγράμματα. Δε βαπτίζει κάτι ως φυσιολογικό ή αφύσικο βάσει του χρόνου γέννησής του. Αυτό το κάνουν οι συμβατικοί τύποι που πνίγονται στην ανάγκη να θεωρούνται φυσιολογικοί σύμφωνα με ένα άτυπο, πλην όμως άκρως επισημοποιημένο πρόγραμμα. Όποιος δε αποκλίνει από τα χιτλερικά του προστάγματα, θεωρείται παρείσακτος, περιθωριοποιημένος, ανάξιος, αποτυχημένος, και ούτω κάθε εξής. Και πού είναι το περιθώριο στην αυτόνομη ανάπτυξη της προσωπικότητας; Πού είναι το δικαίωμα στον αντίλογο, στην επιβίωση του διαφορετικού στοιχείου που μοιάζει παράφωνο αλλά εγγυάται την αρμονία της προσωπικής ευδαιμονίας; Γιατί οι άνθρωποι τείνουν να φονεύουν ό, τι κληροδότημα τους καθιστά μοναδικούς; Γιατί η αυθυπαρξία θεωρείται θηριώδης ροπή απομόνωσης; Η αυτάρκεια έχει το τίμημά της, δεν είναι ευλογία. Σηματοδοτεί τη χειραφέτηση από κάθε μορφής εξάρτηση, την ένταξη σε έναν περίκλειστο, αυτοδημιούργητο χώρο, με μόνο φως εκείνο της προσωπικής φωνής. Η περίφραξη του ζωτικού χώρου δεν είναι πάντα ονειρική. Συνεπάγεται μοναξιά οδυνηρή, ανάγκη αυτοεμψύχωσης. συμφιλίωση με τα δαιμόνια που μας τριγυρίζουν. Από την άλλη, ενίοτε αυτή η τάση αναχώρησης από την περιβάλλουσα πραγματικότητα είναι μονόδρομος. Μπορούμε να είμαστε ευτυχισμένοι μόνο μέσα στη μοναξιά μας. Όσο σκληρό και αν ηχεί, εκεί μόνο ανταμώνουμε τον εαυτό μας, που μπορεί να γεννά χιλιάδες συγκρούσεις, εκεί γινόμαστε αυτό που είμαστε, αυτό που άλλοι μας αναγκάζουν να καταπνίξουμε για να είμαστε στα πλαίσια του άτυπου χρονοδιαγράμματος. Στο μικρόκοσμό μας δεν χρειάζονται απολογίες για κάθε αποτυχία που προκύπτει ως αθέτηση αυτού του άτεγκτου χρονικού πλαισίου. Τολμάμε να θέσουμε τους δικούς μας κανόνες- ή να γιορτάσουμε την απουσία αυτών. Φυσιολογικό είναι μονάχα ό, τι η φύση μας αναγνωρίζει ως τέτοιο. Οι έξωθεν φωνές γίνονται ανεπιθύμητα παράσιτα στα οποία δε δίνουμε καμία σημασία. Από την άλλη, είμαστε έρημοι. Έχουμε λησμονήσει στο ημίφως της εκτυφλωτικής μας μοναχικότητας πώς είναι η αλληλεπίδραση. Ξέρουμε πως ουδείς μας αποδέχεται έτσι παράξενοι που καταντήσαμε, να μην αγωνιούμε για τις επιταγές των χρόνων που παρήλθαν έτσι άγονα, να μην ανησυχούμε για την αφύσικη στασιμότητα της ύπαρξης, να χλευάζουμε το, κατά γενική ομολογία, φυσιολογικό.
 
 Μετά από τόσα αγχωτικά σύνδρομα για την πάροδο του χρόνου δίχως την υλοποίηση των ορισθέντων στερεοτύπων, μετά από άπειρα τσιγάρα να κατευνάσουν τον πόνο εκείνου που έμεινε πίσω, μετά από εμφατικά ''γιατί'' δεν ήρθαν όσα έπρεπε, γιατί είμαι ακόμα μόνος/δεν έκανα παιδί/δε βρήκα τη δουλειά που ήθελα/ δεν ζω μόνος/ πήρα διαζύγιο...και άλλα δαιμόνια ερωτήματα, η μοναξιά είναι γενναία επιλογή σε σχέση με τη δειλία του εφησυχασμού όπου κοιμίζεις την αυθεντική σου φύση μόνο για να ακούσεις το χειροκρότημα του πλήθους.
 
Αν τα κάνεις όλα όπως ''πρέπει'', δε θα ξέρεις καν πού να ψάξεις για τα δικά σου ''θέλω'' . Θα είναι πλέον αργά. Αυτό είναι κάτι που παραλείπει να σου επισημάνει το χρονοδιάγραμμα. Ότι την ώρα που θα απολαμβάνεις τους καρπούς της φυσιολογικότητάς σου, θα περιτριγυρίζεσαι από πρόσωπα ξένα, που θα γελάνε με αποκρουστική ασχήμια, σε έναν χώρο που δε θα αναγνωρίζεις, μιλώντας με λέξεις που κάποιος άλλος σου υπαγορεύει. Θα ψάχνεις για τον εαυτό σου μα αυτός θα είναι καταχωνιασμένος κάτω από προθεσμίες και συμβιβασμούς. Θα είσαι μόνος, μέσα σε πολλούς. Δε θα είσαι χαρούμενος γιατί δε θα είσαι   Εσύ. Για αυτό, είναι προτιμότερο να απενοχοποιήσεις τις επιθυμίες σου, παρά να γεμίσεις ενοχές στο τέλος που δεν κατάφερες να τις τιμήσεις όπως τους έπρεπε. Ακόμα και αν πρέπει να αναμετρηθείς με τον κόσμο όλο, η ευτυχία δεν χαρίζεται, επιλογή είναι που κατακτάται με αυτοσχέδια βήματα. Στο δικό σου Τόπο, στο Δικό σου Χρόνο . Εκεί που γίνεσαι αυτό που είσαι.

Πέμπτη 26 Φεβρουαρίου 2015

Η σιωπή που κάνει θόρυβο

Ο κόσμος είναι αναπαράσταση των εξαρτήσεών μας. Συμβολίζει όλα εκείνα που μας κρατούν αιχμάλωτους και που τα πιο πολλά είναι δικά μας κυήματα. Η ματιά με την οποία αντικρύζουμε το σήμερα είναι εκείνη που παγιδεύει το αύριο. Αντί να παγιδεύει το ανεπανάληπτο της στιγμής, εγκλωβίζει το αβέβαιο μετά. Μας λένε πολλά, να χορτάσουμε από λόγους γιατί οι πράξεις έχουν στερέψει προ πολλού. Το ζητούμενο δεν είναι να ακούμε μόνο, αλλά να ξέρουμε να αποκωδικοποιούμε.

Ο λόγος ποτέ δεν έχει κατάφωρη σημασία, πάντα λανθάνουσα αυτή, φανερώνεται στους γερούς λύτες. Το λάθος είναι ότι κρίνουμε συνήθως με γνώμονα την ίδια ματιά, που αποβαίνει παρωχημένη, απαρχαιωμένη, μισερή. Δεν είμαστε ανοιχτοί στις αναθεωρήσεις και τους επαναπροσδιορισμούς, γιατί δεν είμαστε ανοιχτοί στην έξοδο από τη συνήθεια. Δε μας αρέσουν τα δύσκολα, αλλά αξιώνουμε τους καρπούς αυτών. Ασκούμε κριτική με περίσσεια ευκολία, με τη θρασυδειλία του φωτεινού παντογνώστη που εντοπίζει το ψεγάδι με περιφρονητική ματιά και το καταδικάζει αμετάκλητα. Γινόμαστε έρμαια της μανίας μας για κριτική και της ίδιας, γερασμένης ματιάς που εμφορείται από εξαρτήσεις. Και κάνουμε το σφάλμα να θεωρούμε πως πράττουμε το πλέον ορθό, πως μορφώσαμε πεποίθηση, πως όλα τα άλλα είναι λάθος γιατί δε συμβαδίζουν με την παρακμιακή μας θεώρηση.
 
Όλη μέρα ανθρωπάκια κουλουριασμένα από φόβο, αλλοιωμένα από την απόγνωση, γκρινιάζουν για μια μοίρα άδικη, για μια ζωή που κυλάει σε υπολογισμούς, δεκαδικά ψηφία, καταληκτικές προθεσμίες, υπόλοιπα ανεξόφλητα. Ξοφλήσαμε τη ζωή μας σε αριθμούς. Ξοδευόμαστε ολοένα πάνω σε αυτή την τραγελαφική αριθμητικοποίηση των πάντων. Η μετατρεψιμότητα των πάντων σε μεγέθη, ισοπέδωσε τη δυνητική τους μαγεία. Και ας λένε απλοϊκά πως η ευτυχία δεν αγοράζεται, όταν είσαι καταδικασμένος να παλεύεις για επιβίωση, απογυμνώνεσαι από αξίες, όσο και να προσπαθείς να τις συγκρατήσεις μέσα σου. Η επιβίωση ως αυτοσκοπός, λοιπόν. Η αξιολόγηση των ανθρώπων με γνώμονα την κερδοφορία τους, την ικανότητά τους να παράγουν χρήμα σε μια εποχή που είναι δυσεύρετο, που όλα περιστρέφονται γύρω από αυτό. Και όσο πιο πολύ παράγουν, τόσο το έλλειμμα διογκώνεται, τόσο πιο πολύ εντείνεται ο αγωνιώδης σφυγμός για την επιβίωση, τόσο ο ηττημένος αντίπαλος θα εξοντώνεται. Ένας αλληλοσπαραγμός για το τίποτα, η αποθέωση του κυνισμού, η αιωνόβια αναπαραγωγή εδραιωμένων προβλημάτων, το σαθρό νομικό σύστημα, οι διαβρωμένες αξίες. Η ανάγκη για ελπίδα είναι τόσο οξεία, που σίγουρα κάποιοι, με διεστραμμένη οξυδέρκεια, την εκμεταλλεύονται για κατάκτηση εξουσίας. Πουλούν και αγοράζουν, κατά τη γνωστή εκποιητική διαδικασία. Κάπως έτσι, ριζώνει για πολλοστή φορά αυτή η οχληρή παραφιλολογία που με κάνει να θέλω να φιμώσω στόματα μπας και ξυπνήσουν οι συνειδήσεις. Είναι απείρως κουραστική αυτή η ατέρμονη θεωρητικολογία. Πράξεις έχουμε ανάγκη να δούμε, όχι από εκτελεστικά όργανα που θα χρησιμοποιούν εκλεπτυσμένη ορολογία για να παραφράσουν τα κακώς κείμενα, αλλά από ανθρώπους  με τίμιες προθέσεις που θα μας θυμίσουν ότι η ζωή δεν είναι ένας αγώνας εξισώσεων και αριθμών. Μπορεί να γίνει πολύπλευρα δημιουργική, μια γιορτή διαφορετικότητας, ένας καταιγισμός ιδεών, μια ανασημασιοδότηση των αξιών που αναπτερώνουν την ψυχή, μια αίσθηση ότι ο καθένας αξίζει ακριβώς επειδή δεν είναι όλα αποτιμητά σε χρήμα. Χρειάζεται να παρέλθει ικανό χρονικό διάστημα προτού εκφέρουμε άποψη για αυτή την κυβέρνηση, ασφαλώς τα πρώτα δείγματα δεν είναι τα πλέον ενθαρρυντικά, αλλά εξακολουθώ να πιστεύω ότι κάθε πρώιμη κριτική είναι απορριπτέα. Ώσπου να έρθει η ώρα να αξιολογήσουμε το έργο της κυβέρνησης με χειροπιαστά, πραγματικά , δεδομένα, ας πάψουμε να γενικολογούμε, να εικάζουμε, να κριτικάρουμε ανελέητα και χωρίς ουσιαστικό αντικείμενο, και ας στραφούμε στη διαμόρφωση νέας, ιδιόμορφης οπτικής, έναντι της πολυκαιρισμένης, που αξιώνει δογματική ορθότητα. Να βρούμε το δικό μας τρόπο να αποκρυπτογραφούμε λεγόμενα και γεγονότα, αφήνοντας πάντα ένα παραθυράκι ανοιχτό, χωρίς απολυτότητες και άκαμπτες διατυπώσεις.
 
 Όλοι μας πρέπει να συμμετέχουμε, καθείς με το δικό του τρόπο. Ακόμα και με τη σιωπή, μερικές φορές η σιωπή είναι η πιο ενεργητική συμμετοχή, η πιο σθεναρή εναντίωση. Η σιωπή δεν είναι απαραιτήτως συναίνεση, συναίνεση είναι ένας λόγος γεμάτος αντιρρήσεις που στο τέλος αυτοαναιρείται και καθίσταται συγκαταβατικός. Η σιωπή είναι σοφή όταν δεν έχεις κάτι πραγματικά εύστοχο να πεις και μιλάς μόνο για να υπενθυμίσεις στους άλλους ότι υπάρχεις. Για αυτό, για να έχεις φωνή, πρέπει να μάθεις να μην την ξοδεύεις χωρίς σκοπό.
 

Τετάρτη 11 Φεβρουαρίου 2015

Πάνω από Εσένα

Να γίνεσαι καλύτερος μέσα από την παραδοχή ότι δε θα γίνεις ποτέ τέλειος. Να υπερβαίνεις τον εαυτό σου, γιατί δεν υπάρχουν στερεότυπα να τον κλείσουν σε καλούπια. Να τον ανακατασκευάζεις διαρκώς γιατί το να του προσδίδεις ιδιότητες φράζει το δρόμο στις δυνατότητες. Και οι αιχμάλωτες δυνατότητες προκαλούν παραποίηση της φύσης, μαρασμό. Να μην πιστεύεις σε γενικεύσεις των πολλών, είναι καρποί της ρηχής κρίσης που βασίζεται στο θέαμα. Να είσαι πιο πάνω από εσένα. Να φτάνεις μια σπιθαμή πιο πάνω. Να αγγίζεις τον ουρανό που κάποτε δεν πίστευες πως υπήρχε. Να μη σε παίρνει από κάτω, οι πιο κατηφορικοί δρόμοι είναι αυτοί που εμείς άνανδρα σχεδιάζουμε. Να προσπαθείς,να μάχεσαι, χωρίς την κάλπικη ασφάλεια προσδοκιών, χωρίς την λιγόψυχη καρτερία ανταλλαγμάτων. Να χειραφετηθείς από το παρελθόν σου αφού πρώτα αποκωδικοποιήσεις τον αντίκτυπό του πάνω σου. Να τολμήσεις να βαφτίσεις πρώτος εσύ τα λάθη σου, για να μην τα αρνείσαι με δειλία όταν σου τα προσάψουν. Να αγαπάς, και ας μην είναι όλα ρόδινα, καλοκουρδισμένα και ονειρικά. Αυτά τα σενάρια ιδανικών καταστάσεων υποβιβάζουν τα πάντα σε κακέκτυπα, διαβρώνουν τη δύναμη του διαφορετικού, απλώς επειδή δεν υπακούει πειθήνια σε προδιαγραφές. Κάθε φορά που υπερβαίνεις τον εαυτό σου, που παλεύεις με σθένος, λες ένα ηχηρό όχι, ή ένα αποφασιστικό ναι, που ανατρέπεις εσύ το σκηνικό αντί να περιμένεις να το αναποδογυρίσει κάποια ανώτερη δύναμη, αισθάνεσαι την πολύτιμη ελευθερία του αυτοκαθορισμού. Αλλάζεις εσένα, με δική σου πρωτοβουλία, χωρίς την πρωτοβουλία του χρόνου, των αστάθμητων συγκυριών, της τάδε ή της δείνα αόρατης δύναμης που σε μεταλλάσσει αθέλητα. Δεν περιμένεις τη δικαίωση, γιατί κατοικεί ήδη μέσα σου.

Κυριακή 14 Δεκεμβρίου 2014

Επιλογικά...

Τέλος Εποχής. Πρέπει θαρραλέα να σταθείς μπροστά στην αλλαγή. Στο Φως. Δεν υπάρχουν πια άλλοθι για εφησυχασμούς. Οι παρατεταμένες αναμονές αποκαλύφθηκαν ως πρόξενοι της δυστυχίας σου. Χαίρεσαι που αυτός ο χρόνος καλπάζει προς το τέλος του. Σε καθήλωσε σε μια ατέλειωτη κακοδαιμονία. Βρήκες το κουράγιο να ανασάνεις βαθιά και να τον βαφτίσεις παροδικά εχθρικό. Κατάλαβες πως όλα μεταμφιεσμένα είναι, προσδοκούν να ξεσκεπάσουμε την επιδερμική τους φύση, να τα νιώσουμε όπως όντως είναι, όχι όπως φαίνονται. Ανίχνευσες πολλές στιγμές πολύτιμης δύναμης μέσα από την απελευθέρωση της κάθε αδυναμίας σου. Αποφάσισες να αναγνωρίζεις τα όσα πέτυχες, για να παλέψεις με τις πελώριες και επιθετικές αποτυχίες σου. Τίποτα δεν είναι μονοσήμαντο. Τίποτα δεν πρέπει να αποθεώνεται, να ανάγεται σε ζωής πυξίδα. Και λίγο πριν συνεχίσεις σε όλες εκείνες τις τρομερές αλλαγές που υπόσχονται να σε κάνουν ατρόμητο, ανασυγκροτείς τις διάσπαρτες σκέψεις σου και έχεις την ανάγκη να τις μοιραστείς...




Αγνοώντας τις ουσιαστικές σου επιθυμίες, κατασκευάζεις ελλείψεις που μόνο γνωρίζοντας πως είναι δικά σου επινοήματα, μπορείς να θεραπεύσεις. Η ιδέα της έλλειψης είναι εκείνη που σε κάνει μισερό, όχι εκείνο που υποτίθεται ότι λείπει. Μέσα από την ουσιαστική απουσία μπορείς να βρεις τη δύναμη να γίνει ολόκληρος, πλήρης, αυθεντικός. Να ξαναγεννηθείς μέσα από την απώλεια, από αυτό που πεθαίνει. Να γεννάς μέσα από το τέλος, τη δική σου αρχή. Κάθε επίλογος να γίνεται αναγκαία συνθήκη που προλογίζει τη δική σου ευδαιμονία. Σο μηδέν όπου σβήνονται οι προϊδεασμοί και γιορτάζεις την ηδονή της αφετηρίας, όπου όλα είναι δυνατά, γιατί όλα είναι νέα. Άγνωστα, σε προσκαλούν να τα γνωρίσεις. Αναμφίβολα και παρόντα, αναμφίβολα παρόντα, υποστατά. Διαλέγεις να ζήσεις σα να μην υπήρχε εχθές. σα να μην υπάρξει αύριο. Το εχθές δεν υπάρχει όντως, εάν εσύ δεν επιμένεις να το κουβαλάς μέσα σου, αν το αποποιηθείς ως δεσμό που σιδηροδέσμιο σε καθηλώνει σε άγονους δρόμους. Κυνικό; Κάθε άλλο. Ρομαντικό...να πιστεύεις στις διαχρονικές συγκινήσεις και εκπλήξεις της ζωής. Και όσο μυθοποιείς κάτι που παρήλθε, παρεμποδίζεις την αιφνίδια ευδαιμονία.






Η ζωή μπορεί να σου επιτίθεται με τους πιο εφιαλτικούς τρόπους. Να σε δοκιμάζει, να σε συνταράζει, να σε αφυπνίζει από το λήθαργο των αλαζονικών σου δεδομένων. Μπορεί, επίσης, να σε ταρακουνάει με τα πιο έντονα συναισθήματα, ανέλπιστα, ηδονικά. Πρέπει να είσαι βέβαιος ότι είσαι ικανός να αντέξεις την πανωλεθρία, την αποδόμηση του κόσμου όπως τον ήξερες, για να καταστείς άξιος για την υπέρτατη χαρά. Πρέπει να είσαι εξοικειωμένος με τις πιο απροσδόκητες μπόρες εάν αξιώνεις σπάνιες λιακάδες. Κάθε μέρα μπορεί να περιλαμβάνει και τα δύο, και τότε θα νιώσεις να ακροβατείς σε ένα περίεργο σχοινί. Η ισορροπία μπορεί να σε τρελάνει, εάν έχεις εξασκηθεί σε επικίνδυνες ακροβασίες, εάν έχεις πεισθεί πως είναι μια ουτοπία. Κυνήγησέ τη με ελπίδα, με λαχτάρα, με πίστη ότι θα την ανταμώσεις. Η ηττοπάθεια είναι ροπή εγγενής προς την αποτυχία, μια προδικασμένη αποτυχία, μία πρώιμη καταδίκη του αγώνα. Υπάρχει μεγαλύτερη αποτυχία από την αυτοδημιούργητη ήττα;




Μάθε να αγνοείς τα προγνωστικά. Ελέγχουν την πραγματικότητα, πόσο αφελές ! Την πραγματικότητα που λατρεύει να τα διαψεύδει. Γίνε τρελός , ρομαντικός, φαντασμένος ακόμα. Αλλά προσπάθησε για το δικό σου Όνειρο. Κάνε το Χρόνο, διαδρομή προς το όνειρό σου, και τότε θα το έχεις ζήσει, ακόμα και αν το τέρμα μοιάζει άφαντο.




Μάθε να αγαπάς, μάθε να  αντέχεις να σε αγαπούν. Μην τα καταστρέφεις με το ανόητα υπερωριακά εργαζόμενο μυαλό σου. Η αγάπη θέλει Ψυχή, κράτησέ την ζωντανή και κλείνε τα αυτιά σε ορθολογιστικές παραινέσεις. Μάθε να αγαπάς κάτι πιο πολύ από τον εαυτό σου....Μόνο έτσι ίσως τον υπερβείς και οδηγηθείς σε μια εξελιγμένη εκδοχή του.




Μη φοβάσαι να χάνεις. Όταν νικήσεις το φόβο της ήττας, είσαι ήδη νικητής. Πολλές φορές μέσα από τον αποχωρισμό, γεννιέται εκείνο που όντως χρειάζεσαι, και αγνοούσες μέσα στη στενομυαλιά σου. Κάθε ''αντίο'', κρύβει στο βάθος του ένα χαρμόσυνο 'καλώς όρισες'' . όπου επίλογος, και ένα προοίμιο...αυτοσχεδιασμός και ανάσα.. Καλή Αρχή !

Παρασκευή 28 Νοεμβρίου 2014

''Άφοβες ελπίδες'';

Ο πιο τρομερός φόβος είναι εκείνος που φρενάρει τον πόνο. Σκλαβώνει σε φοβισμένα θέλγητρα, δειλά. Ο πόνος απελευθερώνει. Αναμέτρηση είναι με τα σκοτεινά σημεία που αν θεαθούν με γενναιότητα, αποδεσμεύουν φως εκτυφλωτικό. Ο φόβος που σκλαβώνει τη θέληση για το καλύτερο, επειδή διέρχεται μέσα από τον πιο άβολο δρόμο. Τα πιο τρανά εμπόδια είναι επινοήματα δειλού νου΄. Γιατί ο δρόμος του πόνου κρύβει τις πιο απίθανες συγκινήσεις. Βουλιάζεις, κατακερματίζεσαι, βλέπεις την ουσία σου να αποδομείται, μόνο για να επανασυντεθεί παντοδύναμη. Ο φόβος δεν είναι παρά ανασφάλεια ότι θα χαθείς στην άγνοια αν το σκηνικό γύρω σου αλλάξει. Μα η υποτιθέμενη επίγνωση των πάντων είναι εκείνη που σε αιχμαλωτίζει σε μια σχιζοφρενή ανία.



Οι άνθρωποι αλλάζουν, αλλά δεν υπάρχει συγχρονισμός των αλλαγών. Ενίοτε αδυνατούμε να συμβαδίσουμε. Τότε είναι που ένα ''αντίο'' πρέπει να ειπωθεί. Αλλά οι αποχαιρετισμοί δεν είναι το δυνατό μας σημείο. Νομίζουμε πως μπορούμε να συντηρούμε τα προϊόντα του χρόνου. Μας φαίνονται τελείως κυνικές οι ημερομηνίες λήξεως. Το ''για πάντα '' όμως είναι μία αξίωση αυθάδικα αφελής. Χίμαιρες από φύσεως, εγγυώνται σταθερότητα. Μια γελοία ουτοπία της ζωής. Να αλλάξουμε τους άλλους, να προσαρμοστούμε εμείς, να φρενάρουμε το χρόνο. Ο χρόνος αλλοιώνει κάθε τι που αποστατεί από τα δικά του πλαίσια. Ναι, κάποιες σχέσεις είναι βραχύβιες. Αυτό δεν τις καθιστά λιγότερο αληθινές. Μόνο που τις στερεί από μια δοκιμασία γερών μεταλλάξεων μέσα στο χρόνο, πρόκληση τιτάνια. Αφήνει ένα γαργαλιστικό ερωτηματικό, ένα ζευγάρι αφηνιασμένων εικασιών, το ανικανοποίητο από μία συνέχεια που είσαι καταδικασμένος να βιώνεις μόνο νοερά.

Μένεις να αναρωτιέσαι: θα μπορέσεις ποτέ να απαλλαγείς από τους φόβους σου; Ή θα είναι εσαεί μίτος που θα σε ενώνει με τον παιδικό σου εαυτό;  τσαλάκωμα της υποτιθέμενης ωρίμανσης, λογικοποίησης της ματιάς, παντογνωσίας σου; Θα έρθει άραγε η στιγμή που θα μπορείς να απολαύσεις τη θλιμμένη ομορφιά γύρω σου; Τα ανήλιαγα σκηνικά που σου ψιθυρίζουν ακατανόητα μυστικά ευδαιμονίας; Ή πάντα θα χρειάζεσαι  τον ήλιο να τροφοδοτεί την ψυχή σου με ελπίδα ; Ο φόβος είναι απόδειξη ζωντανής ψυχής, ότι η ψυχή σου ανασαίνει ακόμα, αναπνέει. Ότι υπάρχει κάτι να διασώσεις μέσα στην πανωλεθρία, ότι υπάρχει κάτι που δε θέλεις να χάσεις, κάτι που σε σημασιοδοτεί, που αν το χάσεις, θα χαθείς κι εσύ ο ίδιος . Δε θα είσαι ποτέ ο ίδιος. Μπορείς να απελευθερωθείς μέσα από τον φόβο.  Παραδεχόμενος τις εξαρτήσεις σου, τις αδυναμίες σου, το ότι πονάς γιατί δεν είσαι αυτάρκης, γιατί τίποτα δεν γίνεται αυθεντικό χωρίς πόνο. Τίποτα δεν κατακτάται αληθινά χωρίς πόνο. Πλέον φοβάσαι μήπως κάποια στιγμή παλέψεις με τους φόβους σου και δε σου μένει κάτι να φοβάσαι. Δεν έχεις να κερδίσεις, δεν έχεις και να χάσεις. Μόνο την αλαζονεία ότι είσαι ελεύθερος. Η ελπίδα και ο φόβος ζευγαρώνουν ως αντίπαλα στοιχεία, καμαρώνουν μέσα στην ηδονή της ετερωνυμίας τους, συμπορεύονται και ενοποιούνται. Αν ελπίζεις, φοβάσαι μήπως η ελπίδα σου αποβεί απατηλή. Και αν φοβάσαι, ελπίζεις πως ο φόβος σου θα γίνει ελπίδα. Είναι παράξενη η ροή των συναισθημάτων. Σα να διαπλέκονται ακανόνιστα, σε μία σφαίρα υπερουράνια, παραμυθένια σχεδόν. Είναι παράξενο το πόσο λυτρωτικό είναι να αφήνεσαι στο φόβο και την ελπίδα. Να ακροβατείς, να ρισκάρεις, να αιωρείσαι σε έναν ανοίκειο ουρανό, στην απεραντοσύνη. Σα να τιθασεύεις την απόγνωση του δικού σου χάους.

Κυριακή 23 Νοεμβρίου 2014

Ό,τι έμεινε στο Χρόνο

Στο αμήχανο του Χρόνου...στον αμήχανο Χρόνο. Έξω από το Χρόνο, πάντα. Περιφρονώντας τον, επειδή τον υπερεκτιμούν όλοι. Και πάνω από όλους, εγώ. Με πιέζει να συμπυκνώσω την ουσία σε ένα απειροελάχιστο τεμάχιό του, να μη φθαρεί, να μην ξεθωριάσει. Το αιώνιο αντλεί τη μαγεία του από το ότι κατορθώνει να είναι φευγαλέο. Όπως όλα καλπάζουν χωρίς νόημα και συνοχή, εκείνο αγκιστρώνεται από τη μνήμη. Γίνεται αθάνατο και ολοένα ξαναγεννιέται.

 Όλη μου η ζωή θαρρώ πως χάθηκε σε μίλια ατελείωτα, όλο παιχνίδια με το χρόνο. Με επισπεύσεις, αναβολές, ζαβολιές...ποτέ ο χρόνος δεν ήταν αρκετός, και ποτέ δεν ήταν ικανός να μου αποφέρει τα προσδοκώμενα: γνώση, δύναμη, σοφία, ελευθερία. Πάντα κοιτούσα κάπου αλλού. Σε αυτό που ήμουν, σε αυτό που θα γίνω. Τίποτα δεν ήταν αληθινό, όταν το τώρα το προσπερνούσα μέσα από αφελείς ονειροπολήσεις. Κατά πόσο η καθημερινότητά μου είναι προσγειωμένη στα όσα όντως γίνονται; Μήπως οι κώδικες απογείωσης από αυτήν, επινόησης μιας παράλληλης πραγματικότητας, διεισδύουν ανεπίτρεπτα στο πραγματικό και το παραποιούν; Το σπαρταριστό ''τώρα'' που θυσιάζεται στην πιθανότητα, τη δυνατότητα του αύριο. Όλη η ζωή μια αίρεση. Αν δε μπορείς να ζήσεις την ευτυχία, καταλήγει δυστυχία φρικτή. Υπέρτατη δυστυχία να μη μπορείς να βιώσεις την ευλογία που σου συμβαίνει.

 Όπως και η γνώση: μαθαίνεις μόνο όταν είσαι έτοιμος. Όταν μπορείς να αντέξεις τη γνώση, να βαδίσεις πιο πέρα από την εργαλειακή της χρησιμότητα, να σε φέρει ένα βήμα πιο κοντά στην Ψυχή σου. Σοφός γίνεσαι μόνο όταν δε δειλιάζεις να ανταμώσεις την ψυχή σου...όταν, εξοντωμένο ανθρωπάκι πια, αποφασίζεις πως ήρθε η ώρα να απαρνηθείς τη σκλαβιά σου. Πρέπει να έρθει το πλήρωμα του Χρόνου. Η στιγμή εκείνη όπου γυρεύεις τη ζωή που δεν πρόλαβες να ζήσεις. Γιατί δεν ήσουν άξιος να καταλάβεις πως δεν υπάρχουν ιδανικές συνθήκες για να ζήσεις τη ζωή στο έπακρο. Ιδανική είναι η ζωή που κυλάει στη φρενήρη διαδρομή μιας στιγμής και καταφέρνει να απελευθερώσει ουσία. Αγάπη για την κάθε μέρα, που έχει αυτοδύναμη σημασία. Για κάθε χαμόγελο που σου χάρισε, για κάθε εμπειρία που σε γέμισε δύναμη, ακόμα και τις φορές που ήταν γενναιόδωρη σε πόνο.

Τα συναισθήματα όλα παιδιά του χρόνου είναι. Εκείνος τα γεννά, εκείνος τα βαπτίζει, εκείνος τα δοκιμάζει. Αν είσαι δίκαιος στα παιχνίδια σου μαζί του, μπορεί να σου χαρίσει έντονα συναισθήματα που θα σε κάνουν να τον φοβάσαι λιγότερο. Οι αντιφάσεις και τα απρόβλεπτά του θα έχουν γίνει μέρος της ''γοητείας'' του. Και την ανυπομονησία σου θα γιατρέψει, καθώς θα ξέρεις πως, ακόμα και όταν δε βλέπεις κανένα σημάδι στον ορίζοντα, Εκείνος σου επιφυλάσσει ένα Θαύμα στο τέλος του δρόμου. Και τότε καμιά νέα αρχή δε σε τρομάζει. Έμαθες πια να έχεις στραμμένο στο βλέμμα στο Τώρα, να κερδίζεις ζωή, να κερδίζεις το Χρόνο.