Κυριακή 24 Ιουνίου 2012

Ακροβασία

Kομμένη στα δύο. Η ανασφάλεια κατατεμαχίζει την αυθεντικότητα. Ανισόρροπη, στην προσπάθεια να ισορροπήσεις ανάμεσα σε ευφορία και θλίψη. Πάντα σε έθελγαν τα ακραία συναισθήματα, το μονοσήμαντο σε σκότωνε. 
Προσπαθείς να αποτυπώσεις δυο αράδες σε ένα χαρτί τόσο λευκό, που μοιάζει καταραμένο. Στριμώχνονται οι λέξεις, παραφωνούν, απωθεί η μία την άλλη, διαλύουν το όποιο νόημα.
Ντυμένη με ένα κίτρινο φόρεμα και κάτι σκουλαρίκια σε σχήμα λουλουδιού, τα μαλλιά σου ανάκατα, δήθεν ανέμελα, η όλη μορφή πασχίζει να δανειστεί κάτι από τη χίπικη φαιδρότητα. Το ξέρω καλά, όταν ντύνεσαι έτσι, μέσα σου παλεύουν δαιμόνια. Μασκαρεύεις τη θλίψη σου, με πένθιμες πολυχρωμίες, σε προδίδουν όμως οι συσπάσεις του προσώπου. Οι αδιόρατες λεπτομέρειες.

Αμέτρητες οι φορές που είχα διαπραγματευτεί τη φρενήρη σου κυκλοθυμία. Από τη μία στιγμή στην άλλη, ακροβατούσες ανάμεσα σε γαλαξίες ειρηνικούς και σε μέρη πολεμοχαρή, σε γωνιές ανάτασης και σε τόπους όπου γιόρταζε η οδύνη. Μετασχηματιζόσουν με τόση βιαιότητα, οι κλυδωνισμοί των μετουσιώσεών σου παραδομένοι στο αναπάντεχο- και εγώ ανήμπορος να τους συλλάβω. Με μια εξουθενωτική ταχύτητα ο διασκορπισμός σου σε μεταλλάξεις που μαίνονταν στο ανεξέλεγκτο, πότε δυναμική, πότε συνεσταλμένη, πότε απλώς ανυπόφορη. Διχασμένη προσωπικότητα;
Έμενα να παρατηρώ τα απειράριθμα πρόσωπά σου να διεκδικούν επί ίσοις όροις υπόσταση και ας εξουδετέρωνε το ένα το άλλο. Ένα μπέρδεμα οχληρό, ένα ξόδεμα ατέλειωτο.
Υπέφερες που η ύπαρξή σου παράδερνε σε μία αιώνια ακροβασία. Πιο πολύ υπέφεραν όμως οι γύρω σου που ήθελαν διακαώς να πιστέψουν σε μία και μοναδική σου πλευρά. Υπέθετα ότι όλο αυτό πηγάζει από ελλιπή αυτογνωσία. Μα και η ελλιπής αυτογνωσία έχει τη ρίζα της στην έλλειψη αγάπης προς τον εαυτό μας. Όταν δεν μπορείς να αποφασίσεις ποιος είσαι, σε ορίζουν οι άλλοι. Όταν δεν αγαπάς τον εαυτό σου έχεις ήδη αποκτήσει υπολογίσιμους εχθρούς. Κι έτσι όπως χάνεσαι στην ακροβασία σου, χάνεται η αυθεντικότητά σου.

Γύρω μου παρελαύνουν πλασματικοί εαυτοί. Ηδυπαθή βλέμματα, νάρκισσοι,, καταπιεσμένες σεμνοτυφίες, ξιπασμένες μεγαλομανίες. Θορυβώδης αυτοκτονία της Ψυχής η αφαίμαξη της αυθεντικότητας. Ο φαύλος κύκλος της επικράτησης του επίπλαστου εαυτού. Προσωπικότητες που επιμένουν ευθαρσώς να αποκαλούνται πολυσχιδείς. Μεταμφιεσμένες αλήθειες με κραυγαλέα ασχήμια φρονούν πως είναι αινιγματικά γοητευτικές. 

Ακροβατώντας ανάμεσα σε πολλές προσωπικότητες, κρατάς απόσταση από τη δική σου. Θωρακίζεσαι στην απόπειρά σου να αποφύγεις τα καλούπια. Φτιάχνεις άθελά σου στεγανά και τείχη, κανείς δε μπορεί να δει το πρόσωπό σου- και το χειρότερο είναι ότι δεν ξέρεις ποιο είναι. Η δυστυχία πηγάζει από την δειλία να αποφασίσεις, να κοιτάξεις άφοβα ποιος είσαι, ακόμα και αν το ένα και μοναδικό σου πρόσωπο δεν είναι και τόσο θελκτικό. Ξέχασες από πού ξεκίνησε αυτή η ακροβασία;
Πρεπει να ήταν τότε που η ανασφάλεια έκανε ατροφική την αυτοεικόνα σου και σε έσυρε σε ένα μιμητισμό ανήλεο. Αν θέλεις να βρεις την αλήθεια, πρέπει να είσαι Εσύ αλήθεια. Να μην παραδίδεις στη λήθη την αυθεντικότητά σου. Να μην προσμένεις την εξωγενή της επιβεβαίωση. Να μην ακροβατείς σε ψευτοδιλήμματα. Αλλά πάνω από όλα να τολμάς να αποφασίζεις: πώς θα ήταν η ζωή κινούμενη διαρκώς στο μεταίχμιο; 

Σε παρατηρώ για τελευταία φορά, λίγο πριν σε αφήσω. Η ύπαρξή σου σαν ερωτηματικό γιγαντιαίο, βουλιάζει σε μια μελαγχολία κραταιά. Οσμίζεσαι την εγκατάλειψη, άλλη μια διάψευση στη σειρά. Αμήχανη, φοβισμένη, χωρίς σθένος, έτοιμη να συνεχίζεις να ακροβατείς με θέα τους πολλαπλούς σου εαυτούς. Είναι αναγκαίος ο Θάνατος για να αναγεννηθείς. Ο θάνατος της φθοράς, των δαιμονίων, των επίπλαστων στοιχείων. Το τέλος της ακροβασίας, η εύρεση ενός σταθερού σημείου που όμως θα καταλύει τη στασιμότητα. Το να μην είσαι Χίμαιρα αλλά μορφή οικεία και γαλήνια.
Η μορφή σου άχρωμη απομακρύνεται. Αποκαμωμένη, σα να μη μπορεί να δει καθαρά πού πηγαίνει. Βλέπει παντού αντικατοπτρισμούς, βουτηγμένη σε χρόνιες αυταπάτες. 
Αλλάζει, διχάζει, προσποιείται, υποδύεται. Και το βραδυ που έρχεται θα τη βρει ακόμα πιο μόνη, με τη συντροφιά των αυτοσχέδιων προσωπείων της. Μορφή άμορφη, χωρίς ένα, πραγματικό πρόσωπο, σε έναν απρόσωπο κόσμο..

Τετάρτη 20 Ιουνίου 2012

Διακοπές στη Ρώμη

Κάθε Καλοκαίρι,ο ίδιος ευσεβής πόθος. Λίγες στιγμές χαράς, απόλυτης ξεγνοιασιάς, ανεπιτήδευτης ανεμελιάς. Τα καθήκοντα τη βαραίνουν, ανάλγητα πέφτουν στους ώμους της, βαραίνουν το βάδισμά της. Κατά γράμμα τηρεί ένα πρόγραμμα που η ίδια επινόησε. Δε διστάζει μάλιστα να αξιολογεί τον εαυτό της με κριτήριο τη μη παρέκκλιση από αυτό. Η παρασπονδία κρίνεται ασυγχώρητη. Η έλλειψη αυτοκυριαρχίας σφάλμα τραγικό. Μια ζωή η αυθυποβολή την αφέντευε, και ας έτρεφε αυταπάτες ότι εκείνη τής επιβαλλόταν. Μπορεί να ξεφυγει από ό,τι θέλει, όχι όμως και από τον εαυτό της.

Η πανομοιοτυπία της κάθε μέρας εξουδετερώνει τη φωνή της. Παρακολουθεί τον Κόσμο να σχεδιάζει διακοπές. Μακριά, κοντά, σύντομα, αρμένικα, σχέδια που στάζουν άμμο και μυρίζουν αντηλιακό, εικόνες ενοχλητικές από βαθυγάλανες ακτές και παφλασμό κυμάτων. Στο Καλοκαίρι πανηγυρίζουν οι αξιώσεις. Τόσο, που συνήθως καταλήγει απογοητευτικό. Όσοι δε αδυνατούν να γίνουν κοινωνοί της χειμαρρώδους ευφορίας, βυθίζονται σε μια θλίψη απέραντη.

Η σχέση της με το Καλοκαίρι παράξενη. Ουδέποτε μπορούσε να ανιχνεύσει τι επιζητούσε από αυτό. Λίγο πριν την έλευσή του συνωστίζονταν κτητικά οι αξιώσεις στο εξουθενωμένο μυαλό της. Κι έπειτα οι μέρες κυλούσαν όπως ανέκαθεν, μέσα σε ξυπνητήρια, προθεσμίες, υποχρεώσεις και εξαναγκαστικά χαμόγελα. Κάθε ιδέα προσέκρουε στο θανατηφόρο'' Και αύριο μέρα είναι, πάμε αύριο΄΄, και κάπως έτσι το σήμερα πέθαινε μέσα στις παρατάσεις του. Αλλόκοσμα Καλοκαίρια, τα παρατηρούσε πότε με απορία και πότε με θαυμασμό, πότε με θυμό και πότε με φθόνο. Η υπακοή στο πρόγραμμά της ακύρωνε την πιθανότητα μιας απροσχεδίαστης εμπειρίας.

Φέτος όμως αισθάνεται αλλιώτικα. Σα να ανίχνευσε επιτέλους τα θέλγητρα της καυτής εποχής και να νιώθει παράφορη επιθυμία να τα κυνηγήσει. Θέλει αποστασία από όσα ήξερε. Από προγράμματα, υποχρεώσεις, παγίδες και ψυχαναγκασμούς. Θέλει να αφεθεί στο άγνωστο της κάθε μέρας, να χορτάσει ατασθαλίες, να ξορκίσει τις ενοχές τις γιγαντιαίες. Προσεύχεται για χαρά ατόφια, να γίνει ικανή να εκτιμά την προσωρινότητά της, να ξεχαστεί στο ανεπανάληπτο. Αυτά που μπορούν να μας αλλάξουν είναι ανεπανάληπτα. Και αν κατορθώσει να αποδεχθεί ότι η χαρά εξανεμίζεται σαν ριπή ανέμου, ίσως να νιώσει εκείνη την αγαλλίαση τη σπάνια , που έχει μόνιμα ευεργετική επενέργεια.
Να καταλάβει ότι η διεκδίκηση της αιώνιας αρμονίας υπονομεύει την στιγμιαία ευτυχία.

Περπατάει σε σοκάκια όλο χρώμα, ξεχνάει τι άφησε πίσω, τι θέλει να συναντήσει στην επόμενη στροφή. Βλέπει την ταινία ξανά και ξανά, φέτος θα ζήσει τις δικές της ''διακοπές στη Ρώμη'', ακόμα και αν δει τη Ρώμη μέσα από καρτ- ποστάλ. Βλέπει τη χαρά να τρέχει καταστρώνοντας νέα μυστικά. Άπιαστη, δεν μπορεί να την προλάβει και ούτε θέλει. Τόσα χρόνια περιμένει το Όνειρο χωρίς να διαπιστωνει ότι τής φράζουν το δρόμο οι δικοί της εφιάλτες. Αφήνε την προσδοκία να απαξιώνει την κάθε αυτοδύναμη στιγμή. Ήρθε η ώρα για διακοπές από τον παλιό εαυτό της που ξεθωριάζει μέσα σε μια αυτοκαταστροφική φθορά. Αυτό θα είναι το δικό της Ταξίδι, αστραπιαίο και συναρπαστικό, ικανό να ξετυλίξει μια λησμονημένη πλευρά της. Εκείνη που μπορεί να αντέξει την ομορφιά της ευτυχίας, ακόμα και αν τη διαδέχεται η πιο σκληρή μορφή δυστυχίας.Άλλωστε, οι Μεγάλοι Άνθρωποι δεν προορίζονται για ορατούς προορισμούς, ούτε αγωνιούν να τους ανακαλύψουν. Ξέρουν ότι το ταξίδι είναι μαγικό επειδή αυτοί είναι δυσδιάκριτοι- ακόμα και αν εν τέλει δεν υπάρχουν.

Τρίτη 19 Ιουνίου 2012

Πολιτεία

Αυτή η πολιτεία την διχάζει. Ο Ιούνης χάνεται σε έναν καυτό αέρα, σε έναν κονιορτό εικόνων που ακροβατούν ανάμεσα στη μέθη των εποχών. Πανοραμικά, αυτή η πολιτεία μοιάζει να ξαποσταίνει. Έμαθε να δίνει στις νύχτες της γεύση από ρούμι και ήχους παραπονιάρικους. Κλείδωσε σε ένα συρτάρι ερμητικά τις σοφές κουβέντες αγαπημένου φίλου. Κάθε φορά που χαράζει, νιώθει ότι αυτή η πολιτεία την αποζημιώνει. Τής αποκαλύπτει με παράδοξη γενναιότητα την υπερβατική της σαγήνη.

Όλα μπορούν να τής τα ληστέψουν εκτός από ετούτη την ώρα. Η κατανυκτική ηρεμία την αφοπλίζει. Μένει μόνη σε μια σιωπή αδυσώπητη. Τα κτίρια είναι αγέρωχα χωρίς μορφές να τα πλαισιώνουν. Να τα ζωοδοτούν ή να τα νεκρώνουν. Όλα είναι θέμα ματιάς, το ξέρει καλά. Αλλά πόσο να επιβιώσει η ομορφιά όταν την προσπερνούν ηθελημένα τυφλοί; Το να αδυνατείς να διακρίνεις ομορφιά σε καθιστά αποκρουστικό.

Οι γραμμές των οικοδομημάτων είναι πιο απαλές, οι στροφές των δρόμων λιγότερο απότομες. Ζωντανεύουν οι δρόμοι και ας είναι άδειοι. Μπορεί να τους ονειρευτεί όπως θέλει, χωρίς το άχθος των αναμνήσεων. Μια ζωή θέλει να φύγει από εδώ. Αισθάνεται ότι η μόνη της απόλαυση είναι να παρατηρεί αυτή την πολιτεία άδεια από ανθρώπους. Τα σύμβολα που γεννά αυτός ο τόπος την καταδιώκουν με ανίερη μάνητα. Θα δραπετεύσει, και ας είναι αργά.

Εκείνο το τελευταίο βράδυ, η πολιτεία της ανέδυε μια περίεργη λάμψη. Μέσα από το απόλυτο σκοτάδι, την αναρριχώμενη θερμοκρασία και τη μυρωδιά από ρούμι οικεία γύρω της. Ήθελε να αποκρυπτογραφήσει τα μικρά της μυστικά, να καταλάβει γιατί αγαπά να τη μισεί. Να διώξει μακριά όλες τις μορφές που τής κάνουν σινιάλο όλο φθόνο,  περιφρόνηση και απάθεια. Να λυτρωθεί από το διωγμό της.

Ξέρει ότι την περιμένει μία αφάνταστη περιπλάνηση. Πολιτείες νέες που θα γευτεί ολόψυχα και θα τη βοηθήσουν να αφεθεί σε μια σωτήρια λήθη. Όμως αυτή η πολιτεία πάντα θα την κεντρίζει, θα ξυπνάει μέσα της, θα γεννάει νέα όνειρα και νέα μυστικά. Και όπως σε κάθε αιώνια εκκρεμότητα, θα είναι το αδιέξοδο και η λύτρωση μαζί. Η αφετηρία και το τέρμα.

Δευτέρα 11 Ιουνίου 2012

Τέλος Εποχής

Ψ'αχνω να βρω κάτι να με συναρπάσει, να το ποθήσει η ματιά μου έτσι ενάντιο όπως θα είναι στην ανία της συνήθειας. Να νιώσω έξω από εμένα και από όσα ξέρω. Όλη μέρα αναζητώ, παντού. Φρούδες ελπίδες με τυλίγουν με ανίερη καχυποψία. Μαύρισαν οι δρόμοι, τα κτίρια, τα βήματα συνεσταλμένα οδεύουν προς μία αχαλίνωτη φθορά. Καλπάζουσα καθώς είναι, με τρομοκρατεί. Τίποτα δε μπορώ να κάνω για να την ανακόψω.

Φρίκη ο κόσμος, διαλαλεί ακόμα και άθελά του την κατάπτωση, μόνο και που υπάρχει. Η μορφή του κόσμου δίνει ρεσιτάλ αποστροφής. Ακόμα και μέσα από την ακυβερνησία, την τραγελαφική πολιτική ηγεσία, παρελθούσα και υποψήφια, τις λάγνες υποσχέσεις και τη διαστροφική παραφιλολογία. Οι μισοί αναζητούν δουλειά διεκδικώντας επαξίως τη ρετσινιά του αιθεροβάμονα και οι άλλοι μισοί αδυνατούν να κάνουν τη δουλειά τους σωστά. Ξέχασαν πώς να το κάνουν μέσα στον εξανεμισμό του Κινήτρου. Αποσπάται η προσοχή τους από το νεφελώδες σκηνικό βίας εκλογικευμένης, αυτοτροφοδοτούμενης προσποίησης και αναρριχώμενης αβεβαιότητας. Όλοι μιλούν ακαταλαβίστικα, σε μία διάλεκτο όλο επίπλαστους μορφασμούς, σε μία γλώσσα τόσο ξύλινη, πεζή και θρασεία που λίγο απέχω από το να ξεχάσω τη μητρική μου.

Μία εποχή φθοράς. Και αν μέσα από τα ερείπια αναδύονται θησαυροί, τι θα γίνει μέχρι να γίνουμε άξιοι για αυτούς; Θέλω σε κάτι να πιστέψω αλλά κάθε φορά με διαψεύδει. Έκπτωτες αξίες με σημαδεύουν, και ας με αποκαλούν μέγα αναχρονιστή. Μετέωρο το σύμπαν, εκκολάπτεται σε καινούς κώδικες και σε καμπές που εκ πρώτης φαντάζουν φοβερές. Το νιώθω, αυτή η εποχή πεθαίνει. Θα χαρώ να είμαι παρών στον ενταφιασμό της. Είναι αδύνατο να αντέξω και άλλα  εκφυλιστικά παράγωγά της άδειος από σθένος διαμαρτυρίας. Αυτή τη δύναμη που σαρώνει κάθε χιλιοστό αλήθειας και κάνει τα βλέμματα γυάλινα, τους αρπάζει την έκφραση, τα νεκρώνει.

Μιζέρια ολκής αποδυναμώνει τα πάντα. Η δημοσιονομική έλλειψη απλός αντικατοπτρισμός του Μεγάλου Αφανισμού. Της απουσίας οράματος που έχει αντικατασταθεί από κοντόφθαλμους σκοπούς, ψυχαναγκαστικούς μέχρι να αποκτήσουν υπόσταση. Της απουσίας αξιοπρέπειας και ανθρωπιάς, υπευθυνότητας και ηγετικών μορφών. Ο κόσμος αγριεύει
, εκτροχιάζεται. Μέσα σε λίγα χρόνια τα προσωπεία έπεσαν αλλά εκείνοι επιμένουν να τα επικαλούνται ως αυθεντικά πρόσωπα.

Μα πώς να ζήσεις αξιοπρεπώς όταν χρόνια μηχανεύονται τον εξευτελισμό σου; Όσο και να θες να κρυφτείς, η γελοιοποίηση είναι αναπόφευκτη. Γιατί νιώθεις κομμάτι νοσηρό του παρακμάζοντος Όλου, ίσως και να συνέβαλες σε ένα βαθμό στη γένεση και διατήρησή του, καλείσαι να κάνεις αυτοκριτική, και το κυριότερο όλων; Έχεις ήδη αισθανθεί αυτολύπηση έστω και για ένα κλάσμα του δευτερολέπτου. Για τον όποιο λόγο.

Νιώθω μικρός, απειλούμενος και απέραντα δυστυχής. Σα να με αφιονίζουν κάθε μέρα και η αντίστασή μου περιφρονεί τις κραυγές μου. Είναι αλήθεια τελικά, ο Κόσμος τελειώνει. Λήγει η μέχρι τώρα οικεία μορφή του. Θα μπορούσα να φύγω πολύ μακριά. Όμως θέλω να τον δω να κατεδαφίζεται περίλαμπρα. Τις παράπλευρες απώλειες, τις πανωλεθρίες, το χαμό.
Και εν τέλει το απαύγασμα αυτής της θανάτωσης.
Το νέο κόσμο, ένα άλλο φως να με ξυπνάει ή ένα σκοτάδι να με καθοδηγεί.
Λεπτό προς λεπτό, ακόμα και με κομμένη την ανάσα.
Μόνο έτσι ίσως ανασάνω ξανά.


Παρασκευή 8 Ιουνίου 2012

Ελευθερία

Σε παρατηρούσα από τη γωνία να με περιμένεις. Βλέμμα όλο προσμονή και νευρικές γκριμάτσες. Προσποιείσαι ότι ρουφάς άλλη μια γουλιά καφέ άνετος. Όταν με βλέπεις από μακριά, φοράς το πιο επιτηδευμένο σου μειδίαμα που μετά βίας πασχίζει να καμωθεί το χαμόγελο. Μάλλον η διπλωματική πτυχή του χαρακτήρα σου ελπίζει ότι με μία χαλαρή προσέγγιση θα με μεταπείσεις. Κάπως έτσι ξεκινάς μία ακατάσχετη φλυαρία για το απότομο συννέφιασμα και για την αφύσικη κίνηση στους δρόμους κυριακάτικα. Σχολιάζεις όλο μπρίο δήθεν το τραγούδι του Miles Davis που από το πουθενά φιλοξενείται στην αδιάφορη καφετέρια. Πάντα άλλωστε κατάφερνες να τρυπώσεις τη μουσική σε κάθε περίσταση, πάντα σε θαύμαζα για αυτό.

Έπειτα αρχίζεις τον καταιγισμό από ερωτήσεις. Ραφιναρισμένες, με εφαλτήρα την αυτοκριτική πάντα. Στο αν έφταιξες σε κάτι με τις συναφείς εικασίες για το τι μπορεί να είναι αυτό. Ομολογώ πως διασκέδαζα την ορκισμένη σιωπή μου. Στα δίχως φρένο λόγια σου δικαιωνόταν η επιλογή μου να σε αφήσω. Το ψέμα ξεγλιστρούσε από κάθε λέξη αλλά δε με δηλητηρίαζε καν. Κουνούσες πέρα δώθε νευρικά το πόδι, φαίνεται σου στοίχιζε η απώλεια του κεκτημένου. Φρονείς πως με ξέρεις καλά και η όλη σου απόπειρα στοχεύει στον ερεθισμό των ενοχών μου. Πρακτική που φανατικά ακολουθούσες για να με κρατάς δίπλα σου σαν άλλη μαριονέτα. Για να εκλογικεύεις τα παράλογα και να με πείθεις για αυτό.

Τόσο καιρό παρακολουθούσα ανήμπορη την ύπαρξή μου να μαραζώνει σε ένα τρελό ανοσιούργημα. Είχα παραλύσει και το ατένιζα σα να μη με αφορούσε. Έπειθα τον εαυτό μου να πιστεύει τα ψέματά σου, να δέχεται την αισχρή διαστρέβλωση της πραγματικότητας. Θεωρούσα τον εαυτό μου πλεονέκτη όταν αξίωνε τα αυτονόητα. Προσπερνούσα τα κακόβουλα σχόλιά σου και τις υπόγειες αιχμές σου που με υποτιμούσαν θρασύδειλα. Έκανα τα πάντα για να μη σε χάσω, γιατί η συνήθεια βλέπεις μεταμορφώνει ακόμα και τη ζωή σε θάνατο.

Και να που τώρα θέλω μόνο να σε χάσω. Μάλλον γιατί μόνο τότε θα βρω εμένα. Θέλω να ξεκολλήσω από το μοτίβο μιας κατ' εικόνα ζωής που εσύ σχεδίασες για εμένα και το αποδεχόμουν σιωπηλά.

Και να που αυτό το αινιγματικά όμορφο κυριακάτικο πρωινό σε βλέπω να αναλώνεσαι σε μία υπερπροσπάθεια να μου αλλάξεις  γνώμη. Μέσα σου τρέφεις τη σατανική βεβαιότητα ότι είμαι τιθασεύσιμη λεία και ότι απλώς απολαμβάνω την αναμενόμενη αντιστροφή των ρόλων. Δε διανοείσαι να ηττηθείς σε κανένα παιχνίδι, πόσο μάλλον σε αυτό, που τροφοδοτεί πλουσιοπάροχα τον εγωκεντρισμό σου.

Όταν καταλαβαίνεις ότι η άρνησή μου είναι αμετάκλητη, τα προσωπεία της ευγένειας εκπίπτουν μεμιάς. Αρχίζουν τα κατηγορητήρια και οι ετυμηγορίες, που με εξουσία δικαστού ανακοινώνεις. Λόγια βάρβαρα και με θυμό ειπωμένα, για το πόσο μονόπλευρη και πόσο αχάριστη είμαι, πόσο αλαζονικά κομπλεξική. Μια σκέτη απογοήτευση είμαι, πολύ λίγη τελικά, αυτή η τελική ετυμηγορία.

Χωρισμός ίσον άρνηση επιλογής, αποποίηση συνήθειας. Μου πήρε πολύ χρόνο να αποδεχθώ ότι μοιράστηκα ένα μεγάλο κομμάτι της ζωής μου με μία επιλογή άστοχη, που την μετέτρεπε σε αλληγορικό θάνατο. Θέλω την ελευθερία μου όμως, να θυμηθώ όσα έχασα, όσα ξέχασα και με έκαναν να νιώθω ζωντανή.

Σε αφήνω με όψη αλλοιωμένη να κοιτάς στο κενό. Ακόμα δε μπορείς να χωνέψεις την αιφνίδια απόφασή μου, και ας διατείνεσαι ότι αποδείχθηκα λίγη. Πίστευες ότι θα γερνούσα κοντά σου αλλά αν έμενα θα πέθαινα κοντά σου. Μέρα με τη μέρα και πιο πολύ, χωρίς ψυχή, χωρίς ''Εγώ'', μόνο με ένα ''Εμείς'' από εσένα σχεδιασμένο. Όπου εσύ θα με έσερνες στα μονοπάτια σου χωρίς καν να με ρωτήσεις αν αυτό επιθυμώ.


Περπατώ γοργά, χωρίς ένοχη ανακούφιση. Με ανακούφιση μόνο. Σα να ξαναγεννιέμαι και όλα εκκινούν από το μηδέν. Η ανελευθερία σε μία σχέση είναι εξόντωση ενώ η ανελευθερία στη μοναξιά κίνητρο είναι και πρόκληση. Και καθώς ο καιρός αλλάζει από τη μία στιγμή στην άλλη, έτσι κι εγώ θέλω να γεμίσω αλλαγές και εξελίξεις, μέσα σε μια ανέλπιστη ελευθερία. Μετά από όλα αυτά, είναι έγκλημα η προσμονή της αλλαγής από κάποια λυτρωτική δύναμη. Γιατί είμαι η μόνη ικανή να φέρω την αλλαγή μέσα μου και γύρω μου και παντού. Αρκεί να το θελω.



Τετάρτη 6 Ιουνίου 2012

Δυνατά και Αδύνατα

Η  ψυχική δύναμη. Ζητούμενο υψηλό πάντα και ποθος ευσεβής, γλιστράει δίπλα μου, άπιαστη, μεταμορφώνεται γοργά, μαγεύει και μαγεύεται. Εξαντλείται μέσα στην πυρετώδη έξαψη των έκρυθμων πρωινών
, ανιχνεύεται ανύποπτα, θαυματουργεί όταν όλα γύρω καταρρέουν.

Συνάντησα ανθρώπους που καταπόντιζαν μεμιάς κάθε απόθεμα ψυχικής δύναμης που διέθετα- ή έστω εκεί κατέτειναν. Δεν την είχα διασφαλίσει, δεν την είχα σφραγίσει για να μην αφηνεται έκθετη σε εισβολείς τιποτένιους και ανασφαλή αρπακτικά. Έρμαιο της δικής τους ανασφάλειας, έβλεπα τη δική μου έλλειψη πεποίθησης να διογκώνεται, να με απορροφά ολόκληρο. Γιατί πίστευα την τυχάρπαστη κρίση τους με αφέλεια νηπίου, ομοίως και το ευμετάβολο αυτής. Περνούσα νύχτες αναλογιζόμενος γιατί η πίστη μου έτεινε προς το μηδέν. Μήπως επειδή η ανασφάλειά μου έτεινε προς το άπειρο;

Σε άλλες, πάλι, συναντήσεις, σε εκείνα τα απίθανα σταυροδρόμια όπου εναρμονίζονται βλέμματα και βήματα και επιθυμίες, η ψυχική δύναμη αποθεωνόταν. Την έτρεφαν οι καρποί ζωογόνων συγκερασμών, συναισθημάτων έντονων, σχεδόν τραυματικών. Από εκείνα που η κοινωνία σε εκπαιδεύει να απορρίπτεις ως απότοκο νεφελοβασίας. Τότε αποδεικνυόταν ότι μπορούσα να υπερβώ τον μικρό εαυτό μου, να μεγαλουργήσω, να κάνω τα αδύνατα, δυνατά. Η δύναμη με καθοδηγούσε ολόφωτη, μια αίσθηση ευφορίας σκόρπιζε παντού ελπίδα, φώναζε ότι τα επικείμενα δε μπορεί παρά να είναι Θαύματα.

Η ψυχική δύναμη πολλαπλασιάζεται όταν δεν πασχίζεις να τη βρεις έξω από εσένα. Ανθεκτική είναι μόνο όταν πηγάζει από εσώτερες διεργασίες. Αντιδρά αλλεργικά σε έξωθεν επικυρώσεις ή αμφισβητήσεις. Γιατί είναι προϊόν τραχιάς μαθητείας, οδύνης αλλά και εξάσκησης. Εξάσκησης στη μικρότητα της φύσης, στα επονείδιστα παράγωγά της. Όμως τι αξία θα είχε η κορυφή αν δεν είχες πρώτα γευτεί τον πυθμένα;Απύθμενη είναι η ψυχική δύναμη μόνο όταν αντέχει τον πυθμένα.
Γιατί ξέρει ότι είναι προσωρινή συνθήκη, αναγκαία για την ενεργοποίηση της αφύπνισης και τη διεκδίκηση της κορυφής.

Έπαψα να γυρεύω σε λάθος μέρη την πολυπόθητη δύναμή μου όταν την έχασα εντελώς. Άρχισα να ψάχνω μέσα μου, και ας είχε μετατραπεί το μέσα μου σε χάος από τη μακρόσυρτη λήθη. Οι φόβοι μου νεκρώνονταν, όπως και οι αυταπάτες που οι ανώφελοι συναγελασμοί καλλιεργούσαν. Είδα μέσα μου το σκοτάδι αλλά και το φως. Την ικανότητά μου να επιλέγω, όχι να αφήνω τους άλλους να επιλέγουν για εμένα κατά βούληση. Να αυτοπροσδιορίζομαι αντί να με ορίζουν μεροληπτικά οι άλλοι. Γιατί όσο χρόνο έχω να με μάθω και να με καταλάβω, θέλω να τον αδράξω και να το κάνω μόνος μου, όχι στηριζόμενος σε ξένες αντανακλάσεις.
Τίποτα δεν είναι αδύνατο όταν αναγνωρίζουμε με δύναμη τις αδυναμίες μας.
Όλα είναι τότε  δυνατά και παντοδύναμα.




Κυριακή 3 Ιουνίου 2012

Α-νικη-τος

Είσοδος Καλοκαιριού αλλά στον ορίζοντα μία ομιχλώδης αμφιβολία. Ζευγάρια από ποθητές νίκες, δρόμοι όλο προσκόμματα, στοιχήματα και προκλήσεις, όλα σε εναγκαλισμό μέσα στο μισοσκόταδο.
Μία δροσιά επίμονη, ευεργετική. Σαν γενναιόδωρη ελπίδα σε απέραντο Χάος.
Κάθε προσπάθεια φιγουράρει άγαρμπα, χαμηλώνει το βλέμμα καθώς στηλιτεύεται από το αποτέλεσμα.
Έμαθα ότι η ζωή αξίζει μόνο όταν οδεύει προς μία τρανή Νίκη.
Έτρεμα τις ήττες σαν μικρό παιδί, η ύπαρξή μου βούλιαζε σε ένα απύθμενο παράπονο, με μομφές και γκροτέσκα λάθη, υπογραμμισμένα. Δεν ησυχάζω, από το ταβάνι προσγειώνονται αμαρτήματα αδιανόητα και φραγμοί προς το ποθούμενο αποτέλεσμα.

Η πορεία βασανιστική, γεμάτη από το άγχος που γεννά η ανάγκη για αέναη επιβεβαίωση. Όσο τροφοδοτείται, τόσο λιμοκτονεί η αυθεντικότητα. Και αν πλησίαζα κάθε φορά σε ένα τέρμα θρυλικό, γιατί ένιωθα έρημος και ηττημένος; Ξενυχτούσα πάνω από θορυβώδεις εμμονές. Ποτέ και τίποτα δε θα ήταν αρκετό. Πάντα λίγος, χωρίς κάτι εντυπωσιακό να επιδείξω, χωρίς ένα μεγάλο επίτευγμα να συνοδεύει το όνομά μου. Η ανωνυμία μου με εξόργιζε αντί να με καθησυχάζει. Πάσχιζα κάθε νύχτα να καταλάβω πότε έχασα ολοκληρωτικά το δρόμο. Μήπως ήταν όταν το βλέμμα μου καθηλώθηκε στη θελκτική Νίκη και έπαψα να βλέπω όλες τις γητειές της διαδρομής;

Άνθρωπος χωρίς δύναμη για την ήττα είναι κατ' επίφαση νικητής. Στο πανηγυρι από επιτεύξεις των γύρω μου, που έμοιαζαν να είναι παρατεταγμένοι σε ένα προνομιακό στρατόπεδο, κλεινόμουν στον εαυτό μου και τον κατηγορούσα για μετριότητα. Ένιωθα πως δικαιούμαι να με υποβιβάζω, να διατηρώ την πίστη σε εμένα ελλειπτική. Το αποτέλεσμα με δικαίωνε, γιατί το αποτέλεσμα με άφηνε πάντα κάθιδρο, μακριά από την απρόσιτη Νίκη στην οποία στόχευα. Πάντα ενάντιο στις προσδοκίες και τις επιθυμίες μου, και εγώ παίκτης σε ένα παιχνίδι στο οποίο ήμουν εξαρχής χαμένος.

Ποιος είναι τελικά ο νικητής και ποιος ο ηττημένος; Οι ήττες μου ήταν η αφετηρία για νίκες που ήμουν ανίκανος ακόμα και να διανοηθώ. Μία μεγάλη, αληθινή Νίκη, έρχεται στην πορεία, ακριβώς επειδή αφήνεσαι στο ταξίδι χωρίς να την προσμένεις. Οι στόχοι είναι για τους κοντόφθαλμους και συνήθως η διαδρομή κρύβει εκείνη τη σπάνια μαγεία του  επαναπροσδιορισμού της ματιάς, εκείνη που κάνει τη νίκη ήττα, και το αντίστροφο.

Η μεγαλύτερη Νίκη είναι εκείνη που ακόμα δε γνωρίζω. Τη νιώθω αμυδρά κάθε φορά που ο εαυτός μου ξαποσταίνει από τις άμυνες και μου ψιθυρίζει λόγια που με ξαφνιάζουν. Μέσα από το δροσερό αεράκι του Ιουνίου και την κραταιά ελπίδα, τα βουρκωμένα βλέμματα και την εγκατάλειψη των αυτοσκοπών. Μα και μέσα από την πορεία που απλώνεται μακρά μπροστά μου.
Τα αναπάντεχά της δεν τα αφήνω για καμία Νίκη..γιατί μόνο αυτά θα με οδηγήσουν στη δική μου..

Πέμπτη 17 Μαΐου 2012

(Υπερ)αναλύσεις και απίθανα σενάρια

Πώς γινόταν αυτό που με εκνεύριζε σε εσένα να ήταν και εκείνο που μαγνητικά με έσερνε κοντά σου;
Εκπαίδευσα τον εαυτό μου να είναι ετοιμοπόλεμος, γέμισα δηκτικά τερτίπια. Σπιρτόζικα αντιμιλούσα σε κάθε σου δήλωση. Στριφογύριζες ολημερίς, η ύπαρξή σου βοερή, σαν σμήνος μελισσών που μου διατάρασσαν την ηρεμία. Επινοούσες σενάρια, εικασίες, εκδοχές και πιθανά επακόλουθα.
Τα ερεθίσματα σε μπόλιαζαν με ενέργεια υπερεκχειλίζουσα. Ύψωνες τον τόνο της φωνής σου, στύλωνες το βλέμμα και αφηνόσουν σε μακροσκελείς αναλύσεις. Οι οποίες βέβαια είχαν ως πυρήνα την αποθέωση της λεπτομέρειας. Γατζωνόσουν από μία αυταρεσκη λεπτομέρεια και παραμέριζες πολύ πιο σημαντικές παραμέτρους. Δεν έκανες ανακωχή με το φόβο σου, μιλούσες αυθαίρετα μέχρι να τον ξορκίσεις. Ομολογώ πως σε κάποια σημεία ήσουν πνευματώδης, ο οίστρος και το απρόσμενο χιούμορ σου με ξάφνιαζαν ευχάριστα. Κάποιες άλλες όμως(που ήταν αριθμητικά επικρατέστερες), ήσουν ένα ανυπόφορο βάσανο. Με σημαία την αμφιταλάντευση, γινόσουν ανίκανος να πάρεις την παραμικρή απόφαση, ακόμα και αν δεν επέσειε καμία συνέπεια. Ούτε αν προτιμάς τον καφέ σου με σοκολάτα ή κανέλα μπορούσες να αποφανθείς. Και όταν τελικά επέλεγες, το μετάνιωνες αυτόματα.
Κατσουφιασμένος χωνόσουν στην απόμερη γωνιά σου με σύννεφα αναπαραγόμενα πάνω από τον κεφάλι σου.
'' Η υπεραναλυτικότητα είναι προνόμιο των γυναικών'' σου είπα ένα μαγιάτικο απόγευμα που είχε κάτι από την ανεξιχνίαστη προσμονη του φθινοπώρου.
Δεν ήξερα καν αν ενοχλήθηκες. Με κοίταξες με στιγμιαία οργή αλλά έπειτα δεν είχες την πολυτέλεια του χρόνου για να τον χαραμίσεις ασχολούμενος με τα διεγερτικά μου τσιτάτα. Σε περίμεναν σταθμίσεις αδιανόητων μεγεθών και αστάθμητων παραγόντων που όφειλες να προβλέψεις εκ των προτέρων. Η εμμονή σου με τον έλεγχο σε έθετε σε ένα ανεξέλεγκτο παραλήρημα.
Στην προσπάθειά σου να προδιαγράψεις την τροχιά των επερχόμενων γεγονότων, ακύρωνες το παρόν φορώντας παρωπίδες, μην προσέχοντας κανέναν και τίποτα.

Και όμως, μέσα από τις παράδοξες ζυμώσεις του έρωτα, για έναν ανεξήγητο λόγο που όλοι αγαπάμε να μισούμε, έπιανα τον εαυτό μου να κυριεύεται από τη σκέψη σου. Ίσως επειδή μου κέντριζε την προσοχή αυτή η τόσο σπάνια ιδιότητά σου, ίσως επειδή δε μου έδινες καμία σημασία, άρχισα να πολιορκώ το απόκοσμό σου καταφύγιο. Συνάντησα γερή αντίσταση και σθεναρή απόρριψη.
Όσο και να σου κατεύναζε τη μανία ένας καρτερικός ακροατής, άλλο τόσο σου πυροδοτούσε παροξυσμό το να αντιμετωπίσεις τις προσδοκίες του από εσένα. Ζούσες μόνο για να σκέφτεσαι. Ατέρμονα και ατελέσφορα αλλά να σκέφτεσαι. Όταν επρόκειτο να μεταβείς σε πρακτικό επίπεδο, σε έζωνε δυσανάλογος πανικός. Συνήθως οι άριστοι μαθητές της θεωρίας είναι οι αλλεργικοί στην πράξη.

Έτσι και εσύ. Θαρρούσα πως πίσω από αυτό το χαρακτηριστικό σου κρυβόταν μία απίθανη ευαισθησία. Τελικώς για όλο αυτό ευθυνόταν η πελώρια ανασφάλειά σου που κατάστρωνε εντέχνως καταστροφολάγνα σενάρια. Η ανικανότητα απόλαυσης της ζωής είναι πελώρια δυστυχία.
Λογικό ήταν να μη θέλεις να σχετιστείς, θα μετάγγιζες τη μιζέρια σου σε ανυπαίτια και ανυποψίαστα πλάσματα.
Δεν είμαι σκληρή. Αντιθέτως, εκείνο το βροχερό απόγευμα που  μοιραστήκαμε περιμένοντας την καταιγίδα να καταλαγιάσει, ομολογώ πως το απόλαυσα όσο τίποτα. Μέσα από τα αλλοπαρμένα, γρήγορα λόγια σου, κατάλαβα με ένοχη ανακούφιση πόσο λάθος είναι να μας ελκύει αυτό που δεν μπορούμε να καταλάβουμε.
Ο έρωτας δεν είναι γρίφος, βίωμα είναι και θαύμα. Της υπεραναλυτικότητας το γιατρικό είναι, το σπάνιο αντίδοτο. Εκτός αν πάσχεις από αλλεργία και σε αυτόν,οπότε ο αποστειρωμένος κόσμος είναι μονόδρομος. Θα χάνεσαι μέσα στις εκδοχές σου, σε μια ζωή που θα αγγίζει το απόλυτο τίποτα.
Εσύ, ακόμα και τότε, κάτι θα έχεις να αναλύσεις.

Τετάρτη 16 Μαΐου 2012

''Μοναξιά''

Φοβάται να μείνει μόνη και παραμένει πιο μόνη από ποτέ.
Στο βλέμμα της ανεμίζουν στιγμές φαντασιακές, λόγια ανείπωτα, ευχές αιώνιες.
Αγκιστρωμένη από σχέσεις ασθενικές, όπως η διάθεσή της που κυματίζει ακανόνιστα.
Το θυμικό δεν ξεγελιέται, ξεγελά μόνο.
Σα χίμαιρα δίνει χώρο σε συναισθήματα που έρχονται και φεύγουν  σαν άλλες οπτασίες.
Η Ψυχή όμως κατασταλλάζει εξαρχής πώς νιώθει.
Κραταιά η μελαγχολία, ζευγαρώνει με δειλή ανημπόρια: πώς να αλλάξει τροχιά;
Πώς να αποχαιρετίσει όσα τη συντροφεύουν εικονικά, πώς να χαθεί στην κυριολεκτική μοναξιά;

Είναι η αλληγορική μοναξιά που πληγώνει περισσότερο. Η ψευδαίσθηση της συντροφικότητας.
Το άδειασμα και το ξόδεμα εκεί που θα έπρεπε να υπάρχει γέννηση και πληρότητα. Αλληλεπίδραση και συμπόρευση. Μα δεν υπάρχουν '' πρέπει'', μόνο πηγαία γεγονότα ! Αλλιώς δεν υπάρχει η μαγεία εκείνη η πολυπόθητη, που τίκτει τις αληθινές σχέσεις ! Σχέσεις-υποκατάσταστα, ετεροβαρείς, άνισες, υπολογιστικά διατηρούμενες, αδιάφορες, ασύλληπτα εξοντωτικές. Σχέσεις που φανερώνουν τον πιο οπισθοδρομικό και στάσιμο εαυτό μας. Που βουλιάζουν στο ψέμα εκείνο το κομματι μας που αγωνιά για αλήθεια επώδυνη.

Όλα φωνάζουν '' κόψε τον ομφάλιο λώρο''. Η απόσχιση συχνά επιφέρει κυοφορία. Ενός άλλου κομματιού, που μόνο και διαυγές θα καταστεί ικανό για συντροφικότητα ουσιαστική.
Η αίσθηση της ελευθερίας, της λύτρωσης από δαιμόνια και περιττές συναναστροφές, η απορρόφηση της ενέργειας που γίνεται ασυναίσθητα, η πάλη με αόρατα στοιχειά που ακυρώνουν την ομορφιά της στιγμής.
Δεν υπάρχει εχθρός, εχθρός γίνεται ο εαυτός μας όταν δεν αναγνωρίζει τους εν δυνάμει εχθρούς του.
Όταν δεν διακόπτει επαφές που τον κρατούν όμηρο, σε μια αιχμαλωσία ηθελημένη.
''Κόψε τον ομφάλιο λώρο''.
Ακούει τη φωνή επίμονη να την καταδιώκει ενώ κάθε μέρα αναλώνεται στη συντήρηση λερναίων εξαρτήσεων. Σχέσεων ανούσιων που την παγιδεύουν και τής ληστεύουν την ενέργεια, και που κάθε μέρα την αφήνουν όλο και πιο μόνη.
Πρέπει να αποφασίσει, ή να εγκαταλείψει αυτές τις σχέσεις ή να εγκαταλείψει τον εαυτό της σε χρόνια ανελευθερία.
Μόνο η ελευθερία κάνει τη μοναξιά να φαντάζει ευλογία γιατί μόνο η ελευθερία μας κάνει ατρόμητους. Στης μοναξιάς τα δώματα ανταμώνουμε  τον απογυμνωμένο, ασήκωτα ειλικρινή εαυτό μας. Αν καταφέρουμε να τον κοιτάξουμε χωρίς τρόμο, τότε δε θα είμαστε ποτέ πραγματικά μόνοι.

Δευτέρα 14 Μαΐου 2012

Αέναα Καλο-καιρια

Και τι δε θα έδινε για ένα Καλοκαίρι όπως τον παλιό καιρό. Μήνας ολάκερος ανεμελιάς, καμωμένος από χρώματα δειλινού, βουτιές, αλμύρα και γέλια χωρίς αρχή, μέση ή τέλος. Πειράγματα αμίμητα, τρέξιμο, κρυφτό από άγχη και ενηλικότητα, παραγκωνισμός των δεικτών του ρολογιού. Έφευγε ο χρόνος ανάμεσα σε φευγάτες στιγμές όπου η ευτυχία πάντα εκρήγνυται. Ανάμεσα σε κύματα και κόκκους άμμου χρυσαφένιας, σε φέτες από καρπούζι και ήχους ξεχασμένης μαγείας.
Ωρίμαζαν χωρίς λέξεις. Μέσα από βίωματα μόνο που τα άρπαζαν με λαχτάρα και με σοφία τα οικειοποιούνταν. Και άνθιζε ο έρωτας και η φιλία, χωρίς πολλά πολλά, με λίγα και εκλεκτά.
Όλο τον υπόλοιπο χρόνο προσδοκούσαν με νήπια επιθυμία αυτό το μήνα. Τον Αύγουστο που ο χρόνος ξαπόσταινε. Αποκαμωμένες υπάρξεις και οι ίδιοι γίνονταν πάλι παιδιά. Σα να έσβηναν ταμπέλες, νόρμες και δεδομένα που αθέλητα τους προσέδωσαν οι συνθήκες, ο πυρετός της κάθε αρρωστημένης μέρας, τα πρόσωπα που αναγκάζονταν να υποδυθούν.
Mε τον καιρό αυτά τα Καλοκαίρια εξελίχθηκαν σε προκαθορισμένη συνάντηση με τον αυθεντικό εαυτό τους. Σε αντάμωση με συναισθήματα και αλήθειες ισοπεδωμένες από τη φθορά του ουδέτερου σκηνικού. Μόνο μαζί ήταν αυθεντικοί. Παρέα δεμένη, με την οικειότητα εκείνη που δεν έχει ανάγκη διαρκούς ανανέωσης. Η επαφή, ακόμα και όταν είναι σπάνια, είναι λυτρωτική, εφόσον στηρίζεται σε αυθεντικά θεμέλια.
Κάπως έτσι, κυλούσε σαν το γάργαρο νερό ο καιρός, και λίγο πριν τα τέλη του Αυγούστου τα πρόσωπα κουβαλούσαν ένα άχθος, κάτι σαν απόσταγμα μελαγχολίας, σαν αναπότρεπτη επισκίαση της ανόθευτης χαράς. Το τοπίο αλλοίωνε μία αγέρωχη νεφέλη προστάζοντας επανάκαμψη στα χιλιάδες διαφορετικά κομμάτια που τους τεμάχιζε η άσπλαχνη ρουτίνα. Η συνήθεια, αμφιεσμένη εγκληματίας, διαλέγει την περιβολή του φυσικού νόμου και μοιάζει μοναδική επιλογή.
 Και αν γερνάνε, είναι επειδή οι ίδιοι παραδίδονται αμαχητί στη συνήθεια. Με μια αγκαλιά από αναμνήσεις, θα συντηρούν τον αυθεντικό εαυτό τους. Σε πείσμα των καιρών που κελεύει εκπτώσεις στην διαφορετικότητα. Και θα αποζητούν στις παρυφές της στιγμής ποικίλες αποδράσεις. Θα κρυφοζεί η αυθεντικότητα, σαν φλεγόμενος αντίλογος σε δεσποτικό μονόλογο. Και θα ανασταίνεται περίτρανα στο ραντεβού της ετήσιας αντάμωσης.
Σαν αυγουστιάτικη Ευλογία.

Κυριακή 13 Μαΐου 2012

Συμβουλευτικά

Κάθε της συμβουλή είχε κάτι μαγικά πρωτόγνωρο. Σα να ξεπρόβαλλε η σωτηρία την ώρα μιας πελώριας καταστροφής. Οι δέκτες των συμβουλών της την άκουγαν με προσήλωση, με κατανυκτικό σεβασμό. Θαρρούσαν πως και για το πιο περίπλοκο δρόμο, εκείνη θα έβρισκε μία άφαντη δίοδο για να ξεμπλοκάρουν. Εκεί που ο δρόμος έμοιαζε σκοτεινός, αφιλόξενος, όλο ανήμερα όντα και εχθρικές μορφές, εκείνη τους έσερνε σε σοκάκια όλο χρώμα και άρωμα και ιδέες.

Χαρισματική το δίχως άλλο. Ύφαινε όνειρα τη μέρα, κατάστρωνε νέα όνειρα τη νύχτα. Ο ύπνος ήταν για αυτή ένα ολιγόωρο διάλειμμα που τής έδινε ιδέες για όνειρα καινά. Τής άρεσε τόσο να είναι ξύπνια το χάραμα, να το ντύνει θεότρελα, ανεπηρέαστη και ανενόχλητη, μέσα στην απόλυτη ηρεμία της ώρας και τη θαυματουργή προοπτική του ξημερώματος μιας νέας μέρας. Ήταν η μόνη ώρα που δε χτυπούσαν μανιωδώς τα τηλέφωνα. Ξαπόσταιναν οι ανάγκες, οι επιθυμίες, οι λαίμαργες απορίες. Έτσι ξαπόσταινε και αυτή. Παρόλο που ποτέ δεν είχε αντιληφθεί την ανάγκη της για ξεκούραση.

Μέχρι που τής ζητήθηκε μία συμβουλή από μία νεαρή φίλη που βίωνε τη στυφή αλλά και ζαχαρώδη γεύση της ενηλικίωσης. Έβαλε τα δυνατά της, όλο τον αυθορμητισμό και το ανοιχτό μυαλό της για να την αντικρύσει απογοητευμένη. Την είχε συνηθίσει αλλιώς, είπε. Τελευταία έχει στερέψει από ιδέες, αναμασά τα ίδια, φαίνεται αλλού. Μάλιστα, την  ρώτησε δήθεν διακριτικά αν την απασχολεί κάτι σοβαρό. Απάντησε έκπληκτη πως δεν την απασχολούσε τίποτα.

Ξαφνικά, κατάλαβε. Την ενοχλούσε αφόρητα να συνιστά για τους άλλους μια αστείρευτη πηγή συμβουλών.Αυτός που ξέρει να δίνει συμβουλές δεν είναι ατρόμητος αλλά τρομοκρατημένος επειδή δε μπορεί να τις εφαρμόσει. Η συμβουλή είναι όπως η γνώση, ένα θεωρητικό εφόδιο που γίνεται εμπόδιο αν το χρησιμοποιήσεις κατά τρόπο λανθασμένο. Η ανάγκη της να προσφέρει βοήθεια υποδήλωνε ότι η ίδια έχρηζε βοηθείας σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό. Όταν χρειαζόταν τη διαρκή επιβεβαίωση και το αλληγορικό χειροκρότημα μιας εξαρτημένης ομήγυρης για να πιστέψει στον εαυτό της, σήμαινε ότι η ανασφάλεια την είχε καθηλώσει.
Το επόμενο διάστημα έκλεισε το κινητό της, και ας πάλευε με τύψεις που άφηνε αδιευκρίνιστα τόσο κόσμο αβοήθητο. Κόσμο που είχε εθιστεί στη φωνή, τα λόγια, τις σκέψεις της.
Δεν υπάρχει πανάκεια, τα προβλήματα γεννώνται για να παιδεύουν, όχι για να λύνονται.
Δεν είχε το δικαίωμα να σερβίρει μία θελκτική λύση σε όσους διψούσαν για αυτή αλλά ήταν αρκετά ράθυμοι για να την κυνηγήσουν.
Βοηθούσε τους άλλους για να λησμονεί τα δικά της προβλήματα. Που ήταν τρανά και επιθετικά και μανιασμένα από την περιφρόνηση. Στον εαυτό της ήξερε να δίνει χείριστες συμβουλές. Ίσως τεμπέλιαζε γιατί αυθάδικα πίστευε και η ίδια στις αναπάντεχες λύσεις.

Μόνο που ο καθένας πρέπει να εκπαιδευτεί να συμβουλεύει τον εαυτό του, ακόμα και αν τον σπρώχνει στην λάθος κατεύθυνση. Ο αποπροσανατολισμός είναι χειρότερο να πηγάζει από ξένες οδηγίες παρά από το δικό σου ένστικτο. Ομοίως, μπορείς να καμαρώνεις για μία δική σου συμβουλή που περιπλέκει τα πράγματα παρά για μία συμβουλή άλλου που τα απλουστεύει. Συνήθως η διευκόλυνση είναι φαινομενική, κρύβει τις πιο σαρωτικές δυσκολίες.

Μετά από μέρες, συνάντησε τυχαία εκείνη τη νεαρή κοπέλα στο δρόμο. Όχι, της είπε, δεν έχω όλες τις απαντήσεις για εσένα. Εσύ όμως μπορεί και να τις έχεις.
Την κοίταξε απορημένη, όπως αντικρύζουν μία τρελή.
Εκείνη χαμογέλασε και συνέχισε το δρόμο της.
Κάποια μέρα θα καταλάβει πόσα ερωτήματα κρύβουν οι ξένες απαντήσεις...


Παρασκευή 11 Μαΐου 2012

Σοφία

Νύχτωσε και στο δωμάτιο τρύπωσε μια ζωηρή δροσιά. Η αναπνοή της γίνεται πιο γρήγορη, η ύπαρξή της σε ένα εγερτήριο που περίμενε καιρό. Αναποφάσιστος ο καιρός  αυτό το Μάη της άκαιρης αναποφασιστικότητας. Μακάρι να μπορούσε να κινήσει το μοχλό που ξαποσταίνει χρόνια τεμπέλικα, όλο ραθυμία αχόρταγη. Αυτό το τέλμα να αφανίσει, προκλητικό έτσι όπως πανηγυρίζει την αιωνόβια επικράτησή του. Τριγύρω σαματάς οχληρός, ένα πανηγύρι χειραγώγησης.
Το καλύτερο υποχείριο είναι εκείνο που ζει με την αυταπάτη ότι η αντίληψή του επιζεί, και είναι και υπολογίσιμη. Γέμισε ο κόσμος σενάρια φλύαρα, εικασίες βαρβάτες, ατάκες ανειλικρίνειας, σε ένα θέατρο του παραλόγου. Διεργασίες που ξεσκεπάζουν τη χαώδη απόγνωση κι άλλο, ακόμα πιο κάτω, ακόμα πιο αποκρουστικά..


Προσπαθεί να ανιχνεύσει απάντηση στη μουσική που πάντα έκρυβε καλά τα πολυπόθητα διαμάντια. Στις λέξεις που ήταν δρομοδείκτες, πήγαζαν σαν άλλο ένστικτο από μέσα της. Σε όσα αγαλλίαζαν τον εσωτερικό της πυρετό, σε αυτά που μαραιναν την καταστροφική μανία του αλλοπαρμένου κόσμου.
Η τωρινή του αγριάδα επιβάλλεται αυταρχικά. Οι απαντήσεις κρύβονται γερά, φοβούνται και αυτές μήπως είναι ανεπαρκείς, μήπως η πάθηση του νοσούντος σύμπαντος είναι ανίατη.
Αθεράπευτη η επιθυμία της να προχωρήσει, όμως είναι καθηλωμένη.

Η Σοφία συρρικνώνεται όταν η γενναιότητα αποδυναμώνεται. Εγωπάθειες, δικαιολογίες στημένες άτεχνα, αναβολές, υπολογισμοί και δεύτερες σκέψεις πετούν βίαια τη Σοφία στη γωνία, με μια ορμή παράφορη.Δε γίνεται στη ζωή να βιώνουμε τη μακάρια αίσθηση των σταθμίσεων, την ικανοποίηση των ορθών αποτιμήσεων. Κάπου εμφιλοχωρεί ο πόνος, στο κενό που αφήνει το σφάλμα και η αβλεψία. Αυτός ο πόνος διεγείρει τη σοφία, επιστρατευοντας δυνάμεις ανενεργές.
Ο πόνος που πηγάζει από την αστοχία, τη δική μας, των άλλων, δεν έχει σημασία.

Τώρα όμως νιώθει πιο σοφή από ποτέ, ακόμα και αν δεν έχει καμία απάντηση, ακόμα και αν είναι ανίκανη ακόμα και να θέσει την σωστή ερώτηση. Νιώθει δυνατή που δεν χτίζει την ευτυχία της σε εξαρτήσεις και απαιτήσεις από τρίτους αλλά και συμφιλιωμένη με την ανάγκη της να τους αποζητά σε στιγμές αδυναμίας. Σε αυτες τις στιγμές είναι πιο ειλικρινής, αφήνεται, και η σοφία της διαχέεται καθάρια στο χώρο, σαν πόνο συμπυκνωμένο και οδυρμό που προσκρούει σε γενναία ψυχή και εξουδετερώνεται.

Σοφία είναι να περιδιαβαίνεις ακανόνιστα τα χωράφια της ευτυχίας και της θλίψης και να μεταβαίνεις από το ένα στο άλλο εξασφαλίζοντας μια παρανοϊκη ισορροπία. Να έχεις οξύτατη ανάγκη από μια απάντηση αλλά να μην την απαιτείς αφού ξέρεις ότι η κατάλληλη ερώτηση παραμένει τεχνηέντως στο παρασκήνιο. Να ξορκίζεις το φθόνο γιατί ο φθόνος είναι η μέγιστη απαξίωση της προσωπικότητας.
Να ευλογείς την αποτυχία ως προθάλαμο αυτοβελτίωσης αλλά όχι εσένα που οδηγήθηκες σε αυτή.
Να ζεις την έκρηξη ζωής που περικλείεται στη στιγμή επειδή έτσι μόνο θα γίνεις αθάνατος.
Να γνωρίζεις ότι ακόμα και η πιο βλοσυρή καταστροφή μπορεί να τρέφει τα πιο τρανά θαύματα.
Να ξεχνάς εμμονές και κατάλοιπα του χθες αλλά όχι τους καταλύτες.
Οι καταλύτες είναι εκείνοι που στέγασαν τη νεογέννητη σοφία σου. Εκεί εκπαιδεύτηκαν και αγωνίστηκαν τα πιο θαλερά σου όνειρα.

Σοφία είναι η διάσωση του Ονείρου ακριβώς τη στιγμή που όλος ο κόσμος το καταρρίπτει επειδή καταρρέουν οι μηχανισμοί του. Δε θα το στηρίξει ο κόσμος, θα το πολεμήσει. Ο δειλός θα το εγκαταλείψει. Ο σοφός θα πολεμήσει για αυτό.

Πέμπτη 3 Μαΐου 2012

(Παρα)ξενη

Παράξενη μορφή, σαν κινούμενη θλίψη σε ηλιόλουστη πολιτεία. Μαλλιά πλεγμένα κατάμαυρα, μάτια όλο σκιές και χρώματα μαβιά, βάδισμα γοργό, φοβισμένο. Περπατά αποκαμωμένη στην απρόσμενη νεφέλη του μεσημεριού. Τριγύρω της μια βοή από πάθη, λάθη, παράφωνα, καρπούς της ανθρώπινης ηλιθιότητας.
Δεν την ενοχλούσαν τα λάθη, μόνο εκείνα που έχοντας την ψευδαίσθηση του ορθού ήταν ανεπίδεκτα διορθώσεως. Το λάθος συμβαίνει από άγνοια, διαιωνίζεται όμως από ηλιθιότητα.

Γυρίζει την πλάτη σε αυτά τα καυχησιάρικα λάθη και στα χυδαία , ανακριτικά βλέμματα. Ο αέρας φυσάει αγριεμένος, σα να αγανάκτησε και αυτός με όλα εκείνα που ποτέ δε θα αλλαξουν και που υπονομεύουν την περιρρέουσα ομορφιά. Τη χαϊδεύουν χρώματα απαλά και έντονες μελωδίες, σκέψεις ανθηρές και πλουμιστά όνειρα. Η νοερή απομάκρυνση από τον αβάσταχτο κόσμο τη σέρνει σε μια αρμονία πλανεύτρα. Ο Μάης, σαν άλλος Μάγος, την τυλίγει με ενώσεις από θαύματα, απίθανα γιατροσόφια και φαιδρά μυστικά. Την καλεί σε ένα άλλο γαλαξία όπου τα λάθη είναι συνειδητά. Κάποτε, μάλιστα, αυτοδιορθώνονται, με το όνειδος που προκαλεί η αστοχία σε όποιον κάνει αυτοκριτική. Φέρνουν τα λάθη διαπιστώσεις ταπεινές, την ήδιστη σοφία που μόνο η ταπεινότητα μπορεί να παράγει.

Δε θέλει να τα βάζει άλλο με τα περήφανα ατοπήματα που με προπέτεια αναπαράγονται. Χάνεται μέσα σε έναστρους αιθέρες και χαμόγελα ανεπιτήδευτα, πονά και μαγεύει, γοητεύει και γοητεύεται. Σκόρπια αινίγματα της γνέφουν από μακριά, με κόπο μπορεί να τα διακρίνει. Όσο παράξενη και αν είναι, ξέρει ότι δεν είναι αλάνθαστη και αυτό την πλημυρίζει με γενναία οικειότητα.
Άλλωστε ο γενναίος γνωρίζει ότι είναι μικρός αλλά έχει τα κότσια να γίνει ήρωας...έστω και για μία ημέρα.

Τρίτη 1 Μαΐου 2012

Tη({ε)λεό{ραση


Ό,τι ζητάς, βρίσκεται σε ένα μικροσκοπικό κουτί. Χαζοκούτι το είπαν, και όχι αδίκως. Η υποτίμηση της νοημοσύνης του τηλεθεατή είναι ο πρώτος και θεμελιώδης κανόνας. Προγράμματα που τέρπουν μετά βίας, προχειροδουλεμένες παραγωγές που στήνονται μόνο για την επιβίωση μιας αμελητέας μερίδας ανθρώπων, και η καραμέλα της οικονομικής δυσπραγίας να απενοχοποιεί...την αβάσταχτη ευτέλεια.

Μα..η τηλεόραση πάντα έτσι ήταν. Δείκτης των κοινωνικών προτιμήσεων αλλά και μιας παρακμιακής κοινωνικής πραγματικότητας που θέλει τους ανθρώπους να αρέσκονται σε στείρα επανάληψη. Με τεχνάσματα αδέξια, σεναριακές απλουστεύσεις, καχεκτικά δομημένες ατάκες και πλήρη απουσία πρωτοτυπίας. Θέλεις να ξεχαστείς μετά από μία εξουθενωτική μέρα; Να νιώσεις καλύτερα για τον εαυτό σου μαθαίνοντας ότι εκεί έξω υπάρχουν τύποι που ζουν μια ζωή χαμένοι ; Θέλεις να παθιαστείς με δήθεν αδιέξοδους έρωτες και να ακούσεις πέντε διαφορετικές εκπομπές να αναμασούν την ίδια είδηση'' κοινωνικής κριτικής'';

Ό,τι και να ζητάς, με το πάτημα ενός κουμπιού, θα ξεφυτρώσει από αυτό το χαζοκούτι. Τόσο χαζό, ώστε να αποβλακώνει όποιον του δώσει αξία. Αυτό όμως που προ πάντων προσφέρει, είναι η αποχαύνωση. Αυτή η μαλθακή αίσθηση ότι είσαι θεατής, αμέτοχος , άπραγος. Γιατί ακριβώς σε αυτό το σημείο νεκρώνεται η κριτική ικανότητα, η δύναμη αξιολόγησης των όσων με ισοπεδωτική ευκολία σερβίρονται.  Παρουσιαστές σφιγμένοι, επαίτες πολυπόθητου αυθορμητισμού, ανίκανοι να πείσουν ακόμα και τετράχρονο. Δημοσιογράφοι σε ετοιμότητα να αναιρέσουν τη χθεσινή τους άποψη για χάρη μιας άλλης, η ευμετάβλητη αλήθεια που πρέπει να ενστερνίζεται ο τηλεθεατής, ανάλογα με τη βούλησή τους. Η εμετική προσπάθεια αλλοίωσης και διαστρέβλωσης της Αλήθειας, ριζώνει ακριβώς στην περίτεχνα διενεργούμενη υποτίμηση της νοημοσύνης. Η ικανότητα επηρεασμού ισχυροποιείται όταν κάποιος εκπαιδεύεται εν αγνοία του στην απώλεια της κριτικής σκέψης. Άκριτα και αδιαμαρτύρητα, καθίσταται φερέφωνο μιας σερβιρόμενης εκδοχής της πραγματικότητας από άτομα που χρίζονται αυθεντίες.

Κάποτε γνώρισα κάποια που ζούσε χρόνια χωρίς τηλεόραση. Είχε μια πελώρια βιβλιοθήκη με θαύματα- γνώσεις και διαδρομές λέξεων σαγηνευτικές. Άκουγε μουσική με τις ώρες και ξεχνιόταν με ντουζίνες εφημερίδων. Για εκείνη ήταν αναντικατάστατη η ιεροτελεστία των πρωινών εφημερίδων. Με την τηλεόραση, ένιωθε ότι η αποστασιοποίηση γινόταν ακόμα πιο δύσκολη. Αισθανόταν μια αυταρχική υποβολή κάθε φορά που την έθετε σε λειτουργία. Αδυνατούσε να τηρήσει απόσταση από όσα έβλεπε και άκουγε, και έτσι κατέληγε αναπόσπαστο τμήμα αυτών, ακόμα και αν τα έβρισκε εξωφρενικά.'' Δολοφονία του χρόνου είναι αυτό το χαζοκούτι, μονολογούσε με φανατισμό στο βλέμμα. Σε υπνωτίζει, σε κοιμίζει, σε θανατώνει. Αλλά το χειρότερο απ' όλα; Σε αποβλακώνει''.

Έγκλημα είναι η φόνευση της ευφυϊας και ο πολλαπλασιασμος των ηλιθίων σε έναν κόσμο που δυστυχώς διαθέτει γενναίο απόθεμα. Η συσκευή της τηλεόρασης έχει καεί εδώ και μήνες αλλά την κρατάω σαν υπενθύμιση μιας αλήθειας: ότι, όπως και να έχει, πάντα καμμένη ήταν, πάντα διακοσμητική. Σαν μια αντίκα άχρηστη πια, που μου αρέσει να τη βλέπω για να θυμάμαι πως στην πραγματικότητα ουδέποτε μου ήταν αληθινά χρήσιμη.


Άλλοθι


Ποιο θα ήταν το άλλοθι που θα επινοούσες αυτή τη φορά; Ήμουν στ' αλήθεια γεμάτος από περιέργεια να το ακούσω. Καταντούσε προβλέψιμο πια. Τόσο, που αν αντί για άλλοθι μου έδινες την αλήθεια σου, θα με εξέπληττες  τρελά.
Η μορφή σου, επισκίαση της φωτεινής μέρας, περιπλανιέται με γκρίνια φυτεμένη στην Ψυχή. Αναλογίζεται, μετράει, σταθμίζει, σκάει. Πνιγηρό κάνεις και το πιο ανοιξιάτικο τοπίο. Ο ολάνθιστος κήπος ενοχλεί τα νεύρα σου, ο ήλιος σε κάνει νοσταλγό της νεφέλης. Και αντί να τολμάς να αποφυλακιστείς, επιβάλλεις η ίδια στον εαυτό σου την πιο αδυσώπητη ποινή. Για λόγους σωφρονισμού, αυτό το γνωστό σου αυτομαστίγωμα που σε χρίζει και θύτη και θύμα.

Μου το τόνιζες αυστηρά πως άκρη μαζί σου δε θα έβρισκα. Από πείσμα δεν ήθελα να το πιστέψω, ήθελα να καμώνομαι ικανός να ανατρέψω τα στεγανά σου, νόμιζα ότι ο δειλός κόσμος σου θα κατέρρεε σαν πυργίσκος, σαν μια αγκαλιά από ερείπια. Φαίνεται όμως πως είσαι παράλογα πιστή στις άλογες αντιλήψεις σου. Σε καλεί η αναγκαιότητα της εξέλιξης και γατζώνεσαι από ένα νοσταλγικό τραίνο.

Δεν υπάρχει πιο αυτοκαταστροφικός μηχανισμός από τα άλλοθι. Αποτρόπαιες κατασκευές δίχως πειθώ, δείκτες κάτισχνης ειλικρίνειας. Στην αναζήτηση της Αλήθειας, το ψέμα το αυτοσχέδιο, εκείνο που κατασκευάζεται από τον ίδιο που προσπαθεί να πείσει, είναι η μεγαλύτερη τροχοπέδη. Το χειρότερο είναι ότι κάπως έτσι γεννιέται η ανοσία στα ψέματα. Όταν φτάνεις σε σημείο να αντέχεις το ίδιο σου το ψέμα, πολύ περισσότερο να το ανάγεις σε μασκαρεμένη αλήθεια.

Ο καιρός περνάει και με αφήνει μόνο. Με εικονική συντροφιά που με ωθεί στην αναπόληση της μοναχικότητας. Στη συμφιλίωση με την κυριολεκτική μοναξιά, που ενίοτε είναι αναγκαία για να πολεμήσω τα δικά μου άλλοθι.

Δε θέλω άλλα άλλοθι. Ούτε δήθεν περίτεχνες δικαιολογίες, τεχνάσματα που αποθεώνουν την καρτερικότητα και τη μακροθυμία. Θέλω Αλήθεια μόνο, κάτι να με κρατήσει ζωντανό σε αυτόν τον κόσμο που όλα τρέχουν και με αφήνουν πίσω, σα να μου ξεφεύγει πάντα κάτι.
Εκεί όπου επικρατεί ο φόβος, τα άλλοθι πανηγυρίζουν. Στους πανηγυρισμούς της Αλήθειας μόνο η γενναιότητα κρατεί.
Όχι άλλα άλλοθι, ενοχικά κατάλοιπα και κατηγορώ, μομφή και πικρία.
Αυτά που αποφεύγουμε είναι συνήθως εκείνα που αν κοιτάζαμε κατάματα θα μας φανέρωναν τη σωτήρια λύση. Τίποτα πιο υποχθόνιο από τις παρακαμπτήριες οδούς...


Δευτέρα 16 Απριλίου 2012

Μνήμες

H μνήμη είναι δειλή, θυμάμαι που μονολογούσες ένα καυτό απριλιάτικο μεσημέρι, χρόνια πριν, σε μια ανάμνηση παράξενα διαυγή. Διαλέγει εκείνη από τι εικόνες θα αγκιστρωθεί και ποιες θα απαγκριστρώσει. Ξέρει να εξοστρακίζει κάθε τι που δεν τη βολεύει, κάθε τι που διασαλεύει την απόλυτη τάξη. Η ανάμνηση είναι  δικό μας παράγωγο, ρητόρευες με στόμφο. Σπάνια αυτό που ανακαλούμε είναι αυτό που όντως έλαβε πραγματικά χώρα κάποτε. Παρεισφρύει στα γενόμενα η ζαβολιάρικη πινελιά μας και τα αλλοιώνει μεμιάς. Η ανάμνηση είναι απενοχοποιημένη αυταπάτη.

Χρόνια μετά, με κατηγορείς ότι σε ξέχασα. Ότι η ανάμνησή σου μού είναι ανυπόφορη και έτσι την εξόντωσα ανάλγητα. Μάταια πάσχιζα να σου εξηγήσω ότι ο χρόνος δουλεύει ερήμην μας, σε αγαστή σύμπνοια με τη Λήθη. Κάποιες φορές, ό,τι και αν κάνουμε, η Λήθη είναι αναπόδραστη. Όσα συνέβησαν ανασημασιοδοτούνται-αλλά πλέον καμία ανασημασιοδότηση δεν έχει σημασία. Όταν δρομολογούνται οι ζωές, οι αναμνήσεις χάνονται. Μόνο ονειροπόλες φύσεις, ποιητικές υπάρξεις και ρομαντικές ψυχές φυλάνε χρόνο για αναμνήσεις. Δεν είμαι έτσι εγώ , σου τόνιζα.

Έμενες να με κοιτάζεις με αφύσικη σιγουριά. Σα να ήξερες κάτι παραπάνω, κάτι βαθύτερο. Σα να γινόσουν νικητής ακόμα και μέσα από την ήττα σου. Κάποτε ήμουν έτσι, αντιτείνεις. Γιατί να ερωτοτροπείς με φαντάσματα όταν η πραγματικότητα είναι σπαρταριστή γύρω σου; Γιατί επιμένεις να καταποντίζεσαι στη δική σου αυταπάτη; Κρατώντας μια εικόνα δική μου παλιωμένη, αυτή που σε συμφέρει, αυτή που θέλεις να διασώσεις.

Τίποτα δεν επιβιώνει μέσα μας αν δεν το εξωραϊσουμε εμείς. Από τον ωκεανό του παρελθόντος κρατάμε σταγόνες - καταλύτες, προσδίδοντάς τους στο διάβα του Χρόνου το δικό μας άρωμα, τη δική μας διάνθιση και σφραγίδα. Ο αναχρονισμός είναι  για τους ονειροπόλους πόλος έλξης γιατί δε δέχονται τη φθορά που σκορπίζει το πέρασμα του χρόνου. Θέλουν να ζουν στο χθες, να το αναβιώνουν ξανά και ξανά-ή να οραματίζονται το αύριο. Κάποια στιγμή αποφάσισα να μετατοπιστώ στο παρόν και ήταν πιο σαγηνευρικό από όσο πίστευα.

Οι μνήμες μου είναι ατροφικές γιατί οι μνήμες με διαλύουν. Είναι ακροβασίες που δεν με  εξιτάρουν πια, διεγέρσεις συναισθημάτων που συνειδητά έχω απορρίψει.
Τι είναι η μνήμη πέρα από θάνατος του Τώρα;

Με κοιτάς σαστισμένος, όλα αυτά σου φαίνονται ανεξήγητα. Παράλογα και ξένα. Η μνήμη είναι κομμάτι του Τώρα, μου λες και ο τόνος της φωνής σου ανεξέλεκτος, υπογραμμίζει την οργή σου. Δε γίνεται να ξεχνάς από πού ξεκίνησες, πώς εφτασες ως εδώ.

Μα δε με νοιάζει από πού ήρθα και τι ήμουν, με νοιάζει τι είμαι, τι γίνομαι, πού πηγαίνω. Λείπω από την εποχή που ζεις εσύ, έκανα ανταρσία. Δεν άντεχα να τρέφομαι από το τέλμα. Η απελευθέρωση από τις μνήμες είναι η μέγιστη λύτρωση. Η ελευθερία απαιτεί αποχαιρετισμό στις εξαρτήσεις, αυτό είναι το κοστος της. Τη σκλαβιά την εθελούσια στις θύμησες δεν την αντέχω άλλο πια.

Απομακρύνεσαι πικραμένος, η φιγούρα σου φαγωμένη, ελλειπτική. Δεν ξέχασα εσένα, ξεχνάω την επιθυμία σου να παραμένεις στάσιμος. Αν ξεδιπλώσεις νηφάλια τις μνήμες σου, ίσως διακρίνεις μέσα σε αυτές τις πιο καθηλωτικές σου αυταπάτες..

Σάββατο 14 Απριλίου 2012

Aν-ασφάλεια

Το φως άπλετο στο μικροσκοπικό δωμάτιο, σα να ήθελε να τονίσει τις κατάφωρες ατέλειές της. Αυτή την όψη τη θαμπή, την κουρασμένη, την άτονη που αποπνέει θλίψη και παραίτηση μαζί, θέλει να τη θρυμματίσει. Όπως και τον καθρέφτη που αφιλόξενος στεγάζει τις αποκρουστικές της λεπτομέρειες. Να τον δει να κόβεται σε άπειρα κομμάτια, να μην την αφήνει πια να δει τίποτα που δε μπορεί να αντέξει. Ούτε την όψη, ούτε την ψυχή που αυτή ξεσκεπάζει.

Κάπου φυλάει ένα παμπάλαιο ημερολόγιο. Εκείνο αντανακλά έναν εαυτό που ακόμα και τώρα δε μπορεί να πιστέψει ότι υπήρξε. Δυναμικό, λαμπερό, χαρούμενο. Ατρόμητο. Κάθε φορά που ανασκαλεύει τα παλιά ή πέφτει στα χέρια της μια παλιά σημείωση ή φωτογραφία, ανταμώνει στη στιγμή τον ασφαλή εαυτό της. Εκείνον που δεν κλονιζόταν ακόμα και όταν το σύμπαν ολόκερο κατέρρεε. Η στιγμή αποκτά αίγλη, ντύνεται με συγκίνηση λησμονημένη, ανασταίνεται το χθες.
Ο εαυτός που όντως ήταν παιδί, σε έναν κόσμο όπου το αναπάντεχο γιόρταζε αδιάκοπα. Είναι εκεί και τα λόγια, οι στιχομυθίες, τα άγαρμπα σκιρτήματα, τα πείσματα και οι ανωριμότητες, τα γέλια και τα αστεία, οι συνομωσίες, οι ατελείωτες μουσικές. Όλα εκείνα που την κρατούσαν αυθεντική, που έκαναν την κάθε μέρα αυτεξούσια και τη χρωμάτιζαν με πινελιές αναρχικής χαράς. Εκείνοι οι Φίλοι που καταδέχτηκαν να μοιραστούν μαζί της την τρέλα τους και έτσι η λόξα μετατράπηκε σε ηδονική διαφορετικότητα.

Τώρα όμως κάτι έχει χαθεί. Όσο και να επιθυμεί να το ανακτήσει, εκείνο αναπτερώθηκε με την σατανική συνδρομή του Χρόνου. Έτσι αντικρύζει το πρόσωπό της με απορία και λύπη :πού πήγε άραγε εκείνο το φως που την καθοδηγούσε; Τότε που δεν την ένοιαζε αν θα προσκρούσει σε αδιέξοδο γιατί τα βήματά της ήταν απολαυστικά. Γιατί, απλούστατα, δε θα μπορούσε να ήταν αλλιώς.

Καταιγίδα ανοιξιάτικη, τριγύρω η γνωστή αναστάτωση των ημερών, η ελεγεία που συνοδεύει το πένθος από τον τερματισμό μιας εποχής. Η επόμενη διστάζει να έρθει στην επιφάνεια και έτσι μένουμε να παρακολουθούμε παρατεταμένα τον εκφυλισμό μιας χρονικής περιόδου. Άοπλοι και ανυπεράσπιστοι, αλλά αυτό είναι το νόημα. Η άγνοια που πλέον είναι γεγονός μαλακώνει την προπέτεια της αλλοτινής μας αλαζονείας. Και εκείνη πρέπει να βουλιάξει στην ανασφάλεια για να επιδιώξει τη δική της θαλπωρή. Να νιώσει την απειλή σε απόσταση αναπνοής, να πάψει να επικοινωνεί με φαντάσματα και να αφήνεται σε έναν ύπνο νοσταλγικό που την παραμυθιάζει. Να σταματήσει να νιώθει τραυματισμένη από την πραγματικότητα που ρέει ασυναίσθητα και τής φιμώνει το θάρρος για να κάνει αυτό το πρώτο βήμα.

Στο τέλμα νιώθεις την ασφάλεια της καθήλωσης. Η ασφάλεια είναι θάνατος μασκαρεμένος, η απουσία κινδύνου αλλόκοτος βραχνάς. Ό,τι γεννάται, γεννάται με ρίσκο και πόνο, ζωή χωρίς απρόοπτα είναι αυτοκτονία. Βλέπει το πρόσωπό της στον καθρέφτη και μια ανεξιχνίαστη δύναμη την κάνει να το ατενίζει με κάποια συμπάθεια. Οι γραμμές και οι γωνίες του δεν έχουν εκείνη την αφοπλιστική αγριάδα, μια δειλή γλυκύτητα τής θυμίζει αχνά μια παλιά, ευτυχισμένη μορφή. Πρέπει να είναι ανασφαλής για να γίνει γενναία. Όποιος επιδιώκει την ασφάλεια είναι ορκισμένος δειλός.
Φοβάται γιατί οδεύει σε επικίνδυνο σημείο. Οσμίζεται τον κίνδυνο, την κυριεύει η επιθυμία να τον πολεμήσει. Και όπως τρέμει για το Θάνατο του παιδικού κομματιού της, σε μια έξαρση ανασφάλειας, έτσι μπορεί να ελπίζει και στην Ανάσταση αυτού.
Άλλωστε το πιο μαγικό κομμάτι της απώλειας είναι ότι - ακόμα και αυτή, όπως όλα, όπως τα πάντα στη ζωή- είναι παροδική.

Τρίτη 10 Απριλίου 2012

Πάθη

Έβλεπε πως κυλούσαν οι μέρες βασανιστικά. Εβδομάδα των Παθών και βασανιζόταν από άρρητα πάθη.
Δέσμιος επιλογών δειλών, φοβισμένο ανθρωπάκι. Τα παπούτσια του βουτηγμένα στις λάσπες, ταλαιπωρημένα από τη μανιασμένη ανοιξιάτικη μπόρα. Κάθε ορμητική σταγόνα τον ραπίζει, όπως και ο ανομολόγητος έρως του. Ανοίγει ένα τετράδιο, μυρίζει ακόμα το χώμα μετά τη βροχή, νιώθει τη θαλπωρή του ανθρώπου που μόλις επέστρεψε στο γνώριμο καταφύγιό του.
Κάθε τι ανοίκειο του προκαλούσε τέτοιο πανικό, που απλώς δεν το αντιμετώπιζε. Του κρυβόταν πεισματικά. Με έκσταση θα την παρακολουθήσει και σήμερα, πίσω από τη μωβ κουρτίνα να ανασυγκροτεί τις σκέψεις της μετά από μια χαώδη μέρα. Είναι ωχρή και προβληματισμένη, η κόκκινη μπλούζα τονίζει το διάφανο δέρμα της, η υπεροχή ενσαρκωμένη..

Θα προτιμούσε να αφανιστεί από το να τής μιλήσει και να λάμψει εκτυφλωτικά η ανεπάρκειά του. Θα τρέμει η φωνή του, το όνομά του θα ξεχάσει και θα αναλωθεί σε κραυγαλέες τυπικότητες. Εξαλλου, άμα τον έβλεπε, σίγουρα θα πλημμύριζε οίκτο. Παραήταν άχαρος για την υπέρκομψη μορφή της που διάνθιζε ακόμα και την πιο μουντή εικόνα.

Πάντα έτσι, κρυβόταν, πίσω από τοίχους, λέξεις, προφάσεις, κινήσεις επίφασης σκέτης. Τα πλατωνικά συναισθήματα του ταίριαζαν γάντι γιατί δε θα τα κλυδώνιζε ποτέ η απουσία ανταπόκρισης. Θα μπορούσε να τα καλλιεργεί κατά βούληση, χωρίς να ταρακουνάει το μικρόκοσμό του. Όταν τρέμει κανείς την απόρριψη δε διεκδικεί και την αποδοχή.

Το σπίτι του ερημώνει καθώς η νύχτα αναρριχάται στης μέρας τη δύση. Το σκοτάδι του ψελλίζει κάτι άνοστα λόγια, σχεδόν με βία τον ωθεί στα αστέρια που στήνουν χορό στον εξαντλημένο αιθέρα. Κάνει πως δεν τα βλέπει, η Ιδέα του έχει κινήσει για άγνωστους δρόμους αυτό το παράξενα όμορφο βράδυ και δεν ξέρει πού την οδηγούν τα βήματά της. Δε δικαιούται να ζηλέψει το νοερό του αντικείμενο λατρείας, χάνεται σε έναν ωκεανό από νοσηρές αισθήσεις και φαντασιακά στιγμιότυπα.

Νιώθει πως αν τής έλεγε τι πραγματικά αισθάνεται, θα είχε ταπεινώσει τη μαγεία των συναισθημάτων του. Άλλωστε τα πάθη δεν είναι αυτοσχέδια βάσανα; Δε χρειάζεται συναυτουργό σε μια καθαρά προσωπική εγκληματική πράξη, πάντα τα κατάφερνε άψογα στην αυτοκαταστροφή.
Και ενώ οι άνθρωποι γύρω του γεύονται τη γλύκα και την πικρία των ερωτικών συναντήσεων, εκείνος ανταμώνει με τη δειλή του φύση, με εικασίες που του τριβελίζουν το μυαλό και τη λάμψη από τα αστέρια να παρεμποδίζει το γαλήνιο ύπνο του.Με πάθη που καμαρώνει επειδή έμειναν ανεκπλήρωτα και που γελούν εκκωφαντικά μέσα στην απόλυτη σιωπή.

Κυριακή 8 Απριλίου 2012

Απρο-σχεδια-στα

Μια ζωή γεμάτη δυσκολίες. Αντίθεση αέναη σε σχέδια αιώνια φιλόδοξα.
Ξέχνα τα σχέδια, είναι αφελή. Πάντα λησμονούν να λάβουν υπ' όψη το πιο σπουδαίο, πάντα διαψεύδονται.
Κουβαλούν το ρίσκο της κεκτημένης ταχύτητας, το μεγαλείο του εξορθολογισμού που συνήθως είναι πλάνη. Η Λογική είναι υπερεκτιμημένη αρετή, και ως τέτοια μετουσιώνεται σε κακία. Παράγει μηχανές, ρομπότ, μορφές άμορφες. Ναι, από εκείνες τις αδιανόητα αποκρουστικές, τις αλλεργικές στις αισθήσεις.

Μακάρι να μπορούσες να αγαπήσεις τις δυσκολίες. Αυτές φανερώνουν την ανθρώπινη υπόστασή σου, αυτή την τόσο υποτιμημένη. Αλλά και μια άλλη υπόστασή σου μπορεί να ξεσκεπάσει, κοιμώμενη, δύσβατη. Εκείνη που υπερβαίνει τα ανθρώπινα μέτρα και σταθμά, τις διαβολικές συνομωσίες και τις εχθρικές δυσκολίες που αναποδογυρίζουν τα σχέδια. Την ηρωική σου υπόσταση, που νωχελική περιδιαβαίνει στη σφαίρα της ουτοπίας, κρύβεται πίσω από την πάχνη βολικών κινήσεων και απενοχοποιημένων παραλείψεων.

Να τις ευγνωμονείς τις δυσκολίες. Αφυπνίσεις αθέλητες είναι που σε σπρώχνουν λυτρωτικά στις αυθεντικές σου επιθυμίες. Γιατί τι σου λέει πως η ζωή που έχεις νοερά καταστρώσει είναι αυτή που πραγματικά επιθυμείς; Αυτή που θα σου δωρίσει έστω και λίγες στιγμές ευτυχίας;

Στον κόσμο αυτό με τους ανάλγητους καταλύτες και τις πάσης φύσεως δολοφονίες, οι δυσκολίες μας κάνουν απάνθρωπους , ενώ θα έπρεπε να μας εξανθρωπίζουν. Να κοιτάμε ψηλά, ερωτοτροπώντας με αγέννητες πολιτείες, όχι να περπατάμε σκυφτά επειδή έτσι προστάζει αυτή η διαλυμένη πολιτεία που μας ληστεύει μέρα με τη μέρα όλα τα ανεκτίμητα. Να εξέλθουμε από την εγωκεντρική τροχιά των προσωπικών μας σχεδίων και να ανακαλύψουμε τι μας επιφυλάσσει αυτή η τόσο απροσδόκητη και τρομερή ανατροπή τους.

Και να γίνουμε Άνθρωποι επιτέλους, με όλη τη σημασία της λέξεως. Η ανθρώπινη Ψυχή είναι η μόνη που νομιμοποιείται να αξιώσει συναντήσεις με την ηρωική της πλευρά. Και αυτός ο Κόσμος θα αναγεννηθεί μέσα από ταπεινόφρονες, αφανείς ήρωες.
Απροσχεδίαστα.

Τετάρτη 4 Απριλίου 2012

Αυτο-αναφορά

Πόσο επικίνδυνη είναι η προσκολληση στην αυτοαναφορά όταν το σύμπαν είναι απέραντο;
Και όμως, εκείνη φρονούσε πως όλοι οι συμπαντικοί μηχανισμοί εκαναν περιφορά γύρω από τη δική της πολιτεία, καμωμένη από θεριά, στοιχειά, αδιεξοδα και κάθε λογής δαιμόνια. Τι κι αν ο κόσμος κατεδαφιζόταν μέσα από αξιακές καταρρεύσεις και πνευματικές ατροφίες ασύλληπτες, αν η παρακμάζουσα κοινωνία κατηφόριζε με διεστραμμένη υπερηφάνεια και αν οι κλισεδιάρικες ατάκες ξεστομίζονταν με ρηχή ευκολία;
Για εκείνη το μόνο που είχε νόημα και υπόσταση ήταν τα δικά της δράματα, το πόσο άδικα τής φέρθηκαν και πόσο αλλόκοτα έρχονταν όλα ! Μα το μόνο γοητευτικό που έχουν τα σχέδια είναι ότι είναι ανατρέψιμα.Αλλά εκείνη επιμένει να τα συνθέτει όλο πάθος, να πιστεύει σε αυτά με ιερή μανία, να βουλιάζει παράφορα στη δική της ύπαρξη, αγνοώντας τον κόσμο που τραβάει άλλη διαδρομή.

Περπατάει αναπαράγοντας όλα τα συμβάντα και όλες τις εικασίες της. Διογκωμένα τέρατα του νου την πνίγουν, φόβοι μανιασμένοι και ατιθάσευτoi. Οχυρό της το Εγώ αλλά και Φυλακή της. Να ξαποστάσει γυρεύει και εν τέλει φυλακίζεται. Πώς να καταλάβει ότι για να αντιμετωπίσεις τη ζωή πρέπει να είσαι συναισθηματικά αμέτοχος; Να παρακολουθεις τα βάσανα και τις συμφορές σου σα να ανήκουν σε άλλον, σαν την ταινία που με χαλαρότητα παρακολουθείς από το σπίτι σου και έχεις και κρίση αμερόληπτη για αυτή; Γιατί η ακριβοδίκαιη κρίση είναι απότοκος της αποστασιοποίησης. Ο,τιδήποτε το κοιτάμε από κοντά, το θέτουμε στο επίκεντρο, διαστρεβλώνεται η όρασή μας.

Όσες μέρες και να περάσουν, εκείνη θα ανταμώνει πιστά τους τρομερούς της φόβους. Σε μια θάλασσα αυτοαναφορικών συλλογισμών,  ανήμπορη να αφουγκρασθεί έναν τρίτο, να κοιτάξει κάτι άλλο χωρίς να την παραπέμψει συνειρμικά στη δική της κόλαση.

Ο γλιτωμός από την δική της Κόλαση θα ήταν η δική της σωτηρία. Δεν το συναισθάνεται, ωστόσο.
Αγαθή και ανυποψιαστη, θα συνεχίζει να βυθίζεται στο δικό της λαβύρινθο- και ακόμα και αν ο κόσμος ανέλπιστα σωθεί, εκείνη δε θα έχει μάτια να το δει.