Κυριακή 3 Αυγούστου 2014

Σε μία Στιγμή

Σου το είπαν, η ζωή απροσχεδίαστος δρόμος είναι. Νομίζεις πως ξέρεις τα βήματα, μα τυφλός πρέπει να αφεθείς για να βρεις το φως σου. Κι εκεί που μηχανικά περιδιαβαίνεις, αποπροσανατολίζεσαι. Κάπου λάθεψες, δε μπορεί. Ακολούθησες πιστά τις οδηγίες. Γιατί μπροστά σου υψώνεται ένα άγνωστο, μια λαβυρινθώδης απειλή; Τίποτα δε χαρίζεται, πολύ περισσότερο εχέγγυα προβλεψιμότητας της ζωής.
 
Ναι, η ζωή είναι απρόβλεπτη. Πότε σου δωρίζει μία έκρηξη ευδαιμονίας, πότε σε καρτεράει με δυσβάσταχτο πόνο. Πού να ξέρεις πως όλα είναι δώρα της; Κολλημένος στην κοντόφθαλμη απολαβή της στιγμής, δε μπορείς να δεις πέρα από την αίσθηση που αυτή δημιουργεί. Η στιγμή χτίζει την αίσθηση της αιωνιότητας. Ή την ψευδαίσθηση. Μα πρέπει να έχεις εξασκηθεί να την αντέχεις, είτε είναι πηγή χαράς, είτε θλίψης. Κάποιες φορές η μία είναι αναγκαία συνθήκη για την άλλη. Να πονέσεις για να γίνεις άξιος να χαρείς. Αλλά και να χαρείς, για να αντέχεις τον πόνο. Για να μάθεις να τον εκτιμάς. Να μάθεις να κολυμπάς στα βαθιά. Να μην περιμένεις καρδιοχτυπώντας ένα σωτήριο σωσίβιο. Είναι αυτό που σε κάνει να ξεχνάς την ικανότητά σου να επιπλέεις. Μια ζωή, στο νοσταλγικό σου εαυτό ταγμένος, σε εικόνες βουτηγμένος ιδωμένες με θωριά ευαισθησίας εφηβικής, μέσα από δραματοποιημένη ανάγκη για αλληλεπίδραση. Εκπαιδεύτηκες στην αναμονή της αιωνιότητας, στην ελπίδα για αποστασία από χωρο-χρονικά πλαίσια και άλλους συμβατικούς δυνάστες.
 
 Μα δε λογάριασες τη δυναμική της στιγμής, το πόσο ανατρεπτική μπορεί να είναι. Να τη που τώρα ρημάζει το δικό σου αιώνα...Μα αυτός ο εαυτός σου δεν αντέχει τον εκτροχιασμό, δεν το βλέπεις πως είναι κατεδαφιστέος; Στρίμωξε σε μια βαλίτσα τσαλακωμένα πουκάμισα, βινύλια γρατζουνισμένα, και κάτι ξέθωρα σημειωματάρια γεμάτα ορνιθοσκαλίσματα. Πώς κραυγάζει ο εφηβικός σου εαυτός, ακόμα και από τις παλιωμένες αποσκευές. Κανένα σημάδι ενηλικίωσης! Τι κι αν αυτό τον Αύγουστο θα κλείσεις τα τριάντα, τι κι αν αλλιώς το είχες φανταστεί(γεμάτο κρίσεις ανασφάλειας και ασύμφορους απολογισμούς), τι κι αν η φοιτητική σου φιγούρα γνέφει σαν θολή εικόνα παράλληλης πραγματικότητας, το παιδί δε λέει να σωπάσει μέσα σου. Τη ζωή ακόμα δε μπορείς να την καταλάβεις, είναι άκαρπος αυτός ο αγώνας. Την παρατηρείς με ενδιαφέρον, με έξαψη, με τρόμο και δέος, με απορία νηπιώδη. Νιώθεις ευγνώμων που έφτασες ως εδώ, ακόμα και αν δε μπορείς να χειραφετηθείς από όλα εκείνα που χρόνια τώρα στοιβάζονται στις αποσκευές σου. Τολμάς να πεις πως συνθέτουν τη διαχρονική σου δυναμική και αγάπη σε έναν κόσμο θυελλώδη, όπου μόνο η στιγμή έχει δύναμη. Όλα αυτά, εξάλλου, μια τόση δα στιγμή σου τα κληροδότησε. σου δίνουν δύναμη να αντέξεις και αυτά τα άλλα κληροδοτήματα, τα αθέλητα, που σε κατακλύζουν πόνο και αγωνία. Να μάθεις να κολυμπάς σε έναν ωκεανό αντιφάσεων. Να μην περιμένεις στιγμή, η ζωή είναι τόσο σύντομη για αναμονή. Να την αδράξεις τη στιγμή πια, να τη νοηματοδοτήσεις. Έτσι και το φόβο θα ξορκίσεις πως μια μέρα θα ξυπνήσεις Άλλος. Ένας τρομαγμένος, άδειος, πληκτικός μεσήλικας, που θα φλυαρεί και θα κενολογεί για να κουκουλώσει τη δική του κενότητα. Να μην αντέχει τη σιωπή γιατί θα του υπενθυμίζει την Αλήθεια του, εκείνη που εσκεμμένα καταχώνιασε σε ένα δρομάκι του χρόνου. Ο δρόμος δεν είναι εύκολος, ούτε υπάρχουν βήματα ορθά και λανθασμένα. Επιθυμία μόνο υπάρχει να τον ζήσεις, με όλα του τα δώρα, ακόμα και εκείνα που σε γεμίζουν θυμό και πικρία.Μόνο η μέρα μένει, η ώρα, η στιγμή.
 
 Όλα περνούν, αρκεί να μην τα αφήσεις να σε προσπεράσουν. Μείνε Εσύ και κανένας Άλλος δε θα μπορέσει να σε αλλάξει. Όσα χρόνια και να περάσουν, κανένας Άλλος δε θα μπορέσει να σου αρπάξει τη 'Στιγμή΄΄.

Τετάρτη 9 Ιουλίου 2014

Κάτι για Εσένα

Τι περιμένεις; Όλα γύρω σου σε αφήνουν. Σύμβολα παντού.  Καλοκαιρινή ερήμωση.Τι πιο παραστατικό;Όλα φεύγουν  και σε αφήνουν. Και το πρόσκαιρο της φυγής σε εξαγριώνει παραπάνω. Θες να βυθιστείς στη μοναχική σου πόλη, νιώθεις πως ανιχνεύεις λίγη από την αλήθεια σου στην τρομακτική σιγή της . Μακριά από το θόρυβο που τεχνασματικά κουκουλώνει τα πάντα, από βλέμματα που διχάζουν, από λέξεις που ερεθίζουν την ανασφάλεια. Δεν έχεις να αποδείξεις τίποτα. Ο λυτρωμός από τη φιλοδοξία, να ποιο είναι το μυστικό της γαλήνης. Να ζεις για να ανακαλύπτεις, όχι για να ακούς χειροκροτήματα. Να γίνεσαι σπουδαίος μέσα από την εξουδετέρωση της ανάγκης σου να είσαι σπουδαίος. Το σκέφτηκες πολλές φορές, αν και είναι αλλόκοτη η σκέψη μέσα στο κατακαλόκαιρο.. σου το είπαν κάποιοι παντογνώστες καθώς ένα κρυφό γελάκι στόλιζε με ειρωνική διάθεση τα κυνικά τους πρόσωπα.
 
 Δεν υπάρχει φάρμακο όταν η ψυχή σου παύει να νιώθει. Στην αποστασιοποίηση, θα χωθεί στη θρασύδειλη θαλπωρή του στοχασμού. Στη δράση, ποιος ξέρει πόσα λάθη θα χρεωθεί και πάλι; Τίποτα δε σου χαρίζεται, ούτε καν η ησυχία σου. Πρωτίστως αυτή. Πρέπει να μιλήσεις σωστά για να την κερδίσεις. Όχι πολύ. Να βρεις τις κατάλληλες λέξεις. Να μάθεις να σιωπάς, αν έτσι θα μιλήσεις πληρέστερα. Να προσέχεις τις παύσεις, τη χροιά της φωνής, τον τόνο. Στον εαυτό σου πρώτα να μιλάς, προτού ακόμα ορθώσεις τη σκέψη σου. Αυτό που έχεις ανάγκη βρίσκεται σε ένα δρόμο που μόνο εσύ μπορείς να δεις, αν καταστείς άξιος. Ουδείς θα σου το δώσει αν εσύ δεν κατευθυνθείς εκεί, αν δεν απλώσεις το χέρι με δέος και σεμνότητα, αν δεν στραγγίξεις την ψυχή σου από κάθε ρηχή προσδοκία. Να κοιτάζεις τον ουρανό, αλλά να μην τον αξιώνεις. Να ελπίζεις πως θα αξιωθείς μια μέρα να αγγίξεις ένα κομμάτι του.

 Πόσο αναχρονιστικές σκέψεις, καγχάζει μια αόρατη φωνή. Με θεόρατη δύναμη, γελάει περιπαικτικά. Σαράντα βαθμοί υπό σκιά, και εσύ τολμάς να σκέφτεσαι κάτι άλλο πέρα από τις καλοκαιρινές σου διακοπές. Μα είναι αυτή η ζωή που πέρα από εποχές και κλίμα, σε δοκιμάζει με μικρούς και μεγάλους γρίφους, είναι οι άνθρωποι που σκυφτοί στους υπολογισμούς τους σε προσπερνούν με παγερή αδιαφορία, είναι η ζωή που κυλάει με τέτοια έλλειψη ουσίας, είναι που καλείσαι κάθε στιγμή κάτι νέο να αποδείξεις. Μέσα στη βοή μιας καθημερινής πάλης που είναι μελοδραματική και αστεία συνάμα, εσύ ψάχνεις ένα μέρος να ξαποστάσεις. Μα πεισμώνεις, επανίστασαι στιγμιαία, ορθώνεις ανάστημα. Νιώθεις πως ήρθε η ώρα να κάνεις κάτι για εσένα. Να ζήσεις τη ζωή όχι σαν κριτής του εαυτού σου, αλλά νιώθοντας πως πράγματι σου ανήκει. Να αδράξεις κάθε λεπτό για τη δική σου ευχαρίστηση, ακόμα και αν το κάνεις με τον πιο αναχρονιστικό τρόπο.  Οι αναχρονισμοί έχουν κρυφή γοητεία. Είναι αποδράσεις από την κανονικότητα του χρόνου. Να είσαι αλλόκοτος, θεότρελος, ατελής, χαμένος, αποτυχημένος, μελαγχολικός, να μην έχεις ιδέα για τίποτα, αλλά ωστόσο να έχεις τα πάντα...την αγάπη για αυτό που είσαι. Αυτό είναι κάτι δικό σου...κάτι που κανείς δε μπορεί να σου αφαιρέσει. Όλα μπορείς να τα χάσεις, πέρα από τον εαυτό σου...αρκεί να τον βρεις  πρώτα !

Τρίτη 10 Ιουνίου 2014

Αγάπη από το ''Α''

Άλλη μια περιπλάνηση, σε έναν Ιούνιο με άστατο καιρό, θαρρείς και ο υπόλοιπος κόσμος παραμένει σταθερός. Βράδυ ανυπόφορα ζεστό, όλοι έχουν ξεχυθεί στους δρόμους, να χαθούν μέσα στο πλήθος, να απαλύνουν τον τρόμο της σιγής. Το να είναι μόνοι με τον εαυτό τους. Να ξεχαστούν και να ξεχάσουν. Μα η λήθη μονιμοποιεί την αθέλητη μνήμη, παράδοξη είναι και αυτή, όσο απωθεί την εικόνα, τόσο εκείνη σφηνώνει στη συνείδηση.
 
 Με μια αγκαλιά απωθημένων να τρυπώνουν στης ψυχής της τα άδυτα, σύρθηκε στην καθιερωμένη βόλτα, που πάντα φυλάει μια ανατροπή. Παρατηρεί τον κόσμο με κάποια στοχαστικότητα, αποστασιοποιείται από όλα γύρω της, σα να μην την αφορούν. Αντλεί μια παράξενη ελπίδα από γελαστές παρέες, μυρωδιές τριανταφύλλων, φιλόδοξα πλάνα για το καλοκαίρι, ξεχασμένες γωνιές της πόλης όλο απρόσμενη ομορφιά. Τη διασκεδάζει το πώς οι άλλοι παίρνουν τη ζωή τους στα σοβαρά, ίσως γιατί εκείνη την αντιμετωπίζει σαν παιχνίδι. Δεν έγινε και τίποτα αν δεν είναι σπουδαία, αν χάσει στο τέλος. Γιατί όλα απελευθερώνονται μέσα από την ανακουφιστική τους προσωρινότητα, πεθαίνουν και ανασταίνονται. Εκκινούν από το μηδέν, το μόνο σημείο από το οποίο μπορούν να οδηγηθούν στο Όλο.
 
Αυτό το Καλοκαίρι δε λέει να έρθει μετεωρολογικά, αλλά μέσα της εγκαταστάθηκε πρώιμα .Πάνε μέρες πολλές που έκανε ανακωχή με τον εαυτό της, και έτσι το μόνο που θέλει είναι να φύγει κάπου μόνη. Περιπλανήθηκε σε εικονικές φιλίες και αγάπες μπερδεμένες. Οι σχέσεις είναι πάντα απλές. Περίπλοκες τις κάνει η πεισματάρικη επιθυμία μας να πετύχουν. Γιατί είναι η ματιά μας που αγαπάει τις διαστρεβλώσεις, αυτά τα ζαβολιάρικα τεχνάσματα που ζουν μέσα από την ηθελημένη αστοχία.
 
 
Θέλει να πάει κάπου μόνη, να μην τη γνωρίζει κανείς, αφού και η ίδια δε γνωρίζει τον εαυτό της. Καμία αλληλεπίδραση, κανένα άγγιγμα. Να μην ανιχνεύει την εικόνα της στη θαμπή θωριά ενός τρίτου, Να πάψει να γίνεται η αντανάκλαση του ειδώλου της στον καθρέφτη των άλλων .Να γίνει αυτό που είναι. Ακόμα και αν θα το σύμπαν της, όπως το γνώριζε, αναποδογυρίσει. Αυτή η υποτιθέμενη γνώση είναι που σκλαβώνει. Σε νόρμες, κανόνες, ψευδαισθήσεις παντογνωσίας.
 
Τόσα χρόνια γυρεύει την αγάπη μέσα από κάποιον άλλο. Περιμένει να την αγαπήσουν για να αισθανθεί αρκετή. Κάθε βράδυ όμως, η ανεπάρκειά της ηχούσε σαν κραυγή στα ενδότερα της συνείδησης. Καμία αγάπη δεν ήταν πραγματική. Στη σφαίρα του φανταστικού, σαν προγραμματισμένη σκηνή, μόνο που οι πρωταγωνιστές ήταν καταδικασμένοι σε ρόλους κομπάρσων. Χανόταν σε επιφανειακές συναναστροφές, με αδέξιο ρομαντισμό περίμενε να βρει την ουσία, αλλά σύντομα ο χρόνος αποφαινόταν.
 
Ο χρόνος ουδέποτε χαρίζεται, πάντα στο τέλος θα αποκαλύψει την Αλήθεια, ως το απόλυτο προϊόν του. Δε θα θέλεις να την αποκωδικοποιήσεις, αλλά το μήνυμά της θα εμφανίζεται όλο και πιο συχνά, με ολοένα και μεγαλύτερη σαφήνεια. Θα υπάρχει παντού, σαν σύνθημα, σαν ανομολόγητη ήττα θα σε βαρύνει, σαν απωθημένη πραγματικότητα από εσένα που, όσο την αγνοείς, τόσο εκείνη λειψό θα σε αφήνει να γυρεύεις ταυτότητα. Αλλά θα είσαι πια άνθρωπος χωρίς βλέμμα, έτσι που το χρησιμοποίησες μόνο για να δεις όσα σε βολεύουν. Και η φωνή σου θα έχει πνιγεί από τη φασαρία της πόλης, δε θα ακούγεσαι, θα σε έχει καταπιεί το ομοιόμορφο πλήθος .Δε θα είσαι κανείς, γιατί δε θα είσαι Εσύ. Καρτερείς την Αγάπη λησμονώντας το πιο σπουδαίο, ότι ξεκινά από μέσα σου. Κανείς δε θα σου τη δώσει αν εσύ δε μάθεις να τη δίνεις στον εαυτό σου. Αν δε μάθεις τον εαυτό σου. Η αυτογνωσία φαντάζει περιττή όταν η κριτική των άλλων είναι δελεαστική και κουκουλώνει την υπερτροφική σου ανασφάλεια.

Αγάπησε εσένα, αλλιώς κανένας δε θα το κάνει. Γιατί, ακόμα και να το κάνει, δε θα μπορέσεις να το νιώσεις. Δες άφοβα τα πιο οικτρά σου σφάλματα, τις πιο σκοτεινές σου πλευρές. Πόνεσε για όσα έχασες, για όσα πήρες λάθος, αλλά και για τις λίγες στιγμές αβάσταχτης ευδαιμονίας. Αγάπησε κάθε δυσδιάκριτη λεπτομέρεια που σε κάνει διαφορετικό. Μην υπονομεύεις τις πιο γενναίες σου προσπάθειες με νευρωτικό άγχος. Μη φορτώνεις στο μυαλό σου ενοχές επειδή δεν ανταποκρίνεσαι στην προκατασκευασμένη εικόνα σου. Αποδέξου πως η τελειότητα είναι μια ουτοπική κατασκευή για να αναπαράγει τη ανασφάλειά μας στο χάος του χρόνου. Δες το χρόνο που βιάζεται και όλα τα λέει σταράτα και οδυνηρά. Εγκλώβισε μια ατόφια στιγμή αλήθειας στη φρενήρη ροή του. Τότε θα καταλάβεις πως όταν αγαπάς εσένα, μπορείς να αγαπήσεις. Σου αρκεί να αγαπήσεις, και τότε, ως διά μαγείας μπορείς να αγαπηθείς. Αγάπη από μέσα, αγάπη αληθινή, δίχως όρους. Αγάπη από το ''Α''.

Δευτέρα 19 Μαΐου 2014

Η Δική σου Αλήθεια

Ο πιο παράξενος Μάης, σκεφτόταν καθώς ανέβαινε τα σκαλιά της παμπάλαιας πολυκατοικίας. Αμφίθυμος και δύσθυμος. Με μια πνοή ατυχίας, μια κάποια ανεξήγητη αποκαρδίωση. Υπήρξαν, βέβαια, ανάσες ευφορίας, όχι ικανές να την αναστήσουν. Σε κωματώδη κατάσταση, σα να της λείπει πάντα κάτι. Ύπνος, γαλήνη, μια τρελή ανατροπή να της θυμίσει πόσο αδαής είναι. Μια απομάκρυνση από το ασήμαντο θόρυβο της πόλης. Έχει ανάγκη από σιωπή. Ίσως για αυτό νιώθει έτσι τελευταία. Γιατί ξεστόμισε αλλά και άκουσε πολλά ψέματα. Χοντροκομμένα, άτεχνα, ραφιναρισμένα, πειστικά, όλα αποπνέουν μια αίσθηση λιγοψυχίας. Δεν έχει αποφασίσει αν την ταράζουν περισσότερο τα ψέματα που ακούει ή εκείνα που ξεστομίζει σωρηδόν. Δεν ξέρει καν να πει αν την ταράζουν. Σα να εδραιώθηκαν, σα να έγιναν συνήθεια, ένας οχληρός θάνατος της αλήθειας. Η κολακεία επιφέρει ευρεία αποδοχή. Είναι απείρως ευκολότερο να παραποιείς την αλήθεια από το να την αντιμετωπίζεις.
 
 Η αναγνώριση της αλήθειας θέλει πολλά μερόνυχτα αυτοαναιρέσεων. Το ρίσκο  του να γίνεις αντιπαθής δεν είναι εφιαλτικό μόνο για εκείνον που στη μοναξιά απαντά μια ιδιότυπη γιορτή της ύπαρξης. Το ψέμα είναι βολικός τρόπος αποπροσανατολισμού της προσοχής από το πιο ουσιαστικό σημείο. Οι φόβοι μας δεν είναι παρά αλήθειες που θανατώσαμε. Ένα πρωινό αδιάφορο, αφήσαμε την αδιαφορία να μας υποδουλώσει σε εξαρτησιογόνα λόγια. Υποχθόνια, ζυγισμένα, αρεστά. Από εκείνα που αναζωπυρώνουν την καταρρακωμένη μας αυτοεκτίμηση. Οι φόβοι, θεριά ανήμερα, εξαπλώνονται και αναπαράγονται στο βωμό μιας αλήθειας που εξαϋλώνεται.
 
 Φοβόμαστε τις ελλείψεις μας αλλά μόνο αν τις αναγνωρίσουμε θα γίνουμε πλήρεις. Μέσα από αυτές, με την ταπεινότητα εκείνου που ξέρει πως δεν είναι τίποτα, ακόμα και αν τον αποθεώνουν τα πλήθη. Πως ένα ψεγάδι μαρτυρεί την αλήθεια του που δε μοιάζει με κανενός, μια αλήθεια που τον Διαφοροποιεί, τον στιγματίζει ακόμα, τον απελευθερώνει.

 Για τον εγκλωβισμό μας είναι πιο απλό να κατηγορούμε τρίτους ή να επικαλούμαστε τις απρόσφορες συγκυρίες. Τα ψέματα που λέμε στον εαυτό μας είναι τα πιο θλιβερά γιατί προδίδουν την αποξένωση από την ψυχή μας. Αντέχει η ψυχή όταν μάχεται για την αλήθεια, όταν κλείνει πεισματικά τα αυτιά σε μεγαλοπρεπή λόγια και διαστρεβλώσεις του αληθινού. Πονάει η αλήθεια γιατί υπενθυμίζει την ανεπάρκειά μας. Πονάει, συγκινεί, ζωογονεί. Η ατολμία μας είναι εκείνη που την εξουδετερώνει βάναυσα, γιατί καταδεικνύει την θρασύδειλη απόρριψη του ασύμφορου.
 
 
 Σε έναν κόσμο που είσαι ό,τι φαίνεσαι, το να γίνεις πραγματικά κάτι, έρχεται σε δεύτερη μοίρα. Μαθαίνεις να μην το σκέφτεσαι καν. Σου αρκεί να αποσπάς αποδοχή, να υποκρύπτεις ακόμα και με κραυγαλέους ερασιτεχνισμούς τις αδυναμίες σου. Οι αδυναμίες σου σε κάνουν δυνατό, αρκεί να αντέξεις να τις δεις. Όταν γίνεις ειλικρινής με τον εαυτό σου, κανένα ψέμα δε θα είναι ικανό να σε αγγίξει.

 Στη σιωπή ανθίζουν οι Αλήθειες...Σε απόσταση από τις λέξεις, στις πιο σπουδαίες πράξεις που γίνονται αθόρυβα, στις παραλείψεις που ισοδυναμούν με τις πιο ηχηρές πράξεις, στα λάθη που μας έφεραν πλησιέστερα στα σωστά, σε μεταμφιεσμένες επιθυμίες και ανομολόγητα θέλγητρα. Στη
Δική σου Αλήθεια.

Τετάρτη 14 Μαΐου 2014

Η Ψυχή στο βλεμμα

Σε ένα αδιάκοπο κυνήγι της ιδανικής εικόνας, οι ατέλειες μοιάζουν αποκρουστικές. Πολλές φορές επινοούνται κιόλας, για να αμαυρώσουν το αλλιώτικο, για να καταστήσουν αναγκαία την ευλαβική υποταγή στα πρότυπα ομορφιάς. Συμβατικά, το δίχως άλλο, σε ερωτοτροπία με τη μόδα, να επικροτούν την ομογενοποίηση του στυλ και τη μαζική αποχρωματοποίηση. Την απουσία του διαφορετικού επειδή εισάγει την εξαίρεση. Βέβαια το διαφορετικό δεν είναι πάντοτε εκκεντρικό, ούτε κραυγαλέο. Καθίσταται κατακριτέο επειδή τολμά να αποσχιστεί από μια προκατασκευασμένη εικόνα τελειότητας. Εμμέσως, αν όχι με ρητές επικρίσεις και άκομψους μορφασμούς.
 
Κοιτώ γύρω μου και βλέπω ένα άχρωμο πλήθος. Ντύσιμο δίχως άποψη, ίδια μαλλιά, ίδιες τσάντες, ίδιο ύφος. Η ίδια ανυπόφορη επιτήδευση. Έλλειψη ουσίας , συλλογίζομαι με άκαμπτη απολυτότητα. Επιδερμική αρμονία, εσώτερο χάος. Άτομα που ξεστομίζουν κουβέντες αβάσταχτης πλήξης. Ρηχότητα επικίνδυνα προβλέψιμη. Μπορεί να είμαι αυστηρή, να τείνω σε γενικεύσεις. Έπειτα θυμάμαι πως ο πιο όμορφος άνθρωπος που είδα ποτέ μου ήταν κάποιος που ποτέ δεν είδε τις ατέλειες της όψης του. Όχι επειδή δεν υπήρχαν, αλλά απλούστατα επειδή τις εξαφάνισε το μεγαλείο της Ψυχής του. Αυτές οι ατέλειες έγιναν τα πιο γοητευτικά του στοιχεία. Ήξερε πως η εικόνα του δεν ήταν εντυπωσιακή, ωστόσο τραβούσε τους πάντες σα μαγνήτης. Ακτινοβολούσε αυτοπεποίθηση και για αυτήν δεν κυκλοφορεί εγχειρίδιο με σχετικές οδηγίες. Ή την έχεις, ή την αποκτάς. Με δουλειά επίμονη. Επίπονη. Κόντρα σε κάθε συμβατικότητα, ορισμό, στερεότυπο. Σε πάλη με τα δαιμόνια της ανασφάλειας.
 
 Η αυτοπεποίθηση είναι καρπός της προσωπικότητας. Η τόλμη να χαράζεις το μονοπάτι σου όταν όλοι , τυφλοί, βαδίζουν σε μια απέραντη λεωφόρο. Επειδή απλά αφέθηκαν να πιστέψουν πως είναι η πιο βολική, η πιο ασφαλής οδός. Οι ασφαλείς δρόμοι κρύβουν τα πλέον ανυπέρβλητα εμπόδια.
 
Βάλε την πινελιά σου σε κάθε τι, ακόμα και στο πιο μικρό και ανεπαίσθητο. Αυτή η παρεμβολή σου στα πράγματα, ακόμα και αν είναι ελάχιστη, μπορεί να γίνει ανατρεπτική.
 
 Η προσωπικότητα είναι ασυμβίβαστη ομορφιά γιατί είναι διαχρονική. Δε γυρεύει επιβεβαίωση, ούτε φθείρεται με το χρόνο. Αναζωπυρώνεται, αναβιώνει, μετασχηματίζεται. Γεννά την ανατροπή γιατί είναι η ίδια ανατροπή. Σε μια ομήγυρη νεκρικής ομοφωνίας, γίνεται η ζωογόνος φωνή, ο αντίλαλος.
 
 Δεν λείπουν όμορφα πρόσωπα. Λείπουν πρόσωπα με Ψυχή. Και μέχρι να αξιωθούμε να γίνουμε τέτοια, ή μια σπάνια τύχη να μας φέρει στο δρόμο μας ένα από αυτά, θα συνεχίζουμε να βουλιάζουμε στην αποχαύνωση ενός κόσμου που αποθεώνει την εικόνα μιας άψυχης τελειότητας.

Σάββατο 26 Απριλίου 2014

Ένα ταξίδι ακόμα

Αν μπορείς να απολαύσεις το ταξίδι, δε σε νοιάζει ο προορισμός. Σίγουρα κάπου το είχε ακούσει, ήταν από αυτά τα χιλιοειπωμένα τσιτάτα που ξεστομίζονταν με το στόμφο της αυθεντίας. Του φαινόταν δήθεν, όπως και κάθε τι με αποφθεγματική διάθεση. Ποιος περιφρονεί το αποτέλεσμα μιας προσπάθειας, ποιος αρέσκεται στη διαδρομή που θα οδηγήσει σε ένα απογοητευτικό τοπίο; H ίδια η ζωή τον δίδαξε πως οι άνθρωποι δεν διαθέτουν τέτοια ''ηρωϊκή'' φιλοσοφία ζωής, όντες επιδερμικοί και αφόρητα ρηχοί, ακόμα και εκείνοι που καμώνονταν  τους στοχαστικούς- ίσους αυτοί πιο πολύ.
 
Πάντα ο ίδιος έτρεμε τις ατυχείς εκβάσεις. Μισούσε τους αστάθμητους παράγοντες. Ήθελε κάθε του προσπάθεια να χαίρει αναγνώρισης: ποιος φυσιολογικός νους δε θα ήθελε το ίδιο; Δεν τον ένοιαζε το χειροκρότημα του πλήθους που μπορεί να ήταν μια άχαρη κολακεία αλλά το δικό του το μπράβο, η αίσθηση ότι ακολούθησε την ορθή πορεία, εκείνη που τον οδήγησε στο σωστό τέρμα. Καμιά φόρα , βέβαια, οι νίκες του,  του προξενούσαν μια παράδοξη θλίψη . Σα να συναντήθηκε αμήχανα μαζί τους, σα να μη μπορούσε να τις γιορτάσει. Και αν μπορούσε, θα ήταν σε μια γιορτή καταναγκαστική, ολότελα χαμένη στη μελαγχολία.
 
 Έμεινε μόνος, συνειδητά. Χρόνια άγονης μοναξιάς όπου ήταν δοσμένος στην ευόδωση στόχων. Όσο μεγάλωνε , θέριευε η τελειομανία του. Σα να αυτοβασανιζόταν, και μέρα με τη μέρα σκότωνε την παιδικότητά του που άλλοτε του χάριζε  αγνή χαρά. Κι έπαψε να υπάρχει ταξίδι, έμεινε μόνο το τέρμα. Μα το τέρμα δεν ήταν ποτέ όπως το φανταζόταν. Πάντα αποδεικνυόταν κατώτερο των προσδοκιών, άλλη μια αμήχανη συνάντηση. Κι όταν βρέθηκε άγρυπνος μέσα σε έγγραφα ανάκατα, βυθισμένος σε έναν κόσμο αυτοαναπαραγόμενης πικρίας, με το σώμα του διαλυμένο και την ψυχή του αγνώριστη από τη φθορά, θυμήθηκε αυτή την περιφρονημένη ατάκα. Πού είναι το ταξίδι; Ορθή πορεία είναι αυτή που οδηγεί στο πολυπόθητο τέρμα; H αυτή που οδηγεί σε ένα άλλο τέρμα, που εκ πρώτης φαινόταν λαθεμένο;
 
Το πρόβλημα με την ορθή πορεία είναι ότι ποτέ δεν είναι ορθή εκ των προτέρων. Ενέχει ρίσκο η εξερεύνησή της γιατί είναι άκρως παραπλανητική. Το σημείο αφετηρίας μπορεί να είναι ασφαλές αλλά να οδηγήσει σε επικίνδυνα μονοπάτια. Ή να μοιάζει ριψοκίνδυνο και να οδηγήσει στο πιο ανέλπιστο καταφύγιο.
 
 Το τέρμα πραγματικά δεν έχει τόση σημασία. Γιατί αν δεν απολαύσεις τη διαδρομή, πάντα θα μοιάζει με αμήχανη συνάντηση. Αν την χαρείς όμως στο έπακρο, επειδή είναι το μόνο που έχεις, το παρόν σου αυτούσιο, δε θα σε νοιάζει αν δεν υπάρχει τέρμα.
 
 Το ταξίδι είναι για όσους έχουν συμφιλιωθεί με την αναπόδραστη άγνοια. Μόνο οι ηττοπαθείς δεν ταξιδεύουν-βουλιάζουν προτού ξεκινήσει το ταξίδι. Και είναι κρίμα γιατί θα χάσουν όλες τις λοξοδρομήσεις που θα το  κάνουν  συναρπαστικά απρόβλεπτο.
 
 Αν φοβάσαι την ήττα, θα χάσεις το ταξίδι. Και δεν υπάρχει μεγαλύτερη ήττα από αυτή.

Τρίτη 22 Απριλίου 2014

Η αποποινικοποίηση της θλίψης ~

Δεν υπάρχει αιτία για τη θλίψη. Ίσως για αυτό είναι θλιβερή, γιατί δεν εξηγείται ορθολογικά. Δεν υπακούει σε κανόνες και γεννάει άλλο ένα ανεξέλεγκτο. Το να σε ρωτούν γιατί δεν είσαι καλά είναι από τις πιο ανούσιες ερωτήσεις. Δεν έχουν απάντηση. εκτός από κλισέ δικαιολογίες που κουκουλώνουν την ουσία. Αρνείσαι ή φοβάσαι να την αντικρύσεις κατάματα. Μερικές φορές δεν τη γνωρίζεις καν. Νιώθεις χαμένος, σε μια εκκίνηση που πάντα παραμένει δυνητική. Ξέρεις πως σε αποζητούν όταν είσαι χαρούμενος και ξέγνοιαστος. Έμαθες να προσποιείσαι πως όλα βαίνουν αισίως. Το να δείχνεις ευάλωτος δεν οδηγεί πουθενά. Θα σε περιφρονήσουν, θα σε επικρίνουν, θα σου γυρίσουν την πλάτη.

 Η καταναγκαστική χαρά έγινε η νέα μόδα. Μια εικόνα που δεν τσαλακώνεται, αψεγάδιαστη, πληκτικά τέλεια. Ασχημίζει το πρόσωπό σου αυτό το επίπλαστο γέλιο, που είναι σα να το έχεις προβάρει αμέτρητες φορές μπροστά τον καθρέφτη. Κι όταν νιώθεις αληθινή μοναξιά, εκείνη που σκορπάει θορυβώδη σιωπή μέσα στην ψυχή σου και την κάνει να τρέμει από δέος και να πονάει, πανικοβάλλεσαι που αδυνατείς να υποκριθείς πια. Που δε μπορείς να ελέγξεις τη θλίψη σου, και την αφήνεις να σε κατατροπώνει, με τους φόβους να μεγαλουργούν και την επιθυμία για αναγέννηση να συρρικνώνεται. Καταραμένη φυσιολογικότητα !Ποια αυθεντία και με ποιους όρους την επινόησε και την άφησε να κυβερνά αυταρχικά το πνεύμα;

 Κάθε φορά που αισθάνεσαι πως παρεκκλίνεις από το φυσιολογικό, αυτοπεριθωριοποιείσαι. Από την άλλη, εκεί είναι που ανακαλύπτεις έναν εαυτό πιο σκληρό, πιο αυθεντικό, που όλα τα ζυγίζει και μετά επιλέγει. Δε χαρίζεται και δε θυσιάζει την αλήθεια του στο βωμό της ευρείας αποδοχής. Η θλίψη δεν είναι πράξη αξιόποινη, ούτε συνοδεύεται από ηθική απαξία. Συναίσθημα είναι, και τα συναισθήματα δεν ποινικοποιούνται. Αν αφεθείς σε αυτή άφοβα, ίσως ανακαλύψεις πως οδηγεί στη χαμένη σου χαρά. Πάντα πονάει όταν τη συναντάς. Ζωή χωρίς πόνο δεν είναι ζωή. Χαρά δίχως θλίψη είναι μια ξέφρενη ηλιθιότητα. Τίποτα πιο θλιβερό από το να προσποιείσαι το χαρούμενο. Σημαίνει ότι δε μπορείς να λυπηθείς καν, ότι δε μπορείς να είσαι εσύ. Τα συναισθήματα δοκιμάζουν απίθανες μεταπτώσεις, ταξίδια μεταξύ οριακών πόλων. Η θλίψη που δεν απωθείται και διαποτίζει την ύπαρξη με ανάσες αυτογνωσίας οδηγείται στην ανέμελη χαρά μιας λησμονημένης παιδικότητας. Εκεί όπου τα όνειρα δεν είναι αναχρονιστικά γιατί αποστατούν από το χρόνο και τον υπερβαίνουν. Εκεί όπου αποδέχεσαι εσένα. Ακόμη και όταν οι άλλοι επιμένουν με μανία να σε απορρίπτουν. Να αγαπάς εσένα για να μην αναμένεις την αγάπη εξαρτημένα. Να σου δίνεται η αγάπη απλόχερα, αλλά ακόμα και αν είναι μονόπλευρη, εσύ να συνεχίζεις να τη νιώθεις. Να τη βλέπεις. Να μην είναι ποτέ μονόπλευρη γιατί είναι μέσα σου. Γιατί είναι παντού.

Τρίτη 8 Απριλίου 2014

Σταθερά Σημεία

Δεν υπάρχουν εξηγήσεις για τα αναπόφευκτα. Για όσα δεν πειθαρχούν στην κυνική λογική μιας εξίσωσης. Για όσα αποστατούν από τον ορθολογισμό των σχέσεων αιτιώδους συνάφειας. Είναι γεγονότα υπαγορευόμενα από μία αγέρωχη αναγκαιότητα. Αναπότρεπτα, ακόμα και αν το σύμπαν ολάκερο γυρνούσε ανάποδα. Κάποια επικίνδυνη νομοτέλεια τα προστάζει. Δε γίνεται αλλιώς. Για ένα μυαλό δοσμένο στην εξονυχιστική ανάλυση αλυσιδωτών αντιδράσεων, αυτό είναι εξοργιστικά αδιανόητο. Από την άλλη, εκεί φωλιάζει η πιο ανυποψίαστη ομορφιά του σύμπαντος. Η πιο αγνή και η πιο απρόσιτη. Σε κάτι από τη φύση του ανεπεξέργαστο. Στην πρώτη ύλη της ευτυχίας που είναι ασύλληπτη, όπως της πρέπει. Είναι ανάρμοστο να κωδικοποιείς την ευτυχία !Θυμάται την ατάκα ενός φίλου με αίσθημα γλυκόπικρο. Άμα κωδικοποιείς την ευτυχία, γίνεσαι ανήμπορος να αποκωδικοποιήσεις την επίδρασή της πάνω σου. Είναι σαρωτική η ευτυχία, έτσι όπως σε ταρακουνάει με παραφροσύνη κάτι δειλινά νηνεμίας, που η παλίρροια μοιάζει με σενάριο επιστημονικής φαντασίας. Είναι πολυαναμενόμενη, όμως πάντα έρχεται όταν παύει να κυριεύει το νου και την ψυχή ως απόλυτα ιδεατή φαντασίωση. Η ευτυχία που λαμβάνει υπόσταση είναι η έμπρακτη απόδειξη της πενιχρής μας αυτογνωσίας. Υπενθύμιση της προβλέψιμης φαντασίας μας. Γιατί έρχεται ως κάτι απόλυτα νέο. Ως κάτι που δεν έχει προλάβει να στοιχειώσει τη φαντασία μας ακόμα. Θα τρυπώσει σε αυτή μετά, στα χνάρια της ανάμνησης. Η φαντασία που παραποιεί την ευτυχία στην απόπειρά της να την ερμηνεύσει.
 
Οι άνθρωποι ξεχνούν με φρικτή ευκολία. Αραδιάζουν γενναίες υποσχέσεις με δειλή καρδιά. Χάνονται σε έναν απέραντο περίπατο όπου οι δρόμοι είναι γεμάτοι από άγνωστες μορφές. Κυνηγημένες από κάτι που και οι ίδιες αγνοούν. Στοιχηματίζω ότι κάποια στιγμή συναντήθηκα με όλες αυτές. Μοιραστήκαμε αλήθειες και έπειτα διασκορπιστήκαμε στο ρομποτοποιημένο πλήθος. Με οδηγό ένα φόβο και το χρόνο να μας αρπάζει κομμάτια από πάνω μας, που νομίσαμε πως ήταν διαχρονικά. Τα βράδια που το σκοτάδι απλώνεται σαν απειλή και η βαβούρα της μέρας καταλαγιάζει, πασχίζω να αναστήσω αυτά τα κομμάτια. Μέχρι στιγμής δεν τα έχω καταφέρει. Οι στιγμές ανασαίνουν όταν είσαι και εσύ ζωντανός. Θέλει δύναμη να ανεχθείς την παλιά σου ευτυχία χωρίς νοσταλγικές απολήξεις. Να την αποδεχθείς, ως ευλογία παρελθούσα. Πάντα άλλωστε σε ακολουθεί η ευλογία. Πάντα σε σημαδεύει με την αίγλη εκείνη που μόνο η σπάνια τύχη μπορεί να έχει .
 
Σε αυτό τον κόσμο, κάπως βλάσφημα προσεύχομαι για σταθερές. Τολμώ να τις αναζητώ κιόλας. Μέσα σε μεθυσμένα βλέμματα και θλιμμένα χαμόγελα, στα ασταθή βήματα και τις αταίριαστες λέξεις. Προσπαθώ να διαφυλάξω ένα κομμάτι μου, να μείνει ανέπαφο από την τρέλα των καιρών. Οι σκέψεις μου καρφώνονται στο βλέμμα μου, και νιώθω ματιές χυδαίας περιέργειας να απορούν με την παράξενη φιγούρα μου, που είναι παραφωνία στη συγχορδία. Μα με αφήνουν όλα αδιάφορη, έτσι πρόσκαιρα που συγχωνεύονται το ένα μέσα στο άλλο, και δίχως κανένα νόημα. Είναι η δική σου αγάπη που κάνει το φορτίο του απρόσωπου κόσμου λιγότερο επαχθές. Η αίσθηση ότι σε αγαπούν, μαλακώνει την τραχιά εντύπωση όλων των ασυνάρτητων εικόνων. Μαζί σου μπορώ να γίνομαι Εγώ, αφού βιώνω τη μαγεία του Εμείς. Να υπερβαίνω τη μονολιθικότητα του Εγώ με έναν τρόπο αβίαστο .Όπως και η ευτυχία, έτσι και ο έρωτας. Είναι σπουδαίος, επειδή είναι αβίαστος. Έχει σημασία επειδή δεν υπόκειται σε εξηγήσεις. Η μαγεία του παρασύρει και την πιο αποστειρωμένη ψυχή. Και νεκρούς ανασταίνει. Και ας μην πιστεύουν σε αυτόν. Ίσως για αυτό νεκρώθηκε η ουσία τους. Στην έλλειψη πίστης. Στην αγάπη, κανένα κομμάτι της ύπαρξης δεν εκχωρείται συμβατικά στο χρόνο. Αχώριστο και αδιάσπαστο, παραμένει πιστά πάνω σου, παρά τη λεηλασία των καινούργιων στοιχείων. Είναι παρόν και ανασημασιοδοτείται διαρκώς. Ζει, αναπνέει, εξελίσσεται, μα δεν ξεχνά ποτέ την αφετηρία του.
 
Να αγαπάς χωρίς να προσβλέπεις στο τέρμα.

Δευτέρα 7 Απριλίου 2014

Μοναχικά Ταξίδια

Και, εντελώς ξαφνικά, ξημερώνει μια μέρα αλλιώτικη. Πανηγυρική φυγή στον ήλιο, από την ασφυξία, στην απελευθέρωση. Τα θαύματα συντελούνται αθόρυβα πάντα, πάντα εκείνα απαρατήρητα μεγαλουργούν.Εκεί, στην υποδιαστολή της ακέραιας στιγμής, ανατρέπουν αυτό που μοιάζει εδραιωμένο. Όσο κι αν η σκέψη θορυβεί με μεγαλοπρεπείς φιλοδοξίες, όσο και αν μάχεται να οδηγηθεί στην αλήθεια, στο τέλος άσκοπη χάσκει μπροστά στη συσκότιση που κατάφερε να δημιουργήσει. Αυτό όμως το πρωινό μια δύναμη μεταμόρφωσης σκαρφάλωσε σε κάθε χιλιοστό αδιεξόδου που υψώνεται γύρω της. Μια λύση που αναδύθηκε χωρίς κανείς να τη γυρέψει. Όταν φεύγει, όλα απλοποιούνται. Η μαγεία του άλλου τόπου τα κάνει όλα διαφορετικά, σκορπίζοντας υπεργήινη αρμονία. Τα μοναχικά ταξίδια της. Και η σωτηρία μέσα από αυτά. Ο αέρας μοιάζει με καθαρή πνοή, τριγύρω πλανάται ένας σκοπός αληθινός, απογυμνωμένος από σκοπιμότητες και εξαρτημένα κίνητρα. Ο ήλιος οδηγός σε κάθε βήμα, λουλούδια πολύχρωμα εξωραϊζουν το τοπίο, τα πρόσωπα περπατούν ανέμελα, μια πιθανότητα ευφορίας εισδύει σε κάθε σκέψη που ορφανεύει από μελαγχολικά σύνδρομα. Όλη η ζωή ένας ατέλειωτος περίπατος. Με τα άγχη και τα προβλήματα συρρικνωμένα στίγματα σε έναν απέραντο καθρέφτη. Με τον έρωτα πανταχού παρόντα, απλό και απόλυτο.
 
 Σε αυτά τα ταξίδια, χαίρεται με σφοδρότητα, όσο και ανησυχεί. Πώς γίνεται να αισθάνεται τόσο όμορφα μέσα στη μοναχική της ύπαρξη; Δύο τινά μπορεί να συμβαίνουν: ή έχει οικοδομήσει μια πραγματικά γαλήνια σχέση με τον εσωτερικό της κόσμο, η οποία αποκαλύπτεται όταν απομακρύνεται από την οχλαγωγία των καθημερινών συνηθειών, ή είναι σχιζοφρενικά ακοινώνητη. Γιατί είναι στ' αλήθεια παράξενο να αντέχεις τη σιωπή της ύπαρξής σου. Εκείνη που φανερώνει μυστικά και μυστήρια. Είναι βολικές οι έξωθεν φωνές. Φιμώνουν εκκωφαντικά την αλήθεια που φοβάσαι και χρειάζεσαι. Μακριά από τα γνώριμα, όλα γίνονται οικεία. Κι εκεί καταλαβαίνεις πως αυτά που νομίζεις ότι γνωρίζεις, φράζουν το δρόμο για αυτά που πραγματικά αξίζει να μάθεις. Αγωνιά και ανυπομονεί για αυτά τα σύντομα ταξίδια αυτογνωσίας. Την διασκεδάζουν, την αφυπνίζουν, μερικές φορές την τρομοκρατούν. Την φέρνουν αντιμέτωπη με φόβους καταχωνιασμένους σε συρταράκια της μνήμης, με επιθυμίες αγέννητες ακόμα, με δυνάμεις άγνωστες. Είναι ταξίδια παράφορης ευδαιμονίας. Πιάνει το σφυγμό της σε κάθε σταθμό, γελάει με τις παιδιάστικες εικασίες της, με την θεότρελη απόστασή τους από την πραγματικότητα.
 
Κατανοεί πως και η ίδια η πραγματικότητα είναι ανεκτή γιατί επιμένει να είναι ακατανόητη. Μπορεί ο καθένας να την πλάθει κατά βούληση, με την ψευδαίσθηση ότι είναι αυθεντική. Μα τι θα ήταν η ζωή δίχως αυταπάτες ! Μια ορθολογιστική παράθεση γεγονότων επί των οποίων δε θα είχαμε την παραμικρή συμβολή. Στην αντάρτικη ψυχή της δεν υπάρχει χώρος για πραξικοπηματικές πραγματικότητες. Είναι Απρίλης, η δυνατότητα εισχωρεί παντού, όλοι αναμένουν με έξαψη το επόμενο θαύμα, και είναι σίγουρη ότι από κάπου μακριά ακούγεται αυτό το τραγούδι...

Πέμπτη 6 Μαρτίου 2014

To Μεγάλο Ναι

Μέρες ομίχλης. Αυτό σκεφτόταν τα πρωινά που περιστρεφόταν ανήσυχος στο κρεβάτι και ο ουρανός τον κοίταζε κατάμαυρος. Πάντα το ίδιο, αποστειρωμένο ξεκίνημα. Με ψυχαναγκαστική τήρηση συνέπειας, ακόμα και το δευτερόλεπτο αξιώνει καθημερινά την επαναλαμβανόμενη τήρησή του. Ο χρόνος που συνδέεται νοσηρά με τη συνήθεια, τον αγκαλιάζει ασφυκτικά μα εκείνος δε μπορεί να την αποτινάξει, και κάπως έτσι τον αφήνει μαραμένο. Πάντα υπάρχει κάποια δικαιολογία, ο εχθρικός ουρανός, η υγρασία, οι άνθρωποι που έχουν πάψει να είναι ενδιαφέροντες, ο Μάρτης που πάντα αναγορευόταν στο δικό του μαρτύριο. Πάντα τον έβρισκε άσκοπο, μεταβατικό και μαρτυρικό. Σα να έπρεπε να τον υποστεί για να δικαιούται λίγο από την αίγλη του Απρίλη. Μήνας που καθυστερεί την Άνοιξη είναι δυνατό να είναι αγαπητός; Πολύ περισσότερο μέσα από την όλη του δισημία και κυκλοθυμία. Ο κόσμος είναι ένας συνωστισμός από αναποφάσιστους. Δε χρειάζεται ακόμα και ο καιρός, το θυμικό του μήνα, να λυγίζει μπροστά στο κατηγορηματικό μιας απόφασης.

 Περπατάει στους βρεγμένους δρόμους και νιώθει να βαθμολογείται από κάθε κινούμενη ύπαρξη. Περιμένει να ακούσει από έξω έναν ψίθυρο έστω , και μέσα του βασιλεύει η μαρμάρινη σιωπή. Η αμηχανία του ανθρώπου που η αυτοεκτίμησή του έχει πάει περίπατο. Ό, τι και να κάνει, όσο και να τρέξει, τα δυνατά του τρακάρουν πάνω στο αδύνατο του εγχειρήματος. Χάνει επεισόδια και η ζωή του καταλήγει επεισοδιακή, μόνο που ο ίδιος δέχεται να καμωθεί τον κομπάρσο. Τα όνειρα μοιάζουν με αφελείς συλλήψεις του παιδικού του νου που καταστρώνονται μόνο σε ανέφελους αιθέρες. Απόληξή τους να φαντάζουν με ουτοπία, με τέχνασμα για να ξεγελάει την αφόρητη ανία της ώρας.
 
Εξασκήθηκε στην αναμονή του θαύματος, τόλμησε να αγαλλιάσει με το απαρατήρητο, με μικρές χαραμάδες φωτός, με εικόνες αφάνταστης ομορφιάς, αναδυόμενης πιθανότητας. Τόλμησε να ανασύρει τη δύναμή του μέσα από το χάος που τον έκανε να πεισμώσει και να δρομολογήσει μέσα από αυτό το ταξίδι του για τη γαλήνη. Το νόημα δε θα ήταν πολύτιμο αν δεν ήταν δυσδιάκριτο. Το διέκρινε κάποιες επίπονες στιγμές που όλα ξεκινούσαν από το μηδέν και τον σάρωνε η λυτρωτικότητα της άγνοιας. Συνειδητοποίησε μεμιάς το ανώφελο του καθημερινού ξοδέματος. Όλα είναι μικρά όταν είναι μακριά. Η δυστυχία είναι καρπός της ανικανότητάς μας να την πολεμήσουμε. Γέννημα της λαγνείας μας για το βολικό. Απόρροια της μετάφρασής μας πάνω σε έναν κώδικα που λιγόψυχα αποκρυπτογραφούμε. Αναμονή ενός θαύματος που έχει περάσει από δίπλα μας και το αφήσαμε να προσπεράσει γιατί δεν κοιτάζαμε μέσα μας. Δίχως προσωπική νίκη, το θαύμα έχει κάτι από το άλγος της ανέγγιχτης ευτυχίας. Αυτή η κατάφαση που χρόνια περίμενε να ακούσει από κάπου αλλού, από μία φωνή ξεψυχισμένη, πολυπόθητη. Το Μεγάλο Ναι που στεκόταν σε ένα ανυπέρβλητο σημείο και πάσχιζε να το εγκλείσει σε μία κατοικία λήθης. Τέτοιες αλλόκοτες μέρες το συναισθάνεται. Πρέπει να πεις πολλά '' μικρά'' Όχι για να γίνεις άξιος για το'' Μεγάλο'' Ναι.

Σάββατο 1 Φεβρουαρίου 2014

Παροδικό

Όλα περνούν, έμοιαζε να σκέφτεται αυτό το άγευστο απόγευμα.Μπογιές άχρωμες σε ένα ψυχρό λευκό, ο βουβός πίνακας, τα άχρηστα χρώματα που στέρεψαν από ουσία, που νόμιζε πως ήταν ανεξίτηλα. Όπως οι αναμνήσεις. Υπερεκτιμημένα παράγωγα του συναισθηματικού νου που φρονεί πως τα συναισθήματα ακροβατούν ανέπαφα στο χρόνο. Με αυτό το χαζό ρομαντισμό που επιμένει να οικοδομεί προσδοκίες γύρω από το απροσδόκητο. Φόβοι κραταιοί πάντα, έτοιμοι να ξεφυτρώσουν δολοφονώντας κατά συρροή πολύτιμες στιγμές. Φόβοι για τον πόνο, την απώλεια, την διάψευση. Μα και φόβοι για την επιτυχία, τη χαρά, την απομυθοποίηση ιδανικών.
 
Μα αν ο φόβος γίνει η ζωή σου, δε θα το καταλάβεις πως έχεις ήδη πεθάνει. Είναι λανθάνουσα αυτοκτονία. Περιφέρεσαι ημίνεκρος σε σοκάκια αντιφάσεων, γεμάτα από ξεθωριασμένες αποχρώσεις ονείρων και κραυγές ανικανοποίητης λαχτάρας. Ξοδεύεις το χρόνο σου περιμένοντας μόνο να εκπνεύσει. Η απώλεια γίνεται δρομοδείκτης σου. Ψυχορραγείς, μα έτσι χαμένος στην καταδίκη του ανέκφραστου, απλά το υφίστασαι.
 
Η παραίτηση δεν είναι άλλο παρά υλοποιημένη δειλία. Κι όταν η στιγμή εξανεμίζεται με τόσο φευγαλέα μαγεία, η δειλία υποδηλώνει ανικανότητα να καρπωθείς την αίσθηση μέθης που γεννά η βουτιά στο τώρα. Στο τώρα που δεν βρίθει υποσχέσεων και φιλόδοξων αναμονών αλλά προσφέρει απλόχερα την αλήθεια του σπαρταριστού παρόντος. Ζεις την ευτυχία, δε ζεις για αυτή. Και μην πασχίζεις να την αποκωδικοποιήσεις, ματαιοπονία είναι. Από τα πιο αλλόκοτα μυστήρια. Ένας γρίφος συναρπαστικός, που θα παραμένει εσαεί άλυτος.
 
Είναι όλα παροδικά. Ο πόνος που σφραγίζει την ψυχή, η απώλεια η ανεξήγητη, η φοβία και η εμμονή σε όσα δε θα προσεγγίσουμε ποτέ, η επιτυχία που ελαφρύνει το βάρος της ανεπάρκειας, η ξέφρενη χαρά, ο έρωτας, η αγάπη. Θυμάται τον άγραφο κανόνα που ακολουθούσε από την εφηβεία της: να μην υποτιμά, ούτε να υπερεκτιμά κάτι ή κάποιον. Χρυσός κανόνας. Συρρίκνωνε τον φόβο, ελάττωνε τη φρικτή αίσθηση δέσμευσης από εξωγενείς και ανέλεγκτους παράγοντες. Μόνο που μεγαλώνοντας, άρχισε να νιώθει περισσότερο ευάλωτη. Να μην της αρκεί η αποθέωση του πρόσκαιρου. Να βρίσκει αυτή την κοσμοθεωρία απλουστευτικά κυνική. Να έχει ανάγκη από σταθερές, να πιστέψει ότι ανήκει σε κάτι αμετάβλητο, που δε θα το τινάξει στον αέρα ο χρόνος. Στην αξίωση για το παντοτινό, φόνευσε το παρόν της. Και το μέλλον της φάνταζε ακόμα πιο απροσπέλαστο, μα και το παρελθόν θολό. Σα να ήταν απούσα από όσα έζησε. Σα να ήταν Άλλη. Σε δευτερόλεπτα την επισκέπτεται ο εαυτός της μέσα από χιμαιρικές μεταλλάξεις, σε άλλες πόλεις, άλλα θέλγητρα, άλλες αγάπες, ολωσδιόλου άλλη μορφή. Με άλλα μάτια, και ο κόσμος να μετατρέπεται σε αντανάκλαση της ψυχής της.

 Όσα πίστεψε πως θα τη συντρόφευαν για πάντα, χάθηκαν σε έναν ανεμοστρόβιλο λήθης. Μοιάζουν με ρετρό εικόνες μόνιμα ερεθισμένης νοσταλγίας. Μα στη ζωή της παθαίνει συχνά κρίσεις πανικού. Οι πιο πολλές, πηγάζουν από την ανημπόρια της να παγώσει το χρόνο. Να διασώσει κάτι  στη μανία του να τα οικειοποιείται όλα βάναυσα. Έπειτα ξαναγίνεται παιδί, ξαναβρίσκει την ωριμότητά της. Ανασαίνει βαθιά. Το κυνήγι του χρόνου είναι ένα παιχνίδι εξαρχής χαμένο. Στη βιασύνη χάθηκε η αβίαστη χαρά. Μπορεί να μη ζήσεις όσα η καρδιά σου λαχταρά, μόνο για να ανακαλύψεις ότι άλλα λαχταρούσε. Μπορεί τίποτα να μην αποδειχθεί αιώνιο, αλλά αυτό να σε απελευθερώνει. Μπορεί να σου αρκεί η στιγμή. Το να σου αρκεί η στιγμή είναι η αιώνια χαρά. Αν αποδεχθείς ότι όλα είναι παροδικά, μπορείς να ελπίζεις στο αιώνιο.

Σάββατο 25 Ιανουαρίου 2014

Αγχωμένες διαδρομές

Είδε ένα όνειρο με επιτιθέμενες εικόνες. Ξεφύλλιζε ένα βιβλίο παλιό, με χαρτί κιτρινισμένο, δύσοσμο. Οι λέξεις ξεπηδούσαν από τις σελίδες, ανάγλυφα τα γράμματα πλημμύριζαν το χώρο και μεταλλάσσονταν σε ζιζάνια που βούιζαν στα αυτιά της. Δε μπορούσε να δει τίποτα τριγύρω. Συνήθως στα όνειρά της κυριαρχούσαν οι προθεσμίες που πάντα την άφηναν πίσω. Τις κυνηγούσε και έμενε στο τέλμα. Έτρεχε να τις προλάβει, και μέσα της ήξερε πως είναι αδύνατο, ανούσιο ακόμα. Άλλοτε έβλεπε σχοινοβάτες ή σκηνικά ιδανικής ξεγνοιασιάς σε αιγαιοπελαγίτικα νησιά. Ή κάτι που ξεχνούσε και την απέτρεπε από κάποια σπουδαία εμπειρία. Συνήθως πρωταγωνιστούσαν όλα εκείνα που δε μπορούσε να αγγίξει, μαζί με μία αίσθηση ασφυξίας για την αναξιότητά της.
 
Μεγαλώνει καθώς μεγαλώνουν οι φόβοι της. Ποτέ δε θα μείνει μόνη αφού ποτέ δε θα ορφανέψει από αυτούς. Μεγαλώνει ολοένα, και ολοένα οι φόβοι της γίνονται παιδιάστικοι. Ψάχνει με βλέμμα ακόρεστο ένα καταφύγιο αληθινό. Τρέμει στην επαλήθευση δυσοίωνων σκέψεων. Επικρίνει την ευκολία με την οποία πέφτει σε λήθαργο όταν την παραλύει το άγχος. Άγχος για όσα έκανε(πάντα ένα βήμα πιο πίσω από το ιδανικό), άγχος για όσα απέτυχε να προλάβει(ο χρόνος την κοιτάζει περιφρονητικά που βαδίζει τόσο αργά και ασυντόνιστα), άγχος για το αύριο που δε μπορεί να προβλέψει(και την ίδια ώρα εκείνο περηφανεύεται για την αυτοδύναμη μαγεία του), άγχος για όλα εκείνα που δε μπορεί να αλλάξει(μάλλον επειδή της υπενθυμίζουν πως δε μπορεί να αλλάξει τον εαυτό της). Πολλές φορές τη στοιχειώνει η εικόνα που έχει η ίδια για τον εαυτό της, μια εικόνα αλαφιασμένης καρικατούρας, κυριευμένης από τελειοθηρική υστερία για να ελέγχει και να διεκπεραιώνει τα πάντα. Βρίσκεται σε λάθος μέρος, τη λάθος στιγμή, προφέρει λάθος ατάκες, ακολουθεί λάθος διαδρομές. Με μία παθολογική ευλάβεια, εμμένει σε όλα αυτά τα λάθη. Μονίμως αγχωμένη. Μονίμως ''λίγη'', ανίκανη να συλλάβει εκείνο το μυστικό της φευγαλέας χαράς που θανατώνει  την απόγνωση.
 
Ονειρεύεται άλλα, και στα αντίθετα κατευθύνεται. Φοβάται ότι δε θα τολμήσει να τα καρπωθεί. Φοβάται ότι θα τής γεννήσουν νέα άγχη. Η αίσθηση της απόλυτης αρμονίας για εκείνην υφίσταται μόνο ως φαντασιακή κατάσταση. Είναι ιεροσυλία να λάβει υπόσταση. Το μεγαλύτερο άγχος το προκαλεί η σκέψη ότι κάποτε ίσως εξαλειφθεί ολοσχερώς. Νοσηρή τροφή είναι που συντηρεί την ανασφαλή, εκ του ασφαλούς προσκόλληση στο ''ένα βήμα πίσω''. Το προσκήνιο προϋποθέτει απογύμνωση από δικαιολογίες. Φίμωση από θρασύδειλες φωνές. Το ''ένα βήμα μπροστά'' δεν είναι κάτι άλλο παρά αποκήρυξη μιας διαδρομής, την ώρα που εκείνη νοσταλγεί τις παλιές γειτονιές και δρόμους.
 
Θέλει το βήμα μπροστά να αφαιρέσεις ένα κομμάτι από το παλιό σου πρόσωπο, και είναι δύσκολο να το κάνεις, ειδικά όταν νομίζεις ότι το γνωρίζεις. Η πρόκληση όμως το νέο, άγνωστο κομμάτι, ακόμα και αν δεν το μάθεις ποτέ. Να αφήνεις ανοιχτό το παράθυρο στο άγνωστο, γιατί αν αφεθείς στον κομφορμισμό του δήθεν οικείου, ποτέ δε θα γνωρίσεις πραγματικά τίποτα.
 
 Όταν θα πάψεις να έχεις άγχος για τη γνώση, θα αρχίσεις να μαθαίνεις τα πάντα, γιατί θα μπορείς να μάθεις τον εαυτό σου. Και τι άλλο είναι το άγχος πέρα από αυτοσχέδιο εμπόδιο για την ευτυχία;

Τετάρτη 22 Ιανουαρίου 2014

Επιθυμία

Χωρίς καν να το καταλάβει, ο χειμώνας έβαινε προς το τέλος του. Νέα χρονιά, φιλόδοξη και αισιόδοξη, με αλλαγές τολμηρές να εκκολάπτονται σε υπολείμματα ατολμίας, και όλοι συνέχιζαν το γνωστό μουρμουρητό. Επιθυμίες ανικανοποίητες μένουν να χλευάζουν όλο προκλητικότητα, στο κατώφλι του χρόνου. Όλοι τα έχουν όλα και όλοι δεν έχουν τίποτα. Ο χαμένος που μετράει απώλειες μέσα από τη νίκη του. Ο νικητής που ανιχνεύει τα θαύματα μέσα από τη συντριβή. Γιατί η επιθυμία, ακόμα και η εκπληρωθείσα, σε τσακίζει. Είτε επειδή φανερώνει το απροσμέτρητο κενό, είτε επειδή σε αφήνει ακόμα πιο ελλειπτικό, ακόμα πιο μόνο.
 
 Μέσα στο γαϊτανάκι της εφήμερης χαράς αυτά τα ηλιόλουστα πρωινά, τα γεμάτα μυρωδιές από καφέ και μπαχαρικά, αλήτικες λιακάδες, αβάσταχτης εγκαρδιότητας χαμόγελα και προορισμό κανένα, ξεχνιέται, και το έχει ανάγκη. Από όλα εκείνα που την καταποντίζουν σε θυσίες για παλαιωμένες επιθυμίες, από τη σκουριά σκοτεινών ονείρων όλο γήρας, από νέα θέλγητρα που γνέφουν αμφίσημα. Σα να θέλει να προστατευθεί από το χείμαρρο των επιθυμιών που θέλουν να την κατασπαράξουν όπως ένα βουλιμικό μάτι .Είναι αυτές οι επιθυμίες που την κάνουν αφόρητα αυτοαναφορική, επαναλαμβανόμενα λανθασμένη, αυτές που της τρέφουν νοσηρά την έπαρση και που την αδειάζουν από κάθε ικανότητα να χαρεί. Να χαρεί από το τίποτα, να χαρεί για το τίποτα. Δε θέλει λόγο η χαρά, μόνο έδαφος ψυχής καθαρό για να ανθίσει.
 
Έμαθε να επιθυμεί τα απρόσιτα. Να γεύεται την αρρωστημένη γλύκα του ανεκπλήρωτου. Να νομίζει πως ζει μια ζωή σε κατώτερη βαθμίδα από την ιδανική. Χαρτογράφηση επιθυμιών. Αστείο, και μόνο που το σκέφτεται. Την σημάδεψαν οι επιθυμίες, έτσι όλο βοή που της χίμηξαν μια μέρα που την καταβρόχθιζε η ανασφάλεια. Δε μας καθορίζουν οι επιθυμίες μας αλλά η ιδέα που τρέφουμε για αυτές.
 
 Κι έπειτα έρχεται μια σπάνια, μαγική ώρα. Η ώρα που οι επιθυμίες συναντώνται με άλλες. Ανοίκειες και γνώριμες μαζί. Και προσπαθούν να συγχρονιστούν, να συμπορευθούν, να κατακυριεύσει η μία την άλλη, αντί να κυριεύσουν τις ψυχές των ανθρώπων.  Και γεννάται ο πόθος, ο έρωτας, η αγάπη. Εξαρτάται.
 
 Η ικανότητα να μην επιθυμείς τίποτα είναι τόσο επικίνδυνη όσο η ικανότητα να επιθυμείς τα πάντα. Σπουδαία είναι η δύναμη της επιθυμίας που κατευθύνεται σε κάποια άλλη, αγαπημένη πάντα, και δεν αυτοτροφοδοτείται, με άγνοια της μοναξιάς της. Να επιθυμείς να επιθυμείς και να σε επιθυμούν. Χωρίς ανεπιθύμητες παρενέργειες.

Παρασκευή 27 Δεκεμβρίου 2013

My way ~

Όπως αναζητούσε εκείνο το πρωινό κάτι από χτες που χάθηκε, σωριάστηκε στο έδαφος. Χάρτινα όνειρα στροβιλίζονταν στον αέρα, που γέμιζε από σταλαγματιές μνήμης. Μνήμης που αγκαλιάζει τις στιγμές και τις κάνει να ασφυκτιούν. Θέλουν χώρο να αναπνεύσουν, χωρίς να σημαδεύονται από χθεσινά μεγαλεία και αυριανά επιτεύγματα. Ομιχλώδης η ατμόσφαιρα, κάποιες επιθυμίες σφαδάζουν από τον πόνο, έτσι νεογέννητες που βουλιάζουν στην απόγνωση. Το κλίμα μοιάζει πένθιμο, οι άνθρωποι που περπατούν γύρω σα να θρηνούν για μια χαμένη χαρά. Για κάτι που φώλιαζε μέσα τους και τους ψιθύριζε ένα μυστικό ευφροσύνης. Σα να εισέβαλλε κάποιος στην ψυχή τους και το αφαίρεσε με βιαιότητα. Φαίνονται κενές υπάρξεις, βαραίνουν από την κενότητά τους, το βάρος της άδειας τους ύπαρξης αδυνατούν να το σηκώσουν. Μέσα από όλα αυτά, επιμένουν να αναζητούν την πληρότητα. Είναι τα μάτια τους αγαλμάτινα, ανέκφραστα, πάντα στο μεταίχμιο, στο διφορούμενο, στη σπίθα που χάνεται. Ψάχνουν τις απαντήσεις σε ξένους, σε ταινίες και τραγούδια, σε λέξεις δανεικές και ποιήματα άλλων. Ξεχνούν έτσι πως και οι ερωτήσεις δεν είναι δικές τους. Κάποιος ξένος τις έβαλε στο στόμα τους, και τους αποξένωσε από το δικό τους γρίφο. Έδιωξαν άθελά τους μακριά την πιθανότητα λυτρωμού. Μάλλον επειδή μέσα στην αγωνία να επιβληθούν στη μανία της καθημερινής αλληλοεξόντωσης, λησμόνησαν το δικό τους τρόπο. Ότι η ζωή αξίζει μόνο αν βρουν το δικό τους τρόπο να τη ζουν. Μόνο αν τον υποστηρίξουν με σθένος, με όλη του τη λόξα και την εκκεντρικότητα. Ότι ευτυχούν αν συμφιλιωθούν με τις δικές τους επιθυμίες.
 
Τους παρατηρεί, ένα τεράστιο λεπτό της ώρας. Σαν λαθραίοι βαδίζουν, σα να κρύβονται από τον ίδιο τους τον εαυτό. Αγωνιζόμενοι για την μη απόκλιση από το κοινωνικό στερεότυπο. Βρήκαν τον τρόπο να χάνονται σε χιλιάδες σκοτούρες, με το χάρισμα να τους απομακρύνουν από το δικό τους, αυθεντικό τρόπο. Κι έπειτα σκορπίζουν γκρινιάρικα παράπονα για τις ελλείψεις και τα απωθημένα τους. Πάντα κάποιος άλλος φταίει. Πάντα παλιά ήταν καλύτερα. Πάντα στο μέλλον φιγουράρει η φιλόδοξη δυνατότητα. Και πάντα το παρόν θα είναι μίζερο και αδύναμο. Γεννούν οι ίδιοι την απώλειά της ευτυχίας τους. Έτσι, αντιφατικά, όπως πάντα. Όπως η απώλεια παλιών ονείρων, μπορεί να είναι η μεταμφιεσμένη γέννηση νέων. Ή προϋπόθεση για να κερδίσεις αυτό που φοβάσαι. Τον απωθημένο, τρομερό, τρομακτικό, δικό σου τρόπο.
 
Στις γιορτές , οι περισσότεροι απελευθερώνουν το μέχρι πρότινος σκουριασμένο κομμάτι της φαντασίας τους. Αρέσκονται σε μεγαλεπήβολες ευχές. Γυρεύουν να ψυχαγωγηθούν στο χαυνωτικό κλίμα που τους μετατοπίζει σε μία χρονιά, η οποία υπόσχεται να τα αλλάξει όλα, μόνο επειδή αλλάζει η ίδια. Οι ευχές μένουν ίδιες κάθε χρόνο γιατί η βούληση των ανθρώπων είναι συνήθως ελλειπτική. Πάσχει η ικανότητά τους να εφαρμόζουν όσα θα τους κάνουν να ευτυχήσουν. Τα φρενάρουν, γιατί οι συνθήκες ποτέ δε θα είναι ιδανικές για ευτυχία. Πάντα η καθημερινότητα θα δίνει απλόχερα ευκαιρίες για λήθη και ανώδυνες απολαύσεις. Μα η απώλεια της αυτοκαταστροφικής μας μανίας μπορεί να μας σώσει και μόνο αυτή . Η απώλεια θα μας φέρει πιο κοντά στη σωτηρία.
 
Στο θέαμα των εγκλωβισμένων υπάρξεων, πάντα της έρχεται στο μυαλό ένα τραγούδι. Τέτοια εποχή πάντα. Είναι που προσφέρεται για ανασκοπήσεις και απολογισμούς, όσο διαστρεβλωμένα απότοκα της φαντασίας μας και να είναι. Πόσο σπουδαίο να ακολουθεί κανείς το δικό του τρόπο σε όλα! Να τον βρει και να τον υπερασπιστεί, και ας είναι δακτυλοδεικτούμενος! Εκεί αναπνέει η πιο παράφορη ευτυχία. Δεν αντιγράφεται, ούτε επαναλαμβάνεται. Είναι μία μύχια, ενδιάθετη κατάσταση που εγκαθιδρύει τη μαγική σιωπή της ψυχής. Ναι, τη λαλίστατη, άφωνη σιωπή. Παρότι τίποτα δεν ενθαρρύνει την ελπίδα, όταν ακούει αυτό το τραγούδι, εκείνη ανασταίνεται.
 
Γιατί, ακόμα και αν τίποτα δεν το προμηνύει, αυτή θα είναι μία πραγματικά καλή χρονιά. Το νιώθει. Θα βρει τον τρόπο να την κάνει. Η συνταγή δεν είναι πουθενά γραμμένη. Δεν αποστατεί από μεγαλοπρεπή ευχολόγια γιατί απλούστατα δεν υπάρχει. Μόνο εκείνη την επινοεί και μόνο εκείνη μπορεί να της δώσει υπόσταση. Να χάσει, για να κερδίσει. Με τον τρόπο της. Καλή Χρονιά !

Πέμπτη 26 Δεκεμβρίου 2013

On the road

Δρόμος νέος μπροστά. Χωρίς φως, χωρίς δεδομένα να διευκολύνουν. Στο Χρόνο που ξέφρενος γιορτάζει το σαρωτικό του πέρασμα. Το αναγκαίο της φθοράς, την αναπόφευκτη αναγέννηση λησμονημένων ευχών. Το Φόβο που αναπαράγει μαζί με κάποια φθαρμένα, δειλά ένστικτα.
 
Κακόγουστα δωμάτια του χτες, όλα είναι ντεμοντέ εκεί, πότε αστεία, πότε τραγικά, καμαρώνουν με την άνανδρη ανακούφιση του περασμένου. Αυτού που δε με αφορά πια. Είμαι οι αλλαγές μου, γίνομαι αυτές, έτσι μια μέρα που μου χτύπησαν την πόρτα και εγκαταστάθηκαν ντύνοντάς με,  με άλλο πρόσωπο. Ταρακούνησαν βίαια το συντηρητισμό μου, όμως ...έτσι ή αλλιώς, δε μπορούσα να με αναγνωρίσω πια. Εδώ και πολύ καιρό. Η μανία με την οικειότητα με αποξενώνει. Με κάνει να μένω ίδια. Κενή νοήματος.
 
Ο Δρόμος αυτός είναι θεοσκότεινος. Γεμάτος παραπλανητικές πινακίδες και σιβυλλικά σύμβολα. Φαίνεται πως καταλήγει σε αδιέξοδο. Ξέρω πως τα φαινόμενα είναι για τους εφησυχασμένους. Το παν είναι να τα ανατρέπεις, γιατί πάντα σε στριμώχνουν με τις ζαβολιές τους. Δεν ξέρω αν έχω τη δύναμη να περπατήσω μόνη. Όμως δεν έχω ανάγκη από παρηγοριά. Από αλήθεια έχω ανάγκη, από εκείνον που έχει την τόλμη να την ομολογεί, ακόμα και αν είμαστε μεσοστρατίς χωρίς ίχνος φωτός και βοήθειας. Ούτε βοήθεια χρειάζομαι. Αυτή είναι που διογκώνει την αναπηρία μου. Την αληθινή λύση μπορεί να τη βρει μόνο εκείνος που αντιμετωπίζει το πρόβλημα. Ο τρίτος θα το επιλύσει από τη σκοπιά του και από απόσταση ασφαλείας.
 
Δε χρειάζομαι πυξίδες. Με τον καιρό έμαθα πως είναι όργανα αποπροσανατολισμού. Το πιο μαγικό σε μία διαδρομή είναι να διαλέγεις εσύ τον προσανατολισμό σου, όχι να σου τον υπαγορεύουν. Να είναι ανέπαφη η ψυχή από προϊδεασμούς.
 
Δε φοβάμαι τις διολισθήσεις. Χωρίς αυτές δε θα μπορούσα να ελέγχω την ικανότητά μου να ευθυγραμμίζομαι. Χωρίς ανισορροπία δε θα  μάθαινα  ποτέ τη σταθερά που με εξισορροπεί.
 
Μα ούτε και από σκέψη έχω ανάγκη. Έχει τη μανία να τα οργανώνει όλα , για αυτό και τα καταστρέφει. Υπερεκτιμημένη είναι, παρακωλύει απλώς την αυθόρμητη δράση, που σε μία ύπαρξη με  μία μονάχα ζωή, είναι επιβεβλημένη.
 
Κι αν με αποδοκιμάσουν οι διαβάτες των  πιο κεντρικών δρόμων, απλώς θα νιώσω θλίψη στη μικρόψυχη ματιά τους. Θα θελήσω να τους δείξω πως στις πιο αθέατες γωνίες του περιθωρίου, στην πιο απομονωμένη στοά που κραυγάζει απελπισία,  κρυφοζούν τα πιο λαμπρά θαύματα. Είναι κρίμα να κοιτάζουμε μόνο εκεί όπου η ελπίδα είναι ορατή. Η ελπίδα δε γυρεύει αποδείξεις, είναι ανθεκτική ακόμα και όταν κυριαρχεί το χάος.
 
Η αίσθηση της διαδρομής έχει κάτι από μία ζάλη ευφορίας. Έναν αρχόμενο φόβο που παραχωρεί τη θέση του σε μία ορμητική χαρά. Μα αυτό που πάνω από όλα με γαληνεύει είναι πως ,με εσένα στο πλάι, μπορώ να περάσω απέναντι με κλειστά τα μάτια ακόμα.

Παρασκευή 20 Δεκεμβρίου 2013

Painful

Πονάω για όλα εκείνα που δε μπορώ να αλλάξω.
Μου θυμίζουν πόσο αδύναμη στέκομαι στο αναπόδραστο μιας πικρής αλήθειας.
Πονάω για κάθε πικρή αλήθεια που δεν τολμώ να παραδεχτώ.
 
Πονάω για το χρόνο που τρέχει άγαρμπα, χλευάζοντας τη βιασύνη την ενθουσιώδη των επιθυμιών μου.
Μένουν να με κοιτάζουν απορημένες:με τι αφέλεια ανέμενα να λάβουν υπόσταση;
Με ποια απλοϊκά μου σχέδια στριμώχτηκαν στην απρόβλεπτη ροή του χρόνου;
Ήμουν άραγε εγώ η ίδια όταν με κυρίευαν, ή η θαμπωμένη ανάμνηση μιας ανήλιαγης μορφής;
 
Πονάω που την ψυχή μου ποτέ δε θα μπορέσω να καταλάβω. Και τις στιγμές που θα νιώθω πως αυτό συμβαίνει, θα γεύομαι την πιο δόλια αυταπάτη.
 
Ακόμα πονάω για τις ευτελείς επιθυμίες.
Αυτές που εμφορούνται από κατώτερα κίνητρα και αυτές που δεν οπισθοχωρούν σε κανένα φραγμό.
 
Πονάω για την ασημαντότητα όλων εκείνων που θαρρούν πως είναι σημαντικοί(περίσσεια η έπαρση στα μικροσκοπικά τους μάτια).
 
Πονάω για τις στιγμές όπου μέσα από μικρές χαραμάδες ξεπροβάλλει η μεγάλη μου ευτυχία.
Στιγμές του χτες που αλήτικα μεταναστεύουν στο σήμερα και μου το ληστεύουν. Με ερεθίζουν, σαν απώλεια καθαρής χαράς.
Με δαιμονίζουν, σαν ανεπίστρεπτα μεγαλεία.
 
Την ίδια στιγμή, πυροδοτούν την πεποίθησή μου, αν μια φορά είσαι ικανός για ευτυχία, για πάντα είσαι. Γίνεσαι. Ότι η ευτυχία μοιάζει μακρινή όχι επειδή δε μπορεί να δε μπορείς να την αγγίξεις αλλά επειδή δε μπορείς να τη δεις. Δηλώνει παρουσία εκεί όπου η φαντασία σου απουσιάζει. Περιπλανιέται σε μεριές άγνωστες , που περιφρονείς να εξερευνήσεις, που απλώς σου φαίνονται πεζές.Κρύβεται αναπάντεχα πίσω από τον πόνο. Τον πόνο που η ίδια προκαλεί, με την ασύλληπτη μαγεία της .Τον πόνο πως είναι αληθινή και έξω από την ανθρώπινη νόηση. Γεννά ερωτήσεις που στο τέλος δεν έχουν καμία σημασία.Άλλωστε, όσα χρόνια και αν περάσουν, η απάντηση θα είναι μία, και ποτέ δε θα τη μάθουμε.

Τετάρτη 11 Δεκεμβρίου 2013

Time flies

Η βραδιά παγερή.Όνειρα τουρτουρίζουν στο ανικανοποίητο, προσδοκίες γυρεύουν λίγη ελπίδα ρίχνοντας κλεφτές ματιές στο φως.Το πρόσωπό της ωχρό, γεμάτο από στίγματα ημιτελών εμπειριών.Το ξόδεμα δίχως ανταπόκριση.Η πάλη για κάτι ιδεατό.Το άλλο πρόσωπο της εικαζόμενης επιθυμίας.Προσδοκά κάτι πάντα για να ανακαλύψει ότι είναι γέννημα του μυαλού της.Η πραγματικότητα αναπαράγει τον εαυτό της με πολύ διαφορετικό τρόπο.Πότε απογοητευτικό, πότε ανεπαρκή, πάντα αφυπνιστικό.Τα ημερολόγια στερεύουν από σελίδες, ο χρόνος που εκπνέει.Το διαλαλούν με κάποιο στόμφο τα στολίδια, τα εκτυφλωτικά φώτα, τα αδηφάγα μάτια των ανθρώπων που στεγάζουν μια παράξενη θλίψη.
 
Εκείνος δεν ήταν ποτέ εκεί.Πάντα τον περίμενε, πάντα έβρισκε παρηγοριά σε αστεία καταφύγια να ξεγελάει τη μοναξιά της, πάντα πίστευε ότι η πόρτα θα χτυπήσει και θα είναι εκεί.Πως όλα θα γίνονταν απλά και καθαρά,δε γίνεται να τον επιθυμεί τόσο και να είναι μονόπλευρο.Με ένα μαγικό κλικ, οι ανάποδες συνθήκες θα ευθυγραμμίζονταν.Έπεισε τον εαυτό της πως είναι πλασμένη για εκείνον, άφησε την αγάπη να θεριεύει, έμαθε να είναι μόνο σαρκικώς παρούσα στο παρόν της.Το μυαλό της ταξίδευε δίπλα του και σε ένα μέλλον που θα ανέτειλλε μέσα από τις επουλωθείσες πληγές.Χρειάζεται χρόνος, σκεφτόταν, και όλα θα δρομολογούνταν.Κάθε χρόνο τέτοιες μέρες, γίνεται θύμα όλων των κοινοτοπιών.Τις επιβεβαιώνει ντροπιασμένα.Προσπαθεί να είναι διακριτική ενώ μαίνεται εντός της η επιθυμία να σηκώσει το τηλέφωνο και να τον ακούσει.Ανά πάσα στιγμή.
 
Την δαιμονίζει η ακραία εμπορευματοποιημένη χαρά.Η ανάσυρση της χαράς μέσα από την επίφαση των φωταγωγημένων δρόμων και των γιορτινών αγορών.Την  εξοργίζουν τα αγκαλιασμένα ζευγάρια στο δρόμο που πορεύονται άμοιρα ανησυχιών.Με σημαία τη φυσιολογικότητα.Ούτε έχει στολίσει το σπίτι(από πότε η γιορτή είναι ένα προγραμματισμένο ξεφάντωμα;), ούτε θέλει να φάει σπιτικά μελομακάρονα επειδή είναι Δεκέμβρης(τα προτιμάει το Φεβρουάριο που όλοι τα σνομπάρουν οικτρά ως ανεπίκαιρα).Κάθε φορά που ακούει χαρωπά χριστουγεννιάτικα άσματα, κλείνει εκνευρισμένη το ραδιόφωνο-ή τ' αυτιά της.
 
Αυτό το βράδυ που μοιάζει τόσο τυπικό προοίμιο χριστουγεννιάτικης περιόδου, με το ψύχος και το νεογέννητο χιόνι, τα χαμένα πρόσωπα που επιμένουν να υπερκαταναλώνουν και τις μυρωδιές από γλυκά να πλημμυρίζουν και το πιο απόμερο στενό της πόλης, συλλογίζεται πως η ζωή έχει καταντήσει μια γραφική υποκρισία.Μια διεκπεραιωτική επανάληψη εκπονημένων δραστηριοτήτων στις οποίες πρέπει να μετέχουμε.Ένα πανηγύρι κανόνων που στην ουσία μας σπρώχνει στο κυνήγι της εξαίρεσης.Γιατί γιορτή είναι κάθε απρόσμενη τροχιά.Κάθε αναποδογύρισμα του καθιερωμένου.Γιορτή είναι να μην περιμένεις τίποτα και να έρχεται αυτό που λαχταράς πραγματικά.Γιορτή είναι η επανεφεύρεση του εαυτού και της ζωής μας.Γιορτή είναι να αλλάζεις το φαινομενικά αμετάβλητο που καταβροχθίζει τον δυνατό εαυτό σου.Καμία γιορτή δεν περικλείεται σε χρονικά όρια.
 
Κυλάει  ο χρόνος και εκείνος πάλι απών.Αυτό το βράδυ δε μπορεί να κρύβεται άλλο από τον εαυτό της.Πονάει βαθιά.Όλα την ενοχλούν γιατί όλα την αφήνουν ανέγγιχτη.Άδεια, περιφέρεται σαν τρελή, με μόνη συντροφιά την αναμονή.Νιώθει πως είναι και θα είναι μόνη.Μόνη είναι όταν δεν τής επιτρέπει να γίνει αυτό που είναι.Οι παραμορφώσεις τής στοιχίζουν.Ξαφνικά, το αισθάνεται.Δεν έχει κάτι να περιμένει.Όταν περιμένεις τα θαύματα, αυτά γίνονται αυταπάτες.Δεν έχει άλλη αναμονή.Η αναμονή είναι δειλή αίρεση για τα όνειρά της και τα όνειρα είναι ανεπίδεκτα αιρέσεων.Δε χρειάζεται χρόνος.Ό,τι είναι να γίνει, γίνεται και στην απειροελάχιστη υποδιαίρεση της στιγμής.Δεν αρκεί να αλλάζει ο χρόνος κάθε φορά.Πρέπει να αλλάζουμε και εμείς όλα εκείνα που μας αφήνουν αφόρητα ίδιους.

Κυριακή 8 Δεκεμβρίου 2013

All that you can't leave behind

Έξαψη και αγωνία είχε εκείνο το πρωινό.Σκηνές της προηγούμενης βραδιάς δίνουν ένα σινιάλο μεθυσμένης θλίψης.Αποτσίγαρα στο τασάκι, άπλυτα ποτήρια,μισάνοιχτα σημειωματάρια.Η τηλεόραση όλο το βράδυ σε λειτουργία, δεν την άνοιγε παρά μόνο όταν ο κόσμος του γκρεμιζόταν.Το ραδιόφωνο σε χαμηλή ένταση. σιγομουρμουρίζει ένα διαβολεμένα εθιστικό κομμάτι των Tindersticks.Put your love in me..Χάνεται στη μαγεία της φωνής.Παλινδρομεί στην εφηβεία του, τότε που με παιδική λαχτάρα αναζητούσε μουσική στα δισκοπωλεία.Κάθε μήνα είχε και άλλο μουσικό κόλλημα, ό,τι και αν έκανε, η μουσική τον στοίχειωνε.Σφράγιζε την ύπαρξή του.
 
Ο χρόνος τον κοιτάζει από μια χαραμάδα αλήθειας.Τον απογυμνώνει, τον κάνει να ντρέπεται που δε συνειδητοποίησε με τετράγωνη λογική πώς πέρασε.Οι ψυχαναγκασμοί του χρόνου τον στριμώχνουν στον καθρέφτη όπου ξεπηδούν οι άχαρες πτυχώσεις του δέρματος(πώς δεν τις παρατήρησε πιο πριν;)και τα κομμένα του μάτια.Ο κόσμος αλλάζει, μόνο εσύ δεν το βλέπεις, μοιάζει να ξεστομίζει με αλαζονικό ύφος.Εκείνος γυρεύει με απόγνωση ένα φλυτζάνι αχνιστού καφέ.Άγλυκου, δυνατού.Αισθάνεται μια ληθαργώδη ανημπόρια να τον παραλύει.Η αλλαγή του κόσμου τον σοκάρει αρχικά, μετά τον υπνωτίζει.Του φαίνεται ένας τόπος από ηλίθιους που θαρρούν πως έχουν άποψη για όλα.
 
Πλησιάζουν χριστούγεννα, αυτό του το υπενθυμίζουν από τον Οκτώβρη.Οι οικείες μουσικές, η φωταγωγημένη πόλη, τα στολίδια στα καταστήματα, άνθρωποι που ψωνίζουν εμμονικά επειδή''αλλιώς οι γιορτές δεν έχουν νόημα'', ευχές για το νέο έτος καταδικασμένες να μείνουν θεωρητικά μεγαλεία, όλοι χαρούμενοι.Πρέπει να χαρεί.Αυτό το θλιβερό σύνθημα δίνει την αφετηρία σε κάθε του μέρα.Σήμερα όμως είναι αλλιώς.Έπεσε κατά τύχη σε ένα φωτογραφικό άλμπουμ, δέκα χρόνια πριν.Τότε που οι φωτογραφίες εκτυπώνονταν και τοποθετούνταν ευλαβικά σε άλμπουμ με θεματικές ενότητες.Θα μπορούσαν να ενοποιηθούν σε μία, με ένα τίτλο..''η ανεπεξέργαστη ευτυχία''.Πρόσωπα που ακτινοβολούσαν χαρά ξέφρενη, γεμάτα συναίσθημα.Που επέμεναν να αγαπούν τη μουσική και τις λέξεις, το κόκκινο κρασί και τη μυρωδιά του φρεσκοκομμένου καφέ.Το περπάτημα στα στενάκια όπου έλαμπαν οι πιο περίτεχνα κρυμμένοι θησαυροί.Τις λυτρωτικές σιωπές.Την αίσθηση ευγνωμοσύνης που αισθάνεται όταν ξημερώνει μια μέρα δίχως λεπτό ύπνου και είναι έτοιμος να κατακτήσει τον κόσμο.Το να είναι μικρός ήρωας, αφανής πάντα.Ο ήρωας είναι απαλλαγμένος από την ανάγκη αυτοπροβολής.Γίνεται ήρωας όταν υπερβαίνει το γνώριμο εαυτό του.Όταν αλλάζει , και ας τη σιχαίνεται την αλλαγή έτσι συντηρητικός που είναι.
 
Σήμερα στο σπίτι έχει πολύ κρύο.Χιονίζει έξω, σε εναρμόνιση με το επιβεβλημένο ιδανικό της εποχής.Γυρίζει πάλι πίσω, στα χιονισμένα πρωινά που περπατούσαν χωρίς όρια, μέχρι να σουρουπώσει.Εικόνες αμέτρητες μιας ευλογημένης ζωής που δε θέλει να αφήσει πίσω.Μπορεί αλλά δε θέλει.Θα είναι σα να αρνείται τον εαυτό του, το πιο ουσιαστικό του κομμάτι.Χρειάζεται να γυρίζει πίσω για να μπορεί να βαδίσει μπροστά.Εκεί μοιάζει να φωλιάζει ένα άρρητο μυστικό για τη διαχρονική του ευτυχία.Όποτε το αφουγκράζεται, σε μία ζωή έκρυθμη, με μόδες και κώδικες που δεν προλαβαίνει, που κοιμάται και ξυπνάει έντρομος για να προλάβει αυτό που τον καθυστερεί πάντα, σε έναν μαραθώνιο ματαιότητας που του ληστεύει ακόμα και το προνόμιο να μπορεί να δακρύσει, ακόμα και τότε που όλα αδειάζουν από ζωή, βρίσκει τον τρόπο.
 
Η παλιά αίσθηση ανάτασης τον ανανεώνει.Του δείχνει το δρόμο για το δικό του μονοπάτι.Όσα καλείται να αφήσει πίσω, είναι οι σταθερές του.Σε ένα σύμπαν ασταμάτητων μεταβολών, οι σταθερές του είναι η μόνη απάντηση.Όσα αγάπησε είναι πάντα εκεί, δεν ξεριζώνονται.Είναι μέσα του, τον καθορίζουν, επανακαθορίζουν τα πάντα.Ακούει το τραγούδι με μοναδικό τρόπο.Είναι νέο και συνάμα παλιό.Κάτι σαν σταθερή αξία.Σαν τις εποχές που ανακατεύονται με ένα σημείο αναφοράς κοινό.Δε θέλει να αφήσει τίποτα πίσω.Ξέρει πως όσο και αν ο κόσμος αλλάζει, εκείνος επιλέγει να ζει στο δικό του..Παρελθόν είναι μονάχα ό,τι αρνηθήκαμε να επιβιώσει στο χρόνο.
 
 

Δευτέρα 2 Δεκεμβρίου 2013

A change is gonna come

Η ρουτίνα.Στείρα επανάληψη στερεότυπων στιγμών με τρόπο μηχανικό και διεκπεραιωτικό.Ο αποκλεισμός της διαφοροποίησης.Την ίδια στιγμή που τη θεωρούμε υπαίτια για τη μιζέρια μας σε συναισθηματικό επίπεδο, την ίδια στιγμή την έχουμε ανάγκη, ως ψευδαίσθηση πειθαρχίας.Ένα τυποποιημένο πρόγραμμα έχει το άχαρο χάρισμα να μας προσδίδει μία απατηλή αίσθηση ισορροπίας.Ένα οικοδόμημα ελεγχόμενου μικρόκοσμου όπου ο χώρος είναι οικείος και ο χρόνος ουδέποτε υποκύπτει σε ατασθαλίες.Από την άλλη, ως αντιφατικά όντα, αποζητούμε την αλλαγή.Αχόρταγα, με ακόρεστη  λαχτάρα.Νοερά έστω, γιατί στο πεδίο της πρακτικής εφαρμογής, για άπειρους λόγους χωλαίνουμε.Γκρινιάζουμε ότι η ζωή είναι προβλέψιμη, γεμάτη κλισέ.Έτσι μπορούμε ευθαρσώς να καμαρώσουμε για τη διανοητική μας υπεροχή και την αλάνθαστη ενορατική μας δύναμη.
 
Είναι η διεκδίκηση της παντογνωσίας η απόλυτη πράξη μωρίας.Η ευκολία με την οποία προβαίνουμε σε κριτική κάθε προσώπου ή δημιουργήματος αλλότριου, είναι χυδαία.Πιστοποιεί την προαπαιτούμενη ανωτερότητα του κριτή, που αυτονόητα θεωρούμε πως διαθέτουμε.Ο αμυντικός χειρισμός μιας κριτικής που μας γίνεται και η αυτόματη επίκληση ευφάνταστων δικαιολογιών, μαρτυρούν ότι το να είσαι κρινόμενος συνιστά μια αδιανόητη πιθανότητα.Όταν, συνεπώς, έχουμε τον εαυτό μας καταχωρημένο στη συνείδησή μας ως άτρωτο, πώς να αξιώνουμε την αλλαγή;
 
Η Αλλαγή προκύπτει ως ανάγκη κατάλυσης του υπάρχοντος σκηνικού, το οποίο δεν είναι ασφυκτικό αποκλειστικά εξαιτίας των άλλων.Θέλει γενναιότητα να αντικρύσουμε τα σφάλματά μας και να τα αναγνωρίσουμε γιατί τρεφόμαστε από αυτά.Οι φόβοι μας θεριεύουν στην ανεξέλεγκτη αναπαραγωγή και επανάληψη των ίδιων σφαλμάτων που μας θωρακίζουν σε μια μίζερη ρουτίνα.Χρειάζεται να απορρίψουμε ένα κομμάτι του εαυτού μας ως νοσηρό, και για να το πετύχουμε αυτό θα πρέπει να έχουμε κατοχυρώσει έναν υψηλό βαθμό συναισθηματικής υγείας.Μέσα από την απόρριψη του εαυτού μας ως αυθεντίας ίσως και να προσεγγίσουμε ένα ψήγμα ουσιαστικής γνώσης.Πάντα θα συμβαίνουν τα ίδια πράγματα όταν εμείς έχουμε ταχθεί εθελοτυφλώντας στον ίδιο δρόμο επειδή είναι πιο βολικός.Ποτέ δε θα μάθουμε τι θα συμβεί αν δε δοκιμάσουμε την εναλλακτική οδό, εκείνη που φοβόμαστε ως αφιλόξενη αλλά ταυτόχρονα μας θέλγει ως αλλιώτικη χαρά των αναρίθμητων πιθανοτήτων.Πάντα θα μοιάζουν τα πάντα απίθανα όσο κάθε άλλη πιθανότητα πλην  αυτής που ενστερνιζόμαστε παραμένει ανεξερεύνητη.

Η πραγματική ανατροπή δεν είναι μια αιφνίδια μεταβολή των φαινομενικών γεγονότων.Είναι να μπορείς να αποκωδικοποιείς τα φαινομενικά γεγονότα ανατρεπτικά.Να κατορθώνεις να ανιχνεύεις την αλλαγή μέσα από την επίφαση της στασιμότητας.Κλισέ είναι μόνο ό,τι σε πείθει ως τέτοιο.Οι άνθρωποι που βλέπουν παντού κλισέ είναι ,ή ανασφαλείς ,ή αφόρητα δυστυχισμένοι.Η πανομοιοτυπία  δεν είναι παρά παγίδα για τους πληκτικούς.Οι καταπληκτικοί, θα κάνουν την έκπληξη, ακόμα και μέσα από την απόλυτη πλήξη.

Τετάρτη 27 Νοεμβρίου 2013

Στη Σιωπή που Φοβάσαι να Ακούσεις

Ένιωθε την ανάγκη να αποτραβηχτεί.Από όλους εκείνους που προκατασκεύαζαν την εικόνα και τις αντιδράσεις της.Από τις φωνές που δεν άφηναν τη δική της σιωπή να ακουστεί.Τελείωνε ο Νοέμβριος μαζί με κάτι συνεσταλμένες προσδοκίες για ανατροπή σκηνικού.Καθώς τρύπωνε το κρύο μέσα της, ενώ περιδιάβαινε δρόμους ρυπαρούς, με ανάσες χρωμάτων, θέλησε να χωθεί σε έναν ημισκότεινο χώρο.Να χαθεί.Να πιει γουλιά γουλιά κόκκινο κρασί και να κρυφογελάσει με τις παιδιάστικες αντιλήψεις των γύρω της.Με τα κωμικά τους άγχη, την ανατριχίλα της εμετικής επικαιρότητας, τα προγραμματισμένα φωτάκια των επικείμενων χριστουγέννων,τις διαφημίσεις.Παρατηρεί τη βρόχινη οργή ανακουφισμένη στους άνυδρους δρόμους.Σαν άγονα όνειρα που γεννούν θαύματα.Στην κοιτίδα του παράδοξου, μέσα σε καταφύγιο αδιεξόδων.Έξω μυρίζει νοτισμένο χώμα, σαν πολυαναμενόμενη ευεργεσία.Ανέλπιστη.
 
Χαζεύει την κρυμμένη ομορφιά της πόλης.Έτσι μελαγχολική, δίχως υπόσχεση, την αγγίζει πραγματικά.Απολαμβάνει τη μοναξιά της, η μέρα απλώνεται σε μια απεραντοσύνη φιλόξενη, που όλα τα περικλείει.Η σιωπή της κάνει κρότο.Την αφουγκράζεται με νήπια περιέργεια.Αυτά που διαμηνύει είναι ώρες-ώρες αβάσταχτα.Εγκλωβισμένα εντός της, δοκιμάζουν την ηδονή της χειμαρρώδους απελευθέρωσης.Όλες αυτές οι έξωθεν φωνές, φίμωναν τη σιωπή της.Στην απομόνωση συναντά την αλήθεια της.Εκεί που τίποτα δε χαρίζεται, οι κολακείες είναι τα ύπατα ανοσιουργήματα, οι επιθέσεις άνανδρες απόπειρες επικάλυψης της ανασφάλειας του επιτιθέμενου.Εκεί που είναι σε εναγκαλισμό παράφορο με τα δικά της λάθη.Τα πάθη και οι παραφωνίες θεριεύουν, υψώνουν ανάστημα,δηλώνουν ευθαρσώς''είμαι εδώ''.Άφησε τον εαυτό της να παραδέρνει σε υβρίδια επιδράσεων, να καταντήσει ένα πενιχρό επινόημα ρηχών οντοτήτων, που βιάζονται να βάλουν τίτλο και λεζάντα κάτω από κάθε τι.
 
Πίστεψε πως είναι αυτό που οι άλλοι έβλεπαν σε αυτή.Στον παραμορφωτικό φακό των Άλλων , εκείνη εμπιστεύθηκε την εικόνα της.Την άδειασαν.Δεν έχει την αναγκη ούτε να τους πει ''αντίο''.Τρομάζει μπροστά στην αθέατη ομορφιά των όσων προσπερνούσε.Έχανε τον εαυτό της, τη ζωή μέσα από την αλήθεια του, την υποτιμημένη ευλογία να απολαμβάνει αυτή την αλήθεια.Αυτή την ασύλληπτη ομορφιά της ζωής και των σκέψεων που γεννά δε μπορεί να την μοιραστεί με κανένα.Μόνο μια θέσει μοναχική ψυχή μπορεί να τη συναισθανθεί και να πλημμυρίσει παράλογη αυτάρκεια.Δεν την πειράζει που νιώθει μόνη επειδή δε φοβάται να είναι μοναχική.Στη μοναχικότητα  εκτιμάται η αληθινή συντροφιά.
 
Γιατί όταν δεν είσαι ευτυχισμένος μέσα την ίδια σου την ύπαρξη, κάθε είδους συντροφιά σε κάνει να νιώθεις ολότελα μόνος.Το να ψάχνεις τη λύση έξω από εσένα, σημαίνει ότι μέσα σου διαιωνίζεις το αδιέξοδο.Το να περιμένεις από έξω την απάντηση, σημαίνει ότι αδυνατείς να θέσεις τη σωστή ερώτηση.Το να ζητάς να αγαπηθείς προϋποθέτει ικανότητα να αγαπήσεις δίχως όρους.Αυτό που ψάχνεις ίσως βρίσκεται στη σιωπή σου που φοβάσαι να ακούσεις.Άκουσε για να εισακουστείς.